Οι παραστάσεις της Στέγης εντυπωσιάζουν κοινό και κριτικούς στο Άμστερνταμ

Η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση στο Άμστερνταμ Facebook Twitter
Οι συντελεστές της «Νέκυιας» έξω από το εντυπωσιακό θέατρο Huis van het Nederlandse στην καρδιά του Άμστερνταμ. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος
0

Δεν είναι μόνο το παιχνίδι ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι το οποίο ανέκαθεν έπαιζαν αριστοτεχνικά οι Ολλανδοί ζωγράφοι, ούτε καν η εμμονική τους αγάπη για οτιδήποτε μπορεί να ξεφεύγει από τους αυστηρούς κανόνες του Βορρά που έφεραν μέχρι το Άμστερνταμ τον διαφορετικό αέρα που φυσάει στη θεατρική σκηνή της Στέγης: είναι οι προκλήσεις πέρα και έξω από τα όρια του φύλου στον «Σεισμό» του Βασίλη Βηλαρά, ο μοναδικά αλλόκοτος τρόπος και η άγρια τρυφερότητα της καβαφικής Σίστερ Σιλβέστερ στην «Constantinopoliad», το ξεχαρβάλωμα κάθε ασφαλούς ταυτότητας στο «Σπίτι» του Δημήτρη Καραντζά, η καταβύθιση στα αρχέγονα όνειρα και στον Άδη στη ροκ, υποβλητική ανάγνωση της «Νέκυιας» του Γιάννη Αγγελάκα − όλα αυτά που όχι μόνο έγιναν αντικείμενο συζήτησης, αλλά και έστρεψαν έντονα το διαρκώς φιλοπερίεργο βλέμμα των Ολλανδών στην Ελλάδα.

Η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση δεν επιλέχθηκε τυχαία από το Διεθνές Φεστιβάλ Brandhaarden του Άμστερνταμ ως ο βασικός πυρήνας των παραστάσεων που για δέκα ημέρες ανεβαίνουν στο εντυπωσιακό θέατρο Huis van het Nederlandse στην καρδιά της ολλανδικής πρωτεύουσας. Σε μια από τις πιο όμορφες πλατείες του κέντρου, σε αυτό το πανέμορφο θέατρο του 17ου αιώνα με τα επιβλητικά ταβάνια και την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, ανέβηκαν παραστάσεις της Στέγης που οι Ολλανδοί θεώρησαν ότι μπορεί να αποτελέσουν μέρος της ευρύτερης καλλιτεχνικής συζήτησης για τις ανοιχτές ταυτότητες και επιρροές που τους συνδέουν με τον ελληνικό κόσμο και τα καλλιτεχνικά του όνειρα. 

Ξέροντας μάλιστα τι έχει περάσει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, οι Ολλανδοί δείχνουν περίεργοι να δουν πώς μέσα από αυτές τις παραστάσεις διαμορφώνεται η σύγχρονη καλλιτεχνική σκηνή μιας χώρας που δεν θα μπορούσε, εκ των πραγμάτων, να είναι αδιάφορη σε όλα όσα συνέβησαν.

Το ευτυχές είναι ότι το κοινό ανταποκρίθηκε με θέρμη στο κάλεσμα και έδειξε όσο μπορούσε την ανταπόκρισή του: οι πάντοτε εγκρατείς Ολλανδοί δεν μπορούσαν, για παράδειγμα, να κρύψουν τον ενθουσιασμό τους, χειροκροτώντας όρθιοι για ώρα τους συντελεστές της παράστασης «Σπίτι» του Δημήτρη Καραντζά, σπεύδοντας αμέσως μετά να του κάνουν ερωτήσεις, ενώ έμειναν με στοχαστικό τρόπο σιωπηλοί στα υποβλητικά λόγια της ομηρικής «Νέκυιας», αρθρωμένα με τον μεστό λόγο του Οδυσσέα-Αγγελάκα στην ομώνυμη παράσταση.

Ακόμα και ο Καβάφης απέκτησε το δικό του μοντέρνο ηχόχρωμα μέσα από τα πολλαπλά αφηγηματικά μέσα της Σίστερ Σιλβέστερ, και όλα αυτά μπλέχτηκαν αρμονικά μέσα από στίχους, μουσικές, ξεσπάσματα, φωνές −εσωτερικές και εξωτερικές− σε έναν κόσμο που ξεπερνά και σίγουρα υπερβαίνει τα όρια του θεάτρου και γίνεται ένα με τον κόσμο και τις αγωνίες του.

Η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση στο Άμστερνταμ Facebook Twitter
Νέκυια. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Άλλωστε, δεν μιλάμε για απλές καλλιτεχνικές παραστάσεις, ούτε καν ένα ακόμα έργο που ανέβηκε σε ένα σπουδαίο θέατρο της Ολλανδίας μεταφερμένο από την Ελλάδα, αλλά για μια ζωντανή εξερεύνηση της ταυτότητάς μας πέρα και μέσα από καλλιτεχνικά όρια, του τρόπου που συνομιλούμε με τους δίπλα μας και με όσους επιμένει η κοινωνία να κρύβει, που αναμοχλεύουμε και αναδημιουργούμε τον ασυνείδητο κόσμο της ποίησης, που καλούμε ως μοντέρνοι τροβαδούροι, ακολουθώντας το ομηρικό παράδειγμα του Αγγελάκα και το καβαφικό της Σιλβέστερ, τη μούσα να ξαναπαρουσιαστεί μπροστά μας. Έξω, μάλιστα, από τα κλειστά αθηναϊκά σύνορα αυτό το κάλεσμα ακούγεται ακόμα πιο δυνατό και αυτό το ταξίδι πιο γοητευτικό − σαν να φέρνει και πάλι κοντά σου τον πολυμήχανο Οδυσσέα που γύρισε όλες τις πόλεις και απέκτησε σύνεση και μυαλό μέσα από αυτή την περιπλάνηση αλλά και τις φασματικές μορφές του Ελπήνορα, τους Ρομά νομάδες των Τσινικόρη και Αζά, μέχρι και τις διαλυμένες ψυχές που στοιχειώνουν τα ρεμπέτικα μοιρολόγια της Κιτσοπούλου (όταν φεύγαμε, όλοι περίμεναν την άφιξή της).

Ίσως, μάλιστα, οι συγκεκριμένες παραγωγές να μην είχαν κανένα νόημα αν δεν έθιγαν όλα αυτά τα υπαρξιακά θέματα και δεν τα παρέδιδαν για στοχασμό και συζήτηση στον κόσμο, έξω στην πόλη, σαν το παράθυρο που αφήνει ανοιχτό ο Καραντζάς στο «Σπίτι» για να φανούν όλες οι συγκρούσεις, αναποδογυρίζοντας την έννοια του μέσω και του έξω, αν δεν συνομιλούσαν με όλο αυτό τον κόσμο που κινείται γύρω από το θέατρο στο κέντρο του Άμστερνταμ: νεαροί με βαμμένα πολύχρωμα μαλλιά, τρελοί ποδηλάτες (όχι, δεν είναι ρομαντικοί, αλλά ενίοτε σκορπούν τον τρόμο), (πρώην;) ρέμπελοι τυχοδιώκτες, στωικοί ντόπιοι και καθημερινός κόσμος που προβληματίζεται για όλες τις αλλαγές που συμβαίνουν στον κόσμο. 

Ξέροντας μάλιστα τι έχει περάσει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, οι Ολλανδοί δείχνουν περίεργοι να δουν πώς μέσα από αυτές τις παραστάσεις διαμορφώνεται η σύγχρονη καλλιτεχνική σκηνή μιας χώρας που δεν θα μπορούσε, εκ των πραγμάτων, να είναι αδιάφορη σε όλα όσα συνέβησαν.

«Για εμάς είναι η μεγάλη ευκαιρία να δείξουμε σπουδαίους καλλιτέχνες από μια χώρα που την περασμένη δεκαετία έχει παρουσιάσει πολύ έντονο ενδιαφέρον στο θέατρο, τον χορό και τη μουσική» μας λέει χαρακτηριστικά ο Ντάνιελ Κιφτ, υπεύθυνος προγράμματος του Φεστιβάλ Brandhaarden στο Διεθνές Θέατρο του Άμστερνταμ. «Ειδικά το Ίδρυμα Ωνάση, που αποτελεί τον πυρήνα του φετινού φεστιβάλ, αλλά και το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας με το “Goodbye, Lindita” λειτουργούν απόλυτα ώστε να προβάλλουν μια γενική οπτική πάνω στο τι σημαίνει σύγχρονη καλλιτεχνική σκηνή στην Ελλάδα. Σε αρκετές περιπτώσεις, μάλιστα, μιλάμε για καλλιτέχνες που παρακολουθούμε εδώ και καιρό και άρα θεωρούμε ότι σίγουρα θα ενδιαφέρουν το ολλανδικό κοινό: το καλό είναι ότι στην περίπτωση Ωνάση μιλάμε για μια συνάντηση Ελλήνων με ανθρώπους από άλλες κοινωνικές περιοχές και μειονότητες, γεγονός που καθιστά τα έργα αυτά ακόμα πιο ενδιαφέροντα». 

Η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση στο Άμστερνταμ Facebook Twitter
Romaland. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Εξηγώντας τι είναι αυτό που έκανε τους υπεύθυνους του θεάτρου να επιλέξουν τη σύμπραξη με το Ίδρυμα Ωνάση για το φετινό τους πρόγραμμα, ο Κιφτ μας απαντά ότι είναι η κοινή αισθητική που συνειδητοποιούν ότι έχουν με τη Στέγη αλλά και η δική τους προσωπική επιλογή, καθώς έτυχε να δουν από κοντά τις παραστάσεις που τελικά αποτέλεσαν τη ραχοκοκκαλιά του προγράμματος: ο ίδιος μας περιγράφει με ενθουσιασμό τη συγκίνηση που ένιωσε στην τελευταία βραδιά του «Romaland» στην Αθήνα, όπου οι ερασιτέχνες ηθοποιοί της παράστασης έκλαιγαν επί σκηνής, ξέροντας ότι αυτό το έργο ήταν η μοναδική τους ευκαιρία να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό, καθώς κάποιοι από αυτούς δεν είχαν καν βγει από τα όρια του οικισμού τους.

«Ήταν συναρπαστικό για εμάς κάποιοι από τους ηθοποιούς να μας λένε ότι δεν έχουν καν μπει σε αεροπλάνο και ότι βγαίνουν για πρώτη φορά έξω από τη χώρα. Ήταν άλλο ένα στοίχημα που έπρεπε να κερδίσουμε» ομολογεί με ενθουσιασμό, θεωρώντας ότι τελικά αυτές οι παραστάσεις ξεπερνούν τα όρια ενός καλλιτεχνικού έργου και «ανοίγουν απευθείας διάλογο με την κοινωνία και τα κρίσιμα αυτά θέματα. Ακόμα και η “Νέκυια” μπορεί να συνομιλεί με τους αρχαίους μύθους, αλλά το κάνει με έναν σύγχρονο και μοντέρνο τρόπο που είναι πολύ σημαντικός. Οπότε για εμάς αυτή η ισορροπία που επιτυγχάνεται ανάμεσα στους νέους δημιουργούς και τους ήδη καταξιωμένους, οι οποίοι συναντιούνται σε αυτές τις παραστάσεις, λέει πολλά» καταλήγει.

Επίσης, μας εξηγεί ότι ακόμα και οι χώροι του θεάτρου μεταμορφώνονται διαρκώς για αυτόν το σκοπό: εκτός από τις κεντρικές σκηνές, υπάρχουν αίθουσες που γίνονται τόποι κοινωνικής επαφής και προβληματισμού και παραδίνονται στο κοινό ως ελεύθερα σημεία ανοιχτής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Για παράδειγμα, το «Τhe dancing riot parade» των Callas καταλαμβάνει τον χώρο του Βιβλιοπωλείου, που πλέον θα παρουσιάζει έργα τέχνης και δράσεις δωρεάν για το κοινό του Άμστερνταμ. Με αυτό τον τρόπο το θέατρο ανοίγει ακόμα περισσότερο στην πόλη και έτσι συναντά το πρόγραμμα «Εξωστρέφεια» της Στέγης, που έχει ήδη προλάβει να στείλει 90 παραγωγές έξω από τη χώρα, σε περισσότερους από 120 προορισμούς. 

Η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση στο Άμστερνταμ Facebook Twitter
Οι συντελεστές της παράστασης «Το Σπίτι». Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Ίσως γι’ αυτό έχει κανείς την αίσθηση ότι ο υποβλητικός μονόλογος από το «Σπίτι», ενός μοναχικού Αθηναίου που αναζητά τη θέση του σε ένα σύμπαν που καταρρέει, εκτεθειμένος και σχεδόν γυμνός, όπως ήμασταν εμείς όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης στα μάτια των Ευρωπαίων, ακούγεται διαφορετικά στην καρδιά αυτής της πόλης, που ήξερε καλά τι σήμαιναν για εμάς τρόικα και μνημόνια. Οι Αθηναίοι δεν έγιναν ποτέ Έκνταλ, όπως λέει με τον δικό του μοναδικό τρόπο ο εξαίσιος πρωταγωνιστής-κάτοικος του «Σπιτιού», Φιντέλ Ταλαμπούκας, στη σκηνή του θεάτρου Huis van het Nederlandse, μιλώντας για τα άπιαστα χρόνια της κρίσης, για το τραύμα που ρήμαξε τους τοίχους και τις ψυχές.

Ακούω την ανάσα των διπλανών μου Ολλανδών και νιώθω σαν να μετέχω σε μια τελετή μνήμης, σαν η τέχνη να μπερδεύει τους περασμένους θυμούς και τα πάντοτε τρομαγμένα βλέμματα. Εξού και ότι η σημαία της Ευρώπης που διπλώνεται με τελετουργικό τρόπο στα χέρια της συγκινητικής Αλεξίας Καλτσίκη μαζί με τα άπλυτα και ματωμένα ασπρόρουχα είναι ένα σύμβολο που δεν χρειάζεται υπέρτιτλους και εξηγήσεις: βιώνεται μαζί με τις αμέτρητες βουβές ιστορίες που ανακύπτουν από το ασυνείδητο αλλά και την κλιμακούμενη οργή που σίγουρα γνωρίζουν οι πάντοτε εξοικειωμένοι με την υπόγεια βία κάτοικοι της πιο ανοιχτής, ίσως, χώρας της Ευρώπης.

Όταν πια οι τοίχοι του «Σπιτιού» του Καραντζά διαλύονται και ξεπροβάλλει, με τη συμβολή της Γκέλυς Καλαμπάκα και του Τάσου Καραχάλιου, το ταμπλό βιβάν της ελληνικής και διεθνούς καταστροφής −από τα Τέμπη μέχρι τη Γάζα−, όλοι ξέρουν ότι τα όρια του μέσα και του έξω, του «εδώ» και του «αλλού», δεν υφίστανται, όσο και αν κάποιοι επιμένουν για το αντίθετο. Έχουν αλλάξει φορά και φόρα.

«Η διαφυγή δεν είναι πλέον δυνατή, ο Καραντζάς μεταφέρει το κρίσιμο μήνυμα, παραδίδοντας θέατρο που αντηχεί πολύ δυνατά», γράφει σχετικά στην ενθουσιασμένη κριτική της με τα πέντε αστέρια η «deVolkskrant». Σάμπως να ξέρει ότι το ελληνικό δράμα είναι το κοινό, ευρωπαϊκό δράμα και σε αυτήν τη συνθήκη είναι που επιμένει το κοινό, ρωτώντας τον σκηνοθέτη Δημήτρη Καραντζά για το ποια είναι η δική του σχέση με το αρχαίο δράμα και αν τον επηρέασε.

«Δομικά μιλώντας, πάντα μιλάμε για την πορεία δυο ανθρώπων που περνάνε από την άγνοια στη γνώση» εξηγεί ο Έλληνας σκηνοθέτης που τόσο αγάπησαν οι Ολλανδοί. «Αυτό ίσως είναι ένα κατάλοιπο. Επειδή έχω ασχοληθεί πολύ με την αρχαία τραγωδία και σε κλειστούς χώρους και στην Επίδαυρο, σίγουρα αυτό που με επηρεάζει και με συγκινεί στην τραγωδία, και ενδεχομένως υπάρχει σε αυτό που κάνω, είναι ότι δεν ακολουθεί ακριβώς μια πλοκή, αλλά στα αλήθεια είναι σαν να βλέπεις περισσότερο τη διαδικασία ενός θέματος σε μετάβαση. Με έναν τρόπο βλέπεις ένα φιλοσοφικό ή ένα πυρηνικό ερώτημα, καθώς και το πώς αυτό μεταβαίνει σε μία άλλη κίνηση χωρίς να δίνει απάντηση. Διότι ευτυχώς η αρχαία ελληνική τραγωδία δεν έχει δώσει ακόμα κάποιες στρατευμένες απαντήσεις». 

Η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση στο Άμστερνταμ Facebook Twitter
Το «Τhe dancing riot parade» των Callas καταλαμβάνει τον χώρο του Βιβλιοπωλείου, που πλέον θα παρουσιάζει έργα τέχνης και δράσεις δωρεάν για το κοινό του Άμστερνταμ. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Και εδώ ακριβώς είναι που υπεισέρχεται η ανοιχτή ανάγνωση του ομηρικού έπους από τον Γιάννη Αγγελάκα, μια αλλόκοτη, ροκ ματιά πάνω στη φιλία, τον έρωτα, την πίστη, τον θάνατο, τα απωθημένα, την προδοσία, όλα αυτά που θίγει το έπος του Ομήρου και χωράνε στις περασμένες ζωές που συναντιούνται στη ραψωδία λ. Δεν μπορεί κανείς να μη σκεφτεί πως μια τόσο μεστή από εμπειρίες πορεία ζωής ενός μονίμως περίεργου ταξιδευτή, όπως ο Οδυσσέας, ταιριάζει με αυτήν του Αγγελάκα, που βρήκε τον δικό του φασματικό τρόπο για να συνομιλήσει με τους ομηρικούς ήρωες. Όχι μόνο τους νεκρούς, αλλά όλους όσοι από αυτούς αποκτούν την καρδιά και το μυαλό ενός θνητού καθώς ξαναβλέπουν, πίνοντας το μαύρο αίμα από τις θυσίες, τα όνειρά τους που βγήκαν όλα πλάνες, τους ανθρώπους που τους πρόδωσαν και τις γυναίκες που αγάπησαν.

Ίσως αυτό τελικά να είναι το πραγματικό σκοτάδι που πλανιέται πάνω από τις νεκρές ψυχές και το οποίο τελικά διακόπτεται από μια μικρή χαραμάδα που αφήνει η σκηνοθετική ματιά του Χρήστου Παπαδόπουλου να πέσει πάνω στη σκηνή − και δεν μπορώ να μη σκεφτώ τη ρωγμή που επιτρέπει στο φως να μπει, θυμίζοντας ότι κάπου τελικά παραμονεύει η ελπίδα. 

Η σωματική σχέση με το κείμενο είναι εμφανής στη φωνή του Αγγελάκα που μοιάζει να βγαίνει κατευθείαν από το σπήλαιο του Άδη και την παραστατική, σχεδόν προφητική αφήγηση της Όλιας Λαζαρίδου που τον συνοδεύει ως ιδανική συνοδοιπόρος. Ένα ντουέτο που απαιτεί από το κοινό ταυτόχρονα σκέψη και ελπίδα, ξεσηκωμό και κατάνυξη: «Για να ‘χουν φως οι νύχτες σας/αυτή ήταν η έννοια μου/τι άλλο να προσθέσω;» λέει ο Αγγελάκας που εκείνη την ώρα μοιάζει να συνομιλεί απευθείας με τον ίδιο τον Όμηρο, κλέβοντας τον ρόλο του. Γιατί αν δεν οικειοποιηθείς τον ρόλο του δημιουργού και αν δεν κλέψεις τη θέση του, δεν καταλαβαίνεις τι σημαίνουν ταυτόχρονα απελπισία και κλέος, όλες αυτές οι ιστορίες που μεταμορφώνονται σε έπος και σε έργο τέχνης.

Γι’ αυτό και κάποια στιγμή με τη συνοδεία της ηλεκτρονικής μουσικής του Coti K, που φτιάχνει ένα ακουστικό σκηνικό μεταμορφώνοντας πολλαπλά την εμπειρία, χάνεις την αίσθηση του πάνω και του κάτω κόσμου, δεν ξέρεις αν αυτό που αντικρίζεις είναι μεταφυσική ή ακραία ρεαλιστική εμπειρία, όνειρο ή παραίσθηση. «Τι είναι πάνω, τι είναι κάτω;» αναρωτιέται η φωνή του Αγγελάκα, επιτρέποντας στον πάνω κόσμο να διαταράξει την ησυχία των νεκρών. Ο κόσμος της ζωής φαίνεται να νικά συντριπτικά μέσα από τον λόγο του περήφανου, ηρωικού Αχιλλέα, ο οποίος παραδέχεται πως θα προτιμούσε κάλλιο να είναι δούλος του χειρότερου και του πιο φτωχού αφέντη του πάνω κόσμου, παρά τιμημένος άρχοντας στον κάτω. «Ο θάνατος δεν θα έχει πια καμία εξουσία» − στο μυαλό έρχονται εύλογα τα ποιητικά έργα του Ντίλαν Τόμας. 

Η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση στο Άμστερνταμ Facebook Twitter
Ο «Σεισμός» του Βασίλη Βηλαρά. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Γι’ αυτό ελάχιστη, ίσως, σημασία θα είχε αν τελικά το φεστιβάλ «Brandhaarden 2024: Onassis» θεωρήθηκε πετυχημένο επειδή κάθε παράσταση ήταν sold out, αν ο κόσμος δεν ένιωθε την ανάγκη να κάνει μια στάση στα σκαλιά του θεάτρου για να ανταλλάξει δυο κουβέντες, να σκεφτεί την παράσταση ακόμα και όταν πάει σπίτι και να ανεβάσει ένα σχόλιο στα κοινωνικά δίκτυα, να αναρωτηθεί τι είναι αυτό τον έκανε να προβληματιστεί εκ νέου για τη στάση του μέσα στο σπίτι του, που δεν ήταν ποτέ ασφαλές καταφύγιο, να δει την οθόνη της ζωής του ανεστραμμένη και να γυρίσει το βλέμμα στην άκρη αυτή ενός παράξενου σύμπαντος που είναι η Ελλάδα, στοιχειωμένη για πάντα από αρχαίους θεούς, σύγχρονα ξόρκια, αφημένα όνειρα και παράξενη ποίηση (αλλά ποίηση).

«Αυτές οι παραγωγές θεάτρου, χορού και μουσικής ενσαρκώνουν ένα όραμα που ξεπερνά τα στενά όρια της ψυχαγωγίας», επισημαίνει στη συνέντευξή της στο όμορφο έντυπο που συνοδεύει το φεστιβάλ η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση. «Πρόκειται για έναν τρόπο ζωής και για μια πολιτιστική στάση που διασαλεύει στερεότυπα, πρωτοστατεί στην προσβασιμότητα και τη συμπερίληψη, πυροδοτεί συζητήσεις και σφυρηλατεί περαιτέρω διασυνδέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές κουλτούρες. Γι’ αυτό και τα έργα αυτά αποτελούν εκφραστικά παραδείγματα που εμπνέουν, ρίχνοντας φως στις σκιές και υπενθυμίζοντάς μας ότι δεν πρέπει να συνηθίζουμε το σκοτάδι. Γιατί τελικά η ζωή πρέπει και οφείλει να νικήσει», καταλήγει, δίνοντας τη σφραγίδα αυτού του φεστιβάλ. Προφανώς δεν υπάρχει κανένα ισχυρότερο μήνυμα από αυτό, αν δεν θες να μιλάς για ένα ακόμα φεστιβάλ αλλά για μια στάση ζωής που θα επιτρέψει να μπει άπλετο φως διαλύοντας το σκοτάδι. Ποιο άλλο είναι το νόημα της τέχνης παρά αυτό;

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Θέατρο / O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο πολυσυζητημένος σκηνοθέτης της τελετής έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, που έγινε διάσημος για τις φιλόδοξες, μεγαλειώδεις παραστάσεις του, πιστεύει απόλυτα στη μαγική δύναμη του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ