TO BLOG ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟΥ
Facebook Twitter

Στη νέα Tate, μια στοχαστική προμενάντ. Από τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο

 

 

Στη νέα Tate

Μια στοχαστική προμενάντ. 

Στη νέα Tate, μια στοχαστική προμενάντ. Από τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο Facebook Twitter
Δέκα όροφοι ενός παλιού σταθμού ενέργειας, που οι τρεις επικοινωνούν με την παλιά Τate

 

 

Στη Νέα Tate. Eξαιρετικά εντυπωσιακό κτίριο των Herzog & de Meuron. Μνημειακό και μοντέρνο. Σαν πυραμίδα, αλλά και σαν τέντα που τυλίγει απαλά το δρόμο, τη γειτονιά και το ποτάμι, με την πλέξη των τούβλων ανάγλυφη (σαν καφέ πουλόβερ) και μεγάλη άπλα στο εσωτερικό, με πλατιές σκάλες και γυμνές τσιμεντένιες κολώνες, όπου τα προγράμματα και οι επιγραφές, επικολλούνται σαν πόστερ στο δρόμο. Δέκα όροφοι ενός παλιού σταθμού ενέργειας, που οι τρεις επικοινωνούν με την παλιά  Τate, δημιουργώντας περισσότερο μια διάθεση για περίπατο, παρά για στοχασμό. Το "ισόγειο" (τα Tanks) είναι σαν υποχθόνιο δάσος από δοκούς τσιμέντου- κάτι μεταξύ μπούνκερ, βερολινέζικου κλαμπ και ρετροφουτουριστικού μαυσωλείου. Τα περισσότερα εκθέματα είναι του 2000 και μετά.

 

Στη νέα Tate, μια στοχαστική προμενάντ. Από τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο Facebook Twitter

 

Το διέσχισα όλο, με ευχαρίστηση, αλλά μηδενική συγκίνηση. Ίσως η συγκίνηση να μην είναι πια αξιοζήλευτο αίσθημα, όταν βλέπεις τέχνη, δεν ξέρω. Ίσως είναι πια πιο σημαντικά η Έκπληξη, ή μάλλον το Ξάφνιασμα, η Αυτεπιβεβαίωση, η Εξυπνάδα, η Καταγγελία, ακόμη και το Πουτάνα Όλα. Δεν διαφωνώ, ότι κάθε τι Νέο, ξενίζει αρχικά, και πριν καγχάσω μπροστά σε κάτι "μπλοφαδόρικα", ποζάτα εκθέματα, σκέφτομαι τι κάζο έκαναν κάποτε με τους ιμπρεσιονιστές κάτι λεβέντες της συστημικής μετριότητας.

Έτσι, εκτός από μια εγκατάσταση του (αγαπημένου μου) Apichatpong Weerasethakul με 7 βίντεο που προεβάλλοντο ταυτοχρόνως γύρω σου με τίτλο Primitive και μερικά έργα εδώ κι εκεί, χάθηκα στους μεγάλους χώρους, όπως οι εκατοντάδες τουρίστες, που χάζευαν από την ταράτσα το θολό, καστανό Τάμεση, στις φτενές όχθες του οποίου παιδιά και σκυλιά τσαλαβούταγαν φρενιασμένα σε μια προσομοίωση καλοκαιριού.

 

Θά 'θελα όμως να είχα έναν πλοηγό που να τον εμπιστεύομαι στη σύγχρονη Τέχνη. 

―Εσύ, εμπιστεύεσαι ότι τα εκθέματα που μαζεύτηκαν εδώ, θα διαρκέσουν στο χρόνο; ρώτησα ένα φίλο. Εμπιστεύεσαι ότι επιλέχθηκαν με την διορατικότητα και το ένστικτο που ανεβάζει όρισμένους μουσειολόγους ή τεχνοκριτικούς πάνω από το γούστο των πολλών; Παραδέχομαι, ότι όσο και να κάνω το μάγκα, και το δικό μου γούστο ορίζεται από τη συνήθεια, την ελλιπή παιδεία και ίσως τις συμβάσεις της εποχής. Αλλά τουλάχιστον είμαι ελεύθερος να θέλω αυτό που θέλω. Και δεν πάσχω από την σαχλή σπουδαιοφάνεια πολλών του "χώρου", που συναντάω.

― Τι εννοείς, ρώτησε ο φίλος, εξημμένος από την προοπτική ενός καλού κουτσομπολιού.

― Εννοώ προϋποθέτει πολλά κυβικά, το να μαντεύει ένας άνθρωπος τι θα αντέξει στο χρόνο, ιδίως αν μιλάμε για τις λεπτές και επικίνδυνες ακροβασίες της αισθητικής. Ο χρόνος τρώει τα βράχια, βυθίζει πόλεις, κάνει τους αυτοκράτορες να βλέπουν τα ραδίκια ανάποδα. Η νόηση παράγει ομορφιές που αναποδογυρίζονται στο ανοιγοκλείσιμο μιας μέρας. Πώς θα ανεβείς πάνω απ΄τις πόλεις, πώς θα βγεις έξω απ΄το σώμα σου, να δεις από ψηλά ατάραχος και ψύχραιμος, αυτό που όταν σέρνεσαι φαίνεται επείγον και δαιμονιώδες; Είναι σα να χρειάζεται να κατακτήσεις την αρχαιοελληνική αθαυμαστία, για κάτι που ταυτοχρόνως πρέπει να θαυμάσεις με μάτια μελλοντικά. 

―Το χόντρυνες...

―Κι όμως! Για μένα είναι από τις υψηλότερες ικανότητες αυτή. Διότι διαχειρίζεται τον πιο  πολύτιμο και εύθραυστο καρπό του ανθρώπου: την Τέχνη του. Γι αυτό και γίνομαι έξαλλος, με όσους ντιλάρουν σαν αλογομούρηδες πάνω στην ομορφιά, κάνοντας την Τέχνη σα τα μούτρα τους― ένα Χρηματιστήριο κρεάτων.

―Μα φίλε, στην Tate βλέπεις Ρόθκο, Μπουρζουά...

Τον διέκοψα.

―Μιλώ για τα νεότερα έργα. Το πώς κατασκευάζονται οι επόμενες "αξίες", τα επόμενα "αριστουργήματα". Δεν ξέρω, αλλά όσο δεν εμπιστεύομαι τις αισθήσεις μου, άλλο τόσο δεν εμπιστεύομαι το μουσειακό κατεστημένο, τους περισσότερους σύγχρονους curators― πειθήνιοι είλωτες πλουσίων, συλλεκτών και Τραπεζών, νωθροί καλοπερασάκηδες με πεποιημένη γλώσσα γεμάτη όρους κι ελάχιστο ψαχνό.

Αλλά η μέρα ήταν φρέσκια και ο αέρας ελαφρός, σαν από νησί. Έδωσα τόπο στην οργή, ποτέ δεν ξέρεις, μπορεί να αποδειχτώ και λάθος, κατέβηκα επί τις όχθες του ποταμού Λεμάν και δεν έκατσα να κλάψω.

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ