Δίπλα στο πιάνο υπάρχουν μονίμως άπειρες παρτιτούρες. Στο ημερολόγιο κλεισμένες ημερομηνίες για τα επόμενα δύο χρόνια. Στο υπνοδωμάτιο δύο βαλίτσες, μία με καλοκαιρινά και μία με χειμωνιάτικα, ανάλογα τον προορισμό που ακολουθεί. Στο κομοδίνο αποκόμματα εισιτηρίων. Στην καρδιά της μια μεγάλη ξεχωριστή θέση για την Τραβιάτα, την όπερα που έχει «περπατήσει» πιο πολύ.
Στο βιογραφικό της με μεγάλα γράμματα φωσφορίζουν ηχηρές κατακτήσεις (όπως το Βραβείο «Μαρία Κάλλας» που κέρδισε το 2012 στο Ντάλας), η πρεμιέρα της πριν από μερικά χρόνια στον οπερατικό ναό της νεοϋορκέζικης Μετροπόλιταν ως Μουζέτα στην Μποέμ και οι αστραφτερές συνεργασίες που της άλλαξαν τη ζωή. Πρώτη-πρώτη αυτή με τον Φράνκο Τζεφιρέλι το 2007, πιο πρόσφατα η έξοχη και βραβευμένη (BBC Music Magazine Awards 2017) ηχογράφηση με τον Θόδωρο Κουρεντζή στον Ντον Τζοβάνι.
Όσο για το παιδικό δωμάτιο του σπιτιού, εκεί πρωταγωνίστρια είναι μια μικρή 5 ετών με δικό της ετοιμοπόλεμο βαλιτσάκι και ήδη ένα τζούνιορ διαβατήριο γεμάτο σφραγίδες απ' όλο τον κόσμο. «Δεν θέλησα ποτέ να επιλέξω. Ούτε "μάσησα" που κάποια θέατρα μού κράτησαν κακία που έμεινα έγκυος και δεν μπορούσα να τηρήσω τις δεσμεύσεις μου. Μητρότητα και καριέρα μπορεί να ικανοποιούν διαφορετικά κομμάτια του εαυτού μου, αλλά όλα μαζί ονομάζονται ζωή. Κι εγώ δεν σκέφτηκα ποτέ να τη ζω με δόσεις. Το παιδί έρχεται παντού μαζί μου».
Όλη η ιστορία είναι να έχεις την ψυχραιμία να δέχεσαι και να απορρίπτεις τις προτάσεις που πρέπει. Πιο επικίνδυνο είναι να αρχίσεις να λες "ναι" παντού επειδή αγχώνεσαι πως αύριο δεν θα ξαναέχεις την ίδια πρόταση. Είναι εύκολο νομίζεις να κρατιέμαι ακόμα μακριά από τη «Μαντάμα Μπάτερφλϊ» γιατί νιώθω ότι δεν έχει έρθει η ώρα της; Δεν θέλω να κάψω τη φωνή μου ακόμα.
Η Μυρτώ Παπαθανασίου είναι μια μαμά σαν όλες της άλλες και μια σοπράνο από τις λίγες. Έχει μόλις επιστρέψει από έναν ακόμα θρίαμβο στην αγαπημένη της Κρατική Όπερα της Βιέννης κι ένα κοντσέρτο στην Πάρμα με τον Ρομπέρτο Αμπάντο. Έχει ήδη κλείσει μια Αμέλια (Σιμόν Μποκανέγκρα) στο Μονπελιέ, εμφανίσεις στην Όπερα της Ζυρίχης, μια τουρνέ με τον έτερο σπουδαίο μας Κωνσταντινο Καρύδη και την Ορχήστρα της Βαμβέργης, ενώ το καλοκαίρι ανεβαίνει ξανά στη σκηνή του Ηρωδείου και μετά φεύγει για Τόκιο.
«Καταλαβαίνω την ευθύνη όταν τραγουδώ στα μεγαλύτερα θέατρα της Ευρώπης. Είναι το ίδιο άγχος και χτυποκάρδι που ένιωθα όταν ο δάσκαλος της χορωδίας στη Λάρισα με έβγαζε μπροστά και έπρεπε να ερμηνεύσω κάποιο σόλο. Από τότε μέχρι σήμερα τίποτα δεν άλλαξε σε αυτό το συναίσθημα. Ούτε είναι μεγαλύτερο αν μπροστά μου έχω το κοινό της Μετροπόλιταν. Και στον Πλαταμώνα να με βάλεις να τραγουδήσω, την ίδια αγωνία θα νιώθω».
Αυτό το διάστημα ξημεροβραδιάζεται στο Φάληρο, υπακούει στις εντολές του Θωμά Μοσχόπουλου, προβάρει το φόρεμα της επαρχιωτοπούλας Μανόν Λεσκώ, η οποία πόθησε τα πλούτη και τη μεγάλη ζωή στο Παρίσι, και ετοιμάζεται να τραγουδήσει για πρώτη φορά στην καριέρα της έναν ρόλο που εξέφρασε με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη γαλλική μπελ επόκ.
Δεν καπνίζει, δεν πίνει, παρά μόνο σε περιόδους που δεν τραγουδά, δεν ξενυχτά. Παρ' όλα αυτά, το ραντεβού μας ήταν πολύ αργά το βράδυ σε ένα wine bar. Οι πειρασμοί είναι παντού σε αυτήν τη ζωή έτσι; «Μπα, όταν μιλάμε για πρωταθλητισμό, οι θυσίες είναι αναπόφευκτες. Για την ακρίβεια, δεν τις αισθάνεσαι καν ως θυσίες. Δεν μπορεί να θες να τρέξεις κατοστάρι και την προηγούμενη μέρα να τα πίνεις, να μην έχεις φάει αυτά που πρέπει ή να μην έχεις κοιμηθεί το οκτάωρό σου. Δεν είναι δυνατόν να ετοιμάζομαι για πρεμιέρα και να πάω το Σαββατοκύριακο για σκι, ρισκάροντας ένα ατύχημα. Πίνω με μέτρο, κραιπαλιάζω με μέτρο. Κυρίως έμαθα να μη ζηλεύω που πίνεις εσύ!» μου λέει. Βγάζει τον σκούφο και το κασκόλ που τυλίγει τη «φωνή», παραγγέλνει πίτσα και ζεστό τσάι, πατάω το play, κάνει την πρώτη διακήρυξη: «Ένα μόνο πράγμα δεν θυσιάζω: τη θάλασσα τα καλοκαίρια».
Και η Μανόν, τι σχέση η Μυρτώ με μια ολίγον ανισόρροπη Γαλλιδούλα; «Αχ, μου αρέσουν πολύ οι ανισόρροπες! Εμφανίζεται σε αυτό τον κόσμο ανυποψίαστη. Ένα λευκό, άγραφο χαρτί. Δεν έχει ζήσει τίποτα κι όταν ο αληθινός κόσμος, με τις πολυτέλειες, τις ακρότητες και τις χαρές, παρελαύνει μπροστά της στο Παρίσι τρελαίνεται. Κατά κάποιον τρόπο, είμαι κι εγώ μια Μανόν. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου δεν με υποψίαζαν για το τι με περιμένει. Ήμασταν μια οικογένεια υγιής, διάφανη. Υπήρξαμε σε τέτοιο βαθμό αγαπημένοι και δεμένοι που δεν μπορούσα να φανταστώ τι είναι η ζήλια, πώς μπορείς να μη μιλάς με τον αδερφό σου».
Και με την αληθινή πλευρά της ζωής πότε γνωρίστηκε; «Στην τραγουδιστική μου καριέρα. Τα μισά τα διδάχτηκα από τον ανταγωνισμό που επικρατεί στον χώρο και συχνά νιώθεις να σου στερεί το οξυγόνο, τα υπόλοιπα από τους ρόλους της όπερας, που έτσι κι αλλιώς έχουν μια υπερβολή. Το πείσμα και η έλλειψη έπαρσης με βοήθησαν να σταθώ όταν πρωτοαντίκρισα τη θύελλα που επικρατεί στον χώρο».
Μυρτώ Παπαθανασίου - W A. Mozart - Don Giovanni
Ο πρώτος «επαγγελματικός» στίβος ήταν η χορωδία της πόλης της, της Λάρισας. Ήταν πέντε ετών και χωρίς να το ξέρει ακολουθούσε το αναπόφευκτο. «Οι γονείς μου ήταν κι αυτοί χορωδοί, γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν μέσα στη χορωδία, ο θείος μου ήταν μαέστρος, η ξαδέρφη έπαιζε φαγκότο, ένα άλλος κοντραμπάσο. Ήμασταν μια ορχήστρα από μόνοι μας. Τραγουδούσα, χόρευα, έπαιζα συνεχώς στο σπίτι και, παρόλο που ήμουν καλή μαθήτρια, η Φυσική, η Χημεία και τα Μαθηματικά δεν καταλάβαινα ποτέ τι λένε. Ανυπομονούσα να πάω στο ωδείο και ποτέ στο σχολείο».
Με την ίδια λαχτάρα τελείωσε τις σπουδές Μουσικολογίας (ΑΠΘ) και Μονωδίας (Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης) κι έφυγε τρέχοντας με δικές της οικονομίες για Ιταλία. «Δεν είχα κερδίσει ακόμα την Υποτροφία Τριάντη, όμως ήθελα να βρω τρόπο να τιθασεύσω αυτό το όργανο που καταλάβαινα ότι είναι ένα χάρισμα που όφειλα να εξελίξω. Στα ωδειακά μου χρόνια τραγουδούσα ως μεσόφωνος. Όταν πλησίαζα προς το δίπλωμα, κι αφού με διαβεβαίωσαν δύο ειδικοί ότι θα τα καταφέρω, είπα να τολμήσω να γίνω σοπράνο».
Στην Ιταλία έχτισε βήμα-βήμα όλο το τεχνικό κομμάτι της φωνής και το βαγόνι μπήκε στις ράγες. «Οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές: ερχόταν η μία πρόταση μετά την άλλη. Το 2007 γνωρίστηκα με τον Τζεφιρέλι και κάναμε μαζί την πρώτη μου Τραβιάτα. Δεν είχα περάσει οντισιόν γιατί με είχε διαλέξει ο μαέστρος κι έτσι ο Φράνκο ήρθε στην πρώτη πρόβα να με ακούσει και να δώσει την έγκρισή του. Επείσθη, παρόλο που έπρεπε να μάθω τον ρόλο μέσα σε μία εβδομάδα. Αγαπηθήκαμε όμως. Το πρώτο διάστημα δουλεύαμε στο σπίτι του. Στριφνός αλλά και ωραίος άνθρωπος. Έχει ζήσει πολλά, έχει πολλαπλές απαιτήσεις, αλλά δεν είναι φειδωλός στα κομπλιμέντα. Τον θυμάμαι συχνά να μου λέει: "Εσύ ξέρεις, το έχω καταλάβει. Έχεις ελληνικό αίμα, έχεις το δράμα μέσα σου».
Η Μυρτώ Παπαθανασίου στην όπερα του Αντονίν Ντβόρακ «Ρούσαλκα»
Νέα, ψηλή και εντυπωσιακά όμορφη, επιμένει να γειώνει όλους εκείνους που αναπαράγουν τα στερεότυπα για τις ντίβες της όπερας. «Όταν είμαι πάνω στη σκηνή, είμαι τραγουδίστρια. Θέλεις να με πεις "η Μυρτώ που τραγουδάει"; Θες "ντίβα", θες "σταρ", "σοπράνο"; Κάτω από τη σκηνή είμαι η Μυρτώ σκέτο. Προφανώς, για κάποιους δεν αποτελώ τυπικό παράδειγμα συζύγου και μητέρας, αλλά τι να κάνω; Αν την ψωνίσεις, πράγμα καθόλου δύσκολο για μια οπερατική τραγουδίστρια, το μυαλό θα λειτουργεί εις βάρος σου. Όλη η ιστορία είναι να έχεις την ψυχραιμία να δέχεσαι και να απορρίπτεις τις προτάσεις που πρέπει. Πιο επικίνδυνο είναι να αρχίσεις να λες "ναι" παντού επειδή αγχώνεσαι πως αύριο δεν θα ξαναέχεις την ίδια πρόταση. Είναι εύκολο νομίζεις να κρατιέμαι ακόμα μακριά από τη Μαντάμα Μπάτερφλαϊ γιατί νιώθω ότι δεν έχει έρθει η ώρα της; Δεν θέλω να κάψω τη φωνή μου ακόμα. Όταν, για παράδειγμα, έκανα με τον Τζεφιρέλι Τόσκα στη Ρώμη, άρχισαν να με ζητάνε για τον συγκεκριμένο ρόλο πολύ μεγάλα θέατρα. Προτίμησα να οπισθοχωρήσω. Ο ενθουσιασμός είναι το συναίσθημα που τρέχει πάντα πιο γρήγορα, αλλά σωστή απόφαση δεν παίρνεις τρέχοντας».
Εκλογίκευση και συγκρατημένο δόσιμο είναι, προφανώς, ο συνδυασμός που την ξεκλειδώνει. Γοητευμένη από τους μαέστρους με τους οποίους καταλαβαίνονται με τα μάτια, τους «διαβασμένους» συνεργάτες, αγαπά την τόλμη, αναγνωρίζει την ισχύ του σκηνοθέτη, αλλά πατάει φρένο στις φιλοδοξίες του, όταν πρόκειται για γυμνό και άνευ λόγου πρόκληση. «Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να γδυθώ για να είμαι μέσα στο concept. Άλλωστε, στην Ευρώπη πια η τάση είναι η επιστροφή στο κλασικό. Λίγο γλιτώσαμε από τη λαίλαπα με τις μοντερνιές, τις κοκαϊνομανείς ηρωίδες, τα εγκλήματα, τις σύγχρονες μεταφορές».
Τίποτα, όμως, δεν μπορεί να τη γλιτώσει από το απρόοπτο της στιγμής. «Από αυτά έχω μπόλικα. Στην Ιταλία, από τεχνικό λάθος υπεύθυνου σκηνής που δεν έκλεισε την καταπακτή γλίτωσα στο τελευταίο δευτερόλεπτο από βουτιά σε ένα κενό πολλών μέτρων. Άρχισα να ουρλιάζω. Στη Βιέννη, επίσης, δεν έσβησαν όταν έπρεπε κάποιες φλόγες και πέρασα εγώ από δίπλα με το πέπλο μου, φούντωσα και παραλίγο να γίνω ψητή. Μια φλεγόμενη σοπράνο!».
Info
Μανόν, του Ζιλ Μασνέ
12, 14, 16, 19, 21, 23, 26, 30 Δεκεμβρίου
Ώρα έναρξης: 19:30 (Κυριακές, 18:30)
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Μουσική διεύθυνση: Λουκάς Καρυτινός - Κλεάντε Ρούσσο
Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
σχόλια