Ρεπορτάζ – φωτογραφίες: Μαρία Μαυρίδου / ARTPLAY.gr
Πέντε φοιτητές και φοιτήτριες, ηλικίας από 19 έως 27 ετών, που προέρχονται τόσο από τον χώρο των θεωρητικών όσο και θετικών επιστημών, θα ψηφίσουν την καλύτερη ελληνική ταινία του διαγωνιστικού τμήματος, με γνώμονα την αγάπη για τον κινηματογράφο και την άδολη καθαρή ματιά ενός σινεφίλ. Η επίκουρη καθηγήτρια του τμήματος Κινηματογράφου του Α.Π.Θ., Μπέτυ Κακλαμανίδου, η οποία, σε συνεργασία με το 57ο TIFF, έχει συστήσει μια 12μελή ομάδα φοιτητών, οι οποίοι θα γράφουν καθημερινά κριτικές, για τις ταινίες που προβάλλονται, ανέλαβε να συνεπικουρήσει με τη διανομή της κατάλληλης βιβλιογραφίας και δύο άτυπων σεμιναριακών συναντήσεων, στην προετοιμασία των μελών της νεανικής κριτικής επιτροπής.
Η συνάντηση και η συζήτηση μαζί τους, λίγο μετά τη συνέντευξη τύπου του Φεστιβάλ, αναδεικνύει, όπως θα διαπιστώσετε στη συνέχεια, αυτή την πρωτοβουλία του Φεστιβάλ ως έμπρακτο δείγμα ανανέωσης και δυναμικής προσέγγισης του ελληνικού κινηματογράφου και τη σύνδεσή του με τη νέα γενιά.
«Με ενθουσιάζει η ιδέα να συμμετέχω στις εκδηλώσεις, να ασχοληθώ εκ των έσω με κάτι που αγαπώ και να έχω την ευκαιρία να μάθω περισσότερα γι αυτό. Μια μοναδική εμπειρία η οποία ήδη πριν την έναρξη του φεστιβάλ , μου έχει προσφέρει πολύτιμη γνώση όσον αφορά τον ελληνικό κινηματογράφο που πάντα με ενδιέφερε, μέσα από τη μελέτη της βιβλιογραφίας, την παρακολούθηση ταινιών και την ενημέρωση από μέρους της κυρίας Κακλαμανίδου» εξηγεί η Κωνσταντίνα Δάμπαλη, 19 ετών, δευτεροετής στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΠΑ.ΜΑΚ.
«Ο ανοιχτός τρόπος επιλογής, προκειμένου να ακουστεί η φωνή των νέων, που θα δουν και θα αξιολογήσουν ταινίες του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου με καθαρή ανεπηρέαστη ματιά, είναι πραγματικά πρωτοποριακό ως ιδέα. Για μένα που είμαι οπτικοακουστικός τύπος, ο κινηματογράφος δεν είναι μόνο τρόπος διασκέδασης. Αντιπροσωπεύει έναν τρόπο καλλιτεχνικής έκφρασης που με γοητεύει.
Ανακαλύπτω και εξερευνώ συναισθήματα, ξεχνιέμαι αλλά και μαθαίνω να έχω ανοιχτό μυαλό. Όπως μαθαίνω να βλέπω ταινίες με τη θεματική ή την οπτική των οποίων ίσως διαφωνώ, εκτιμώντας τη δουλειά που έχει γίνει και το καλλιτεχνικό κομμάτι τους, έτσι συνειδητοποιώ, πως και στη ζωή μου από εδώ και στο εξής, θα συναλλάσσομαι με ανθρώπους διαφορετικούς από μένα, τους οποίους οφείλω να αποδέχομαι, εστιάζοντας στο αποτέλεσμά τους κι όχι στη γνώμη μου γι αυτούς, η οποία παύει να είναι τόσο σκληρή κριτικά όπως στο παρελθόν. Είναι παράλληλα η πιο ευχάριστη εκπαιδευτική μέθοδος κατά τη γνώμη μου».
Η οικονομική κρίση δεν ευνοεί τις νέες παραγωγές και η έλλειψη πόρων είναι το μεγάλο αγκάθι μας. Όμως τελικά αυτό μας κάνει πιο δημιουργικούς, αναζητώντας εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης και δίνει και μεγαλύτερη ελευθερία αφού δεν υπάρχουν δεσμευτικοί όροι από κάποιον επίσημο χρηματοδότη. Το ποτήρι μπορείς πάντα να το δεις μισοάδειο ή μισογεμάτο. Είναι θέμα οπτικής.
— Πως το εννοείς αυτό;
Ενημερώθηκα και ενδιαφέρθηκα για ιστορικά γεγονότα, που αποτέλεσαν σενάριο και θεματική ταινιών και μου έδωσαν το ερέθισμα να ψάξω παραπέρα και να διαβάσω γι' αυτά, προκειμένου να έχω την πλήρη εικόνα και πληροφόρηση, βλέποντάς τα με κριτικό πνεύμα, προκειμένου να αποφύγω να πέσω στην παγίδα της προπαγάνδας, στην περίπτωση που υπήρχε. Τις ελληνικές ταινίες τις είχα συνδέσει μόνο με την κωμωδία πριν ενταχτώ στην επιτροπή. Η επιπλέον όμως τριβή με το αντικείμενο, με έκανε να ανακαλύψω τον εαυτό μου και την προτίμησή μου πλέον για το δράμα.
— Με τι κριτήριο θα ψηφίσεις;
Είναι μεγάλη ευθύνη και ομολογώ πως με αγχώνει. Θα προσπαθήσω να είμαι αντικειμενική στην κρίση μου. Πέρα από την προσωπική μου προτίμηση θα σκεφτώ σίγουρα ποια ταινία θα άρεσε στο κοινό, όχι ψηφίζοντας μόνο ένα ενδιαφέρον σενάριο, αλλά μια πραγματικά καλή ταινία.
«Ο κινηματογράφος είναι η τέχνη που νιώθω πως μου ανοίγει ένα παράθυρο σε νέους κόσμους, αποτελώντας το ερέθισμα για προβληματισμό, δημιουργική σκέψη και μια ανεξάντλητη παλέτα συναισθημάτων. Το ότι από απλός θεατής μπαίνω σε έναν νέο ρόλο εκπροσωπώντας μέσα από την οπτική μου ένα μέρος του νεανικού κοινού, γιατί σίγουρα όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι και δεν είναι μόνο η ηλικία που καθορίζει τις επιλογές μας, με ενθουσιάζει και αποδεικνύει το ανανεωτικό πνεύμα του Φεστιβάλ και την πρόθεσή του να το φέρει ακόμη πιο κοντά στη νεολαία, επενδύοντας ταυτόχρονα στον νέο ελληνικό κινηματογράφο, που για αυτή είναι σχεδόν άγνωστος», απαντά ο Γιάννης Μέλφος, 19 ετών, δευτεροετής φοιτητής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος στο Α.Π.Θ.
— Σε τι οφείλεται πιστεύεις αυτή η άγνοια ή η έλλειψη ενδιαφέροντος των νέων για τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο;
Κρίνοντας από τον εαυτό μου, θα σου απαντήσω, πως είχα μεγαλώσει πιστεύοντας πως ο κινηματογράφος περιορίζεται στις παραγωγές της δεκαετίας του 60. Η επαφή μου με τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο ήταν η ταινία Κυνόδοντας του Λάνθιμου και αφορμή ήταν η δημοσιότητα που δόθηκε λόγω της βράβευσής της. Το χάσμα από το ένα είδος στο άλλο έκανε και εμένα και τους συνομήλικούς μου, να κρατήσουμε μια απόσταση από κάτι που από ένα εύπεπτο ψυχαγωγικό είδος, είχε μετατραπεί σε μια δυσνόητη για μας προσέγγιση. Αγνοούσαμε την ενδιάμεση φάση, που αποτελεί μέρος της ιστορίας και της εξέλιξης του ελληνικού κινηματογράφου. Η επαφή όλων είναι καθημερινή σχεδόν με το σινεμά, μέσω της ευκολίας που παρέχει το διαδίκτυο, επιλέγοντας κυρίως ταινίες που είναι διεθνή blockbusters, με γνωστούς δημοφιλείς ηθοποιούς και θα έλεγα πως έχουμε εθιστεί στα σήριαλ.
Ήταν μια αποκάλυψη η μελέτη και η έρευνα της ιστορίας του διεθνούς και του ελληνικού κινηματογράφου, με αφορμή την ένταξή μου στην επιτροπή του βραβείου νεολαίας για το φεστιβάλ. Με εξέπληξε ευχάριστα η «συνάντηση» με σκηνοθέτες όπως ο Γαβράς και ο Αγγελόπουλος ή παραγωγές του Βούλγαρη που αγνοούσα, αλλά και νεότερους δημιουργούς. Πλέον ξέρω πως δεν υπήρξε δημιουργικό κενό, αλλά έλλειψη σωστής προώθησης και ενημέρωσης. Νιώθω πλέον πως κάτι αλλάζει κι αυτό με κάνει αισιόδοξο, αλλά και με συγκινεί, που με τον τρόπο μου, μπορώ κι εγώ να συμμετέχω σ' αυτό.
Ο Σωτήρης Πετρίδης είναι 26 ετών, υποψήφιος Διδάκτωρ στο τμήμα Κινηματογράφου του Α.Π.Θ. και μέλος της ένωσης Ελλήνων σεναριογράφων. Έχει ήδη περάσει και στην «άλλη πλευρά», καθώς οι μικρού μήκους ταινίες, e-social και White Collar, που βασίζονται σε σενάριά του έχουν βραβευτεί σε φεστιβάλ.
— Σωτήρη πώς είναι από κρινόμενος να μπαίνεις στον ρόλο του κριτή;
Είσαι πιο επιεικής. Γνωρίζοντας πως ο κινηματογράφος είναι μια ομαδική δουλειά, που εμπεριέχει πολλές παραμέτρους και διαδικασίες ως το τελικό αποτέλεσμα, δεν κρίνεις αβίαστα μια σκηνή ή μια ταινία.
— Ποια είναι η άποψη σου για την πραγματικότητα στον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο;
Υπάρχει μια άνθιση στον χώρο. Η οικονομική κρίση δεν ευνοεί τις νέες παραγωγές και η έλλειψη πόρων είναι το μεγάλο αγκάθι μας. Όμως τελικά αυτό μας κάνει πιο δημιουργικούς, αναζητώντας εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης και δίνει και μεγαλύτερη ελευθερία αφού δεν υπάρχουν δεσμευτικοί όροι από κάποιον επίσημο χρηματοδότη. Το ποτήρι μπορείς πάντα να το δεις μισοάδειο ή μισογεμάτο. Είναι θέμα οπτικής.
Η συντονισμένη προσπάθεια που γίνεται για τη στήριξη νέων δημιουργών, προωθώντας δουλειές και συνεργασίες με το εξωτερικό και παρέχοντας εξειδικευμένες γνώσεις όσον αφορά στις νέες πρακτικές και τεχνολογίες που διέπουν τον διεθνή χώρο, από την Αγορά στο φεστιβάλ είναι μια εμπνευσμένη πρωτοβουλία, που θα δώσει φτερά σε νέους ανθρώπους με όραμα και δυνατότητες».
— Πως βλέπεις την σύσταση αυτής της επιτροπής και τη συμμετοχή σου σε αυτή;
Είναι μια πολύ θετική κίνηση από πλευράς του TIFF, που δείχνει τον ανανεωτικό του χαρακτήρα. Είναι ευχάριστο ότι υπάρχει μια ηλικιακή διακύμανση μεταξύ των συμμετεχόντων, αφού είμαστε από 19 ως 27 χρόνων, δίνοντας τη ματιά ενός ευρύτερου νεανικού κοινού. Η απόφασή μου θα βασιστεί στην προσωπική μου ματιά, με γνώμονα τις ακαδημαϊκές μου γνώσεις, τη θεωρία, την πρακτική εμπειρία και την προσωπική μου αισθητική. Κανείς μόνος του δεν μπορεί να αντιπροσωπεύσει τη γνώμη και το αισθητήριο ολόκληρης της γενιάς στην οποία ανήκει.
«Έχοντας υπηρετήσει τον θεσμό του TIFF, επί 3 χρόνια ως εθελόντρια στο τμήμα των κινηματογραφικών αιθουσών, έχω βιώσει την μοναδική αυτή ατμόσφαιρα που το διέπει, είχα τη δυνατότητα να παρακολουθήσω μια μεγάλη γκάμα ταινιών, καθώς και να νιώσω την επίδρασή τους στο κοινό» αφηγείται η Άννα Χατζηπαντελή, 27 ετών, μεταπτυχιακή φοιτήτρια, του τμήματος Επικοινωνίας και Πολιτισμού του Α.Π.Θ.
«Μέσω του εθελοντισμού ήρθα σε επαφή με τη σύγχρονη ματιά του ελληνικού κινηματογράφου, που μέχρι τότε πίστευα πως δεν υπήρχε, πιστεύοντας πως είχε σταματήσει να προτείνει νέα πράγματα, αφού είχε εντυπωθεί στη μνήμη μου η εικόνα των ταινιών του 60, που με αυτές τον είχα ταυτίσει. Ανακάλυψα σιγά σιγά σκηνοθέτες, των οποίων τη δουλειά αγνοούσα. Με τη μελέτη που έγινε, για την προετοιμασία μας ως μέλη της κριτικής επιτροπής, διεύρυνα ακόμη περισσότερο τις γνώσεις μου σε αυτό τον τομέα και με θλίβει το γεγονός, πως λόγω ελλιπούς προβολής και προώθησης, ταινίες που θεωρήθηκαν από τις μεγάλες κινηματογραφικές αίθουσες μη εμπορικές, προβάλλονται για λίγες μέρες και μόνο, σε επιλεγμένες αίθουσες όπως π.χ. το Ολύμπιον και συχνά χάνονται γιατί δεν προλαβαίνουν να αναπτύξουν τη δυναμική τους».
— Πως βλέπεις τη σύσταση αυτής της επιτροπής, από μέρους του TIFF;
Ένας εξαιρετικός τρόπος να προσελκύσει το νεανικό κοινό στις κινηματογραφικές αίθουσες και τις ελληνικές παραγωγές. Τα youth prizes είναι ένας διαδεδομένος θεσμός σε φεστιβάλ του εξωτερικού, που λειτουργεί με επιτυχία. Σε προσωπικό επίπεδο, πιστεύω πως αντιπροσωπεύω τον μέσο όρο του κοινού και αν και θα αποφασίσω για την ψήφο μου σε δικά μου δεδομένα και προσλαμβάνουσες, ξέρω πως εκπροσωπώ αυτή τη μερίδα θεατών.
«Ο κινηματογράφος είναι ένας κόσμος συναισθημάτων, μηνυμάτων, εικόνων και πληροφοριών. Πηγή προβληματισμού, ευαισθητοποίησης, αφύπνισης, που πέραν του φαντασιακού και ψυχαγωγικού του χαρακτήρα, σου φανερώνει μέσα στις δύο περίπου ώρες που διαρκεί μια ταινία, έναν ολόκληρο κόσμο, ένα παράλληλο σύμπαν που μέχρι εκείνη τη στιγμή αγνοούσες ή ήξερες επιφανειακά» αναφέρει η Νατάσα Δεληβοριά, 20 ετών, τριτοετής φοιτήτρια, στο τμήμα Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών του Α.Π.Θ.
«Μόλις τα τελευταία χρόνια, άρχισα να ανακαλύπτω σκηνοθέτες όπως ο Κούνδουρος ή ο Λάνθιμος, πιστεύοντας στο παρελθόν, πως ο ελληνικός κινηματογράφος είχε εξαντλήσει το ρεπερτόριό του στη δεκαετία του εξήντα. Χαίρομαι, που η συμμετοχή μου, στην κριτική αυτή επιτροπή, είναι η αφορμή να εντρυφήσω στο θέμα και να ανακαλύψω τον αθέατο σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο, τις δυνατότητες και τα επιτεύγματά του. Πρέπει να αντιληφθούν όλοι, πως το σινεμά είναι υπόθεση του κάθε ένα από μας και όχι των ειδικών περί τέχνης. Είναι μια ανθρωποκεντρική τέχνη, που αφορά ένα κοινό, που δεν απαρτίζεται από επαγγελματίες του είδους, αλλά είναι αυτοί που εισπράττουν το αποτέλεσμά του και πρέπει να μπορούν να έχουν θέση, γνώμη και άποψη γι' αυτό και την προώθησή του».
— Σαν νέος άνθρωπος, τί προσδοκάς από τις νέες ελληνικές παραγωγές;
Να είναι ελληνικές. Να μην κοπιάρουν ταινίες και φόρμες παραδείγματος χάρη του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, καθώς και προσεγγίσεις, που είναι ξένες με την ελληνική πραγματικότητα και ιδιοσυγκρασία. Δεν το λέω με εθνικιστική προδιάθεση, αλλά πιστεύω πως πρέπει να γίνει focus στο « υλικό », που υφίσταται τη δεδομένη στιγμή στην Ελλάδα και μέσα από αυτό να εξελιχθεί, δημιουργώντας νέες συνθήκες, με θέματα που θα αφορούν στην κοινωνία, όπως τη ζούμε και την αντιλαμβανόμαστε. Να μιλήσουν στη «γλώσσα »μας. Σίγουρα η ψήφος μου θα εμπεριέχει μεγάλη δόση υποκειμενικότητας ως βιωματική απόρροια, αλλά δεν θα είναι ανεπηρέαστη από την άποψη της παρέας και της γενιάς μου.
Ένα φεστιβάλ ανοιχτό στους νέους, την οπτική τους για τα κινηματογραφικά πράγματα της χώρας, βάζει τα θεμέλια για μια νέα εποχή στον ελληνικό κινηματογράφο, την στήριξη αλλά και την προώθησή του, εντός και εκτός συνόρων. Τα μηνύματα είναι αισιόδοξα και ελπιδοφόρα. Η νέα γενιά δεν είναι εδώ μόνο για να αμφισβητεί και να κρίνει, αλλά να συμμετέχει διψώντας για «τροφή», ζητώντας ανατροφοδότηση, συνέχεια και μέλλον.
*Το ρεπορτάζ παραχωρήθηκε για αναδημοσίευση στο LIFO.gr από τη συγγραφέα του
σχόλια