Υπάρχει κάτι ουσιώδες πίσω από την κενή νοήματος πρόκληση της Λένας Κιτσοπούλου;

Υπάρχει κάτι ουσιώδες πίσω από την κενή νοήματος πρόκληση της Λένας Κιτσοπούλου; Facebook Twitter
Οι παραστάσεις της Λένας Κιτσοπούλου απέκτησαν fan club στο κοινό και τα ΜΜΕ και τα κλισέ άρχισαν να παίρνουν και να δίνουν, ενισχύοντας κι άλλο τη συζήτηση για το αν υπάρχει κάτι πιο σοβαρό πίσω από την πλάκα και την κενή νοήματος πρόκληση στις παραστάσεις της...
4

Κυκλοφορούσε αρκετά χρόνια στο θέατρο η Λένα Κιτσοπούλου προτού κάνει «μπαμ» με το Χαίρε Νύμφη τη σεζόν 2011-12, μια πειραγμένη προσέγγιση του δίπρακτου αστικού δράματος του Ξενόπουλου. Υπό την επιρροή της μόδας του γερμανικού σκηνικού μεταμοντερνισμού (του ίδιου που έχει οδηγήσει σήμερα σε αδιέξοδο το γερμανικό θέατρο, αλλά εξακολουθεί να εμπνέει αρκετούς Έλληνες σκηνοθέτες ), υιοθέτησε την ειρωνεία, τον κυνισμό και την παρωδία ως τους πλέον έγκυρους τρόπους προσέγγισης της σύγχρονης απελπισίας. Το έργο του Ξενόπουλου, του 1930, ήταν ιδανικό υλικό: είναι τόσο στενά συνδεδεμένο με την εποχή του, ώστε εκ των πραγμάτων να μην μπορεί να μιλήσει στην εποχή μας. Άρα, μεταμορφώνοντας την κατεστραμμένη από τον πρώτο της έρωτα και τις κοινωνικές συμβάσεις ηρωίδα του Ξενόπουλου σε Έιμι Γουάινχαουζ (μόλις προ ολίγων μηνών συγχωρεμένη), όχι μόνο κανείς δεν ενοχλείται αλλά, αντιθέτως, γίνεται ο αναγκαίος θόρυβος που προκαλεί το ενδιαφέρον εκείνου του κοινού που παραμυθιάζεται, εν πλήρει συγχύσει, με έννοιες όπως «ανατροπή» και «πρωτοπορία».

Μήπως οι βωμολοχίες, οι σκηνές από επαρχιώτικα μπουζουξίδικα, το ξεσκέπασμα του μικροαστισμού, η εμμονή στη γελοιότητα των πραγμάτων, η συνομιλία ως βασίλειο της κοινοτοπίας, τα προκλητικά σχόλια, η υπερβολή αποτελούν κάτι σαν δραματουργική «μανιέρα», μια εξέλιξη καθόλα αρνητική στην πορεία της;


Στα χρόνια που ακολούθησαν η παιγνιώδης ανατροπή έγινε ο οικείος τρόπος της Κιτσοπούλου, είτε καταπιανόταν με ιστορικά πρόσωπα (Αθανάσιος Διάκος), είτε με κλασικά παραμύθια (με ποπ υπεραξία όπως η Κοκκινοσκουφίτσα), είτε με κλασικά θεατρικά έργα (Ματωμένος Γάμος). Οι επιλογές της ήταν έξυπνες αφού αφορούσαν πάντα κάτι περισσότερο απ' ό,τι αρχικά φαινόταν. Έτσι, ασχολούμενη με τον Αθανάσιο Διάκο (ποντάροντας μάλιστα στην αντίθεση του δεκαπεντασύλλαβου σε σύγχρονα συμφραζόμενα), ήταν φυσικό να προκληθούν συζητήσεις που άπτονται της ταραγμένης σχέσης μας με την Ιστορία μας σε μια εποχή εθνικιστικής έξαρσης. Με την Κοκκινοσκουφίτσα, πάλι, παραμύθι δημοφιλές ακόμη και σε ψυχαναλυτές και κοινωνιολόγους, η συζήτηση για την κανονιστική, ηθικοδιδακτική λειτουργία των παραμυθιών (στα οποία η βία –λύκοι, μάγισσες, τέρατα που τιμωρούν τα κακά παιδιά– έχει πρωτεύοντα ρόλο) δεν άνοιξε, γιατί η «ανατρεπτική» παράσταση βυθίστηκε στην μπαλαφάρα, στη σύγχυση, στην έλλειψη κάθε δημιουργικής πίστης.


Την εποχή των κοινωνικών δικτύων και της κρίσης, που μεγεθύνει τις εντυπώσεις σε βαθμό δυσανάλογο προς το αντικείμενο που τις προκάλεσε, οι παραστάσεις της Λένας Κιτσοπούλου απέκτησαν fan club στο κοινό και τα ΜΜΕ και τα κλισέ (τύπου «όπως συμβαίνει με όλες τις παραστάσεις της Λένας Κιτσοπούλου, είναι μια παράσταση που ή θα τη λατρέψεις ή θα τη μισήσεις») άρχισαν να παίρνουν και να δίνουν, ενισχύοντας κι άλλο τη συζήτηση για το αν υπάρχει κάτι πιο σοβαρό πίσω από την πλάκα και την κενή νοήματος πρόκληση στις παραστάσεις της. Στον κόσμο της επικοινωνιακής έκστασης και της event-culture ακόμη και αρνητικές κριτικές λειτουργούν θετικά ως προς τη διάχυση της πληροφορίας και την προβολή του «καλλιτεχνικού» έργου.

Υπάρχει κάτι ουσιώδες πίσω από την κενή νοήματος πρόκληση της Λένας Κιτσοπούλου; Facebook Twitter
Αλλά επειδή είναι πολλοί αυτοί που αναζητούν τις ενέσεις από το καλό και το όμορφο στο θέατρο, ας το αφήσουμε να λειτουργεί σαν φάρμακο. Όχι ως επιβεβαίωση της αρρώστιας...


Μόνο που τα ίδια στοιχεία σε έργα εντελώς άσχετα μεταξύ τους άρχισαν να προβληματίζουν ακόμη και τους «οπαδούς» της. Μήπως οι βωμολοχίες, οι σκηνές από επαρχιώτικα μπουζουξίδικα, το ξεσκέπασμα του μικροαστισμού, η εμμονή στη γελοιότητα των πραγμάτων, η συνομιλία ως βασίλειο της κοινοτοπίας, τα προκλητικά σχόλια (π.χ. για τους χοντρούς, για τους «πούστηδες» κ.ο.κ.), η υπερβολή (π.χ. η δεκαπεντάλεπτη σκηνή αυνανισμού στην Κοκκινοσκουφίτσα ή η σκηνή που η μητέρα θηλάζει τον Γαμπρό στον Ματωμένο Γάμο) αποτελούν κάτι σαν δραματουργική «μανιέρα», μια εξέλιξη καθόλα αρνητική στην πορεία της; Η ίδια στις συνεντεύξεις της δίνει απαντήσεις που προσκρούουν σε ένα μέτωπο αντιφάσεων και σε ένα «απολύτως προσωπικό» σύμπαν που διεκδικεί το δικαίωμά του να ασχολείται με ό,τι γουστάρει, όπως και όταν γουστάρει.


Αναφορικά με το έργο της στο Θέατρο Τέχνης (ξέρετε, αυτό με τον μακροσκελή τίτλο Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ. Ή η ανουσιότητα του να ζεις –τόσο μακροσκελή, που σε βάζει στον πειρασμό να σκεφτείς πως είναι άλλο ένα κόλπο για να προκληθεί, τεχνηέντως και προκαταβολικά, ενδιαφέρον για την παράσταση)–, είπε πρόσφατα: «Άδειασα τελείως από τα προηγούμενα, πριν ξεκινήσω. Εκεί άρχισε κάτι να ξεμυτίζει. Αυτήν τη φορά δεν ήθελα να επαναλάβω σε φόρμα κάτι που έχω ξανακάνει. Δεν ήθελα πάλι τα ίδια». Mόνο που δύο γραμμές πιο κάτω παραδέχεται: «Αλλά δεν θα μπορούσε να συμβεί αλλιώς. Πάλι ο εαυτός μου βγήκε» (συνέντευξη στον Γιώργο Μητρόπουλο, «Euronews», 16.2.15).


Μετά, λοιπόν, τον ανεκδιήγητο καλοκαιρινό Ματωμένο Γάμο, η Κιτσοπούλου θέλησε να δοκιμάσει, καθώς λέει, μια άλλη «δομή», χωρίς δράση και χωρίς μουσική, ειδικούς φωτισμούς και σκηνικά εφέ. Μόνο που η μη-δράση είναι κι αυτή μια «δράση» (που εκκινεί από την αδράνεια), η έλλειψη μουσικής έχει ξαναδοκιμαστεί και στο θέατρο και στον κινηματογράφο και η έλλειψη φωτισμών και εφέ είναι το απόλυτο ρεαλιστικό εφέ. Για την ακρίβεια, οι μόνες στιγμές που ο ρεαλισμός του ασήμαντου σπάει είναι όταν τα δύο πρόσωπα εξεγείρονται (με πράξεις που φαντάζονται, όπως ότι ο ένας σκοτώνει τον άλλον, ή με ουρλιαχτά, τικ και παραμιλητά).

Είναι αναφαίρετο το δικαίωμα του καλλιτέχνη να εκφράζεται όπως κάνει κέφι, αλλά ο μηδενισμός και ο απολιτικός «αναρχισμός» στερεί από την τέχνη του θεάτρου τους λόγους ύπαρξής του.

Το ζήτημα είναι αλλού: αν μπορούν τα πάντα να γίνουν θέατρο, τότε ποιος εμποδίζει την Κιτσοπούλου να κάνει παράσταση ανερμάτιστες κουβέντες παραίτησης, πλήξης, αφασίας μεταξύ φίλων, τύπου «λιωμένοι στους καναπέδες»; Ώσπου, μετά από 70 λεπτά φλυαρίας, με βωμολοχίες που παραπέμπουν σε μαθητές Λυκείου και αστεϊσμούς επιθεωρησιακού χιούμορ, η «ανατροπή» ζητάει τα ρέστα: οι δύο ηθοποιοί βγαίνουν από τους ρόλους τους (που εδώ συμπίπτουν με τον «πραγματικό» εαυτό τους) και παρατηρούν το φαινόμενο, τη σχέση σκηνής/ερμηνευτών και πλατείας/θεατών. Είναι δυνατόν, αναρωτιούνται μεγαλοφώνως ο Γιάννης Κότσιφας και η Λένα Κιτσοπουλου, να κάθονται και να μας βλέπουν; Είναι τόσο ηλίθιοι οι θεατές ώστε να κρέμονται από τα χείλη μας; Αν κανείς δεν σηκώνεται να φύγει, καταγγέλλοντας την «απάτη», ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός, ότι δεν υπάρχει τίποτα να μοιραστούμε με κανέναν, τότε πραγματικά ο κόσμος είναι χαμένος. Γιατί, βγαίνει το συμπέρασμα, ή το κοινό έχει αποβλακωθεί ή είναι τόσο απελπισμένο, ώστε ν' αναζητεί νοήματα στην πλήρη απουσία νοήματος.


Η διερώτηση ενώπιον των θεατών θα μπορούσε να είναι άλλο ένα μεταμοντερνιστικό εύρημα, από αυτά που έχουμε ξαναδεί (μεταξύ άλλων και από την ίδια, στο εισαγωγικό δραματίδιο της ταξιθέατριας στην Κοκκινοσκουφίτσα). Κάπως έτσι εξασφαλίζεται, άλλωστε, το άλλοθι μιας σκέψης πιο βαθιάς πίσω από το τίποτα της παράστασης, που αφορά τα όρια της παραστασιμότητας. Τσιμπάει κανείς; Λυπάμαι, όχι. Η αγωνία για τα όρια του θεατρικού και της αναπαράστασης οφείλει να εκκινεί από μια θέση, έστω από μια αντίθεση, πάντως όχι από την ολική άρνηση.


Είναι αναφαίρετο το δικαίωμα του καλλιτέχνη να εκφράζεται όπως κάνει κέφι, αλλά ο μηδενισμός και ο απολιτικός «αναρχισμός» στερεί από την τέχνη του θεάτρου τους λόγους ύπαρξής του. Το θέατρο, όχι ως τέχνη αλλά ως αγορά, αποτελεί ένα σύστημα και όποιος θέλει να τα βάλει με το σύστημα, ας κάνει θέατρο χωρίς να ζητάει εισιτήριο. Το θέατρο, όχι ως αγορά αλλά ως τέχνη, οφείλει να έχει συνείδηση της ηθικής (πολιτικής και αισθητικής με την ευρεία έννοια) σημασίας του – αν ο δημιουργός δεν έχει να πει κάτι θετικό και ουσιαστικό, ας μην κάνει θέατρο.


Η Λένα Κιτσοπούλου δηλώνει: «Με πληγώνει αυτό που είναι ο άνθρωπος. Αυτό το οποίο σιχαίνομαι σ' αυτόν αποδεικνύεται δυστυχώς κάθε φορά. Με κάνει να αισθάνομαι μόνη. Με κάνει να φοβάμαι. Μετά, ευτυχώς, παίρνω τις ενέσεις από το καλό και το όμορφο που υπάρχει γύρω μου και επανέρχομαι». Δεν είναι η μόνη που αισθάνεται έτσι. Αλλά επειδή είναι πολλοί αυτοί που αναζητούν τις ενέσεις από το καλό και το όμορφο στο θέατρο, ας το αφήσουμε να λειτουργεί σαν φάρμακο. Όχι ως επιβεβαίωση της αρρώστιας.

«Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ. Ή η ανουσιότητα του να ζεις»


Της Λένας Κιτσοπούλου
Ερμηνεύουν: Γ. Κότσιφας, Λ. Κιτσοπούλου
Σκην.-κοστ.: Ν. Λάτση
Θεατρο Τεχνης
«Καρολος Κουν»
Φρυνίχου 14, Πλάκα,
210 3222464
Mέχρι τις 5/4/2015
Παραστάσεις:
Δευτ. 8 μ.μ. Παρ. 9.15 μ.μ., Σάβ., Κυρ. 9.30 μ.μ.
Τιμή: €16, 12 (Σάβ.-Κυρ.), 15, 10 (Παρ.), 10 (Δευτ.).

4

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ

σχόλια

2 σχόλια
Αλλά επειδή είναι πολλοί αυτοί που αναζητούν τις ενέσεις από το καλό και το όμορφο στο θέατρο, ας το αφήσουμε να λειτουργεί σαν φάρμακο. Όχι ως επιβεβαίωση της αρρώστιας... Πέστα χρυσόστομη.
"Αλλά επειδή είναι πολλοί αυτοί που αναζητούν τις ενέσεις από το καλό και το όμορφο στο θέατρο, ας το αφήσουμε να λειτουργεί σαν φάρμακο. Όχι ως επιβεβαίωση της αρρώστιας".Φάρμακο δεν αποτελεί μόνο το "καλό" και το "ωραίο" με την ευρήτερη έννοια.Η "επιβεβαίωση της αρρώστιας" μπορεί επίσης να λειτουργήσει θεραπευτικά εφόσον προβληματίζει και κινητοποιεί ιδέες,σκέψεις,συνειδήσεις.Δεν μπορούμε να εξοστρακίζουμε οτιδήποτε μας ενοχλεί προβάλλοντας άβολες αλλά υπάρχουσες καταστάσεις.Από παραστάσεις της Λένας Κιτσοπούλου έχω παρακολουθήσει μόνο την "Αόρατη Όλγα" στο Εθνικό η οποία εδώ παραλείπεται και κρίνοντας από αυτή,η γραφή της Κιτσοπούλου ήταν μεν κοφτερή έως και χυδαία αλλά ποτέ χωρίς υπόβαθρο.Αν οι προσδοκίες σας από την Τέχνη περιορίζονται σε κομεντί με happy ending σας προτείνω να αλλάξετε επάγγελμα.
Αν έχετε δει μόνο ένα έργο ενός δημιουργού, τότε σίγουρα δεν μπορείτε να εκφέρετε γνώμη για το σύνολο του έργου του. Ένα έργο από μόνο του δεν δίνει αντιπροσωπευτική εικόνα για το έργο ενός δημιουργού.Τέλος θεωρώ τις δύο τελευταίες γραμμές του σχόλιου σας ανούσιες. Πως από το συγκεκριμένο κείμενο υποθέσατε ότι η "οι προσδοκίες σας (της κ.Καλτάκη) από την Τέχνη περιορίζονται σε κομεντί με happy ending (και μάλιστα θεωρείτε ότι την καταλάβατε σαν άνθρωπο και τις προτείνετε...)σας προτείνω να αλλάξετε επάγγελμα. ???
Δεν έχω πρόθεση να διαφωνήσω ή να συμφωνήσω μαζί σας ΠαύλοςΠ, άλλα καλό θα ήταν να διαβάσετε την κριτική πριν σπεύσετε να διαφωνήσετε και να εκφέρεται άποψη. Η κ. Καλτάκη κάθε άλλο παρά άσχετη και ανενημέρωτη φαίνεται για το έργο της κ. Κιτσοπούλου.