Κάτια Μπουνιατισβίλι
Με όψη που θυμίζει Ιταλίδα σταρ της Τσινετσιτά και ζωή μυθιστορηματική, η περιζήτητη Γεωργιανή πιανίστα Κάτια Μπουνιατισβίλι είναι από τα πιο γοητευτικά πλάσματα που μπορεί κανείς να συναντήσει στον αυστηρό κόσμο της κλασικής μουσικής.
Στην προσωπική της ιστοσελίδα διαβάζουμε ότι «ήρθε σε αυτόν τον κόσμο λουσμένη στο φως, στις 21 Ιουνίου, τη μεγαλύτερη μέρα του 1987». Στο Μπατούμι της Γεωργίας, δίπλα στη Μαύρη Θάλασσα, γεννήθηκε η Μπουνιατισβίλι, αλλά το φως που περίσσευε σε εκείνη έλειπε από τη χώρα της που εκείνη την περίοδο βυθιζόταν σε μία από τις πιο χαοτικές περιόδους της πρόσφατης ιστορίας, καθώς προσπαθούσε να αποσχισθεί από την ΕΣΣΔ.
Αναγνωρίζοντας από παιδί το τίμημα που πληρώνει κανείς για ελευθερία και ανεξαρτησία, έβλεπε τους γονείς της να προσπαθούν να ξεφύγουν από τη φτώχεια και συγχρόνως να στηρίξουν την προσπάθεια της ίδιας και της πιανίστα αδελφής της (Γκβάντσα) να διακριθούν στον καλλιτεχνικό στίβο.
«Betty Boop του πιάνου ή Lady Gaga της κλασικής»: κανείς δεν νοιάζεται για τους τίτλους όταν από τα πλήκτρα του πιάνου ξεπηδούν θαύματα.
Η ίδια έχει αποκαλύψει πως η μητέρα τους, που τις μύησε στη μουσική, τους έραβε φορέματα από κομμάτια υφασμάτων που έβρισκε εδώ κι εκεί. Αποφασισμένη πάση θυσία να πετύχει, η πιτσιρίκα Κάτια, που έκανε την πρώτη της διεθνή εμφάνιση στα 10 της χρόνια, σπούδασε στην Τιφλίδα και στη Βιέννη και αξιοποιώντας τον φλογερό συνδυασμό ταλέντου, δεξιοτεχνίας, εκφραστικότητας, λάμψης και ερωτισμού ανέβηκε δυο δυο τα σκαλοπάτια της δόξας.
Ερμήνευσε έργα υψηλών απαιτήσεων, τα πασπάλισε με πάθος και έμπνευση, απόλαυσε αποθεωτικές κριτικές, ανέπτυξε μια κοινή γλώσσα με το κοινό που την ακολουθεί φανατικά, είναι υπερδραστήρια στα κοινωνικά δίκτυα και παντελώς απρόθυμη να κουβεντιάσει για χαζοσεμνοτυφίες ή για το αν το παρακάνει με τα βαθιά ντεκολτέ.
«Betty Boop του πιάνου ή Lady Gaga της κλασικής»: κανείς δεν νοιάζεται για τους τίτλους όταν από τα πλήκτρα του πιάνου ξεπηδούν θαύματα. Ή, όπως λέει εκείνη, ανατρέχοντας στον Μότσαρτ: «Τα στυλ ξεθωριάζουν μπροστά στην αλήθεια της μουσικής, η οποία συνδέει τα πάντα. Αγάπη, αγάπη, αγάπη, εκεί βρίσκεται η ψυχή της ιδιοφυΐας».
Στις 12 Ιουλίου (Ηρώδειο), στα έμπειρα χέρια του Λουκά Καρυτινού, μαζί με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών θα απογειώσουν το δημοφιλέστερο ίσως πιανιστικό κοντσέρτο όλων των εποχών (Πρώτο του Τσαϊκόφσκι), ενώ η ορχήστρα θα ερμηνεύσει επίσης το εντυπωσιακό Κοντσέρτο για ορχήστρα του Ούγγρου πρωτοπόρου Μπέλα Μπάρτοκ. Ένα έργο που σφύζει από ζωντάνια και χορευτική διάθεση, ενίοτε αγγίζοντας τα όρια του παροξυσμού. Νομίζω καταλαβαίνουμε όλοι τι πρόκειται να συμβεί εκείνο το βράδυ.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για τη συναυλία εδώ
Πατρίσια Κοπατσίνσκαγια
«Στις συναυλίες κάτι πρέπει να γίνεται. Δεν ξέρω τι. Αλλά κάθε φορά περιμένω ένα θαύμα. Μην περιμένετε από μένα ταπεινότητες σε αυτό το θέμα. Έχω απαιτήσεις».
Ούτε ένας μήνας δεν πέρασε από την τελευταία της συνέντευξη στην «Guardian» και η Πατρίσια Κοπατσίνσκαγια πολλαπλασιάζει τις προσδοκίες. Άλλωστε γι’ αυτό το θαύμα που εκείνη απαιτεί από τον εαυτό της σε κάθε της εμφάνιση ανυπομονούμε κι εμείς για τη βραδιά που η σταρ του βιολιού θα σταθεί κάτω από την Ακρόπολη.
Όσοι θέλουν να την περιγράψουν στη σκηνή την παρομοιάζουν με μετεωρολογικό φαινόμενο. Όσοι θέλουν να υπογραμμίσουν τον τρόπο που σπάει τα στερεότυπα της κλασικής στέκονται στο ανεπιτήδευτο στυλ της – ενίοτε παίζει με τζιν ή ξυπόλυτη. Όσοι, πάλι, αναζητούν την επαναστατικότητα στις μουσικές της επιλογές και επιδόσεις υμνούν τις απροσδόκητες συνεργασίες της (μεταξύ των οποίων και με τον δικό μας Θεόδωρο Κουρεντζή).
«Τα σουξέ του κλασικού ρεπερτορίου πρέπει να χρησιμοποιούνται σπανίως σε προγράμματα. Υπάρχουν ήδη αρκετές ηχογραφήσεις. Η κλασική μουσική βιομηχανία είναι τόσο πίσω. Λίγο διαφορετικός να είσαι και όλοι μιλάνε για σένα»
Ωστόσο, μόνο η ζωντανή εμπειρία μπορεί να περιγράψει τον συναρπαστικό ήχο που βγαίνει από το βιολί των αρχών του 19ου αιώνα με το οποίο συνήθως παίζει η 47χρονη. Απρόβλεπτη και αντισυμβατική, δεινή βιολίστρια, φαινόμενο που σαρώνει τη σκηνή με τις γεμάτες πάθος ερμηνείες της, καλλιτέχνιδα που τρελαίνεται να ηλεκτρίζει το κοινό κάθε λεπτό και δημοφιλής για τις εντελώς πρωτότυπες προσεγγίσεις της στις κλασικές συνθέσεις, η γεννημένη στη Μολδαβία, αλλά μεγαλωμένη στα βιεννέζικα μουσικά σαλόνια επιμένει: «Τα σουξέ του κλασικού ρεπερτορίου πρέπει να χρησιμοποιούνται σπανίως σε προγράμματα. Υπάρχουν ήδη αρκετές ηχογραφήσεις. Η κλασική μουσική βιομηχανία είναι τόσο πίσω. Λίγο διαφορετικός να είσαι και όλοι μιλάνε για σένα».
Στις 18 Ιουνίου συμπράττει στο Ηρώδειο με την περίφημη Philharmonia του Λονδίνου, μία από τις σπουδαιότερες ορχήστρες παγκοσμίως, και στο πόντιουμ, για να την τιθασεύσει, θα βρίσκεται ο Φινλανδός Σάντου-Ματίας Ρόουβαλι. Το πρόγραμμα λέει πως θα παρουσιάσουν έργα Γκλίνκα, Στραβίνσκι και Τσαϊκόφσκι, αλλά είπαμε: με τον τρόπο της Κοπατσίνσκαγια. Ή, όπως τη φωνάζουν οι φαν της, Pat Kop!
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για τη συναυλία εδώ
Μαγκνταλένα Κοζενά
Όταν ήταν πιτσιρίκα, η Μαγκνταλένα Κοζενά ονειρευόταν να γίνει πιανίστα. Έσπασε, όμως, το χέρι της σε ηλικία 6 ετών και στράφηκε στο τραγούδι, βρίσκοντας παρηγοριά σε μια παιδική χορωδία της γενέτειράς της, του Μπρο.
Έπειτα ήρθε το Κολέγιο Παραστατικών Τεχνών της Μπρατισλάβας, το πέρασμα από την Volksoper της Βιέννης, τα βραβεία στους πιο απαιτητικούς διεθνείς διαγωνισμούς, η φρεσκάδα που έφερε στον κόσμο της όπερας και στον Μότσαρτ, οι μεγάλοι ρόλοι και οι συμμετοχές στα φεστιβάλ του Εδιμβούργου και του Ζάλτσμπουργκ, οι συνεργασίες με αστέρες του πόντιουμ όπως οι Κλαούντιο Αμπάντο, Πιερ Μπουλέζ, Γκουστάβο Ντουνταμέλ, σερ Τζον Έλιοτ Γκάρντινερ, ο έρωτας και η κοινή ζωή με τον σούπερ σταρ αρχιμουσικό σερ Σάιμον Ρατλ.
Φέτος, λοιπόν, θα έχουμε την ευκαιρία να τους ακούσουμε μαζί, καθώς οι συνοδοιπόροι στη σκηνή και τη ζωή περιοδεύουν στην Ευρώπη με την πολυβραβευμένη Chamber Orchestra of Europe, φημισμένη για τον ξεχωριστό ήχο και τις καθηλωτικές ερμηνείες της.
Αν μη τι άλλο, η Μαγκνταλένα Κοζενά ξέρει να δίνει νόημα σε κάθε λέξη που ερμηνεύει. Δουλεύει ασταμάτητα, είναι πολυτάλαντη και μπορεί να λάμψει σε ένα τρομερά ευέλικτο ρεπερτόριο. Μετά από 35 χρόνια καριέρας τίποτα δεν μπορεί να την περιορίσει.
H Μαγκνταλένα Κοζενά έχει ισχυρούς δεσμούς με το αθηναϊκό κοινό. Αφενός την έχουμε χειροκροτήσει επαρκώς, αφετέρου, πολύ πριν γίνει η σπουδαία μεσόφωνος που είναι σήμερα, είχε εμφανιστεί τη δεκαετία του ’90 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ως rising star.
Πολύς καιρός πέρασε από τότε και πολλά τα χιλιόμετρα δόξας που έγραψε η 50χρονη τραγουδίστρια, η οποία στην πιο ώριμη περίοδό της –και με τόσο ξεχωριστή παρέα– θα ερμηνεύσει στις 30 Ιουνίου τα συνταρακτικά Πέντε τραγούδια που ο Γκούσταβ Μάλερ μελοποίησε γοητευμένος από την ποίηση του Φρ. Ρίκερτ (το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίσης τα Πέντε ουγγρικά δημοτικά τραγούδια του Μπέλα Μπάρτοκ, το Σκέρτσο Καπριτσιόζο έργο 66 του Ντβόρζακ και την αριστουργηματική «Μεγάλη» Συμφωνία αρ. 9 του Σούμπερτ).
Αν μη τι άλλο, η Μαγκνταλένα Κοζενά ξέρει να δίνει νόημα σε κάθε λέξη που ερμηνεύει. Δουλεύει ασταμάτητα, είναι πολυτάλαντη και μπορεί να λάμψει σε ένα τρομερά ευέλικτο ρεπερτόριο. Μετά από 35 χρόνια καριέρας τίποτα δεν μπορεί να την περιορίσει. Τι περίεργα που τα φέρνει η ζωή! Αυτή η γυναίκα που μεγάλωσε πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα και κάποτε τα όνειρά της έφταναν ως τα όρια της πόλης της, διέπρεψε στα πέρατα του κόσμου.
«Για χρόνια, το μόνο που ονειρευόμουν ήταν μια καριέρα στην Όπερα του Μπρνο. Δεν διανοούμουν ότι θα εμφανιζόμουν στη Metropolitan Opera, ή στη Βιέννη, ή στο Παρίσι», λέει.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για τη συναυλία εδώ
Ναντίν Σιέρα
Τέλη Μαρτίου ήταν. Η δορυφορική μετάδοση της όπερας του Γκουνό, Ρωμαίος και Ιουλιέτα, από τη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης είχε μόλις ολοκληρωθεί. Στο παραμυθένιο σκηνικό της Βερόνας, όπως έφτανε μέσω οθόνης στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, οι δυο νεαροί εραστές κείτονταν νεκροί. Αλλά στην αίθουσα διπλά μας το κοινό σχεδόν παραληρούσε και μία μόνο ερώτηση ακουγόταν παντού: «Ποια είναι, τέλος πάντων, αυτή η τραγουδίστρια;».
Από εκείνο το βράδυ που αποχωρούσαμε από το Μέγαρο έκθαμβοι από τα φωνητικά χαρίσματα της Ναντίν Σιέρα άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Η μεγάλη σταρ του αμερικανικού οπερατικού κολοσσού αργεί μεν ακόμα, αλλά, πιστέψτε με, στα τέλη Ιουλίου (27, 28, 30, 31/7) που θα την ακούσουμε στην Τραβιάτα του Βέρντι που ανεβάζει η Εθνική Λυρική Σκηνή θα καταλάβετε γιατί άξιζε η αναμονή.
Φανταστικές φωνητικές δυνατότητες. Κρυστάλλινη, δυνατή φωνή. Δροσιά, δύναμη και σκηνικό ταλέντο από ένα κορίτσι που όλοι θέλουν να ακούνε στον ρόλο που, κακά τα ψέματα, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα διαπιστευτήρια της όπερας.
Φανταστικές φωνητικές δυνατότητες. Κρυστάλλινη, δυνατή φωνή. Δροσιά, δύναμη και σκηνικό ταλέντο από ένα κορίτσι που όλοι θέλουν να ακούνε στον ρόλο που, κακά τα ψέματα, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα διαπιστευτήρια της όπερας. Στην Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης πριν από περίπου ενάμιση χρόνο αναμετρήθηκε πρώτη φορά με τη Βιολέτα και οι αποθεωτικές κριτικές την παρομοίαζαν με θαύμα της φύσης, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «ενώ πολλές Βιολέτες ξεμένουν από δυνάμεις προς το τέλος της Τραβιάτα, εκείνη, από την τρίτη πράξη και μετά, έδειξε πως οι φωνητικές και δραματικές της αντοχές είναι πραγματικά αξιοθαύμαστες».
Με τον άτυχο έρωτα της Κυρίας με τις καμέλιες για τον Αλφρέντο Ζερμόν, όπως τον εμπνεύστηκε και τον μελοποίησε ο Βέρντι στην Τραβιάτα, κληροδοτώντας μας μελωδίες μοναδικής δύναμης, και με μια τραγουδίστρια που φαίνεται πως διαδέχεται σιγά σιγά τη Ναταλί Ντεσέ και την Άννα Νετρέμπκο θα πέσει φέτος η αυλαία του Ηρωδείου (σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου, πρωτοπαρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 2019).
Αν, πάντως, θέλετε να πάρετε μια γεύση για το πώς η Σιέρα έχει αφομοιώσει τον ρόλο της Βιολέτας, αναζητήστε στο άλμπουμ της «Made for Opera» την ερμηνεία της περίφημης όπερας από την Τραβιάτα, «Addio del passato». Θα με θυμηθείτε!
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.