Eντός Μεγάλης Βρετανίας το «Doctor Who» συνιστά πολιτισμικό γεγονός. Εκτός βρετανικών συνόρων χρειάζονται ακόμα συστάσεις. Πρόκειται για μια καλτ σειρά επιστημονικής φαντασίας σε παραγωγή BBC, η οποία ξεκίνησε το 1963, παρακαλώ. Μπορεί ο αριθμός των οπαδών της να είναι μικρός συγκριτικά, αλλά σε πάθος και ενθουσιασμό τίποτα δεν έχουν να ζηλέψουν από εκείνους του «Star Wars» και μάλιστα δίχως τον φανατισμό και τη χολερική ρητορική μεγάλης μερίδας των τελευταίων. Το χειρότερο που θα τους δεις να κάνουν είναι να διορθώνουν όσους εσφαλμένα αναφέρονται στον κεντρικό χαρακτήρα ως Doctor Who – Doctor τον αποκαλούν, το «who» είναι running gag.
Στην Ελλάδα η σειρά παλιότερα προβαλλόταν από τη συχνότητα της κρατικής τηλεόρασης, ενώ στα τέλη των ‘00s μερικοί από τους νέους κύκλους αγοράστηκαν από ιδιωτικά κανάλια. Αναμφίβολα θα τη μάθουν περισσότεροι τώρα που το Disney+ τα βρήκε με το BBC και όλα τα νέα επεισόδια θα κάνουν πρεμιέρα εκεί.
Μπορούμε να πούμε όμως ότι, όσο συμπαθής κι αν μας είναι ο Σούτι Γκατουά, τόσο μαγνητική είναι η υπερκινητική περσόνα του κατά Ντέιβιντ Τέναντ Doctor και τόσο απολαυστική η δυναμική λανθάνοντος screwball στις στιχομυθίες του με την Κάθριν Τέιτ, που θα προτιμούσαμε να περάσουμε ακόμα μια σεζόν μαζί τους, πριν παραδώσουν τη σκυτάλη στον ανερχόμενο πρωταγωνιστή του «Sex Education».
Το κεντρικό μουσικό θέμα των Ντέλια Ντάρμπισιρ και Ρον Γκρέινερ, από τις δημοφιλέστερες μελωδίες της πρώιμης περιόδου της ηλεκτρονικής μουσικής, έχει αντίκτυπο στους φαν ανάλογο του θέματος του Τζέιμς Μποντ. Στην παράδοση του Μποντ, δε, ο ηθοποιός που ενσαρκώνει τον κεντρικό χαρακτήρα αλλάζει, χωρίς να χρειαστούν ιδιαίτερες σεναριακές αλχημείες.
Εδώ υπάρχει μια υποτυπώδης εξήγηση, ο Doctor έχει την ικανότητα της αναγέννησης και έτσι μπορεί να επιστρέψει με διαφορετικό πρόσωπο. Εντός της Γηραιάς Αλβιώνας και του ευρύτερου κύκλου των φαν, η συζήτηση για τον ηθοποιό που θα υποδυθεί τον Doctor, κάθε φορά που λήγει η θητεία του παλιότερου, τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από την αντίστοιχη για τον πράκτορα 007.
To μουσικό θέμα των τίτλων αρχής του «Doctor Who».
Όσοι παρακολουθούμε κραταιά βρετανικά μέσα, όπως ο «Guardian», θυμόμαστε σχετικά δημοσιεύματα που ήθελαν τον Χιου Γκραντ ως επικρατέστερο υποψήφιο για να φορέσει το κοστούμι του κεντρικού χαρακτήρα, μετά τη λήξη της θητείας της Τζόντι Γουίτακερ, η οποία ατύχησε να πρωταγωνιστήσει σε μια σειρά από επεισόδια που αποξένωσαν τους φαν. Ο κλήρος έπεσε στον Σούτι Γκατουά του «Sex Education». Πριν από την τελετή παράδοσης-παραλαβής, όμως, έχουμε τρία special επεισόδια με πρωταγωνιστή τον πιο αγαπητό Doctor του 21ου αιώνα, τον Ντέιβιντ Τέναντ. Κι αυτή δεν είναι η μόνη επιστροφή, καθώς μαζί του επανέρχεται και ο Ράσελ Τ. Ντέιβις («It’s a Sin», «Years and Years») πίσω από τον φακό.
Στο πρώτο επεισόδιο με τίτλο «Doctor Who: The Star Beast» το Tardis προσγειώνεται στην καρδιά του Λονδίνου και ο Doctor βρίσκεται πρόσωπο με πρόσωπο με την αγαπημένη του φίλη Ντόνα Nομπλ, που τον έχει διαγράψει από τη μνήμη της. Έντρομος ο Doctor κάνει ό,τι μπορεί για να την αποφύγει, καθώς αν τον θυμηθεί, θα πεθάνει – ας μην ανησυχούν οι νεόκοποι φαν, εξηγούνται όλα εν συντομία. Η αναβάθμισης της παραγωγής είναι εμφανής, κάτι που μπορείς να λογαριάσεις και για μειονέκτημα, καθώς το χαμηλό μπάτζετ ήταν μέρος της γοητείας της σειράς. Τουλάχιστον τα πλασματάκια παραμένουν ρετρό και αφήνουν την αίσθηση του χειροποίητου, ενώ έχουμε και μια τρισχαριτωμένη νέα είσοδο, το Meep, μια γούνινη, ομιλούσα, ζωοειδή εξωγήινη ύπαρξη που ζητά προστασία από κακούς που θέλουν να το βλάψουν, έτσι καλό και αβοήθητο που είναι.
Υπάρχει μια παιδικότητα στην εξέλιξη της πλοκής και μια κατάχρηση του ευρήματος του από μηχανής θεού που ίσως ξενίσει νέους θεατές, αλλά συνάδει με τη φύση της σειράς. Το επεισόδιο προεξοφλεί τη συγκίνηση της συνάντησης Ντέιβιντ Τέναντ - Κάθριν Τέιτ, η οποία μάλλον δεν θα αγγίξει όσους ήρθαν σ’ αυτό δίχως τα μπαγκάζια των προηγούμενων τηλεοπτικών συναντήσεών τους. Ο κακός της υπόθεσης είναι τρομερά μοχθηρός και σαδιστής, αν και πραγματικός κακός ίσως είναι ο Ράσελ Τ. Ντέιβις που υποκύπτει στις χειρότερες δημιουργικές του παρορμήσεις, δηλαδή τη ροπή προς έναν μη κερδισμένο μελοδραματισμό κι έναν αφόρητο διδακτισμό – θυμίζουμε ότι το «Years and Years» έχει πέντε εξαιρετικά επεισόδια κι ένα φριχτό τελευταίο.
Στο τέλος του επεισοδίου μια γκάφα της Ντόνα καθιστά το Tardis ακυβέρνητο και οδηγεί τους δυο τους σε άγνωστο προορισμό. Το δεύτερο επεισόδιο, με τίτλο «Wild Blue Yonder», πιάνει τη δράση από εκεί που την άφησε το προηγούμενο. Ο Ισάακ Νεύτων έχει την τιμή να γνωρίσει τον Doctor σε μια χαριτωμένη σκηνή. Δεν είναι η πρώτη φορά που μια ιστορική προσωπικότητα γίνεται μέρος της σειράς, η εν λόγω σκηνή αποτελεί φόρο τιμής στα σχετικά επεισόδια – σας προτρέπουμε να αναζητήσετε το «Vincent and the Doctor» σε σενάριο Ρίτσαρντ Κέρτις και σας προκαλούμε να διατηρήσετε τα μάτια σας στεγνά.
Κι αν αυτή η κωμική συνάντηση σου δίνει την εντύπωση μιας αφήγησης αλά «Time Bandits» (1982), είναι διαφορετική η κατεύθυνση που παίρνει το επεισόδιο. Υπάρχουν horror στοιχεία, όπως στο modern classic «Blink», σκέψου πως το θέαμα κλίνει προς τον… λαβκραφτιανό τρόμο. Περισσότερα δεν κάνει να πούμε, για να μην αποκαλύψουμε τα ευρήματα αυτού του ωραιότατου επεισοδίου. Μπορούμε να πούμε όμως ότι, όσο συμπαθής κι αν μας είναι ο Σούτι Γκατουά, τόσο μαγνητική είναι η υπερκινητική περσόνα του κατά Ντέιβιντ Τέναντ Doctor και τόσο απολαυστική η δυναμική λανθάνοντος screwball στις στιχομυθίες του με την Κάθριν Τέιτ, που θα προτιμούσαμε να περάσουμε ακόμα μια σεζόν μαζί τους, πριν παραδώσουν τη σκυτάλη στον ανερχόμενο πρωταγωνιστή του «Sex Education». Για παρηγοριά, έχουμε να περιμένουμε ακόμα ένα επεισόδιο.
Τα νέα επεισόδια της σειράς «Doctor Who» είναι διαθέσιμα στο Disney+.