«Και λοιπόν; Τι έχουν κάνει οι Ευρωπαίοι για μας;». Κάπως έτσι ακούστηκε η άποψη του Τζον Κλιζ για την ΕΕ, παραπέμποντας στον Ιουδαίο που ενσάρκωνε στο «Ένας προφήτης μα τι προφήτης» (1979), μια ακόμα αριστουργηματική κωμωδία των Monty Pythons με τους Ρωμαίους στη θέση των Ευρωπαίων του ερωτήματος! Παρότι εσχάτως αποφάνθηκε ότι η ιστορία με το Brexit του προκαλεί «την ίδια βαθιά κατάθλιψη με τον πρόεδρο Τραμπ», εξακολουθεί να το υποστηρίζει, κάνοντας αναφορές στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών αλλά και στη σκαιή αντιμετώπιση της Ελλάδας από τους εταίρους το '15. Με τη διαφορά ότι ενώ αρχικά καλόβλεπε την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Μπόρις Τζόνσον, δηλώνει τώρα απογοητευμένος με αυτό τον «ολοκληρωτικών αντιλήψεων τυχοδιώκτη».
Αυτοχαρακτηρίζεται ανοιχτόμυαλος και κοσμοπολίτης, τον προβληματίζει όμως λέει η απώλεια της «βρετανικότητας» ως σημείου αναγνώρισης και αναφοράς, ειδικά σε πολυεθνικές μεγαλουπόλεις όπως το Λονδίνο: «Να δεχτούμε ευχαρίστως ανθρώπους από άλλους πολιτισμούς, να δεχτούν όμως κι εκείνοι να γίνουν μέτοχοι του δικού μας». Εντάξει, δεν εκφράζεται τόσο ακραία όσο ο ούλτρα συντηρητικός πλέον Morrissey, τόσο όμως η θέση του αυτή όσο και η επιφυλακτική του στάση απέναντι στην πολιτική ορθότητα στην τέχνη, για την οποία θεωρεί πως στην υπερβολή της προκαλεί αγκυλώσεις και σκοτώνει το χιούμορ, έχουν γίνει συχνά αντικείμενα σχολιασμού.
«Το χιούμορ έχει πάντα ένα στοιχείο πειράγματος ή κριτικής. Αλλιώς δεν έχει νόημα. Σκληρό είναι μόνον αν γίνεται με σκληρό τρόπο. Η διαφορά του καλοπροαίρετου με το κακεντρεχές χιούμορ είναι πως το πρώτο συνδυάζει την κριτική με τη στοργή. Και αυτός ο συνδυασμός φέρνει, ξέρετε, συχνά τους ανθρώπους κοντύτερα...»
«Το χιούμορ έχει πάντα ένα στοιχείο πειράγματος ή κριτικής. Αλλιώς δεν έχει νόημα. Σκληρό είναι μόνον αν γίνεται με σκληρό τρόπο. Η διαφορά του καλοπροαίρετου με το κακεντρεχές χιούμορ είναι πως το πρώτο συνδυάζει την κριτική με τη στοργή. Και αυτός ο συνδυασμός φέρνει, ξέρετε, συχνά τους ανθρώπους κοντύτερα... Λατρεύω τους ανθρώπους που μπορούν άνετα να γελάνε ακόμα και με τον εαυτό τους, είναι θεραπευτικό. Αν τώρα θες να νιώσεις προσβεβλημένος, μπορείς να παρεξηγηθείς με το οτιδήποτε», απάντησε όταν ρωτήθηκε για τα όρια της σάτιρας, συμπληρώνοντας ότι προσωπικά αντιμετωπίζει τη ζωή σαν φάρσα καθώς έτσι τη βρίσκει πολύ πιο ενδιαφέρουσα.
Είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κανείς μαζί του –και θα είχε καλούς λόγους και για τα δύο–, γεγονός είναι ότι ο κορυφαίος κωμικός, σεναριογράφος, συγγραφέας και παραγωγός καταφέρνει να απασχολεί τακτικά ακόμα και στα 80 του χρόνια την επικαιρότητα με τις δηλώσεις και τις φαρμακερές του «ατάκες», είτε αφορούν καλλιτεχνικά θέματα είτε πολιτικοκοινωνικά. Θα έχει οπότε σίγουρα ενδιαφέρον το πώς θα σχολιάσει τη διεθνή πολιτική επικαιρότητα στο σόου του με τίτλο «Last time to see me before I die» στο Ηρώδειο. «Μου αρέσουν οι ζωντανές περφόρμανς επειδή μοιάζουν με μια σειρά επιστημονικά πειράματα όπου θα πρέπει κάθε επόμενο βράδυ να κάνεις να λειτουργήσει ό,τι δεν πήγε καλά το προηγούμενο» σχολιάζει σχετικά.
Απόσπασμα από εμφάνιση του Τζον Κλιζ στο σόου του Στίβεν Κολμπέρ
Γεννημένος στο Σόμερσετ, μοναχογιός και «ανάποδος» από νεαρή ηλικία πλην όμως επιμελής και φιλομαθής, σπούδασε στο κολέγιο Downing του Κέμπριτζ, έφτασε μάλιστα να εκλεγεί επί τριετία πρύτανης στο ιστορικό Πανεπιστήμιο του Saint Andrews στη Σκωτία (1970-3). «Σκράπας» ως φοιτητής στον χορό και το τραγούδι, αποδείχτηκε εξαιρετικό κωμικό ταλέντο στην παράσταση Clump of Plinths (1963) που μετονομαζόμενη σε Cambridge Circus έκανε μεγάλη αίσθηση στο Fringe Festival του Εδιμβούργου και στο λονδρέζικο West End, φτάνοντας μέχρι το Μπρόντγουεϊ. Επιστρέφοντας στην Αγγλία άρχισε συνεργασία με το BBC, έγινε δε πολύ δημοφιλής με τη ραδιοφωνική εκπομπή «I'm sorry, I'll read that again» (1965-1974) και τη συμμετοχή του στην τηλεοπτική σάτιρα The Frost Report (1966-7).
Η καριέρα του θα απογειωθεί όταν μαζί με τους Τέρι Γκίλαμ, Γκρέιαμ Τσάπμαν, Έρικ Άιντλ, Μάικλ Πάλιν και Τέρι Τζόουνς στήνουν το σπαρταριστό τηλεοπτικό σόου Monty Python's Flying Circusπου ολοκληρώνει τέσσερις σεζόν μεταξύ 1969-1974 αποτελώντας «μαγιά» για τη σατιρική ταινία «Και τώρα κάτι εντελώς διαφορετικό» (1971), όπως επίσης για τη μετέπειτα εμβληματική κινηματογραφική τριλογία-ορισμό του μαύρου χιούμορ «Οι Monty Python και το Άγιο Δισκοπότηρο» (όπου ο Κλιζ δίνει ρέστα ως Μαύρος Ιππότης), «Ένας προφήτης μα τι προφήτης» και «Το νόημα της ζωής». Λέει ότι στην καριέρα του τον βοήθησε πολύ ο ψιλόλιγνος, ξερακιανός του σωματότυπος και η έκφραση του προσώπου του που καταφέρνει να προκαλεί θυμηδία ακόμα και στις παύσεις.
Εξαιρετικός θα αποδειχθεί και στον ρόλο του απολαυστικά μισάνθρωπου, σνομπ ξενοδόχου Basil Faulty στην πολυβραβευμένη κωμική τηλεοπτική σειρά Faulty Towers (1975-9) η οποία προβλήθηκε και στην ΥΕΝΕΔ το '82 ως «Ένα τρελό, τρελό ξενοδοχείο» – είχε συγγράψει το σενάριο μαζί με την πρώτη γυναίκα του Κόνι Μπουθ που έπαιζε κιόλας. Τις δεκαετίες '80-'00 πρωταγωνιστεί σε κωμωδίες πρώτης γραμμής («Υπέροχοι ληστές και τα κουλουβάχατα της ιστορίας», «Όλα στραβά κι ανάποδα», «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα» –πραγματικό έπος!–, «Τρομερά Πλάσματα») ενώ υποδύεται μικρότερους αλλά κομβικούς ρόλους σε φιλμ όπως το «Silverado», τα τζεϊμσμποντικά «Ο κόσμος δεν είναι αρκετός» και «Πέθανε μια άλλη μέρα», το «Βιβλίο της Ζούγκλας» του Στέφεν Σόμερς και ο «Φρακνενστάιν» του Κένεθ Μπράνα.
Θα τον δούμε επίσης στην κομεντί του Ντόναλντ Σινκλέρ «Το τρελό κυνήγι του θησαυρού», σε δύο συνέχειες του «Χάρι Πότερ» ως Nearly Headless Nick, στους «Αγγέλους του Τσάρλι», στην ταινία επιστημονικής φαντασίας «Όταν η Γη σταματήσει», στο «Ο θεός αγαπάει το χαβιάρι» του Γιάννη Σμαραγδή (είναι ο Μακόρμικ) και αλλού. Animation είναι και η τρέχουσα ταινία όπου συμμετέχει («Arctic justice – The Thunder squad»).
Σκετς από το «How to irritate people»
Το 2014 οι Monty Python επανενώθηκαν για να δώσουν μια ακόμα παράσταση στο Λονδίνο προς τιμή του εκλιπόντος Γκρέιαμ Τσάπμαν υπό τον σκαμπρόζικο τίτλο «Ένας στο χώμα, πέντε στον αγώνα» με γκεστ σταρ τον Στίβεν Χόκινγκ – ο ίδιος ο επικήδειος που είχε εκφωνήσει ο Τζον Κλιζ για τον χαμένο φίλο και συνεργάτη ήταν ένα ακόμα μνημείο αναρχικού, μαύρου χιούμορ από αυτό που έκανε τόσο ενοχλητικά διάσημη τη «συμμορία» τους.
Έχει δανείσει τη φωνή του σε αρκετούς χαρακτήρες κινουμένων σχεδίων και video games όπως και σε πλήθος διαφημιστικά σποτ, έχει συγγράψει βιβλία όπως το αυτοβιογραφικό So, Anyway... (Crown Archetype 2014) και το πρόσφατο Professor at Large(Cornell University Press 2018), εξακολουθεί να κάνει ευκαιριακά τηλεόραση, περισσότερο όμως καταγίνεται πλέον με το ζωντανό σόου του και τις διεθνείς του περιοδείες – παρότι σε προχωρημένη ηλικία, κάτω δεν το βάζει κι ας έχει πει ότι ανέκαθεν βαριόταν στη ζωή του. Αποποιήθηκε τον τιμητικό τίτλο του Ιππότη της Τάξεως το 1996, κολακεύτηκε πάντως σαν έδωσαν το όνομά του σε έναν αστεροειδή.
Έχοντας υποδυθεί πολλούς αποτυχημένους εραστές, έλεγε πρόσφατα ότι του αξίζει να παίξει επιτέλους έναν ρόλο που στο φινάλε της ταινίας να κερδίζει το κορίτσι των ονείρων του. Στην πραγματική ζωή, ο Τζον Κλιζ έκανε τέσσερις γάμους – το τελευταίο διαζύγιο ειδικά ακόμα το χρυσοπληρώνει, όπως έχει διαμαρτυρηθεί, με το συνολικό κόστος των τριών διαζυγίων του και των διατροφών που του επιδικάστηκαν να ξεπερνά τα 25 εκ. λίρες. Απέκτησε δύο κόρες και δύο εγγόνια, σήμερα όμως λέει ότι προτιμάει να είχε γατιά καθώς «τα παιδιά κοστίζουν μια περιουσία και είναι μια διαρκής πηγή ανησυχίας», ότι οι μανάδες τους «τα κάνουν σαν τα μούτρα τους» κι ότι σε αυτό οφείλεται πολλή από τη μιζέρια του κόσμου!
Κάτοικος Καλιφόρνιας τα τελευταία χρόνια, μετακόμισε πέρσι στη νήσο Nevis στην Καραϊβική. Ένας από τους λόγους ήταν η αντιπάθειά του για τον Ντόναλντ Τραμπ τον οποίο βρίσκει «χυδαίο και ασυνάρτητο», καμιά σχέση με τον προκάτοχό του Μπάρακ Ομπάμα τον οποίο όχι μόνο θαύμαζε αλλά είχε προσφερθεί να του γράφει και τους λόγους. Θεωρεί ότι η εκλογή του Τραμπ υπήρξε «προϊόν οργής» κι ότι το χειρότερο είναι πως πιστεύει κι ο ίδιος τα ψεύδη που εκστομίζει. Ούτε τη Χίλαρι Κλίντον είχε πάντως συμπαθήσει παρότι το προσπάθησε πάρα πολύ, όπως βεβαιώνει!
«Δεν έχουμε καμιά ελπίδα ως ανθρώπινη κοινωνία. Η παγκόσμια κατάσταση είναι απλώς απελπιστική και φοβάμαι ότι κανείς δεν μπορεί να κάνει κάτι γι΄αυτό... Το μεγαλύτερο πρόβλημα το δημιουργούν τα πελώρια "εγώ", οι άνθρωποι εκείνοι που επιδιώκουν να γίνουν πολύ πλούσιοι, πολύ ισχυροί... Υπάρχει σίγουρα μεγάλο περιθώριο να ευτυχήσει κανείς στην προσωπική του ζωή, όμως οι δυνατότητές του να αλλάξει τον κόσμο είναι εξαιρετικά περιορισμένες» έλεγε πρόσφατα σε Καναδό δημοσιογράφο.
Όσο για την ενασχόληση με το Twitter, του οποίου είναι τακτικός χρήστης με πλήθος followers αλλά και haters (κυρίως δεξιοί που οι περισσότεροι «καρφώνονται», λέει, από τα κακά αγγλικά τους!), τη δικαιολογεί ως έναν πολύ αποτελεσματικό τρόπο να διαφημίζει τη δουλειά του, μέμφεται δε για το «κόλλημα» τον φίλο και ομότεχνό του Στίβεν Φράι που τον έπεισε να φτιάξει προφίλ εκεί!
Μερικές ακόμα ατάκες του:
• Το χειρότερο με την ανθρώπινη βλακεία είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις απολύτως τίποτα γι΄αυτή.
• Το πιο υπέροχο πράγμα με το αυθεντικό χιούμορ είναι ότι υπονομεύει κάθε σύστημα που διαχωρίζει τους ανθρώπους.
• Οι μαθητές που γελάνε πιο πολύ μέσα στην τάξη αφενός προοδεύουν περισσότερο, αφετέρου κερδίζουν μεγαλώνοντας περισσότερα χρήματα.
• Αν θες πιο δημιουργικούς εργαζόμενους, εξασφάλισέ τους περισσότερο χρόνο για παιχνίδι και σχόλη.
• Η αγγλική τηλεόραση μεταξύ 1950-1990 ήταν η λιγότερο χειρότερη στον κόσμο. Πλέον είναι τόσο χάλια όσο παντού.
• Οι βασικές διαφορές Βρετανών και Αμερικανών είναι ότι α) εμείς μιλάμε αγγλικά ενώ εκείνοι όχι, β) όταν στη Βρετανία λέμε ότι οργανώνουμε κάποιο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, προσκαλούμε ομάδες και από άλλες χώρες και γ) όταν οι Αμερικανοί επίσημοι συναντούν την αρχηγό του κράτους μας, οφείλουν να κλίνουν το γόνυ.
• Όσο μεγαλώνει κανείς τόσο βεβαιώνεται ότι ο κόσμος είναι ένα απέραντο τρελοκομείο και ότι οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν κατά φαντασία. Μόνο αν το συνειδητοποιήσεις αυτό σταματά να σε ενοχλεί τόσο.
• Αν ο θεός δεν ήθελε να τρώμε ζώα, γιατί τα έφτιαξε από κρέας;
• Η μόνη συμβολή της αγγλικής κουζίνας στην παγκόσμια είναι τα τσιπς.
• Νομίζω ότι η πραγματική αξία της θρησκείας είναι να κατανοήσει κανείς ότι αφοπλίζοντας το εγώ του έστω για μερικά δευτερόλεπτα μπορεί να μυηθεί σε κάτι φύσει θεϊκό.
• Η ζωή δεν είναι παρά μια θανάσιμη ασθένεια, σεξουαλικά μεταδιδόμενη.
• Συνήθιζα να έχω του κόσμου τις επιθυμίες, τώρα πια όμως έχω μία και μοναδική: Να τις ξεφορτωθώ όλες!
Info
Last time to see me before I die
O Τζον Κλιζ ζωντανά στο Ηρώδειο
Παρασκευή 20/9, 21:00
σχόλια