Αν είσαι ειδικός, πιθανόν να έχεις κάποια στάνταρ για να χαρακτηρίσεις μια παράσταση ως «καλή». Για σένα που δεν είσαι, μια παράσταση είναι καλή αν φεύγοντας σε στείλει στο βιβλιοπωλείο να αγοράσεις ό,τι βιβλίο βρεις από τον συγγραφέα της, αν σε κάνει να ψάχνεις στο google πράγματα που δεν ξέρεις μέχρι τις τέσσερις το πρωί, αν την κουβαλάς μαζί σου για μέρες και την συζητάς ξανά και ξανά, αν αισθάνεσαι ότι πρέπει να γράψεις για αυτή. Μια παράσταση είναι καλή αν σε ξαφνιάσει ευχάριστα, αν την παρακολουθήσεις χωρίς να βγάλεις άχνα, αν απολαύσεις κάθε της λεπτό και όταν τελειώσει θέλεις κι άλλο. Αν είσαι σίγουρος ότι κάτι ξεχωριστό συμβαίνει μπροστά σου και βλέπεις ότι και οι άλλοι γύρω σου μοιράζονται την ίδια αίσθηση.
«Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης» είναι μια μικρή παράσταση, -μικρή σε διάρκεια και μικρή σε παραγωγή-, φτιαγμένη σχεδόν με μηδενικό budget, με έναν μόνο ηθοποιό στη σκηνή, σε μικρό χώρο και για λίγα άτομα, που πέρασε μάλλον απαρατήρητη. Παίχτηκε μόνο για τρεις βραδιές στο Hood, τον χώρο των Bijoux de Kant στην Αθηνάς και την είδαν ελάχιστοι τυχεροί, αλλά ήταν η καλύτερη παράσταση που είδα αυτή τη σεζόν – σε μια χρονιά που δεν είχε και πολλές εκπλήξεις και που ήταν μετρημένες στα δάχτυλα τους ενός χεριού οι παραστάσεις που άντεξα να δω μέχρι το τέλος.
«Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης» είναι μια μικρή παράσταση αλλά τεράστια σε συναισθήματα, σπουδαία για τη συγκίνηση που δημιουργεί – η οποία κάποιες στιγμές γίνεται ανατριχίλα-, ένα θαύμα δραματουργίας χωρίς καθόλου εντυπωσιασμούς και φανφάρες, με έναν Αντώνη Γκρίτση στην καλύτερη στιγμή του μέχρι τώρα, εξαιρετικό, παρόλο που σχεδόν επαναλάμβανε αυτό που έκανε λίγους μήνες πριν στις «Ωδές του Πρίγκιπα».
Ο χώρος που παίχτηκε θύμιζε πάλκο λαϊκού κέντρου, με πολύχρωμες λάμπες στον τοίχο και πολλές φωτογραφίες κολλημένες πάνω του. Ατμόσφαιρα μυσταγωγική. Κάθεσαι στα σκοτεινά και μόλις συνηθίσεις στο λιγοστό φως προσέχεις ότι είναι φωτογραφίες γυμνών ανδρών σε στύση (από το βιβλίο «Τα Ελληνικά Αγάλματα» με φωτογραφίες γυμνών φαντάρων των '50s και '60s που είχε βγάλει ο Θάνος Βελλούδιος, οι οποίες κυκλοφόρησαν σε δύο βιβλία από την Οδό Πανός το Δεκέμβριο του 1992). Ξαφνικά, αρχίζει να παίζει ένα τραγούδι της Σωτηρίας Μπέλλου και ο χώρος αρχίζει να θυμίζει το Χάραμα όπως το είχα στο μυαλό μου ως παιδί (μία από τις χειρότερες εμπειρίες της ζωής μου: μια εφιαλτική χοροεσπερίδα με τον Τσιτσάνη και την Μπέλλου –χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να μπορέσω να τους ακούσω και πολύ περισσότερα για να τους εκτιμήσω).
«Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης» είναι μια μικρή παράσταση αλλά τεράστια σε συναισθήματα, σπουδαία για τη συγκίνηση που δημιουργεί – η οποία κάποιες στιγμές γίνεται ανατριχίλα
«Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης» είναι μια παράσταση για δύο ποιητές, -«καταραμένοι» και οι δύο, από τους καλύτερους της γενιάς τους, που ακόμα δεν έχουν εκτιμηθεί όσο τους αξίζει. Ξεκινάει με ένα ποίημα του Λαπαθιώτη και μετά ακούγεται ολόκληρο το δοκίμιο του Γιώργου Ιωάννου για τον γείτονά του (τον Λαπαθιώτη) που «ζωντανεύει» ο Αντώνης Γκρίτσης με τη φωνή του Ιωάννου, με τέτοια ομοιότητα που στην αρχή νομίζεις ότι είναι playback και ακούγεται ηχογραφημένη η φωνή του.
«Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης δεν υπήρξε, βέβαια, γείτονάς μου την εποχή που ζούσε. Αυτό έγινε – δηλαδή «έγινε» – πολύ αργότερα, όταν εγώ πήρα των ομματιών μου και εγκαταστάθηκα οριστικά στην Αθήνα και μάλιστα, χωρίς να το καταλάβω, πάνω σ' αυτά τα ίδια χώματα με τα ίχνη από τα πατήματα και τα παραπατήματά του. Θεωρητικά, θα μπορούσαμε να είμαστε στην ίδια γειτονιά επί δεκάξι χρόνια, εφόσον τόσο ήμουν εγώ, όταν αυτός, πενηνταπεντάρης πια, αυτοκτόνησε στις 8 Ιανουαρίου 1944, μέσα σ' αυτό το πατρικό του σπίτι της οδού Κουντουριώτου – Κουντουριώτου και Οικονόμου – στα Εξάρχεια, απ' όπου περνώ πολλές φορές τη μέρα και πάντοτε τον μνημονεύω. Δεν μπορούσα, λοιπόν, να λείψω από αυτό το δημόσιο σαραντάχρονο μνημόσυνό του.
Φοβούμαι πως αν καθόμασταν από τότε κοντά, θα τον θυμόμουν τώρα μόνο στα τελευταία του, απάνω στη μεγάλη καταρράκωση και τον παρατημό του, γιατί όταν είναι κανένας πολύ μικρός, δεν ξέρει να προσέξει, ενώ όταν είναι έφηβος, ξαφνικά ανακαλύπτει τα πάντα, ιδίως τα παράξενα φαινόμενα, και εύκολα ερεθίζεται η φαντασία του. Θα τον θυμόμουν, λοιπόν, κι εγώ στα τελευταία του, όπως κυρίως τον θυμούνται ακόμη μερικοί σ' αυτή τη γειτονιά. Πάντως, από αυτό το σπίτι, όπου κατοικώ τώρα, της οδού Δεληγιάννη 3, δεν θα ήταν δυνατό να γειτονεύω μαζί του, γιατί τότε βρισκόταν στο χώρο αυτό η ξακουστή ταβέρνα του Γιώργη του Μιχαλάκου του κουλού, απ' όπου ο Λαπαθιώτης περνούσε συχνά, για να πιει κρασί με την παρέα του ή να δεχτεί κανένα ευγενικό κέρασμα, στα τελευταία του, όταν είχε πια καταπέσει. «Για τον ποιητή!».
Θα υπήρχε, λοιπόν, κάποια άλλη οπτική γωνία, κάποια διαφορετική σχέση και συνάφεια ή μάλλον δεν θα υπήρχε και πάλι τίποτα, μα θα ήταν πάντα, αυτό, που είναι και τώρα: ο Λαπαθιώτης να διαγράφει τα τελευταία στάδια του κύκλου του σ' αυτή τη γειτονιά, κι εγώ δεκάξι χρονών έφηβος στη Θεσσαλονίκη, τρομοκρατημένος και τσαλαπατημένος, ζώντας μέσα στον εφιάλτη της Κατοχής και της άλλης καταπίεσης, να διαβάζω ό, τι έβρισκα μπροστά μου από τα κείμενά του, είτε σε παλιούς τόμους του «οικογενειακού» περιοδικού «Μπουκέτο», είτε στα τεύχη του περιοδικού της Εγκυκλοπαίδειας του «Πυρσού». Και βέβαια, όχι μονάχα Λαπαθιώτη, αλλά όλο το σύμπλεγμα.
Μόνον ανίδεοι και ξιπασμένοι μπορούν σήμερα να λένε πως ο Λαπαθιώτης ήταν ένας μέτριος ή και ασήμαντος ποιητής του μεσοπολέμου, κι αυτό γιατί δεν μπορούν να δουν άλλο τίποτε παρά μονάχα τα ποιήματά του, και μάλιστα αυτά τα δημοσιεύσιμα, ενώ ο Λαπαθιώτης ήταν ένας δυνατός αισθησιακός ποιητής και προπαντός μια πνευματική προσωπικότητα. Η ποίηση του Λαπαθιώτη βρίσκεται στα ανέκδοτα τολμηρά ποιήματά του».
―Απόσπασμα από το δοκίμιο του Γιώργου Ιωάννου «Ο γείτονάς μου ο Λαπαθιώτης», Πρώτη δημοσίευση: Η λέξη, Μάρτης-Απρίλης '84. Τεύχος 33. Ναπολέων Λαπαθιώτης, Αφιέρωμα, σελ. 204-216. Το 1985 συμπεριλήφθηκε στην συλλογή με τα δοκίμια «Ο της φύσεως έρως, Παπαδιαμάντης, Καβάφης, Λαπαθιώτης», Εκδόσεις Κέδρος).
Αν σου περιγράψει κάποιος αυτό που θα δεις μπορεί και να τρομάξεις (ποίηση, ένα δοκίμιο επί σκηνής), το πιο πιθανό είναι να το συνδυάσεις με κάτι βαρετό και με πλήξη, κι η αλήθεια είναι ότι οι πιθανότητες (με τόσα που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια) προς τα κει γέρνουν. Και όμως. «Ο γείτονάς μου Ναπολέων Λαπαθιώτης» δεν έχει καμία σχέση με αυτό που φαντάζεσαι. Είναι τόσο μετρημένη παράσταση που δεν γίνεται ούτε για μια στιγμή βαρετή, αντιθέτως, είναι μια παράσταση πλημμυρισμένη από συναίσθημα, χωρίς μελοδραματισμούς, τόσο όσο πρέπει. Και ο Αντώνης Γκρίτσης έχει δημιουργήσει έναν Ιωάννου που σε προκαλεί να τον ψάξεις και να τον γνωρίσεις, καθόλου καρικατούρα, καθόλου γραφικό, μια φιγούρα που κυριαρχεί στο χώρο και σε αναγκάζει να ακούσεις κάθε λέξη που βγαίνει από το στόμα του. Χαμηλών τόνων, αλλά με συνεχείς εκρήξεις συγκίνησης.
Μια σπουδαία παράσταση. Μακάρι να την ξαναπαίξουν με τη νέα σεζόν.
σχόλια