Ανέκαθεν οι τηλεθεατές περιφρονούσαν το λεγόμενο «γέλιο-κονσέρβα» (laugh track) –είτε το προηχογραφημένο είτε το «ζωντανό»– στις κωμικές σειρές, καθώς έμοιαζε να αντιπροσωπεύει έναν συνδυασμό εξαπάτησης και συγκατάβασης. Φαινόταν τεχνητό, φτηνό, ακόμη και προσβλητικό: Νομίζετε ότι σας χρειαζόμαστε για να μας πείτε πότε να γελάσουμε;
Ο Λάρι Γκέλμπαρντ, δημιουργός του τηλεοπτικού M*A*S*H έλεγε ότι «πάντα πίστευε ότι αυτό ήταν που ευτελίζει» τη σειρά. Ο Λάρι Ντέιβιντ φέρεται να μην το ήθελε με τίποτα στο Seinfeld, αλλά υπέκυψε στις πιέσεις των στελεχών του στούντιο που το ήθελαν. Ο ηθοποιός Ντέιβιντ Νίβεν το αποκάλεσε κάποτε «τη μεγαλύτερη προσβολή της δημόσιας νοημοσύνης που γνωρίζω». Το 1999, το περιοδικό Time έκρινε το laugh track ως «μία από τις εκατό χειρότερες ιδέες του εικοστού αιώνα».
Και όμως, αυτό επέμενε. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000, σχεδόν κάθε δημοφιλής τηλεοπτική κωμωδία βασιζόταν σε αυτό. Τα Φιλαράκια, το Two and a Half Men, το Everybody Loves Raymond – όλα είχαν laugh track. Πλέον όμως είναι τόσο κοντά στο θάνατο όσο ποτέ άλλοτε. Το Big Bang Theory, η τελευταία μεγάλη σειρά με laugh track, τελείωσε το 2019 και τίποτα δεν έχει πάρει τη θέση του.
Υπό μία έννοια, τα τηλεοπτικά επεισόδια είναι απλώς ταινίες μικρού μήκους που μεταδίδονται στο σαλόνι σας. Αλλά οι ταινίες δεν χρησιμοποιούσαν ποτέ γέλιο-κονσέρβα, ούτε καν στις πρώτες, βωβές μέρες, όταν θα ήταν εύκολο να επιστρωθούν οι ήχοι ενός ενθουσιασμένου κοινού πάνω από τις κωλοτούμπες του Τσάρλι Τσάπλιν. Απλά δεν χρειαζόταν: Κάθε ταινία είχε το δικό της ζωντανό κοινό εκεί στην αίθουσα, οπότε γιατί να μπει κανείς στον κόπο να το προσομοιώσει;
Οι πρώτες τηλεοπτικές εκπομπές όμως δεν ήταν τόσο ταινίες μικρού μήκους όσο ραδιοφωνικές εκπομπές που παίζονταν επί σκηνής. Και επειδή οι ραδιοφωνικές εκπομπές ηχογραφούνταν μπροστά σε ένα ζωντανό κοινό στο στούντιο για τους ανθρώπους που τις παρακολουθούσαν στο σπίτι, το ίδιο συνέβαινε και με τις τηλεοπτικές εκπομπές. Ο σκοπός του laugh track ήταν να αναπαραστήσει αυτή την εμπειρία κοινότητας.
Ο θάνατος του laugh track δεν θα έπρεπε όμως να αποτελεί αφορμή πανηγυρισμών. Παρ' όλο τον εκνευρισμό που προκάλεσε, παρ' όλα τα κακά αστεία που συγκάλυπτε, το laugh track είχε ως βασικό στόχο την αναπαραγωγή της εμπειρίας του να είσαι μέρος ενός κοινού, και η παρακμή του είναι επίσης η παρακμή της κοινής τηλεθέασης.
Τα γέλια ενός ζωντανού κοινού χρησιμοποιούνταν από πολύ παλιά για να πλαισιώσουν ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, αλλά γύρω στα 1950, η ραδιοφωνική εκπομπή του Μπινγκ Κρόσμπι προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, καταργώντας εντελώς το ζωντανό κοινό και προσθέτοντας τα γέλια αργότερα. Τα στελέχη της τηλεόρασης γρήγορα ακολούθησαν το παράδειγμά του.
Με τη δημιουργία του Laff Box, στις αρχές της δεκαετίας του '50, τα κονσερβοποιημένα γέλια πολλαπλασιάστηκαν σε σημείο που ακόμη και εκπομπές χωρίς την παραμικρή επίφαση ότι μαγνητοσκοπήθηκαν ενώπιον ζωντανού κοινού, χρησιμοποιούσαν γέλιο-κονσέρβα. Ακόμα και σειρές κινουμένων σχεδίων όπως οι Flintstones το έκαναν.
Υπήρχε όμως πάντα μια αντίφαση. Το κοινό καταφερόταν εναντίον του laugh track, αλλά λάτρευε τις εκπομπές που το χρησιμοποιούσαν. Κάθε τόσο, τα δίκτυα δοκίμαζαν μια σειρά χωρίς laugh track, αλλά καμία από αυτές δεν άντεχε για πολύ. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 όμως, παρότι η κυριαρχία του είχε αρχίσει να υποχωρεί, το laugh track παρέμενε πανίσχυρο. Το 2003, οι New York Times έγραφαν ότι «σχεδόν σε κανέναν δεν αρέσουν τα laugh tracks, επειδή μοιάζουν με προφανή φύλλα συκής που καλύπτουν την αμηχανία που προκαλούν τα αδύναμα αστεία, επειδή μηχανοποιούν μια από τις πιο ανθρώπινες ενέργειες που μπορεί να φανταστεί κανείς, το γέλιο». Εκείνη την εποχή, τα Φιλαράκια ήταν η πιο δημοφιλής σειρά στην τηλεόραση.
Μέσα σε λίγα χρόνια όμως, μια νέα γενιά κωμικών σειρών αντικατέστησε τις παλιές, πρώτα με την άφιξη του Arrested Development, στη συνέχεια με το The Office και το 30 Rock, και λίγα χρόνια αργότερα με το Parks and Recreation και το Modern Family. Οι σειρές με laugh track άρχισαν να φαίνονται όχι μόνο συγκαταβατικές αλλά και δύσκαμπτες και σκουριασμένες. Οι άνθρωποι άρχισαν να φτιάχνουν βίντεο στα οποία αφαιρούσαν τα laugh tracks από τις κλασικές κωμικές σειρές για να δείξουν ότι δεν ήταν στην πραγματικότητα τόσο αστείες.
Αλλά όσο μεταδίδονται οι παλιότερες σειρές, το laugh track θα συνεχίσει να υπάρχει. Τα μεγαλύτερα σε ηλικία ακροατήρια που πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής τους παρακολουθώντας κλασικές κωμωδίες με laugh track βλέπουν περισσότερη τηλεόραση από οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή ομάδα. Απλά το laugh track έπαψε να βρίσκεται πια στο επίκεντρο αυτής της κουλτούρας. Καμία κωμική σειρά με laugh track δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
Ο θάνατος του laugh track δεν θα έπρεπε όμως να αποτελεί αφορμή πανηγυρισμών. Παρ' όλο τον εκνευρισμό που προκάλεσε, παρ' όλα τα κακά αστεία που συγκάλυπτε, το laugh track είχε ως βασικό στόχο την αναπαραγωγή της εμπειρίας του να είσαι μέρος ενός κοινού, και η παρακμή του είναι επίσης η παρακμή της κοινής τηλεθέασης. Η εποχή της οικογενειακής συγκέντρωσης γύρω από την τηλεόραση του σαλονιού έχει τελειώσει. Δεν βλέπουμε όλοι τις ίδιες εκπομπές στα ίδια δίκτυα, και ό,τι βλέπουμε, το βλέπουμε στις δικές μας προσωπικές συσκευές. Ούτε και πηγαίνουμε πλέον τόσο συχνά στους κινηματογράφους. Το γέλιο-κονσέρβα δεν ήταν ποτέ κάτι περισσότερο από την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της.
Με στοιχεία από The Atlantic