Πως είναι να γυρίζεις ταινία στο εξωτερικό; Και καλά και κακά, θα έλεγα, με μία μικρή εμπειρία πλέον. Αφενός καλά, διότι συνδυάζεις δουλειά με διακοπές, αφετέρου κακά, διότι παραμονεύει ο κίνδυνος μιας κάπως επαρχιώτικης λογικής να μαγευτείς από το φυσικό τοπίο και να τραβάς ότι βλέπεις μπροστά σου - κάτι που σίγουρα δεν θα εξυπηρετήσει το αντικείμενο και στο μοντάζ θα γονατίσεις...
Ευτυχώς ο σκόπελος αυτός ξεπεράστηκε και δεν οφειλόταν μόνο στο ό,τι ξέραμε εξ αρχής τι πάμε να τραβήξουμε εκεί, αλλά στην προεργασία κυρίως των μελών της Ελληνικής Κινηματογραφικής Λέσχης Λουξεμβούργου. Επί δύο μήνες αλληλλογραφούσαμε με την Κατερίνα Κουκίδου και τη Στέλλα Παρασχά, ταμία και μέλος του διοικητικού συμβουλίου αντιστοίχως της Λέσχης. Αναζητούσαμε παλιά εργοστάσια, καθεδρικούς ναούς, vintage σιδηροδρομικούς σταθμούς και γραφικά μπαράκια. Βρήκαμε τα περισσότερα, αν και αναθεωρήσαμε τη φιλμική ''δράση'' για αρκετά απ' αυτά!
Θυμήθηκα τα λόγια του δασκάλου μου, του Δήμου Θέου: ''Άντε να θες να κάνεις ταινία εποχής στην Ελλάδα. Και στην ορεινή Ζαγλορού να πας, όλο και κάποιος μαλάκας θά'χει γράψει ΠΑΣΟΚ ή ΠΑΟΚ στα κατσάβραχα''...
Φτάσαμε αεροπορικώς στην πόλη Charleroi του Βελγίου κι από κει με λεωφορείο, περίπου δυο ώρες διαδρομή, στο κέντρο του Λουξεμβούργου. Τέσσερις άνθρωποι, ο διευθυντής φωτογραφίας Δημήτρης Θεοδωρόπουλος, οι ηθοποιοί Μανώλης Δεστούνης και Απόλλων Μπόλλας κι ο γράφων. Μας παρέλαβε ο Βύρων Γκουλάκης, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Κινηματογραφικής Λέσχης και, όπως αποδείχτηκε, ο άνθρωπος μας καθ' όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων. Τι credit να του αποδώσεις τώρα που να μην τον αδικήσει και που να μην προκαλέσει το σωματείο της ΕΤΕΚΤ; Production supervisor; Coordinator και camera assistant; Ή μήπως Production car driver και Visual Consultant;
Ευκαιρία να πω σ'αυτό το σημείο ότι η Ελληνική Κινηματογραφική Λέσχη Λουξεμβούργου ιδρύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, πέρασε μία περίοδο αδράνειας και επαναδραστηριοποιήθηκε το 2002. Υπάγεται στον Πολιτιστικό Όμιλο των Κοινοτήτων, των Ελλήνων υπαλλήλων δηλαδή στα όργανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αριθμεί περίπου πενήντα μέλη, τα οποία συνεδριάζουν κάθε φορά και επιλέγουν ταινίες, ενώ το ''πόστο'' τους δεν είναι σταθερό. Με εξαίρεση κάποια αφιερώματα της Cinematheque του Λουξεμβούργου στον Θόδωρο Αγγελόπουλο, η μοναδική ελληνική ταινία που προβλήθηκε ''επισήμως'' ήταν οι ''Άλπεις'' του Λάνθιμου το 2012. Αυτό το κενό καλύπτει σταθερά η Ελληνική Κινηματογραφική Λέσχη με προβολές ταινιών που δεν θα έβρισκαν διανομή στο εμπορικό κύκλωμα και γι' αυτό ίσως να αποτελεί πόλο έλξης για τους ξένους σινεφίλ. Είναι χαρακτηριστικό το ότι μεταξύ των μελών - συνδρομητών της υπάρχουν πολλοί ξένοι, Γάλλοι, Γερμανοί και Φλαμανδοί.
Η πρώτη μας μέρα στο Λουξεμβούργο, μισή για την ακρίβεια, αναλώθηκε σε ρεπεράζ. Ω! του θαύματος, δεν βρήκαμε απλά ζέστη, αλλά καύσωνα για τα δεδομένα της Ευρώπης. Σχεδόν 30 βαθμοί έκαναν τους Λουξεμβουργέζους να κυκλοφορούν με βερμούδες και κοντομάνικα λες και βρίσκονταν στις Μπαχάμες. Λογικό, εφόσον τέτοιο καιρικό φαινόμενο είναι σπανιότατο για τον τόπο τους. Τυχεροί, λοιπόν, μαζί τους κι εμείς που μπορέσαμε να βγάλουμε όλη τη δουλειά χωρίς καταιγίδες και ψύχος. Πιο τυχεροί ήμασταν, όμως, που λίγα μέτρα πιο πέρα απ' το σπίτι που φιλοξενούμασταν, ανακαλύψαμε ένα γοτθικό νεκροταφείο του 18ου αι.
Μεσ' στο εν λόγω νεκροταφείο γυρίστηκε η τελευταία ονειρική sequence της ταινίας μας, το βαλς του πατέρα (Μανώλη Δεστούνη) με τον νεκρό γιο του (Απόλλων Μπόλλας) υπό τους ήχους της Ελένης Καραΐνδρου. Η δεύτερη μέρα και η μοναδική που είχαμε στη διάθεση μας για γύρισμα είχε ξεκινήσει! Σημειωτέον, ο Καθολικός παπάς είχε καταφτάσει με το αυτοκίνητο του και περίμενε υπομονετικά να ολοκληρωθεί το γύρισμα. Στο τέλος, δε, μας ευχήθηκε και ''Bonne chance'', σχολιάζοντας μάλιστα ''tres poetique'' κι εγώ τώρα αναρωτιέμαι πως θα αντιδρούσε ένας δικός μας ρασοφόρος αν παρακολουθούσε δύο άντρες να χορεύουν βαλς στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας του.
Πολύ κοντά στη ρωσική πρεσβεία του Λουξεμβούργου, γυρίστηκε η σκηνή με τον ''γιο'' να πηγαίνει να πιάσει δουλειά στο εργοστάσιο, βηματίζοντας σε μια παμπάλαια βιομηχανική γέφυρα που έτριζε συθέμελα. Θα μου πεις, και στον Πειραιά υπάρχουν τέτοιες γέφυρες. Ναι, αλλά με επαύλεις ροκοκό στο βάθος του κάδρου, όχι! Το πλέον εντυπωσιακό στο σινεμά είναι το πώς μπορείς να ''κλέψεις'' δέκα διαφορετικούς χώρους και να τους κάνεις στο μοντάζ να μοιάζουν ένας! ''Πρόσεχε μη γκρεμοτσακιστείς'' φωνάζαμε με άγχος στον ηθοποιό, ο οποίος την προηγούμενη στο ρεπεράζ τά'χε δει ''όλα'', μα τη στιγμή της λήψης επέδειξε άψογο επαγγελματισμό!
Επόμενα sets η είσοδος ενός κτιρίου ως είσοδος εργοστασίου, που το τραβήξαμε στη...ζούλα το πλάνο, αλλά και η sequence με τον ''γιο'' να γράφει γράμματα από τη Γερμανία στον ''πατέρα''. Εκεί μας βοήθησε πολύ ο Αλσατός Jean - Matthieu Imbert, ιδιοκτήτης του μπαρ ''Liquid'' στην παλιά μεσαιωνική πόλη του Λουξεμβούργου. Ένας ραφινάτος τύπος που όχι μόνο άνοιξε το μαγαζί του από νωρίς το μεσημέρι για να κάνουμε το γύρισμα, όχι μόνο βοήθησε στο στήσιμο του κάθε πλάνου σα να ήταν μέλος του συνεργείου, αλλά και που στο τέλος, όταν κάναμε να του δώσουμε ένα συμβολικό ποσό, αρνήθηκε με τα συγκινητικά λόγια: ''Είναι δυνατόν να έπαιρνα ποτέ χρήματα από Έλληνες καλλιτέχνες;''
Στο ''Liquid'' τραβήχτηκε η επίσης ονειρική σκηνή της συνάντησης ''πατέρα'' και ''γιού'' στη Γερμανία. Επειδή, όμως, το μοντέρνο φυσικό ντεκόρ έκανε απαγορευτική τη λήψη από μέσα προς τα έξω του μπαρ, επιλέχθηκε μια άλλη λύση, η οποία δεν υπάρχει λόγος να αποκαλυφτεί. Εν ολίγοις, κάθε εμπόδιο για καλό, που λέμε!
Τελευταία sequence για γύρισμα, η πανοραμική με τον ''γιο'' να διασχίζει την παλιά πόλη, την χαρακτηρισμένη ως ''παγκόσμιο μνημείο'' από την UNESCO σήμερα. Τα πράγματα δυσκόλεψαν λίγο. Έπρεπε να προσέξουμε κάθε πλάνο σε κάθε λεπτομέρεια ώστε να μη ''μπουν'' μέσα στέγες και σοφίτες σπιτιών με σύγχρονα παράθυρα. ''Υπήρχαν άραγε τέτοιες υδροροές και παραθυρόπορτες το 1960 - 61;'' ρωτούσαμε τον Βύρωνα, που μετράει ήδη 30 χρόνια μόνιμης διαμονής στο Λουξεμβούργο. ''Υπήρχαν'' ή ''δεν υπήρχαν'', μας ενημέρωνε, φροντίζοντας εμείς να διαμορφώνουμε τις αντίστοιχες γωνίες λήψης. Τότε θυμήθηκα τα λόγια του δασκάλου μου, του Δήμου Θέου: ''Άντε να θες να κάνεις ταινία εποχής στην Ελλάδα. Και στην ορεινή Ζαγλορού να πας, όλο και κάποιος μαλάκας θά'χει γράψει ΠΑΣΟΚ ή ΠΑΟΚ στα κατσάβραχα''...
Τα γυρίσματα της ταινίας ''Γράμματα στη Γερμανία'' ολοκληρώθηκαν με μία εκδρομή στη Γερμανία και την πόλη Τρίερ, όπου βρίσκονται η οικία του Καρόλου Μαρξ και ο Ναός με τον Χιτώνα του Χριστού - το άκρον άωτον των αντιθέσεων δηλαδή...Δεν επισκεφτήκαμε κανένα από τα δύο ''αξιοθέατα'', καθ' ότι κινούμενα πτώματα από το 16ωρο σερί γύρισμα.
Θα μας μείνουν αλησμόνητα, όμως, το φόρτωμα του τραβηγμένου υλικού στο υπολογιστή των παιδιών και η θέαση του στο τέλος της μέρας με την αγωνία κάτι να μας ξέφυγε. Ευτυχώς όλα πήγαν πρίμα και αυτή τη βδομάδα ξεκινά το επόμενο στάδιο, το κρίσιμο μοντάζ. Η ταινία δε θα μπορούσε να υλοποιηθεί όπως την ονειρευόμασταν και γι'αυτό οφείλουμε να ευχαριστήσουμε για τη φιλοξενία, τη ζεστασιά, τα τραπεζώματα και το support, ένα - ένα τα μέλη της Ελληνικής Κινηματογραφικής Λέσχης Λουξεμβούργου: Τον Βύρωνα Γκουλάκη, την Κατερίνα Κουκίδου, τη Στέλλα Παρασχά, τη Τζένη Γαβαλάκη και τον Νίκο Βερβερίδη. Στο επανιδείν με την πρεμιέρα πλέον της ταινίας επί λουξεμβουργικού εδάφους!
σχόλια