Ο «Γυάλινος Κόσμος» έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Civic Theater στο Σικάγο τον χειμώνα του 1944, σημειώνοντας από την πρώτη στιγμή πρωτοφανή καλλιτεχνική αλλά και εμπορική επιτυχία και καθιερώνοντας τον Τενεσί Ουίλιαμς ως τον πλέον φέρελπι συγγραφέα της εποχής.
Η παράσταση μεταφέρθηκε στις 31 Μαρτίου του 1945 στη Νέα Υόρκη, στο Playhouse Theatre του Μπρόντγουεϊ, όπου συνεχίστηκε ο θρίαμβος (η Λορέτ Τέιλορ άφησε εποχή με τη συγκλονιστική ερμηνεία της στον ρόλο της Αμάντα). Το έργο βραβεύτηκε με το σημαντικό New York Drama Critics' Circle Award ως το καλύτερο αμερικανικό έργο της χρονιάς.
Μόλις έναν χρόνο μετά, τον Δεκέμβριο του 1946, ο Λουκίνο Βισκόντι το ανέβασε στη Ρώμη στο Teatro Eliseo (σε μουσική του Πολ Μπόουλς, στον οποίο ανήκε η μουσική της πρώτης παράστασης) και το 1948 ο Τζον Γκίλγουντ στο Royal Theater του Λονδίνου.
Ο Τενεσί Ουίλιαμς έγραφε από μικρό παιδί και μάλιστα είχε βραβευτεί με έπαινο στα 18 του για το πρώτο του θεατρικό έργο. Για πολύ προσπαθούσε να αναγνωριστεί ως συγγραφέας, γράφοντας ποίηση, διηγήματα, θεατρικά μονόπρακτα αλλά και κινηματογραφικά σενάρια.
Το 1950 ακολούθησε η κινηματογραφική του μεταφορά σε σκηνοθεσία Irving Raper (με τους Gertrude Lawrence, Jane Wyman, Arthur Kennedy και τον Kirk Douglas), που έμελλε να μην κάνει καμία σοβαρή επιτυχία και να ξεχαστεί εντελώς, καθώς ο ίδιος ο συγγραφέας τη θεώρησε τη χειρότερη όλων των κινηματογραφικών μεταφορών έργων του.
Ο Τενεσί Ουίλιαμς έγραφε από μικρό παιδί και μάλιστα είχε βραβευτεί με έπαινο στα 18 του για το πρώτο του θεατρικό έργο. Για πολύ προσπαθούσε να αναγνωριστεί ως συγγραφέας, γράφοντας ποίηση, διηγήματα, θεατρικά μονόπρακτα αλλά και κινηματογραφικά σενάρια.
Ο «Γυάλινος Κόσμος» προέκυψε από τέτοιες πρώιμες απόπειρες, όπως το διήγημα «Portrait of a girl in glass», το μονόπρακτο «The long goodbye» και ένα σενάριο που έγραψε το σύντομο διάστημα της συνεργασίας του με την παντοδύναμη εκείνη την εποχή MGM, με τον τίτλο «The gentleman caller». Αυτά αποτέλεσαν τη βάση για το διάσημο και τόσο προσωπικό αυτό έργο του, καθώς η πραγματική του έμπνευση ήταν η ίδια του η οικογένεια.
Η υπόθεση του έργου
Μια προβληματική οικογένεια του Νότου, με έναν πατέρα μόνιμα απόντα −τελικά αλκοολικό−, μια μητέρα, την Εντουίνα, ημίτρελη και αποκομμένη από την πραγματικότητα, και μια αδελφή, τη Ρόουζ, με πολλά ψυχολογικά προβλήματα, για τα οποία κατάλληλη θεραπεία κρίθηκε η λοβοτομή, που την κατέστησε άβουλο ενήλικα με παιδικό μυαλό μέχρι τον θάνατό της.
Αυτό, πάνω-κάτω, είναι και το κλίμα, ο καμβάς του «Γυάλινου Κόσμου». Η καλλονή στα νιάτα της, όπως λέει, αλλά ανισόρροπη πια Αμάντα Ουίνγκφιλντ, ηρωική, αλλά συνάμα σκληρή μάνα, προσπαθεί να επιβιώσει σε μια φτωχική γειτονιά του Σαιν-Λούις του Μιζούρι, ζώντας μαζί με τον εικοσάχρονο γιο της Τομ (το πραγματικό όνομα του Ουίλιαμς), που εργάζεται σε αποθήκη παπουτσιών, γράφει ποιήματα, βλέπει σινεμά και ξεπορτίζει για ώρες μέσα στη νύχτα, και τη μεγαλύτερη κόρη της Λόρα, που, χτυπημένη από πολιομυελίτιδα, κουτσαίνει ελαφρώς.
Αντίθετα από τον Τομ, εκείνη ζει κλεισμένη στο σπίτι υπομένοντας την ασφυκτική του ατμόσφαιρα, με μόνη διαφυγή τη μουσική που παίζει το γραμμόφωνο του πατέρα της −που τους έχει εγκαταλείψει πια−, αλλά κυρίως περνώντας τις ώρες της ασχολούμενη με τη συλλογή της από μικρά γυάλινα ομοιώματα ζώων.
Η Αμάντα πιέζει τον Τομ να φέρει κάποιο αγόρι να γνωρίσει στην αδελφή του κι εκείνος καλεί σε δείπνο έναν γνωστό του από τη δουλειά, τον ευπροσήγορο και εμφανίσιμο Τζιμ Ο'Κόνορ.
Ο τελευταίος θα ανταποκριθεί στην πρόσκληση, θα κρατήσει συντροφιά στη Λόρα, όταν τους αφήνουν επίτηδες μόνους (εκείνη αναγνωρίζει στο πρόσωπό του το αγόρι που της άρεσε στο γυμνάσιο), θα προσπαθήσει ακόμα και να της εμφυσήσει αυτοπεποίθηση για να ξεπεράσει την ντροπή που νιώθει για το πρόβλημά της, αλλά θα αποφύγει τη δέσμευση μαζί της, καθώς, όπως ισχυρίζεται, είναι αρραβωνιασμένος και σύντομα θα παντρευτεί.
Έτσι, η Λόρα επιστρέφει απελπισμένη στην απομόνωσή της και ο Τομ φεύγει από το σπίτι.
Οι σκηνικές προσεγγίσεις
Ο «Γυάλινος Κόσμο» ένα «έργο μνήμης», όπως το χαρακτήριζε ο Τενεσί Ουίλιαμς, προσφέρει άπειρες ελευθερίες όσον αφορά το ανέβασμά του. Δεν απαιτεί νατουραλιστικά στοιχεία, ενώ ο Τομ, στην αρχή του έργου, εισάγει το κοινό σε αυτό το εύθραυστο μικροσύμπαν με έναν μονόλογο-πρόλογο, μέσα από τον οποίο ο συγγραφέας σκιαγραφεί το ταραγμένο πολιτικά και κοινωνικά φόντο της εποχής που διαδραματίζεται.
Στα χρόνια που ακολούθησαν και ενώ καθιερώθηκε με τα θρυλικά έργα του τού μαγικού ρεαλισμού, τα διασημότερα από τα οποία σκηνοθέτησε ο Καζάν στο Μπρόντγουεϊ και στο Χόλιγουντ, κυκλοφόρησαν δύο εκδοχές του «Γυάλινου Κόσμου»: η reading edition (για διάβασμα) και η acting edition (για ανέβασμα στο θέατρο).
Η ουσιώδης διαφορά μεταξύ των δύο ήταν η χρήση οθόνη που πρότεινε ο Ουίλιαμς. Παρόλο που ούτε στην πρώτη, ιστορική παράσταση υπήρχε οθόνη −ήταν μια λιτή παραγωγή στην οποία κυριάρχησαν οι ερμηνείες και ο θεατρικός λόγος−, ευελπιστούσε ότι οι 45 διαφορετικές προβολές που οραματιζόταν θα υπογράμμιζαν και θα φώτιζαν με συναισθηματικό τρόπο πολλές από τις αναφορές του έργου.
Λέει στις σημειώσεις του: «Μια λεζάντα ή μια εικόνα στην οθόνη θα ισχυροποιήσουν την εντύπωση που προκαλείται από ένα σημείο που λειτουργεί υπαινικτικά στο κείμενο των διαλόγων και θα επιτρέψουν να καταστεί το κυρίαρχο θέμα πιο απλό και ανάλαφρο απ' ό, τι αν το συνολικό βάρος έπεφτε αποκλειστικά στον εκφερόμενο λόγο».
Στην εκδοχή με την οποία έγινε γνωστό το έργο στην Ευρώπη κυρίως, δηλαδή στη reading edition, υπάρχουν όλες οι φορμαλιστικές και στυλιστικές οδηγίες ακόμα και όσον αφορά τη χρήση των φώτων, της μουσικής, που σκοπό έχουν την απόδοση του μη-ρεαλισμού, ενός είδους «θεάτρου μέσα στο θέατρο».
Έργο σταθερά δημοφιλές σε Ελλάδα και εξωτερικό
Από την πρώτη του παράσταση μέχρι σήμερα το έργο δεν έχει πάψει να ανεβαίνει, τόσο στην Αμερική όσο και διεθνώς, από σημαντικούς σκηνοθέτες, ενώ μερικές από τις πιο διάσημες ηθοποιούς, όπως η Έλεν Χέιζ, η Κάθριν Χέπμπορν, η Τζέσικα Τάντι, η Τζούλι Χάρις, η Τζέσικα Λανγκ και η Σάλι Φιλντς, έχουν ερμηνεύσει την Αμάντα στη σκηνή ή στην τηλεόραση.
Το 1987, μετά από παράσταση που προέκυψε στο περίφημο Summer Stock Theater της Williamstown (καλοκαιρινό θεατρικό εργαστήρι), με τον Πολ Νιούμαν σκηνοθέτη, τη σύζυγό του Τζόαν Γούντγουορντ στον ρόλο της Αμάντα και τον Τζον Μάλκοβιτς ως Τομ, ο ίδιος ο Νιούμαν το μετέφερε στον κινηματογράφο. Το πρότζεκτ -για δεύτερη φορά- δεν είχε καμία τύχη. Λες και η εσωτερική ποίηση που μαγεύει στη θεατρική συνθήκη αντιστέκεται στο πανί.
Στην Ελλάδα η πρώτη παρουσίαση του έργου έγινε από το Θέατρο Τέχνης το 1946 σε μετάφραση Νίκου Σπάνια και σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, ο οποίος κράτησε τον ρόλο του Τομ, ενώ έχει μείνει αξέχαστη σε όσους την είδαν η Έλλη Λαμπέτη στον ρόλο της Λόρα. Η μουσική εκείνης της μυθικής συνεύρεσης ήταν του Μάνου Χατζιδάκι.
Η Λαμπέτη επανέλαβε την παλιά της επιτυχία με δικό της θίασο το 1963. Το 1978 ο Μιχάλης Κακογιάννης τον σκηνοθέτησε σε δική του μετάφραση για το Εθνικό Θέατρο, με Αμάντα τη Βάσω Μανωλίδου, Λόρα τη Ράνια Οικονομίδου, Τομ τον Φάνη Χηνά και Τζιμ Ο'Κόνορ τους Δάνη Κατρανίδη και Τάσο Χαλκιά σε διπλή διανομή, ενώ το 1984 το ΚΘΒΕ τον ανέβασε σε σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου.
Το 1993 ο Μίνως Βολανάκης το σκηνοθετεί στο θέατρο Αναλυτή με Αμάντα την Κάκια Αναλυτή. Μια αξέχαστη παράσταση, κυρίως για την εξαιρετική χρήση πολυμέσων, ήταν εκείνη του Θεάτρου Εμπρός τον Μάιο του 1997 σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου, με τους Ράνια Οικονομίδου, Αγγελική Παπαθεμελή, Νίκο Κουρή και Άγη Εμμανουήλ, ενώ τρία χρόνια αργότερα κατέβηκε στην Αθήνα από τη Λάρισα μια πιο ακαδημαϊκή εκδοχή του Θεσσαλικού Θεάτρου, υπογεγραμμένη από τον Ανδρέα Βουτσινά, με την Εύα Κοταμανίδου και τον Χρόνη Παυλίδη.
Πιο πρόσφατα, το 2016, η Ελένη Σκότη σκηνοθέτησε το έργο στο θέατρο Εμπορικόν σε μετάφραση Δήμου Κουβίδη, με τους Δημήτρη Καταλειφό, Θέμιδα Μπαζάκα, Στέλλα Βογιατζάκη και Κωνσταντίνο Γώγουλο, ενώ το 2018, ο Δημήτρης Καραντζάς το μετέφερε στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, με τους Μπέτυ Αρβανίτη, Ελίνα Ρίζου, Χάρη Φραγκούλη και Έκτορα Λιάτσο.
Η φετινή παράσταση του Γιώργου Νανούρη
Η δεύτερη φετινή παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου στη Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» φέρει τη σκηνοθετική υπογραφή του Γιώργου Νανούρη, με τους Άννα Μάσχα ως Αμάντα, Κωνσταντίνο Μπιμπή ως Τομ, Λένα Παπαληγούρα ως Λόρα και Αναστάση Ροϊλό ως Τζιμ.
Ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης σχολιάζει σχετικά: «Ένα χρόνο σχεδόν τώρα, η ζωή μας έδειξε πόσο εύκολα μπορούν να ανατραπούν όλα. Να ραγίσουν, ακόμα και να σπάσουν – σαν να είναι φτιαγμένα από γυαλί.
Πώς ανεβάζεις λοιπόν αυτό το τεράστιο έργο μέσα στη δίνη των γεγονότων που μαστίζουν όλο τον πλανήτη; Πώς φτιάχνεις μια παράσταση φορώντας μάσκες στην πρόβα, σε ενάμισι μέτρο απόσταση; Πώς φτιάχνεις μια σκηνή χορού στην οποία δεν επιτρέπεται να πλησιάσουν κοντά οι ηθοποιοί; Πώς κάνεις το αντίστοιχο με μια σκηνή ενός φιλιού;
Οι ήρωες του έργου, όμως, αυτό δεν προσπαθούν κι εκείνοι; Να πλησιάσουν ο ένας τον άλλον, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Να έρθουν απεγνωσμένα κοντά. Μήπως τελικά η ίδια δυσκολία της συνθήκης είναι ταυτόχρονα και η απάντηση στα τόσα ερωτήματα; Μήπως ο καθένας μας δεν ζει πια κλεισμένος στον δικό του "γυάλινο" κόσμο, όπως ακριβώς και οι πρωταγωνιστές της ιστορίας;
Ελπίζω όσα θέλω να πω να βγουν από την παράσταση. Θα ήθελα μόνο να σημειώσω το εξής: Είμαι σίγουρος ότι κάθε θεατής θα βρει έστω μια στιγμή του έργου που θα του θυμίσει έστω μια στιγμή απ' τη δική του ζωή».
Tαυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Στέλιος Βαφέας
Σκηνοθεσία-Φωτισμοί: Γιώργος Νανούρης
Σκηνικά: Μαίρη Τσαγκάρη
Κοστούμια: Deux Hommes
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου
Βοηθός ενδυματολόγων: Δέσποινα Ιγνάτογλου
Διανομή (αλφαβητικά)
Άννα Μάσχα: η μητέρα Αμάντα Ουίνγκφιλντ
Κωνσταντίνος Μπιμπής: ο γιος Τομ Ουίνγκφιλντ
Λένα Παπαληγούρα: η κόρη, Λόρα Ουίνγκφιλντ
Αναστάσης Ροϊλός: ο επισκέπτης, Τζιμ Ο'Κόνορ
Η απευθείας μετάδοση από τη Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» του Εθνικού Θεάτρου θα είναι διαθέσιμη στη σελίδα livestream.n-t.gr με αγορά ηλεκτρονικού εισιτηρίου (κωδικού πρόσβασης).
Σάββατο 23 Ιανουαρίου
Ώρα έναρξης: 20:30
Τιμή εισιτηρίου: 8€