ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΕΡΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ που διαδραματίζεται με φόντο την ηλεκτρονική μουσική και τις διαταραχές ύπνου είναι με λίγα λόγια η Μελατονίνη του Νίκου Πάστρα, που χάρη στους ήχους του Γιάννη Βεσλεμέ (Felizol) κέρδισε το βραβείο πρωτότυπης μουσικής στο Φεστιβάλ Δράμας. Η μικρού μήκους ταινία γυρίστηκε κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες, στη μέση του δημοφιλούς Φεστιβάλ ADD. Οι δύο έφηβοι πρωταγωνιστές της συναντιούνται για πρώτη φορά, ενώ χορεύουν. Η κοπέλα φοβάται να κοιμηθεί και το αγόρι είναι ναρκοληπτικό.
Μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη της Μελατονίνης, που αυτή την περίοδο ετοιμάζει τη μεγάλου μήκους εκδοχή της ταινίας του Ακρυλικό και ένα ακόμα μεγάλου μήκους πρότζεκτ με δέκα νέους ηθοποιούς, με τους οποίους δουλεύει ισότιμα το σενάριο και τους χαρακτήρες.
— Πώς είναι να γυρίζεις ταινία στη μέση ενός μουσικού φεστιβάλ;
Τρομακτικό, προκλητικό και ακραία απολαυστικό. Ειδικά σε ένα φεστιβάλ όπως το ADD, με 8.000 άτομα να χορεύουν σαν να μην υπάρχει αύριο και χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα του παραδοσιακού στησίματος ενός γυρίσματος. Αυτή η έλλειψη ελέγχου είναι που στο τέλος το έκανε απολαυστικό, όταν αφεθήκαμε και αφουγκραστήκαμε την ενέργεια των χιλιάδων ιδρωμένων σωμάτων που μας περιτριγύριζαν και τις «ακολουθήσαμε». Αυτό ήταν και το ζητούμενο έτσι κι αλλιώς, να «εκμεταλλευτούμε» αυτήν τη μοναδική συνθήκη και να αποτυπώσουμε, ταυτόχρονα με την ιστορία μας, την εμπειρία της.
Δεν νομίζω ότι οι αίθουσες θα πεθάνουν τόσο εύκολα. Μέσα στα χρόνια έχουν περάσει πολλές κρίσεις, με την τηλεόραση, τα βιντεοκλάμπ, τις ψηφιακές πλατφόρμες και την εκάστοτε οικονομική κρίση, αλλά ποτέ δεν σταμάτησε αυτή η σχεδόν ρομαντική ανάγκη των ανθρώπων να συνυπάρχουν σε μια αίθουσα, να κλαίνε, να γελάνε, να φοβούνται και να φιλιούνται με φόντο μια τεράστια οθόνη.
— Υπήρξε κάποιο απρόοπτο στα γυρίσματα που θα 'θελες να μοιραστείς;
Το απρόοπτο ήταν το ίδιο το γύρισμα. Το να γυρνάς γύρω-γύρω με δύο ηθοποιούς, ένα συνεργείο οχτώ ατόμων, μια κάμερα και ένα led φως, προσπαθώντας να κάνεις γύρισμα σε ένα γεμάτο κόσμο φεστιβάλ (πόσο 2019...) είναι ένα εγχείρημα σχεδόν παράλογο. Με τη βοήθεια της διοργάνωσης (ADD και 6 d.o.g.s), του υπέροχου συνεργείου και των δυο φανταστικών ηθοποιών μας τα καταφέραμε.
— Πριν γυρίσεις τη Μελατονίνη, ο ύπνος και οι διαταραχές ύπνου ήταν κάτι που σε απασχολούσε ως θέμα;
Σίγουρα. Είμαι ένας άνθρωπος που έχει κάνει αυτές τις σκέψεις και η σχέση μου με τον ύπνο δεν είναι και η καλύτερη. Σχεδόν ποτέ δεν κοιμάμαι πριν από τις πέντε το πρωί.
— Έχεις φοβίες;
Φοβάμαι τη θάλασσα, γιατί δεν ξέρω κολύμπι.
— Πώς είχες φανταστεί το ζευγάρι της ταινίας; Πόσο εύκολο ήταν το casting;
Το ζευγάρι της ταινίας το είχα φανταστεί ακριβώς όπως είναι. Η Ναταλία και ο Θοδωρής είναι τα πρόσωπα που σχεδόν ονειρεύτηκα όταν πρωτοσκέφτηκα την ιδέα. Τη Ναταλία, που τότε ήταν στο τελευταίο έτος της δραματικής σχολής του Ωδείου Αθηνών, μου την πρότεινε ένας φίλος σκηνοθέτης, που την είχε δει για τη δική του ταινία, και από την πρώτη φορά που την είδα σε μια φωτογραφία προφίλ στο Facebook ήξερα πως ήταν αυτή.
Όταν βρεθήκαμε σε ένα καφέ για να συζητήσουμε πρώτη φορά την ταινία, πετύχαμε τυχαία τον Θοδωρή (ο οποίος δεν είναι επαγγελματίας ηθοποιός, αλλά αποδείχτηκε εξαιρετικός) και η Ναταλία μου τον σύστησε. Αυτό ήταν. Κούμπωσε τόσο εύκολα όσο και δύσκολα. Το casting των ταινιών μου σχεδόν πάντα γίνεται από ένστικτο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν θα μπορούσε να είναι πιο σωστό, ειδικά σε μια ταινία που είναι τόσο πάνω στους ηθοποιούς και στα σώματά τους. Έφεραν τόσο πολλά πράγματα σε μια δύσκολη συνθήκη γυρίσματος με τρομερό επαγγελματισμό.
— Τι σε τραβάει πιο πολύ στα teen movies;
Σίγουρα η αποτύπωση της πιο ενδιαφέρουσας, κατά τη γνώμη μου, ηλικίας. Τότε που όλα είναι έντονα, αντιδραστικά και δραματικά, που, ενώ οι ορμόνες κάνουν πάρτι, είσαι ταυτόχρονα αθώος και σκληρός και ενώ ξέρεις αρκετά πράγματα, ταυτόχρονα είσαι περίεργος για άλλα τόσα. Μου αρέσουν όλες οι τάσεις των teen movies, από την τρυφερή σκληρότητα του Τζον Χιουζ και τη λεπτή ειρωνεία του Clueless και του Mean Girls ως τον rough ερωτισμό του Λάρι Κλαρκ και τη σχεδόν υπερρεαλιστική ματιά του Χάρμονι Κορίν.
— Με καλλιτέχνες όπως η Nalyssa Green και ο The Boy συνεργάζεστε συχνά και κάνετε «ανταλλαγές» στις δουλειές σας. Εσύ ποια κοινά σημεία εντοπίζεις ανάμεσά σας;
Το ότι ανήκουμε στην ίδια γενιά, οπότε έχουμε αρκετές κοινές αναφορές και ευαισθησίες. Το ότι είμαστε φίλοι, το ότι μας αρέσει να δουλεύουμε μαζί.
— Η περίοδος που περνάμε τώρα καλλιτεχνικά σε εμπνέει ή σε μπλοκάρει;
Η περίοδος αυτή είναι τόσο ρευστή και γεμάτη ανασφάλεια, που δεν νομίζω να υπάρχει σοβαρή απάντηση σε αυτό. Θα ήταν λάθος να πω ότι συμβαίνει ή το ένα ή το άλλο.
— Ποιες είναι οι σκέψεις σου για το μέλλον των ταινιών και του σινεμά σε συνάρτηση με όσα συμβαίνουν τώρα; Ζούμε το τέλος των αιθουσών;
Δεν νομίζω ότι οι αίθουσες θα πεθάνουν τόσο εύκολα. Μέσα στα χρόνια έχουν περάσει πολλές κρίσεις, με την τηλεόραση, τα βιντεοκλάμπ, τις ψηφιακές πλατφόρμες και την εκάστοτε οικονομική κρίση, αλλά ποτέ δεν σταμάτησε αυτή η σχεδόν ρομαντική ανάγκη των ανθρώπων να συνυπάρχουν σε μια αίθουσα, να κλαίνε, να γελάνε, να φοβούνται και να φιλιούνται με φόντο μια τεράστια οθόνη. Έτσι και τώρα πιστεύω πως όταν αυτό το πράγμα ξεπεραστεί ή γίνει, έστω, αρκετά ελεγχόμενο, οι αίθουσες θα ξαναγεμίσουν. Και ακόμα περισσότερο από πριν, γιατί το χρειάζονται έτσι κι αλλιώς, μια και δυσκολεύονταν και πριν από τον Covid-19.
— Μια εμπειρία σε κινηματογραφική αίθουσα που δεν θα ξεχάσεις ποτέ;
Νομίζω, όταν είδα για πρώτη φορά το Mulholland Drive. Ήταν μια ταινία που την περίμενα με τόση ανυπομονησία και όταν επιτέλους πήγα να τη δω, με πήρε ο ύπνος ‒ τελικά δεν την είδα.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια