«Μαχαγκόννυ» στην Άγρια Δύση: Ο Γιάννης Χουβαρδάς σκηνοθετεί ένα μνημειώδες πολιτικό κείμενο στη Λυρική

«Μαχαγκόννυ» στην Άγρια Δύση σε σκηνοθεσία Γιάννη Xουβαρδά Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

ΤΡΕΙΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΕΣ, διωγμένοι από τις Αρχές, αναζητούν κατάλληλο μέρος για να κρυφτούν από ομοσπονδιακούς πράκτορες. Αποφασίζουν να ιδρύσουν στη μέση της ερήμου την πόλη της αφθονίας και της ευημερίας. Ονειρεύονται να οικοδομήσουν έναν τόπο αναψυχής όπου οι άντρες μπορούν να περάσουν φίνα. Την ονομάζουν Μαχαγκόννυ, δηλαδή πόλη-πλεκτάνη, γιατί, μεταξύ άλλων, στα σχέδιά τους έχουν να παγιδεύσουν χρυσοθήρες που αναζητούν τον επίγειο παράδεισο.

Τα νέα για τη δημιουργία της μεθυστικής πόλης διαδίδονται γρήγορα. Κόσμος συρρέει από παντού. Φαγητό, κραιπάλες, ποτό, κορίτσια, χρηματικά ανταλλάγματα, ελευθερία. Η πόλη αρχίζει να δουλεύει βάσει σχεδίου. Για πόσο, όμως, μπορεί να αρκείται στην καπιταλιστική μέθη; Σύντομα, οι κάτοικοι-πελάτες αντιλαμβάνονται ότι τα προσφερόμενα αγαθά δεν τους παρέχουν την πολυπόθητη ευτυχία. Οι τριγμοί στην πόλη του καταναλωτισμού, των διασκεδάσεων, της απόλαυσης δεν αφήνουν κανέναν ανεπηρέαστο. Τα θέλγητρα αρχίζουν να θολώνουν, η βία δηλητηριάζει τα πάντα, τα πιο ταπεινά ανθρώπινα κίνητρα επικρατούν, αντιμαχόμενες φατρίες και διενέξεις πυρπολούν το όνειρο.

Ο Γιάννης Χουβαρδάς, επιλέγοντας αυτήν τη φορά ως πεδίο δράσης του έναν κόσμο ουτοπικό σαν αυτόν που θεριεύει στην ψυχή όσων πλανεύτηκαν από το αμερικανικό όνειρο, στήνει μια «χρυσή πόλη των ονείρων μας που θα γίνει σκόνη και θα αφανιστεί μπροστά στα μάτια μας». Μέσα από τον επικό, φαντασμαγορικό και απολύτως κατασκευασμένο κόσμο των Μπρεχτ - Βάιλ, ο κορυφαίος Έλληνας θεατρικός σκηνοθέτης επιστρέφει από τις 12 Απριλίου στην Εθνική Λυρική Σκηνή με την Άνοδο και την πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ.

Το αριστούργημα του 20ού αιώνα των Μπέρτολτ Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ είναι ένα μνημειώδες πολιτικό κείμενο που περιγράφει την άνοδο και την πτώση μιας πόλης του κέρδους και των ηδονών, ασκώντας κριτική στο καπιταλιστικό σύστημα. Σχεδόν εκατό χρόνια μετά την πρεμιέρα της στη Λειψία το 1930, η σάτιρα αυτή παραμένει μια αλληγορία για την εκμετάλλευση και τον ηδονισμό που είναι πάντα καταδικασμένος να καταλήξει σε φλεγόμενη καταστροφή. Όπως οι βιβλικές πόλεις Σόδομα και Γόμορρα καταστράφηκαν από τον Θεό για να τιμωρηθούν η απιστία και ανηθικότητα των κατοίκων, έτσι και το Μαχαγκόννυ, η σύγχρονη εκδοχή τους, θα προκαλέσει την τέλεια τιμωρία.

«Αυτό είναι που με γοητεύει πάνω απ’ όλα στο Μαχαγκόννυ, το ότι μιλάει για το μέλλον όλων μας με έναν αληθινά συγκλονιστικό και ιδιαίτερα ψυχαγωγικό τρόπο. Προοικονομεί ακόμα και το Τείχος του Βερολίνου, το πριν και το μετά την κατεδάφισή του, μέχρι και στο τέλος της ανθρωπότητας αναφέρεται, σε ένα μεγαλειώδες, μουσικά και κειμενικά, δυστοπικό, μελλοντολογικό φινάλε»

Στο δικό του Μαχαγκόννυ ο πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου επιχειρεί μια πολιτική ανάγνωση με στιγμές «αγανάκτησης και απελπισίας» και αναζητά το σύγχρονο κατηγορητήριο και τις αναφορές στο σήμερα. Στους δρόμους της πόλης, που θα στηθεί στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, κουμάντο κάνουν οι πιονιέροι του Τέξας με τα μακρύκαννα περίστροφα και οι πιστολέρο της Άγριας Δύσης. Τα ντελικάτα κορίτσια ξημεροβραδιάζονται στα μεθυσμένα σαλούν. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός θεριεύει και χορεύει φορώντας μπότες με σπιρούνια, αλλά, όταν τραγουδάει, δανείζεται την αρρενωπή φωνή του Τζον Γουέιν. Για τις σημερινές «χρυσές πόλεις των ονείρων μας», τον καπιταλισμό, τη σύνδεσή του με τον Μπρεχτ αλλά και τη βία που θεριεύει στα ελληνικά σπίτια κουβεντιάσαμε με τον Γιάννη Χουβαρδά. Πώς θα φτιαχνόταν σήμερα ένα σύγχρονο Μαχαγκόννυ. «Μα αυτού του είδους τα όνειρα έχουν γίνει ήδη πραγματικότητα. Μιλάω για το Λας Βέγκας. Μια τεχνητή, εν πολλοίς, πόλη που χτίστηκε και αναπτύχθηκε για να καλύψει τις υλικές ανάγκες ενός ανδρικού κυρίως πληθυσμού που εγκαταστάθηκε εκεί μαζικά στις αρχές του 20ού αιώνα για να ανεγερθεί το περίφημο Φράγμα του Χούβερ και στη συνέχεια εξελίχθηκε με τη συνδρομή και υπό την αιγίδα μεγαλοκαπιταλιστών αλλά και κορυφαίων στελεχών του οργανωμένου εγκλήματος. Μια αριστουργηματική καρικατούρα του Λας Βέγκας αποτελεί και η σύλληψη του Μαχαγκόννυ από τους Μπρέχτ και Βάιλ. Αν, πάλι, ψάχνουμε οπωσδήποτε εντελώς σημερινά και περισσότερο φιλικά προς το περιβάλλον (τουλάχιστον στα λόγια) παραδείγματα, αναζητήστε το The Line που χτίζεται στην έρημο της Σαουδικής Αραβίας».

— Με τον Μπρεχτ πώς συνδέεστε;
Διανοητικά πολύ στενά, ιδεολογικά όχι τόσο, πια. Οι δογματικές πολιτικο-πολιτιστικές θεωρίες του έχουν, κατά τη γνώμη μου, σε μεγάλο βαθμό ξεπεραστεί ή και αφομοιωθεί από τη mainstream κουλτούρα σε βαθμό που δεν αναγνωρίζονται. Παραμένουν, ωστόσο, γοητευτικές όταν τις μεταφράζει κανείς με πιο ελεύθερο και δημιουργικό τρόπο, κάτι που πια γίνεται παγκοσμίως και θα προσπαθήσω κι εγώ να κάνω στην παράσταση της Λυρικής. Φυσικά, ο Μπρέχτ παραμένει πάντα μέγας συγγραφέας και θεατράνθρωπος, ιδίως στην τελευταία, πιο σύνθετη δημιουργική του περίοδο. Και η συνύπαρξή του με τον Κουρτ Βάιλ αυτόματα «μαλακώνει» και καθιστά πιο ελκυστικές τις όποιες υπέρμετρα σκληρές γωνίες του, ενώ του προσδίδει επιπρόσθετο βάθος και διαστάσεις.

— Έχετε πει πως συχνά στις σκηνοθεσίες σας υπάρχει μια μεταφορά. Σε αυτήν τη δουλειά πού θα τη συναντήσουμε;
Χωρίς να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες –μου αρέσει να αφήνω τον θεατή να διεισδύει αυτεξούσια στα νοήματα των παραστάσεών μου–, θα πω μόνο πως στην προκειμένη περίπτωση το έργο το ίδιο είναι η μεταφορά. Μια μεταφορά για την καταστροφική και αυτοκαταστροφική ενέργεια του καπιταλισμού και την εγγενή ουτοπία του αμερικανικού ονείρου.

— Ποιο είναι το κυρίαρχο συναίσθημα σε ένα έργο που σχολιάζει τις πιο ταπεινές μας πλευρές;
Συνεχείς εναλλαγές συναισθημάτων αποτρέπουν την κυριάρχηση ενός. Μπροστά μας παρελαύνουν για να διαλέξουμε πού θα βρούμε καταφύγιο η απόλαυση, η ευφορία, ο ζόφος, η έκπληξη, η συγκίνηση, η αγωνία, ο θυμός, το γέλιο, η διανοητική και ψυχική διέγερση, ίσως και πολλά άλλα που δεν μπορώ καν να προβλέψω.

— Τι είναι για σας χειρότερο; Η λύσσα για την κατάκτηση της εξουσίας με κάθε μέσο ή η πλάνη εκείνου που ονειρεύεται επίγειους παραδείσους;
Ασφαλώς το πρώτο. Το δεύτερο, παρόλο που μπορεί μακροπρόθεσμα να αποδειχθεί πιο επώδυνο γι’ αυτόν που ονερεύεται, δεν είναι ούτε κατά διάνοια τόσο επικίνδυνο όσο το πρώτο.

— Ποιον από τους δύο χαρακτήρες συναντάτε συχνότερα;
Στην προσωπική και επαγγελματική μου ζωή τον δεύτερο χαρακτήρα. Στην κοινωνική και πολιτική ζωή που με περιβάλλει, μακράν τον πρώτο – όπως, νομίζω, όλοι μας.

— Η μουσική σε ένα τέτοιο έργο πολλαπλασιάζει ή λειαίνει τις αιχμές;
Άλλοτε το πρώτο, άλλοτε το δεύτερο. Σίγουρα βοηθάει να περάσει πιο έμμεσα και ψυχαγωγικά το περιεχόμενο του Μπρεχτ, που είναι πάντα αιχμηρό. Στο Μαχαγκόννυ, το κορυφαίο, κατά τη γνώμη μου, προϊόν της συνεργασίας των δύο γιγάντων, η μουσική είναι το μαγικό κλειδί ώστε ο θεατής-ακροατής να πετάξει από το κάθισμά του πάνω από την ορχήστρα και μέσα στη σκηνή, μαζί με τους μουσικούς, τους τραγουδιστές και τους ηθοποιούς, σε μια πτήση απόλυτης μέθεξης.

— Τι ήταν αυτό που έκανε τόσο δημιουργική τη συνεργασία αυτών των δύο γιγάντων, όπως λέτε;
Κυρίως η παθολογική αγάπη τους για το κοινό όραμα, ένα θέατρο απαλλαγμένο από τη «δουλεία» του ψυχολογικού ρεαλισμού. Και, βέβαια, ο τεράστιος σεβασμός που είχαν ο ένας για τον άλλον. Προφανώς, είχαν και τις συγκρούσεις τους. Για παράδειγμα, στο ίδιο το Μαχαγκόννυ κάποια στιγμή ο Μπρεχτ θεώρησε ότι η μουσική είχε αυτονομηθεί πάρα πολύ και είχε κατά κάποιον τρόπο πάρει το πάνω χέρι, οπότε εκείνος αποστασιοποιήθηκε. Αλλά σε γενικές γραμμές οι δυο τους ανέπνεαν μαζί και η δουλειά του ενός αναδείκνυε τη δουλειά του άλλου.

— Η εποχή της Βαϊμάρης και όσα μας κληροδότησε έχει ποικιλοτρόπως χρησιμοποιηθεί στις μέρες μας, συχνά δε μέχρι γραφικότητας. Γιατί επιστρέφουμε σε αυτήν;
Το Μαχαγκόννυ δεν έχει οφθαλμοφανείς αναφορές στην εποχή του, μόνο έμμεσες. Είναι ένα προφητικό έργο, όπως και το Μετρόπολις του Φριτς Λανγκ, που είναι η πιο σημαντική πηγή έμπνευσης για μένα στην παράσταση. Άλλωστε, τα δύο έργα γεννιούνται σχεδόν ακριβώς την ίδια εποχή. Αυτό είναι που με γοητεύει πάνω απ’ όλα στο Μαχαγκόννυ, το ότι μιλάει για το μέλλον όλων μας με έναν αληθινά συγκλονιστικό και ιδιαίτερα ψυχαγωγικό τρόπο. Προοικονομεί ακόμα και το Τείχος του Βερολίνου, το πριν και το μετά την κατεδάφισή του, μέχρι και στο τέλος της ανθρωπότητας αναφέρεται, σε ένα μεγαλειώδες, μουσικά και κειμενικά, δυστοπικό, μελλοντολογικό φινάλε.

— Το έργο περιγράφει την άνοδο και την πτώση μιας πόλης του κέρδους και των ηδονών. H ελληνική κοινωνία από τι έχει υποφέρει περισσότερο;
Από το να καθρεφτίζεται σε πολιτικά και κοινωνικά πρότυπα ναρκισσιστικά, εγωμανή, ανασφαλή, χαμηλού επιπέδου και ανειλικρινή.

H άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ
Κουρτ Βάιλ / Μπέρτολτ Μπρεχτ

12, 14, 19, 21, 23, 25 Απριλίου 2024
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής - ΚΠΙΣΝ
Ώρα έναρξης: 19:30 (Κυριακή: 18:30)

Μουσική διεύθυνση: Μίλτος Λογιάδης
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Συνεργάτιδα σκηνοθέτρια: ΄Εμιλυ Λουίζου
Δραματουργός: Έρι Κύργια
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Ράινχαρτ Τράουπ
Βίντεο: Παντελής Μάκκας
Διεύθυνση χορωδίας:Αγαθάγγελος Γεωργακάτος

Λεοκάντια Μπέγκμπικ
Άννα Αγάθωνος
Φάττυ
Χρήστος Κεχρής
Μωυσής Τριάδας
Τάσος Αποστόλου
Τζέννυ Χιλ
Μαρισία Παπαλεξίου
Τζίμμυ Μάχονυ
Βασίλης Καβάγιας
Τζακ
Γιάννης Καλύβας
Μπιλ
Χάρης Ανδριανός
Τζο
Γιάννης Γιαννίσης
Τόμπυ
Γιάννης Καλύβας
6 Κορίτσια
Μαρία Μητσοπούλου, Ήρα Ζέρβα, Λιουντμίλα Μπονταρένκο, Αντωνία Δεσπούλη, Μπαρούνκα Πράιζινγκερ, Μάγδα Τζαβέλλα

Με την Ορχήστρα και τη Χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Μέγας δωρητής ΕΛΣ: Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ)

www.nationalopera.gr

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

 
Θέατρο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ