Οι παραστάσεις της «Βερενίκης» του Ρακίνα με την Ιζαμπέλ Ιπέρ στο Παρίσι είναι sold out. Το ίδιο συμβαίνει σε κάθε εμφάνισή της – κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι έχουμε μπροστά μας μία από τις μεγαλύτερες Ευρωπαίες ηθοποιούς. Το όνομά της είναι μαγνήτης για κάθε παραγωγή, ειδικά αν τη σκηνοθεσία έχουν υπογράψει ονόματα σκηνοθετών που η αξία τους μετριέται σε «χρυσάφι», όπως ο Ρόμπερτ Ουίλσον ή ο Ρομέο Καστελούτσι – φιγουράρει ισότιμα δίπλα τους.
Εννοείται ότι ο συνδυασμός αυτός, που κάπως εξασφαλίζει τη μαγεία της θεατρικής εμπειρίας, γεμίζει τα θέατρα του κόσμου και κάνει τις παραστάσεις sold-out σε χρόνο-ρεκόρ. Το ζούμε και στην Ελλάδα όταν έρχονται παραστάσεις όπου παίζει η Ιπέρ, μάλιστα το περασμένο καλοκαίρι, στη μακρινή Σουηδία, μόλις ανακοινώθηκαν οι παραστάσεις του μονολόγου που έκανε με τον Ρόμπερτ Ουίλσον, το «Mary said what she said» για τη ζωή της βασίλισσας της Σκωτίας, τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν σε λίγες ώρες. Είναι η δεύτερη συνεργασία της σε μονόλογο με τον Ουίλσον μετά τη γαλλική εκδοχή του «Orlando» το 1993, για το οποίο όλοι έψαχναν εισιτήριο στη μαύρη αγορά.
Η επιλογή του Καστελούτσι σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί ο σκηνοθέτης αποφάσισε απ’ όλη την τραγωδία να κρατήσει μόνο το μέρος της Βερενίκης - Ιπέρ και να αφήσει εκτός τους υπόλοιπους χαρακτήρες οι οποίοι εμφανίζονται μόνο σε αφηρημένες σκηνές, χωρίς λόγο.
Με τον Ρομέο Καστελούτσι ανεβάζει τη «Βερενίκη» του Ρακίνα που θα κάνει και μια τεράστια ευρωπαϊκή περιοδεία από το Μιλάνο μέχρι την Αμβέρσα. Η Βερενίκη είναι ένα έργο απλό, σχεδόν χωρίς δράση. Τρεις άνθρωποι, παγιδευμένοι σε ένα ερωτικό τρίγωνο, βρίσκονται στα πρόθυρα μιας αλλαγής που απαιτεί να παραμερίσουν τα συναισθήματά τους, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, και να χωριστούν. Αυτή η απαίτηση προκαλεί οδυνηρές και περίπλοκες συγκρούσεις, εγκλωβίζει τους ήρωες σε μια κατάσταση αδιεξόδου. Τελικά, και τα τρία πρόσωπα υποκύπτουν στις επιταγές της ανάγκης. Το έργο μένει μετέωρο και ανοιχτό. Η πεντάπρακτη έμμετρη τραγωδία του Ρακίνα που εξύψωσε τη σχέση του Ρωμαίου αυτοκράτορα και της ερωμένης του στο επίπεδο του απόλυτου και τραγικού έρωτα, στην εκδοχή του Καστελούτσι έχει σκοντάψει ελαφρώς στα βραχάκια του κοινού και των κριτικών, που είναι ανάμεικτες και θέτουν όλες ένα κεντρικό ζήτημα: ο μόνος ρόλος που έχει διατηρηθεί είναι αυτός της πρωταγωνίστριας.
Η επιλογή του Καστελούτσι σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί ο σκηνοθέτης αποφάσισε απ’ όλη την τραγωδία να κρατήσει μόνο το μέρος της Βερενίκης - Ιπέρ και να αφήσει εκτός τους υπόλοιπους χαρακτήρες, ιδίως τον Τίτο και τον Αντίοχο, οι οποίοι εμφανίζονται μόνο σε αφηρημένες σκηνές, χωρίς λόγο.
Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί τον μονόλογο της Ιπέρ, που, πέρα από την ερωτική ιστορία, μιλάει για την αγάπη και για την πολιτική. Είναι μια γυναίκα στα πρόθυρα της κατάρρευσης, που η σιωπή της έχει την ένταση της κραυγής. Ο μάγος Καστελούτσι οργανώνει το περιβάλλον ενός βασιλείου φαντασμαγορίας που κατοικείται από φιγούρες σαν φαντάσματα οι οποίες περιβάλλουν την Ιπέρ που στέκεται ως κεντρική, επίγεια δύναμη.
Η «Monde» γράφει ότι η αγκαλιά που ανοίγει η Ιπέρ στους θεατές μένει, δυστυχώς, άδεια. Σημειώνει κάτι που συμβαίνει πολλές φορές: ένας σταρ μπορεί να αποτελεί προϋπόθεση επιτυχίας, αλλά δεν την εγγυάται. Και ότι ήταν σαφές πώς η ώσμωση «της διαυγούς ομορφιάς του μεγαλειώδους ρασινικού θρήνου, του γεμάτου πλαστικότητα και σαγήνη σύμπαντος του Καστελούτσι και αυτού που μπορεί να προσφέρει η Ιζαμπέλ Ιπέρ από πλευράς υποκριτικής» δεν επετεύχθη ποτέ. «Σαν τρία χημικά στοιχεία που θα παρέμειναν μέχρι τέλους εντελώς χωριστά, χωρίς να καταφέρουν να δημιουργήσουν ένα καινούργιο, ομοιογενές υλικό, έναν ζωντανό θεατρικό οργανισμό».
Το μεγάλο όραμα του Καστελούτσι, του οποίου η εικονοκλαστική δύναμη ξεπερνά το κείμενο, παραδίδει στο κοινό, συνεχίζει η «Monde», «μια Βερενίκη ερμητικά κλειστή, την οποία είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει κανείς ή να δεθεί μαζί της… σαν ξεριζωμένη από τη νύχτα, προχωρά μόνη της στη σκηνή, που είναι βυθισμένη στο σκοτάδι… Γιατί βρίσκεται εκεί; Τι της συμβαίνει; Γιατί λέει αυτά τα λόγια; Μυστήριο, για όσους δεν γνωρίζουν την ιστορία της βασίλισσας της Ιουδαίας…».
H «Liberation» γράφει ότι η τολμηρή προσέγγιση του Καστελούτσι ήταν ένα ρίσκο που τελικά επέφερε χαοτικό αποτέλεσμα. Στέκεται στη δήλωση του Καστελούτσι ότι η Ιπέρ είναι η συνεκδοχή του παγκόσμιου θεάτρου. «Το έργο είναι η Βερενίκη», γράφει. «Η Ιπέρ είναι ηθοποιός. Πώς είναι δυνατό να αισθάνεσαι ότι είσαι η συνεκδοχή του θεάτρου όταν έχεις έναν ρόλο να υπηρετήσεις, που είναι η Βερενίκη; Και τι γίνεται με τη Βερενίκη;», και συνεχίζει ότι η Ιπέρ μιλά στον εαυτό της ή στο τίποτα, ή σε εκείνο το μικρό καλοριφέρ που σέρνει στη σκηνή, ή στο πλυντήριο ρούχων. Δεν υπάρχει ένα πρόσωπο να του απευθύνει τα σπαρακτικά της λόγια, το ίδιο και το κοινό, είναι αόρατο στα μάτια της.
Στον ίδιο ρυθμό κινείται και η κριτική των ΝΥΤ. Η «Βερενίκη» συντρίβεται υπό τη δύναμη της σταρ, που είναι η απόλυτη πρωταγωνίστρια του έργου, γράφει η κριτική της παράστασης. Θέτει τον ίδιο προβληματισμό, αν αρκεί μια θεαματική και εκθαμβωτική θεατρική πρωταγωνιστική παρουσία για να αποδοθεί ένα μεγάλο κλασικό έργο. Και εδώ σημειώνεται η δήλωση του Καστελούτσι που έχει υποκλιθεί, και δικαίως, στο μεγαλείο της Ιπέρ, περιγράφοντάς της ως «τη συνεκδοχή του θεάτρου παγκοσμίως».
Η Ιπέρ είναι και το μόνο πρόσωπο που μιλά σε μια παράσταση με ταμπλό αποτελούμενα από εντυπωσιακές εικόνες γεμάτες συμβολισμούς, χαρακτηριστικό των προσεγγίσεων του σκηνοθέτη: τεράστια πανιά βγαίνουν από ένα πλυντήριο και διαφανείς κουρτίνες καθορίζουν ένα περιβάλλον μαλακό και ευαίσθητο σε κάθε αλλαγή και κίνηση.
«Αν ο στόχος ήταν να επιτραπεί στην Ιπέρ να εξερευνήσει τα συναισθηματικά άκρα στο κενό, επετεύχθη. Τη μια στιγμή είναι μια επιβλητική βασίλισσα με το ένα χέρι στο μέτωπο, σε απόγνωση, που περιφέρεται στη σκηνή με πολυτελή φορέματα σχεδιασμένα από την Iris van Herpen. Την άλλη, υπό καθεστώς ανισόρροπης ενέργειας, λέει ατάκες που ενισχύονται και παραμορφώνονται σε σημείο που γίνονται ακατανόητες», γράφουν οι ΝΥΤ.
«Η Ιπέρ τα έχει ξανακάνει όλα αυτά, και μάλιστα καλύτερα, σε θεατρικές και κινηματογραφικές παραγωγές που αξιοποίησαν τις ικανότητές της προς όφελος μιας ιστορίας. Εδώ, αυτή και ο Καστελούτσι συνθλίβουν την ιστορία της Βερενίκης υπό το βάρος της παρουσίας της πρωταγωνίστριας. Μόνο μία σκηνή, στο τέλος, τη βγάζει ξαφνικά από τη ζώνη άνεσής της με τρόπο που τράβηξε έντονα την προσοχή του κοινού. Καθώς απαγγέλλει τα τελευταία λόγια της Βερενίκης, αρχίζει να τραυλίζει. Σκοντάφτοντας στις λέξεις, πασχίζοντας να τις αρθρώσει, μοιάζει ευάλωτη, σε σημείο που όταν σταματάει και κάθεται σιωπηλή, κοιτάζοντας αριστερά και δεξιά σαν να περιμένει κάποιο σύνθημα, αναρωτιέσαι αν κάτι έχει πάει στραβά. Αποχωρεί φωνάζοντας “μη με κοιτάτε”, κρυμμένη πίσω από το μανίκι του κοστουμιού της. Η στιγμή αυτή δεν έχει καμία σχέση με τον Ρακίνα, ωστόσο είναι προσαρμοσμένη στην παράξενη, συγκλονιστική σκηνική περσόνα της Ιπέρ που τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να μοιάζει με καρικατούρα του εαυτού της, χωρίς σύνδεση με τους άλλους ηθοποιούς όταν αλληλεπιδρά μαζί τους».
Με πληροφορίες από «Monde», ΝΥΤ, «Liberation»