H Ήβη Νανοπούλου αποτελεί μια ήρεμη, πλην ουσιώδη αρχιτεκτονική δύναμη. Επικεφαλής του γραφείου μελετών Θύμιος Παπαγιάννης και Συνεργάτες, βλέπει την αρχιτεκτονική ως μια ολιστική εμπειρία που σέβεται τον χώρο και τον άνθρωπο και συμβάλλει στη δημιουργία της ταυτότητας ενός τόπου. Αυτές είναι οι αρχές που διέπουν τα έργα του γραφείου, ανάμεσα στα οποία είναι και ο εκσυγχρονισμός του Ωδείου Αθηνών. Επόμενο –και πράσινο‒ βήμα είναι η ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου του, ενός «δρώντος» κήπου που φιλοδοξεί να γίνει ένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο Κολωνάκι και στο Παγκράτι και να επαναφέρει τη χαμένη μνήμη του ποταμού Ιλισού.
— Πώς συνομίλησε η δική σας προσέγγιση με το ημιτελές κτίριο του Δεσποτόπουλου;
H προσέγγισή μας είναι το αποτέλεσμα μιας ευρύτερης στρατηγικής που συνδέεται με το όραμα του Δεσποτόπουλου και με εκείνο της σημερινής διοίκησης του Ωδείου. Ο Δεσποτόπουλος πίστευε ότι τα πολιτιστικά κέντρα των πόλεων συμβάλλουν στην πύκνωση της έντασης της κοινωνικής ζωής. Υιοθετώντας ανάλογο όραμα, το Ωδείο σχεδιάζεται σήμερα ως φάρος πολιτισμού και παιδείας στον χώρο των παραστατικών τεχνών, ως ένας εξωστρεφής χώρος που θα συμβάλει στην αναζωογόνηση της πόλης. Λειτουργικά, λοιπόν, η συνέχεια, η «συνομιλία», όπως την ονομάσατε, της πρώτης φάσης του έργου με τη σημερινή του εξέλιξη είναι σαφής και επενδύει στην άυλη κληρονομιά του Δεσποτόπουλου, όπως και στην ίδια την ιστορία του Ωδείου, συγκροτώντας συν τω χρόνω ένα σημαντικό πολιτιστικό κέντρο της πόλης. Eύχομαι οι προσπάθειές μας να συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση!
Aρχιτεκτονικά και ευρύτερα μελετητικά, στόχος μας ήταν η ελαχιστοποίηση των ουσιωδών παρεμβάσεων στο κτίριο. Επιδιώξαμε να σεβαστούμε το έργο του Δεσποτόπουλου, την εσωτερική οργάνωση, τη γεωμετρία των χώρων. Παράλληλα, διαφυλάξαμε αυτό που κατανοούμε ως ελληνικότητα του έργου του, την υλικότητα, την πλαστικότητα των όγκων με τις εξέχουσες προεξοχές στο δώμα, αλλά και τη θεατρικότητα ορισμένων χώρων, για παράδειγμα εκείνη του Art Space, του μεγάλου φουαγέ με τα αντικριστά κλιμακοστάσια. Όπου μας επέτρεπαν οι χώροι και η νέα χρήση δημιουργήσαμε κι εμείς θεατρικότητα, ενισχύοντας αυτόν τον διάλογο με τον αρχικό σχεδιασμό. Τα κτίρια, όταν εκσυγχρονίζονται μετά από πενήντα χρόνια, οφείλουν να ανταποκρίνονται σε μεταβαλλόμενες ανάγκες όλο και πιο σύνθετες, διασφαλίζοντας τη μέγιστη ευελιξία σε ό,τι αφορά τις νεότερες διατάξεις. Επιπλέον, απαιτούν την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών. Επομένως, από τη μια δόθηκε έμφαση στο να διατηρήσουμε και να αναδείξουμε το πνεύμα του Δεσποτόπουλου, από την άλλη όμως θελήσαμε και να δημιουργήσουμε ένα σύγχρονο έργο που να ανταποκρίνεται στις σημερινές ανάγκες.
Ο καθένας μας θέλει να είναι αφεντικό του εαυτού του ‒αυτό είναι ίδιον του Έλληνα‒, ενώ μπορεί να κερδίσει πολλά με συνεργασίες και συνέργειες, κάτι που θα δημιουργούσε πολλαπλασιαστικά οφέλη για όλους. Όμως εξακολουθούμε να βλέπουμε την Αθήνα και την Αττική ως ένα άθροισμα δήμων, και μάλιστα ανταγωνιστικών.
— Με ποιον τρόπο «άνοιξε» το Ωδείο στην πόλη;
Βασική μας επιδίωξη ήταν το κτίριο να είναι εξωστρεφές, ανοιχτό στην πόλη, μέσα στην καθημερινότητά της. Γι’ αυτό και η σύνδεση των εσωτερικών λειτουργιών με τον περιβάλλοντα χώρο ήταν πρωταρχικής σημασίας. Αυτή η στρατηγική επιλογή μάς οδήγησε στο τολμηρό άνοιγμα, στην καθαίρεση του συμπαγούς μετώπου της οδού Ρηγίλλης, και στην αντικατάστασή του με ένα υαλοπέτασμα, δημιουργώντας ένα διάφανο φουαγέ εισόδου. Αυτό το άνοιγμα, πέρα από το ότι συνδέει το Ωδείο με την πόλη, ενώνει οπτικά και λειτουργικά τους όμορους χώρους και δημιουργεί μια είσοδο και εστία, δηλαδή έναν τόπο αναφοράς και συνάντησης του κόσμου, όπου και έχει χωροθετηθεί το café. Στην πραγματικότητα, από το Ωδείο απουσιάζει ένας πυρήνας εισόδου κατακόρυφης επικοινωνίας των λειτουργιών. Επομένως, υπήρξε ουσιαστική ανάγκη που αιτιολογεί το συγκεκριμένο τόλμημα. Σχεδιάστηκε, δε, όταν ακόμα το Ωδείο δεν είχε χαρακτηριστεί ως διατηρητέο, όμως το υπουργείο Πολιτισμού, μέσω του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, νομίζω ορθά, αναγνώρισε την αναγκαιότητα και ενέκρινε την παρέμβαση, η οποία πιστεύω ότι θα αναδειχθεί ακόμη περισσότερο στο μέλλον, όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες στον περιβάλλοντα χώρο.
— Οπότε, πώς οραματίζεστε την ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου του Ωδείου;
Να διευκρινίσω ότι η ιδιοκτησία του Ωδείου σταματάει στο όριο του ίδιου του κτιρίου, δηλαδή δεν του διασφαλίζει ζωτικό εξωτερικό χώρο. Θεωρώ, λοιπόν, εξαιρετική επιτυχία το ότι η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ) παραχώρησε στο Ωδείο με πολυετή μίσθωση τον περιβάλλοντα κήπο των εννέα στρεμμάτων, ώστε ο χώρος να αποκτήσει χρήστη και νοικοκύρη. Η μελέτη ανάπλασης, που χρηματοδοτήθηκε από την Alpha Bank, εγκρίθηκε προ ετών από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων. Ώριμο σήμερα πλέον, το έργο βαίνει προς δημοπράτηση με χρηματοδότηση από τον δήμο Αθηναίων. Μια εξαιρετική πραγματικά εξέλιξη τόσο για το Ωδείο όσο και για την πόλη, γιατί όχι μόνο θα επανεντάξει έναν κήπο εννέα στρεμμάτων αλλά θα φέρει κοντά το Παγκράτι με το Κολωνάκι. Θα δημιουργήσει έναν σημαντικό πόλο έλξης, συνδέοντας την Εθνική Πινακοθήκη με τον Εθνικό Κήπο και το Καλλιμάρμαρο, τη Βασιλέως Κωνσταντίνου με τη Βασιλίσσης Σοφίας. Θα αποτελέσει τον συνδετικό χώρο και τον καταλύτη που θα διασφαλίσει τη διαπερατότητα και συνδεσιμότητα λειτουργιών της πόλης, θα επιτρέψει τη συρραφή χώρων πολιτισμού και μνήμης, προάγοντας τη συνέχεια και τη βιωματική μας σχέση με την πόλη. Δυστυχώς, σήμερα βλέπουμε την πόλη κατακερματισμένη. Αν όμως τη δούμε ως μια συνέχεια, θα αρχίσουμε να τη βιώνουμε διαφορετικά και θα αποκτήσει αξία τόσο στην ψυχή μας όσο και στην καθημερινότητά μας.
Ως προς τις προτεινόμενες από τη μελέτη μας κύριες παρεμβάσεις ανάπλασης, θα ανέφερα πρώτα τη σηματοδότηση των εισόδων από τη Ρηγίλλης και τη Βασιλέως Κωνσταντίνου, ώστε να αποτελέσουν σημεία στάσης και αναγνώρισης του χώρου και των δυνατοτήτων διέλευσης. Δεύτερον, την επαναφορά της μνήμης του Ιλισού, ενσωματώνοντας ένα γραμμικό υδάτινο στοιχείο που θα λειτουργεί ευεργετικά σε βιοκλιματικό και ευρύτερα περιβαλλοντικό επίπεδο ‒ είμαστε άλλωστε στις όχθες του Ιλισού, στο Βατραχονήσι! Επιπλέον, αξίζει να πούμε ότι εντάσσουμε την τέχνη στον περιβάλλοντα χώρο, ώστε να αποτελέσει στοιχείο μνήμης της ιστορίας του Ωδείου και σηματοδότησης του κτιρίου. Τέλος, απομακρύνουμε το αυτοκίνητο, ιδιαίτερα στο πίσω όριο με τον χώρο του Λυκείου του Αριστοτέλη, ενθαρρύνοντας έτσι τη δημιουργία ενός συνεχούς πάρκου και δημιουργώντας προϋποθέσεις για υπαίθριες πολιτιστικές και εκπαιδευτικές χρήσεις, ώστε να βγει το Ωδείο προς τα έξω.
— Τελικά, τι είναι πιο εύκολο, ο εκσυγχρονισμός ενός υπάρχοντος κτιρίου ή η εξαρχής δημιουργία του;
Δεν θα σας απαντήσω τι είναι πιο εύκολο, γιατί δεν είναι αυτό το ζητούμενο, αλλά το πώς συνομιλείς με το παρελθόν και το παρόν, πώς διασφαλίζεις μια συνέχεια στον χώρο και στον χρόνο. Ασφαλώς το έργο του Ωδείου έχει αυτό το χάρισμα, όχι μόνο να επιβάλλεται στην πόλη με την εμβληματική του αρχιτεκτονική αλλά και να λειτουργεί ως ζωντανό κύτταρό της. Γι’ αυτό και απαιτεί σύγχρονες και δυναμικές προσεγγίσεις. Τέτοιου είδους έργα, λοιπόν, αποτελούν πραγματική πρόκληση όχι μόνο για τον αρχιτέκτονα αλλά και για τον υπεύθυνο φορέα που τα χειρίζεται, για την πολιτεία που τα εγκρίνει και τα χρηματοδοτεί και για την κοινωνία που τα αγκαλιάζει.
— Πώς θα γίνει η Αθήνα πιο βιώσιμη πόλη;
Μεγάλη συζήτηση! Πρέπει να αναγνωρίσουμε τις συνολικές δυνατότητες και προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας και να απαντήσουμε ολοκληρωμένα ώστε να έχουμε μια αναγκαία πλέον πράσινη στρατηγική. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα δεν βλέπουμε την Αθήνα στη μητροπολιτική της διάσταση αλλά αποσπασματικά. Αξίζει εδώ να αναφέρω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί μια νέα πρωτοβουλία για τις ευρωπαϊκές πόλεις που την ονόμασε «New European Bauhaus» με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 100 χρόνων από τη γέννηση του καλλιτεχνικού ρεύματος του Μεσοπολέμου που συνέδεσε την αρχιτεκτονική με τις εφαρμοσμένες τέχνες. Η νέα αυτή στρατηγική μπορεί να μας εμπνεύσει και να μας καθοδηγήσει. Εκφράζει την αισιοδοξία της Ε.Ε. για τη δημιουργία πιο βιώσιμων και πιο όμορφων τόπων, βελτιώνοντας την καθημερινότητα των πολιτών. Βασικές αρχές του New European Bauhaus είναι η βιωσιμότητα που θέτει θέμα κυκλικότητας, άρα επανάχρησης υλικών και κελυφών, θέμα μηδενικής ρύπανσης, άρα πράσινων υποδομών, θέμα βιοποικιλότητας, άρα ανάδειξης του κεντρικού ρόλου της φύσης στις σύγχρονες πόλεις. Άλλη βασική αξία είναι η αισθητική και η εμπειρία στην πόλη, που γεφυρώνει επιστήμη και τεχνολογία, τέχνη και πολιτισμό. Τέλος, ο τρίτος πυλώνας εστιάζει στη συμπεριληπτικότητα και στην προσιτότητα, αποτρέποντας την γκετοποίηση στις σύγχρονες πόλεις.
Θέλουμε να πιστεύουμε και να ελπίζουμε ότι η Ανάπλαση του Φαληρικού Όρμου, όραμα της πόλης από τη Μεταπολίτευση και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μπορεί να αποτελέσει διεθνώς εμβληματικό έργο της πρωτοβουλίας New European Bauhaus, την οποία προωθεί η περιφέρεια Αττικής με τη συνδρομή της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης Προγράμματος «Περιβάλλον και Κλιματική Αλλαγή» του υπουργείου Ανάπτυξης με στόχο να αναδειχθεί η συμβατότητα του έργου με τις παραπάνω αρχές και να εμπλουτιστεί έτσι ώστε να ενισχυθεί η περιβαλλοντική, κοινωνική και μητροπολιτική διάσταση, η ελκυστικότητα του χώρου, να γίνει πιο φιλικό σε όλες τις ηλικίες, να βελτιωθεί η προσβασιμότητά του και η σύνδεσή του με την όμορη περιοχή.
— Γιατί δεν έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε ένα συνολικό μητροπολιτικό σχέδιο για την Αθήνα;
Ο καθένας μας θέλει να είναι αφεντικό του εαυτού του ‒αυτό είναι ίδιον του Έλληνα‒, ενώ μπορεί να κερδίσει πολλά με συνεργασίες και συνέργειες, κάτι που θα δημιουργούσε πολλαπλασιαστικά οφέλη για όλους. Όμως εξακολουθούμε να βλέπουμε την Αθήνα και την Αττική ως ένα άθροισμα δήμων, και μάλιστα ανταγωνιστικών. Καταφέραμε να καταργήσουμε και τον Οργανισμό Αθήνας! Ωστόσο τα θέματα της πόλης, της κλιματικής αλλαγής και της βιωσιμότητας αντιμετωπίζονται μόνο με όραμα, μακροπρόθεσμες συνολικές στρατηγικές και συγκεκριμένους σχεδιασμούς. Μιλάμε για το παράκτιο μέτωπο, την επονομαζόμενη Ριβιέρα ή αττική ακτή μας, αλλά δεν την αντιμετωπίζουμε ως σύνολο. Σχεδιάζουμε ποδηλατόδρομους, κάτι ασφαλώς θετικό, όμως ξεχνάμε ότι τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, των υποδομών ή του τοπίου και της αισθητικής του παράκτιου πολύτιμου χώρου δεν αντιμετωπίζονται αποσπασματικά αλλά με ευρείς, ολοκληρωμένους σχεδιασμούς. Αυτή η θεώρηση είναι καίριας σημασίας για το αύριο, για τη βιωσιμότητα και την ανταποδοτικότητα των παρεμβάσεων.
— Τι προκλήσεις αναδύονται σε μια Αθήνα που γίνεται όλο και περισσότερο τουριστική;
Είναι ένα κρίσιμο ζήτημα που δεν περιορίζεται στην πρωτεύουσα αλλά εκτείνεται στο σύνολο της χώρας. Συνδέεται και με άλλα προβλήματα, πέρα από την ποιότητα και το κόστος ζωής, συγκεκριμένα με τους φυσικούς πόρους. Η γη είναι ένας από αυτούς. Δημιουργούμε ανάγκες και αυξάνουμε υποδομές, ενώ δεν έχουμε ανεξάντλητους πόρους. Το ζήτημα λοιπόν απαιτεί μελέτη, ειδικότερα της φέρουσας ικανότητας, μάλιστα λαμβάνοντας υπόψη κρίσιμα ζητήματα σχετικά με την κλιματική αλλαγή που βρίσκεται προ των πυλών. Μια λύση θα ήταν η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και ασφαλώς όχι η εντατικοποίηση του τουρισμού.
Πρέπει να δούμε, όμως, ποια είναι η φέρουσα ικανότητα της πόλης και πώς θα κατανεμηθεί ο τουρισμός ώστε να διατηρείται λειτουργική, βιώσιμη και φιλική. Μπορούμε να δούμε τον τουρισμό ως δυνατότητα για μια καλύτερη πόλη, πιο πράσινη, πιο συμπεριληπτική, πιο εξωστρεφή, πιο σύγχρονη; Αυτό θα ήταν το ζητούμενο, το οποίο όμως θα απαιτούσε στρατηγική.
— Πώς μπορεί η Ελλάδα να εμπλουτίσει την εικόνα της μέσω της αρχιτεκτονικής;
Τα έργα πολιτισμού οφείλουν να παράγουν αρχιτεκτονική και να βρίσκονται σε διάλογο με το περιβάλλον τους. Από την άλλη, η αρχιτεκτονική οφείλει να μην είναι εφήμερη, να έχει διάρκεια στον χρόνο και βάρος, οντότητα. Βλέπουμε σήμερα πολλά έργα ευφάνταστα, συχνά στα κέντρα των πόλεων, αλλά διαισθανόμαστε ότι δεν θα έχουν διάρκεια. Οφείλουμε, νομίζω, να στοχεύουμε περισσότερο σε μια αρχιτεκτονική σύγχρονη, η οποία ωστόσο να συνομιλεί με το ιστορικό περιβάλλον και να συμβάλλει στην ταυτότητα της πόλης.
— Από τον Φαληρικό Όρμο στον αρχαιολογικό χώρο της Κορίνθου. Υπάρχει κάποια συνεκτική γραμμή μεταξύ των έργων σας;
Συνεκτική γραμμή είναι οι κοινές αρχές. Η κατανόηση σε βάθος του τοπίου, δηλαδή του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Η ανάδειξη της σημασίας της διαχρονίας και της ταυτότητας κάθε τόπου, με άλλα λόγια της άυλης κληρονομιάς που εξελίσσεται και εμπλουτίζεται σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
Πέρα από τη φυσική και πολιτιστική διάσταση, σημασία έχει και η κοινωνική. Τόσο στο Φάληρο όσο και στην Κόρινθο πρέπει να κατανοήσει κανείς και να εξισορροπήσει τις σύγχρονες ανάγκες σε τοπικό επίπεδο αλλά και σε μητροπολιτικό ή διεθνές. Αυτό δεν είναι αυτονόητο ούτε απλό. Η Κόρινθος, για παράδειγμα, είναι ένας διεθνής τουριστικός προορισμός αλλά και μια μικρή τοπική κοινωνία. Στο Φάληρο, αντίστοιχα, έχουμε τους όμορους δήμους Καλλιθέας και Μοσχάτου αλλά και τη μητροπολιτική και τουριστική Αθήνα. Αν επιτύχει όμως το στοίχημα, ασφαλώς θα είναι προς όφελος όλων, αξιοποιώντας τις προκλήσεις και τη δυναμική, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής και ενδυναμώνοντας την ταυτότητα.
— Ποιο είναι το δικό σας αρχιτεκτονικό μανιφέστο;
Ο σεβασμός στον χώρο και τους πόρους, φυσικούς και ανθρωπογενείς. Η ολοκληρωμένη θεώρηση σε όλα τα πεδία και τις κλίμακες παρέμβασης, από τη χωροταξική και την πολεοδομική μέχρι εκείνη του κτιρίου. Η σύνδεση του φυσικού με το πολιτιστικό υπόβαθρο είναι επίσης σημαντική, γιατί δημιουργεί την ταυτότητα ενός τόπου, όπως και η συνθετική προσέγγιση αρχιτεκτονικής και τοπίου, καθώς αντιλαμβανόμαστε το αρχιτεκτονικό έργο ως μέρος ενός συνόλου.
— Αγαπημένο σας υλικό;
Το ξύλο, ανεπιφύλακτα, και η πέτρα. Γενικώς, θα έλεγα όλα τα φυσικά υλικά. Ό,τι είναι φυσικό είναι υπέροχο για έναν πρόσθετο λόγο: έχει τη δυνατότητα να επανέλθει στη γη χωρίς να αφήσει αποτύπωμα και αυτό για μένα είναι εξαιρετικά συγκινητικό και έχει μεγάλη οικολογική αξία.
— Έχετε έναν πράσινο χώρο που να σας χαλαρώνει;
Είναι η Λήμνος, όπου έχω τη χαρά να ασχολούμαι έντονα με τα κοινά, κι αυτό γιατί έχει μια πλουσιότατη αγροτική παράδοση που καθορίζει το τοπίο της. Στην Αθήνα διατηρώ μια βεράντα καταπράσινη, σαν μεγάλο κήπο, απ’ όπου βλέπω το κέντρο της πόλης. Έχω την τύχη να μπορώ να περπατάω με τα σκυλιά μου στον Αρδηττό, στην Πνύκα, στο Ζάππειο, στον Εθνικό Κήπο.
Architecture Design Map 5: The Green Issue
Η συλλεκτική έκδοση της LiFO σε συνεργασία με το Archisearch.gr και την Design Ambassador.