Συνάντησα τις προάλλες μια σκηνοθέτιδα η οποία, μιλώντας για τη θεατρική σεζόν, παρομοίασε τη σημερινή κατάσταση στη θεατρική αγορά με την τελευταία φάση του καρκίνου, όταν τα κύτταρα αναπτύσσονται πέρα από κάθε έλεγχο – μετά απ' αυτό το όργιο αναπαραγωγής ο ασθενής καταλήγει.
Μ' έβαλε σε σκέψεις η παρομοίωσή της. Ο υπερβολικός αριθμός παραστάσεων δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Εδώ και χρόνια παρακολουθούμε την άναρχη διεύρυνση της θεατρικής αγοράς, αλλά η πρόβλεψη ότι από μόνη της κάποια στιγμή θα πετύχει την αναγκαία ισορροπία αποδείχθηκε εκτός πραγματικότητας. Όχι μόνο δεν έκλεισαν θέατρα αλλά άνοιξαν νέοι χώροι και ο αριθμός των παραστάσεων συνεχίζει να παρουσιάζει αυξητικές τάσεις.
Όχι πολύ καιρό πριν, πίστευα ότι η στρέβλωση και η δυσαναλογία στον θεατρικό χώρο έχει να κάνει με την αδιαβάθμητη καλλιτεχνική παιδεία, εν προκειμένω των δραματικών σχολών, και την απουσία εκπαιδευτικών κριτηρίων και προγράμματος βάσει των οποίων να λειτουργούν. Ωστόσο, ακόμη κι αν έμπαινε κάποια τάξη, ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός ηθοποιών που βγαίνουν κάθε χρόνο στη θεατρική αγορά δεν θα μειωνόταν. Όπως δεν μειώνονται οι υποψήφιοι για πανεπιστημιακές σπουδές ακόμη και σε σχολές των οποίων οι πτυχιούχοι είναι μελλοντικοί άνεργοι με βούλα.
Εδώ και χρόνια παρακολουθούμε την άναρχη διεύρυνση της θεατρικής αγοράς, αλλά η πρόβλεψη ότι από μόνη της κάποια στιγμή θα πετύχει την αναγκαία ισορροπία αποδείχθηκε εκτός πραγματικότητας. Όχι μόνο δεν έκλεισαν θέατρα αλλά άνοιξαν νέοι χώροι και ο αριθμός των παραστάσεων συνεχίζει να παρουσιάζει αυξητικές τάσεις.
Θεωρίες περί «αυτορρύθμισης της αγοράς» αποδείχθηκαν άκυρες στην πραγματική οικονομία, πώς θα μπορούσαν να ισχύουν σ' έναν χώρο που τα φυσικά χαρακτηριστικά του τις «πετάει» έξω; Ούτε η θεωρία της δυσαναλογίας-υπερπαραγωγής (που εξετάζει τις σχέσεις και τις αναλογίες στους κλάδους παραγωγής ως προς την παραγωγή εμπορευμάτων αλλά και τη ζήτηση στην αγορά) μπορεί να βοηθήσει. Άλλωστε «η δυσαναλογία είναι το συνάδον αποτέλεσμα και όχι η γενική αιτία της υπερσυσσώρευσης».
Σκέφτομαι –και μειδιώ– την απόγνωση του μαρξιστή ή και του νεοφιλελεύθερου οικονομολόγου που θα προσπαθούσε να ερμηνεύσει τα χαρακτηριστικά της αθηναϊκής θεατρικής αγοράς με τα εργαλεία των αντίστοιχων οικονομικών θεωριών. Το καλλιτεχνικό έργο μπορεί να έχει αξία χρήσης, αλλά η ανταλλακτική αξία του δεν υπολογίζεται με βάση τις σχέσεις και τις εξισώσεις των οικονομικών θεωριών. Κι επειδή δεν είναι η συσσώρευση κεφαλαίου και το κέρδος που ορίζει το πώς εξελίσσονται τα πράγματα στο καλλιτεχνικό πεδίο, οι καλλιτέχνες αποδείχθηκαν εντυπωσιακά ανθεκτικοί και ευέλικτοι στις συνέπειες της κρίσης.
Παρ' όλα αυτά, σαν να είχε δίκιο ο γερο-Μαρξ όταν έγραφε το 1844 ότι η προσφορά και ζήτηση δεν είναι σε ισορροπία παρά μόνο σποραδικά, και ότι αυτό είναι νόμος. Και ότι μέσω των κρίσεων επιτυγχάνεται μια προσωρινή ισορροπία, ενώ μια κρίση, ακόμη και σοβαρή, δεν σημαίνει το τέλος του συστήματος που την παράγει. Βάσει αυτών, τα προβληματικά φαινόμενα στο θέατρο δεν είναι απότοκα της εν εξελίξει κρίσης αλλά αποδεικτικά μιας σταθερά άναρχης συνθήκης που δεν πρόκειται να αρχίσει να λειτουργεί με τάξη και αρμονικές σχέσεις ανάμεσα στους «συμβαλλομένους».
Απλώς η γενική οικονομική κρίση εντείνει τις αντιθέσεις και οδηγεί σε νέες και όχι τόσο νέες «λύσεις». Έτσι, τώρα που πολλοί εργαζόμενοι αναγκάζονται να εργάζονται υποαμειβόμενοι, μοιάζει φυσιολογικό οι αμοιβές των ηθοποιών (και των άλλων συντελεστών) των μικρών ομάδων να συμφωνούνται εκ των ενόντων, βάσει των εισπράξεων κάθε μέρας. Μιλάμε, βέβαια, για ανασφάλιστη εργασία σε ένα μεγάλο ποσοστό αλλά, ως γνωστόν, οι καλλιτέχνες είναι τζιτζίκια, όχι μυρμήγκια. (Γράφω και νιώθω ότι ούτε να αστειευτώ μπορώ, ούτε να ειρωνευτώ. Θα ευγνωμονώ όποιον απαντήσει, σοβαρά και συγκροτημένα, στο ερώτημα ποιος είναι ο «εχθρός» – και πώς αντιμετωπίζεται.)
Μ' αυτά και μ' εκείνα, μεγεθύνεται ο ρόλος, και το μερίδιο στην αγορά, των μεγάλων οργανισμών – αυτών που χρηματοδοτούνται από την πολιτεία (π.χ. το Εθνικό Θέατρο) ή από ιδιωτικό φορέα (π.χ. η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση). Όχι μόνο γιατί είναι σε θέση να έχουν ένα πρόγραμμα πολλαπλών προτάσεων αλλά και γιατί ό,τι παρουσιάζουν, ασχέτως της τελικής αποτίμησης του καλλιτεχνικού έργου, είναι ενός επιπέδου και πάνω.
Νέες ιδέες και λύσεις
Η κρίση έχει οδηγήσει σε άνθηση της ευρηματικότητας, ειδικά ως προς τις συνεργασίες και τις συμπαραγωγές διαφορετικών οργανισμών, όπως, καλή ώρα, η συνεργασία του Εθνικού Θεάτρου με το Μουσείο Μπενάκη. Συγκεκριμένα, αντικείμενα του μουσείου στην οδό Κουμπάρη γίνονται αφορμή για τέσσερις συνολικά θεατρικές δράσεις στον χώρο του, κάθε Τρίτη από τις 8 Νοεμβρίου έως τις 28 Μαρτίου. Η πρώτη παράσταση έχει τίτλο Νεοπτολέμου Μύησις και σχολιάζει τη σκηνή που κοσμεί ένα αττικό ερυθρόμορφο αγγείο των μέσων του 5ου αιώνα π.Χ. μέσω του Φιλοκτήτη του Σοφοκλή. Αργότερα, ένα πολύπτυχο κεντητό φουστάνι από την Κρήτη του 17ου αιώνα θα γίνει αφορμή για μια θεατρική δράση με υλικό από την Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτση και ούτω καθεξής. Θα προηγείται σύντομη παρουσίαση του εκάστοτε εκθέματος από τον αρμόδιο επιμελητή της συλλογής, έτσι ώστε να γίνεται ομαλά η μετάβαση από τη θεματολογία του αντικειμένου στον δραματοποιημένο λόγο.
Η ιδέα είναι πολύ καλή και από δύο προηγούμενες παραστάσεις στο Μουσείο Μπενάκη (του Γρηγόρη Χατζάκη και του Κωνσταντίνου Ντέλλα) διαπιστώσαμε πόσο καλά λειτουργεί ο μουσειακός χώρος ως χώρος παράστασης. Εδώ αξιοποιείται υπάρχον «κεφάλαιο» με ζητούμενο την κίνηση των δημιουργικών δυνάμεων και την κυκλοφορία ανθρώπων στους χώρους – μέσω προτάσεων μεικτού ενδιαφέροντος προσελκύεται κοινό και στο Μπενάκη και στο Εθνικό.
Κάπως πρέπει να αντιμετωπίσουν οι καλλιτεχνικοί οργανισμοί την υποχρηματοδότησή τους από την πολιτεία και οι ιδέες δεν λείπουν. Έτσι, π.χ., η Καμεράτα - Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, μετά τις επιτυχημένες παραστάσεις μιούζικαλ που παρουσίασε στο Φεστιβάλ Αθηνών 2015 και 2016, θα ανεβάσει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά οπερέτα για παιδιά (το έργο του Γκούσταβ Χολστ Η ιδέα, ένα δίπρακτο κωμικό μουσικοθεατρικό έργο του 1896, τις Κυριακές 19/11, 14/1, 11/2, 18/3), διεκδικώντας χώρο από το «μονοπώλιο» της Λυρικής Σκηνής.
Άλλο παράδειγμα προτάσεων που προσελκύουν το κοινό με μια ιδέα «εξωθεατρική»: την Κυριακή 20 Νοεμβρίου, στις 11:30, στην Aίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, θα παρουσιαστεί το Ρωμαίος + Ιουλιέττα x 6. Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών θα ερμηνεύσει έξι αποσπάσματα από μουσικά έργα (του Μπελίνι, του Μπερλιόζ, του Τσαϊκόφσκι, του Προκόφιεφ, του Μπερνστάιν και του Νίνο Ρότα) που αντλούν το θέμα τους από το σαιξπηρικό έργο. Τη συναυλία θα συνοδεύει παράλληλη προβολή εικαστικών έργων εμπνευσμένων από τις εν λόγω μουσικές συνθέσεις, που δημιούργησαν παιδιά και έφηβοι που συμμετείχαν στον διαγωνισμό Ρωμαίος + Ιουλιέττα x 6 (συνδιοργάνωση του ΜMA και του British Council). Η ιδέα είναι θαυμάσια: το νεαρό κοινό ασχολείται με το σαιξπηρικό έργο και με υψηλής ποιότητας μουσική μέσα από μια διαδικασία που εμπλέκει δημιουργικά και το ίδιο.
Κι αυτό είναι ένα άλλο ενδιαφέρον φαινόμενο που βρίσκεται σε εξέλιξη: οι «εξειδικευμένες» παραστάσεις για συγκεκριμένες ηλικίες. Στα πολυάριθμα θεάματα για παιδιά προστίθενται πλέον παραστάσεις για βρέφη και νήπια προσχολικής ηλικίας, ενώ αύξηση παρουσιάζει ο αριθμός των παραστάσεων για εφήβους. Με τη μεσολάβηση του σχολείου, που οδηγεί τους μαθητές στα θέατρα εν είδει εκδρομής, οι έφηβοι, το μελλοντικό ενήλικο κοινό, έρχονται σε επαφή με τη γοητεία του θεάτρου. Συχνά, όπως στην περίπτωση της παράστασης της Στέγης (Μοσκώβ-Σελήμ του Γεώργιου Βιζυηνού, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ξανθόπουλου), είναι ο καλύτερος τρόπος για να έρθει το εφηβικό κοινό σε επαφή με σημαντικά κείμενα, τόσο από άποψη γλώσσας όσο και θεματολογίας.
Στην επικράτεια των παραστάσεων για ενήλικες ένα είναι, νομίζω, το βασικό χαρακτηριστικό: η άρση των συμβατικών κατηγοριοποιήσεων και κυρίως της διάκρισης εμπορικό/ποιοτικό. Άλλοτε θα χαρακτηριζόταν αλλόκοτη, σήμερα έως και προκλητική, η συνεργασία της Λυδίας Κονιόρδου με τον Πέτρο Φιλιππίδη στο θέατρο Μουσούρη. Με εντελώς διαφορετικές διαδρομές και υποκριτικό στυλ, οι δυο τους συμπρωταγωνιστούν στο Και τώρα οι δυο μας του Αλεξάντρ Γκέλμαν, και μάλιστα σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη.
Αν και το κοντράστ είναι πολύ μικρότερο, η Μαρία Ναυπλιώτου συμπρωταγωνιστεί με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο στο σαιξπηρικό Ημέρωμα της στρίγκλας υπό την καθοδήγηση του Γιάννη Κακλέα στο θέατρο Βρετάνια. Εδώ και αρκετά χρόνια ο Κακλέας επιχειρεί να εξοικειώσει το ευρύ κοινό με σημαντικά έργα μέσω κόνσεπτ φιλικών στον μέσο θεατή. Ο ίδιος σκηνοθετεί και τον Άμλετ στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, με τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη (μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση ηθοποιού) στον σπουδαίο ρόλο του πρίγκιπα της Δανίας. Τώρα, πώς μπορεί κάποιος να ανταποκριθεί στις σκηνοθετικές απαιτήσεις δύο σαιξπηρικών έργων, δουλεύοντάς τα σχεδόν παράλληλα, αποτελεί ζήτημα στο οποίο η απάντηση θα δοθεί επί σκηνής.
Στην ίδια κατεύθυνση, η Ρούλα Πατεράκη θα παίξει μαζί με τον Στέλιο Μάινα στο ψυχολογικό θρίλερ για δύο πρόσωπα Misery (βασισμένο στο μυθιστόρημα του Στίβεν Κινγκ που έκανε ιδιαιτέρως γνωστό η ταινία του Ρομπ Ράινερ του 1990), σε σκηνοθεσία του Απόλλωνα Παπαθεοχάρη (του Πάνθεον).
Τη δημιουργική «βουλιμία» (στον αντίποδα της ένδειας την εποχή της κρίσης), σε συνδυασμό με την ακύρωση παγιωμένων άλλοτε διακρίσεων και με τη συνάντηση καλλιτεχνών με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά, «εκφράζει» περισσότερο από κάθε άλλον φέτος ο Γιώργος Κιμούλης, ο οποίος πρώτα θα σκηνοθετήσει τις αριστουργηματικές Επικίνδυνες Σχέσεις του Λακλό στο θέατρο Άλμα, κρατώντας τον ρόλο του Βαλμόν κι έχοντας συμπρωταγωνίστριες την Εβελίνα Παπούλια και την Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους (και guest-star τη Μάρω Κοντού). Στη συνέχεια, θα σκηνοθετήσει ένα μιούζικαλ στο Παλλάς, βασισμένο στη ζωή και στην καριέρα της Τζένης Βάνου, με τη Φωτεινή Δάρρα να αναλαμβάνει τη Βάνου (!), αλλά και το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφτου Έντουαρντ Άλμπι στο Από Μηχανής Θέατρο, με πρωταγωνιστές τον Άκι Βλουτή και τη Νίκη Παλληκαράκη! Αν, και πώς, μπορούν όλα αυτά να λειτουργήσουν σωστά, θα το διαπιστώσουμε στις αίθουσες.
Σαφής τάση της σεζόν, αν και συνηθισμένη τα τελευταία χρόνια, είναι η στροφή στη λογοτεχνία. Το ενδιαφέρον φέτος διευρύνεται και πέραν των ξένων κλασικών, στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία. Έτσι, ήδη έχουν ανεβεί οι Μηχανικοί Καταρράκτες της Σώτης Τριανταφύλλου στο Από Μηχανής, η Κίρκη Καραλή θα παρουσιάσει στη σκηνή του Ρassport το Αυτή η νύχτα μένει του Θάνου Αλεξανδρή και ο Σταμάτης Φασουλής θα διασκευάσει το μυθιστόρημα του Χρήστου Χωμενίδη Νίκη στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου. Παλαιότερο «κλασικό», η Αστροφεγγιά του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, θα ανεβεί στο θέατρο Χώρα σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, με τη Γιούλικα Σκαφιδά, τον Ιωάννη Παπαζήση, τη Μαρίνα Ψάλτη και τον Δάνη Κατρανίδη σε ρόλο γκεστ. Βy the way, o τελευταίος εμπιστεύεται φέτος το θέατρό του (το Πόλις) σε καλλιτέχνες της πολύ νέας γενιάς. Μάλιστα, την άνοιξη θα ερμηνεύσει τον Μισάνθρωπο του Μολιέρου σε μια παράσταση που θα σκηνοθετήσει η Ιόλη Ανδρεάδη. Όλα μπλέκονται γλυκά.
Κατά τα άλλα, δεν είναι λίγες οι ενδιαφέρουσες προτάσεις πιο «καθαρών» χαρακτηριστικών. Περιμένω να δω, μεταξύ άλλων, τον Ιβάνοφ της Σύλβιας Λιούλιου και τη Λέσχη από τις Ακυβέρνητες Πολιτείες του Τσίρκα σε σκηνοθεσία Έφης Θεοδώρου στο Θέατρο Τέχνης. Θέλω να δω τρεις παραστάσεις στη Σκηνή Κοτοπούλη του Εθνικού: τον Άνεμο του Κωνσταντίνου Ρήγου, τους Δαιμονισμένους σε σκηνοθεσία Θοδωρή Αμπαζή και, βέβαια, στο τέλος της σεζόν, την Οπερέτα του Γκομπρόβιτς σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου. Θα δω, όμως, και το Πόθοι κάτω από τις λεύκες για την επιστροφή του Αντώνη Αντύπα, και μάλιστα σε μια μεγάλη σκηνή, στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Εννοείται πως στη λίστα με τα αναμενόμενα περιλαμβάνεται ο Δον Ζουάν του Μιχαήλ Μαρμαρινού στη Στέγη, με τον Χάρη Φραγκούλη Δον Ζουάν και τον Γιάννο Περλέγκα Σγαναρέλο.
Για τις πολλές παραστάσεις του χειμώνα που δεν αναφέρθηκαν, ένα μόνο: παραμένουμε ανοιχτοί στις εκπλήξεις.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO