Μέσα από το «Άνοιγμα στην Πόλη» το Φεστιβάλ Αθηνών ανοίγει τις πόρτες μερικών ιστορικών κτιρίων και χώρων που δεν έχουν λειτουργήσει ξανά ως χώροι για θεατρική δράση αλλά η ιστορία, η αισθητική τους και η πατίνα του χρόνου τους καθιστά ιδιαιτέρως ενδιαφέροντες. Χώροι που αποτελούν μέρος της Ιστορίας της Ελλάδας, αλλά διαθέτουν τη δική τους ιστορία, χώροι μέσα από τους οποίους έχουν περάσει, εργαστεί και ζήσει ολόκληρη τη ζωή τους συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες, γενιές και γενιές ανθρώπων.
Κάπως έτσι, με αυτό ακριβώς το σκεπτικό, αναζητώντας έναν χώρο στον οποίο τα σημάδια του χρόνου θα ήταν εμφανή, η σκηνοθέτις Αγγελική Γκιργκινούδη και η ομάδα της Vice Versa, αφού δυσκολεύτηκαν αρκετά, εντόπισαν το εμβληματικό βιομηχανικό συγκρότημα του Παλαιού Ατμοηλεκτρικού Σταθμού της ΔΕΗ στο Νέο Φάληρο, το οποίο εδώ και πολλά χρόνια είναι παροπλισμένο και μοιάζει εγκαταλελειμμένο. Για όσους θυμούνται την προ εικοσαετίας παράσταση Ενός λεπτού σιγή της Ομάδας Εδάφους του Δημήτρη Παπαϊωάννου, πρόκειται μεν για τον ίδιο χώρο αλλά δεν χρησιμοποιείται το εσωτερικό του. Εδώ αξιοποιείται ένα σημείο εξωτερικό, όπου τα κτίρια του συγκροτήματος συναντιούνται και δημιουργούν ένα Π. Αυτό γίνεται τόπος δράσης του έργου: μια εκκλησία που σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους έχει γίνει καθολικός και ορθόδοξος ναός, τζαμί, στάβλος, χώρος συγκέντρωσης Εβραίων, αποθήκη για πατάτες!
Η Πεντηκοστή του Ντέιβιντ Έντγκαρ που θα δούμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ ήταν το εναρκτήριο έργο της ομάδας το 2009 και είχε στηθεί στο ξύλινο στέκι της Σχολής Καλών Τεχνών. Το μεταναστευτικό τότε ήταν σε έξαρση, με διαφορετικές μεταναστευτικές ομάδες από τις σημερινές, και οι εκδηλώσεις βίας και ρατσισμού εναντίον τους ήταν ήδη μια πραγματικότητα. Το έργο του Έντγκαρ διαδραματίζεται κάπου στα Βαλκάνια, σε μια μικρή χώρα, μέσα σε έναν ναό όπου μια γυναίκα εντοπίζει μια τοιχογραφία ανεκτίμητης αξίας, παρόμοια με τον «Θρήνο για τον Χριστό» του Τζιόττο. Ενώ γίνεται μήλον της έριδος ανάμεσα σε καθολικούς και ορθοδόξους, καταφθάνει μια ομάδα προσφύγων και στην απελπισμένη τους προσπάθεια να βρουν άσυλο, τους πιάνουν ομήρους. Το έργο θέτει το ζήτημα της μετανάστευσης, της κρατικής βίας, της θρησκευτικής αντιπαλότητας, ακόμα και του ρόλου της τέχνης στη σημερινή κοινωνία. Όπως εξηγεί η Γκιργκινούδη: «Μόνο όταν ξεκίνησε η καταστροφή της Παλμύρας η Ευρώπη ξύπνησε και συνειδητοποίησε ότι κάτι άσχημο συμβαίνει! Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι καραβιές των ανθρώπων δεν έλεγαν σε κανέναν τίποτα, είχαν εξοικειωθεί με την κατάσταση».
Στην παράσταση ακούγονται 12 διαφορετικές γλώσσες από νέους μετανάστες και πρόσφυγες πολέμου και κάποιων οι ιστορίες έχουν ενταχτεί στο κείμενο του έργου, το οποίο έχει επεξεργαστεί η πολιτική επιστήμονας Ζακία Άκρα (Ελληνο-παλαιστίνια την καταγωγή), η οποία προσάρμοσε το έργο, που γράφτηκε το 1990 και έδινε έμφαση στο πολιτικο-οικονομικό σκηνικό που προέκυψε μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ, στη σύγχρονη πραγματικότητα, με τα προβλήματα της Μέσης Ανατολής να κυριαρχούν. Συμμετέχουν επαγγελματίες ηθοποιοί όπως ο Γιάννης Τσορτέκης, ο Θύμιος Κούκιος, ο Γρηγόρης Ποιμενίδης, ο Κρις Ραντάνοφ και 15 ερασιτέχνες - πρόσφυγες. Η χορογράφος Αγγελική Στελλάτου επιμελείται την κίνηση. Όπως λέει η σκηνοθέτις: «Η σύμπραξη ανθρώπων από διαφορετικούς τόπους, θρησκείες, κοινωνικά και οικονομικά backgrounds επί σκηνής και η δυναμική που βγάζουν θεατρικά έχουν μεγάλο ενδιαφέρον».
Ένας άλλος αναπάντεχος, μη θεατρικός χώρος, που επίσης εντάσσεται στις ανάγκες του «Ανοίγματος στην Πόλη», είναι το κτίριο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών που βρίσκεται μέσα σε μια έκταση 250 στρεμμάτων στην περιοχή του Βοτανικού. Εκεί θα φιλοξενηθεί η παράσταση Το ξύπνημα της μνήμης. Παιδιά - πρόσφυγες του ελληνικού Εμφυλίου της Εταιρείας Θεάτρου «Παίκτες», σε σκηνοθεσία Μαρίας Σάββα. Βασισμένο στη μελέτη-βιβλίο που έγραψαν η κοινωνική ανθρωπολόγος Ρίκη βαν Μπούσχοτεν και ο συνάδελφός της Λόρινγκ Ντάνφορθ Παιδιά του ελληνικού εμφύλιου - Πρόσφυγες και πολιτική της μνήμης, η σκηνοθέτις και οι συνεργάτες της άντλησαν υλικό από επίσημα αρχεία και προφορικές ιστορίες που αναλύουν τη διαδικασία της εκκένωσης, την πολιτική διαμάχη που την περιέβαλε, την αναχώρηση των παιδιών από τα χωριά τους, το μεγάλωμα και την τύχη τους ως ενηλίκων αποκομμένων από γονείς και πατρίδα.
Η Μαρία Σάββα εξηγεί: «Για το κτίσιμο αυτής της παράστασης βασιστήκαμε, λοιπόν, σε ιστορικά σχόλια, αλλά κυρίως στις προφορικές μαρτυρίες παιδιών προσφύγων που αφηγούνται την ιστορία τους, όντες ενήλικες πια. Ουσιαστικά, βλέπουμε με τα μάτια αυτών των παιδιών τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, από το ξέσπασμα του Εμφύλιου και μετά. Έτσι, ακούμε τις φωνές απλών ανθρώπων που αφηγούνται τα γεγονότα όπως έγιναν στο τόπο όπου ζούσαν. Με αυτό τον τρόπο ακούμε διαφορετικές εκδοχές της Ιστορίας που αυτήν τη φορά δεν γράφεται από τους ιστορικούς αλλά από τους απλούς ανθρώπους που έζησαν και βιώσαν τα γεγονότα του Εμφυλίου. Επέλεξα τη Γεωπονική Σχολή γιατί ως χώρος μας δίνει τη δυνατότητα να ξεκινήσουμε την παράσταση από τους εξωτερικούς χώρους κι έτσι οι θεατές να κινηθούν σε ένα φυσικό περιβάλλον που κάποιες φορές θυμίζει τα χωριά από τα οποία ξεκίνησαν τα παιδιά πρόσφυγες». Παράλληλα, μικρές δράσεις και ιστορικά σχόλια θα οδηγήσουν τον θεατή στην κυρίως παράσταση, που θα συνεχιστεί στην αίθουσα του Γεωργικού Μουσείου που βρίσκεται μέσα στη Γεωπονική Σχολή, όπου ξετυλίγονται οι προσωπικές μαρτυρίες των τότε παιδιών-προσφύγων. Επίσης, θα γίνουν εικαστικές παρεμβάσεις από την εικαστικό και σκηνογράφο Μαρία Καραθάνου στους χώρους αυτούς και θα δημιουργηθεί ένα μουσικό τοπίο με τη συμβολή της μουσικού Αγγελικής Τουμπανάκη.
Ένας ακόμα ιστορικός χώρος, που ελάχιστοι παλιοί Αθηναίοι γνωρίζουν, καθώς χρησιμοποιείται σπανίως και ποτέ για θεατρικές δράσεις, είναι το νεοκλασικό οικοδόμημα του Μικρού Χρηματιστηρίου, με την εντυπωσιακή εσωτερική διακόσμηση. Εκεί θα φιλοξενηθούν δύο παραστάσεις: το Στο στόμα του λύκου από την Ομάδα Πλεύσις σε σκηνοθεσία Αντώνη Κουτρουμπή και οι «Κόρες - Η νέα ποιητική της Αθήνας» από την ομάδα bijoux de kant σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη.
Ο Αντώνης Κουτρουμπής μίλησε για το Στο στόμα του λύκου. «Έχοντας ως ερέθισμα το Μικρό Χρηματιστήριο, έναν χώρο με τόσο έντονο συμβολισμό σε σχέση με τον πλούτο και την υλική ευμάρεια, δημιουργήσαμε μια ισχυρή αντίθεση, παραθέτοντας μια σύνθεση με επίκεντρο τη μνήμη, τη φαντασία, το οικείο και την ποίηση της μικρής καθημερινής στιγμής. Χωρίς εκφερόμενο κείμενο αλλά με μια ευδιάκριτη σωματική αφηγηματικότητα, οι ερμηνευτές σκιαγραφούν καταστάσεις, σχολιάζοντας με μαύρο χιούμορ τα αδιέξοδα της ύπαρξης, πραγματεύονται τα όρια της ηθικής και της ανάγκης του ανθρώπου για μια ζωή που συνδιαλέγεται με το όνειρο του "ανέφικτου". Οι ερμηνευτές δημιουργούν ποιητικές φιγούρες κλείνουν το μάτι στη σκληρή όψη της πραγματικότητας, προτείνοντας έναν στοχασμό και ίσως την ελπίδα για έναν άλλο, φαντασιακό κόσμο».
Η Πλεύσις χρησιμοποιεί μια σύνθετη αφηγηματική γλώσσα στα όρια θεάτρου και χορού, μια σωματικότητα η οποία συμπληρώνεται από μια live electronics σύνθεση, δημιουργώντας ηχοτοπία όπως και video με graphic animation. Έτσι αναπτύσσεται μια δραματική φόρμα της κίνησης με εύληπτη απεικόνιση των επιμέρους καταστάσεων και συναισθημάτων που διαπερνούν την παράσταση.
Τέλος, ο παλιός μας γνώριμος Γιάννης Σκουρλέτης και η ομάδα bijoux de kant ανεβάζουν την παράσταση Οι κόρες - Η νέα ποιητική της Αθήνας που βασίζεται σε μια ποιητική ανθολόγηση του Χριστόφορου Λιοντάκη και σε κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη, όπου παίζουν η Λένα Δροσάκη και η Άλκηστις Πουλοπούλου, ενώ σε φιλική συμμετοχή εμφανίζεται και η Μαρία Κίτσου. Ο σκηνοθέτης διευκρινίζει: «Οι Κόρες είναι οι μοσχοθυγατέρες της Αρχαίας Μητέρας που λέγεται Αθήνα. Νύφες πολύφερνες, με προίκα τα Προπύλαια και τους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Ελαφρώς Παρθένες και αγρίως Ανέγγιχτες. Η Νανά φοβάται να φύγει, η Νούλα φοβάται να μείνει. Όλη μέρα παίζουν "Μητέρα", το πιο αγαπημένο τους παιχνίδι. Η Μητέρα μονίμως απούσα και πανταχού παρούσα, μέχρι που τα προικιά θα τιναχτούν στον αέρα. Η πόρτα θ' ανοίξει για να κλείσει η Ιστορία. Κι όλα αυτά επί της Πεσμαζόγλου 1, στο κτίριο όπου η Μητέρα Αθήνα πουλούσε κι αγόραζε την αίγλη της μισοτιμής. Σ' αυτό το σπίτι-μαυσωλείο που κάποτε ήταν Χρηματιστήριο θα σφαχτεί το παλιό για να χορτάσει τις φλέβες του το νέο».
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO