Μισή Ελληνίδα από την πλευρά της μητέρας της, η Βαλέρια Γκολίνο εννοείται πως δεν έχει κόψει τους δεσμούς με τη χώρα μας, παρά την έντονη δραστηριότητά της στο εξωτερικό, στην Ιταλία, στη Γαλλία αλλά και στις ΗΠΑ, όπου γύρισε 18 ταινίες κυρίως στα ’90s και πρόσφατα επέστρεψε με το τηλεοπτικό «Morning Show». «Δουλεύω συνεχώς τον τελευταίο καιρό, πραγματικά δεν έχω σταματήσει καθόλου», μου είπε στην πρόσφατή συνάντησή μας σε κεντρικό ξενοδοχείο του Συντάγματος, προσκεκλημένη στο 37ο Πανόραμα του Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, με αφορμή το σπονδυλωτής αφηγηματικής δομής δραματικό ντεμπούτο της Τζινέβρα Έλκαν, I told you so, όπου υποδύεται την Πούπα, μια πορνοστάρ που, όπως σπεύδω να της επισημάνω, μοιάζει πολύ με τη διάσημη Τσιτσιολίνα.
«Δεν είναι η Τσιτσιολίνα», διαφωνεί, «αν και σαφώς τής φέρνει στην αισθητική. Κυκλοφορούσα από το πρωί με το μακιγιάζ και την περούκα για κάποιο διάστημα και ξετρελάθηκα με τη μεταμόρφωση, και τον ρόλο. Ξέρεις, με το που βλέπεις το αποτέλεσμα στον καθρέφτη λες “πo πo, τι είναι όλα αυτά”, σε ξενίζει η υπερβολή, αλλά έχει τρομερό ενδιαφέρον να παίζεις έναν χαρακτήρα που νομίζεις πως δεν σου μοιάζει καθόλου. Και μετά λες “τελικά δεν είμαι και τόσο μακριά από αυτό”, γιατί είμαστε απ’ όλα. Και δεν εννοώ μόνο εμείς οι ηθοποιοί που, λόγω επαγγέλματος, έχουμε την ευκαιρία να ερευνούμε άλλους χαρακτήρες αλλά πλέον όλος ο κόσμος, λόγω των social media».
«Αν και μερικές φορές έχω βρεθεί σε καταστάσεις που δεν με βλέπουν γι’ αυτό που είμαι αλλά για κάτι άλλο –άλλωστε κάνω αυτήν τη δουλειά σαράντα χρόνια–, με ενοχλεί το να μην υπάρχει καμιά ματιά, το non gaze, όταν μιλάμε για κακή ή κενή ταινία»
«Με τη διαφορά πως οι περισσότεροι παρουσιάζουν την καλύτερη, πιο φωτογενή και ευτυχισμένη εκδοχή του εαυτού τους». «Γιατί το νομίζεις;» με ρωτά. «Ε, είναι θέμα ετεροπροσδιορισμού». Της φρεσκάρω λίγο τη λέξη και επιδοκιμάζει με την ασφαλή απόσταση του ανθρώπου που δεν μετέχει σε καμία κοινωνική πλατφόρμα! Εγώ δεν είμαι σίγουρος αν μπορούμε πλέον να μιλήσουμε με ορολογίες όπως «πορνοστάρ» και η Βαλέρια καταλαβαίνει, λίγο βαρύθυμα, τι εννοώ, προσθέτοντας πως «αυτό που μας συμβαίνει είναι λίγο… ridicolo».
Πριν από μερικά χρόνια μού είχε πει πως ποτέ δεν έχει θυματοποιηθεί («και εξακολουθώ να μην αισθάνομαι θύμα ούτε σήμερα»), αλλά βλέπει κάποια βελτίωση: «Το gender tension και το man hating δεν έχουν αλλάξει ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, αλλά, τουλάχιστον, μέσα σε αυτή την τρέλα που έχει να κάνει με τη γλώσσα και την επιτήρηση του λόγου και της σκέψης, και τα διχαστικά θέματα με τα οποία δεν συμφωνώ, κάποια πράγματα, οι δουλειές, οι αμοιβές, κοινωνικά κινούνται σε μια λίγο πιο σωστή κατεύθυνση, εκεί που παλιότερα δεν τολμούσαμε να φανταστούμε καν».
Συμπτωματικά, κάνουμε τη συνέντευξη στη σουίτα «Μαρία Κάλλας», την αδελφή της οποίας υποδύεται στη Maria του Πάμπλο Λαραΐν. Έψαξε λίγο το background της Υακίνθης, γνωστής και ως Τζάκι, αλλά δεν βρήκε και πολλές πληροφορίες ή σχετικά αρχειακά αποσπάσματα. Είπε πως υπάρχει μια σύγχυση όσον αφορά το αν ήταν όντως η υποστηρικτική αδελφή μιας γυναίκας που την είχε ανάγκη ή μια σκοτεινή φυσιογνωμία που την προμήθευε με ψυχοφάρμακα, και κανείς δεν είναι σίγουρος αν τη βοήθησε ή όχι.
«Μάλλον ήταν δυο τραυματισμένες ψυχές από μικρές, και η Τζάκι δεν ήταν τόσο προστατευτική όσο φαινόταν», ίσως γι’ αυτό την υποδύθηκε με υπόγεια ανησυχία και αδιόρατη αμφιβολία. Η Αντζελίνα Τζολί μου είπε πρόσφατα πως η Βαλέρια τη βοήθησε πολύ στην κοινή σκηνή που είχαν με τα ελληνικά της, ειδικά με τη λέξη ψευδαισθήσεις.
«Παραισθήσεις νομίζω πως είπα», αλλά δεν έχει δει ακόμη την ταινία. Σημείωσε, δε, πως πριν από τον δυνατό τους διάλογο υπήρχε μια έντονη σκηνή καβγά που κόπηκε από το τελικό μοντάζ, όπως και άλλες δυο-τρεις, «γιατί ο σκηνοθέτης αποφασίζει πώς προχωρά η ταινία και ποιες σκηνές ταιριάζουν, και ο Πάμπλο είναι πολύ ενδιαφέρων δημιουργός».
Δίπλα μας, ένας παλιός δίσκος με ηχογραφήσεις της Κάλλας αναπαύεται σε ένα σύγχρονο μικρό πικάπ και ακριβώς έξω από την πόρτα δεσπόζει μια εγχάρακτη επιγραφή με τα λόγια της Κάλλας: «Το μεγαλύτερο όπλο που διαθέτουμε είναι πως είμαστε γυναίκες». «Όντως είναι φοβερό όπλο αυτό», γελάει η Γκολίνο, «και το συνειδητοποιώ ακόμα πιο έντονα όσο μεγαλώνω».
Μετά το Μέλι και την Ευφορία, η Βαλέρια σκηνοθετεί για τρίτη φορά τη μίνι σειρά 6 επεισοδίων «Η τέχνη της χαράς» για την τηλεόραση, αν και στην Ιταλία έχει προβληθεί ήδη σε φεστιβάλ και στις αίθουσες. Είναι βασισμένη στο σκανδαλώδες ομότιτλο μυθιστόρημα της Σιτσιλιάνας Γκολιάρντα Σαπιέντσε. «Το βιβλίο L’ arte della gioia που ολοκληρώθηκε το 1976 είχε απαγορευθεί για είκοσι χρόνια λόγω του ερωτισμού του και κυρίως επειδή η ηρωίδα ήταν πολύ διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Συνήθως τέτοιοι χαρακτήρες ήταν άνδρες, γραμμένοι από άνδρες. Αναφερθήκαμε στη θυματοποίηση νωρίτερα και εδώ η πρωταγωνίστρια, η Μοντέστα, που γεννήθηκε την πρώτη μέρα του 20ού αιώνα, αρνείται να γίνει θύμα και πορεύεται κατά κάποιον τρόπο ως ανάξιος ήρωας, δίχως τύψεις, όπως ο Μπάρι Λίντον, χωρίς καμία συγγένεια με το αρχέτυπο της femme fatale».
Ο λόγος για το ανδρικό βλέμμα, το διαβόητο και στοχοποιημένο male gaze στο σινεμά και το αν και κατά πόσο την ενοχλεί. «Καθόλου», δηλώνει απερίφραστα. «Αν και μερικές φορές έχω βρεθεί σε καταστάσεις που δεν με βλέπουν γι’ αυτό που είμαι αλλά για κάτι άλλο –άλλωστε κάνω αυτήν τη δουλειά σαράντα χρόνια–, με ενοχλεί το να μην υπάρχει καμιά ματιά, το non gaze, όταν μιλάμε για κακή ή κενή ταινία».
Ως σκηνοθέτις και η ίδια, εδώ και μια δεκαετία ξέρει ακριβώς τι σημαίνει να έχεις άποψη πίσω από την κάμερα και κάτι ουσιώδες να πεις, αν και δεν έχει πάψει να αγαπά την υποκριτική που της έχει χαρίσει υπέροχες στιγμές, και μάλιστα δυο βραβεία ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βενετίας. «Ξέρεις ποιες είναι οι άλλες τρεις που το έχουν καταφέρει;» της κάνω ένα επιτόπιο κουίζ και αμέσως μου απαντά: «Η Σίρλεϊ Μακλέιν και η Ιζαμπέλ Ιπέρ. Ποια είναι η τρίτη;».
Η Κέιτ Μπλάνσετ, που μετά το I’m not there, το ξαναπήρε για το Tar. «Α την άτιμη, είναι φοβερή. Μου αρέσουν εξίσου και οι τρεις, είναι φοβερές ηθοποιοί, αλλά, σε παρακαλώ, γράψε πως εγώ είμαι η μοναδική με δύο βραβεία στη Βενετία που δεν είμαι κοκκινομάλλα!». Κι επειδή ξέρει γιατί την κοιτάζω απορημένος, με προλαβαίνει: «Και η Μπλάνσετ έχει φυσικά κόκκινα μαλλιά, μη βλέπεις που κυκλοφορεί ως ξανθιά!».
Το «Te l’avevo detto» της Τζινέβρα Έλκαν με τη Βαλέρια Γκολίνο, τη Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι και την Άλμπα Ρορβάκερ προβλήθηκε στο 37ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.