Το δρώμενο συνδέεται με την περιοδική έκθεση «Η Σμύρνη στις αρχές του 20ού αι. μέσα από τα μάτια του βυζαντινολόγου Γεωργίου Λαμπάκη», η οποία συνδιοργανώνεται από το Διιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Διαχείριση Μνημείων: Αρχαιολογία, Πόλη και Αρχιτεκτονική» και το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο και θα διαρκέσει μέχρι τις 30 Απριλίου.
Η έκθεση χρησιμοποιεί το αρχείο του βυζαντινολόγου Γεωργίου Λαμπάκη ως όχημα για να παρουσιάσει τη Σμύρνη, την πρωτεύουσα της Ιωνίας, την κοινωνία, τα μνημεία και τους ανθρώπους της ως παράδειγμα ανάμεσα στις υπόλοιπες πόλεις της Μικράς Ασίας. Αρχικά, σκιαγραφούνται το έργο και η προσωπικότητα του Γεωργίου Λαμπάκη, καθώς και οι γενικότερες ιστορικές και κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της δράσης του. Η περιοχή της Μικράς Ασίας, αλλά και ο τρόπος που την αντιλαμβάνεται ο Γεώργιος Λαμπάκης, μέσα από το βιβλίο του «Οι Επτά Αστέρες της Αποκαλύψεως», είναι το επόμενο σημείο ενδιαφέροντος για τον επισκέπτη.
Οι επτά αστέρες είναι οι επτά πόλεις της Μικράς Ασίας, που ιδρύθηκαν από τον Απόστολο Παύλο και στις οποίες στάλθηκαν άγγελοι από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, όταν έγραφε την «Αποκάλυψη» στο σπήλαιο της Πάτμου. Ο Γεώργιος Λαμπάκης ακολουθεί αυτά τα βήματα. Έρχεται σε επαφή με τις ελληνικές κοινότητες, αποτυπώνει τα αρχαία, τα βυζαντινά και τα νεότερα μνημεία. Μελετά τα μνημεία και με τη δράση του τα αναδεικνύει και φροντίζει για τη διασύνδεσή τους με τις ελληνικές κοινότητες της Μικράς Ασίας.
Οι επτά αστέρες είναι οι επτά πόλεις της Μικράς Ασίας, που ιδρύθηκαν από τον Απόστολο Παύλο και στις οποίες στάλθηκαν άγγελοι από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, όταν έγραφε την «Αποκάλυψη» στο σπήλαιο της Πάτμου. Ο Γεώργιος Λαμπάκης ακολουθεί αυτά τα βήματα.
Η Σμύρνη, τα κτίρια, η κοινωνία, οι άνθρωποι εμφανίζονται μέσα από επιστολές, εφημερίδες, φωτογραφίες και καρτ-ποστάλ της εποχής των αρχών του 20ού αιώνα. Το τελευταίο μέρος της έκθεσης παρουσιάζει την πρόσληψη των μνημείων από τον Γεώργιο Λαμπάκη, που καταγράφει τα μνημεία της Μικράς Ασίας, αρχαία και βυζαντινά, την ανάδειξη του τόπου μαρτυρίου του Αγίου Πολυκάρπου ως τόπου μνήμης για την ελληνική κοινότητα της πόλης, τη σημασία των ελληνικών επιγραφών και, τέλος, τον ρόλο που έπαιξε η αρχαιολογία στο πλαίσιο της Μεγάλης Ιδέας.
Σε αυτό τον χώρο, η προσωπικότητα του Γεωργίου Λαμπάκη έδωσε γνώση και έμπνευση στη σκηνοθέτιδα Όλγα Ποζέλη όταν την κάλεσε ο διευθυντής του Εθνικού Θέατρου, Γιάννης Μόσχος, να δημιουργήσει ένα δρώμενο με οδηγό τις συζητήσεις με τον καθηγητή του ΕΚΠΑ και επιμελητή της έκθεσης, Διονύση Μουρελάτο, και τους μεταπτυχιακούς φοιτητές που συμμετείχαν στη δημιουργία της.
«Αυτό που προσπαθήσαμε να φωτίσουμε με το δρώμενο είναι η ανθρώπινη πλευρά του. Ο Λαμπάκης, στα συγγράμματά του, πέρα από την επιστημονική του κατάρτιση, φανερώνει και μιαν ευαισθησία. Ο λόγος του είναι σε σημεία λυρικός, ποιητικός. Και αν και σε βαριά καθαρεύουσα, το κείμενό του έχει μια μουσικότητα. Επιλέξαμε λοιπόν να μην απλοποιήσουμε τη γλώσσα, αλλά να την αφήσουμε να ακουστεί και να συνεπάρει με την ιδιαιτερότητά της. Αφουγκραστήκαμε τους ήχους που κρύβει από πίσω της και τους δώσαμε "φωνή" με απλά, χειροποίητα μουσικά όργανα» λέει η Όλγα Ποζέλη.
«Ο Λαμπάκης στο βιβλίο του "Οι 7 Αστέρες της Αποκαλύψεως" μιλά για τη Σμύρνη και τις άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας που ανθούσαν την περίοδο της μεγάλης ακμής του ελληνισμού. Μας μιλά για τοπία και μυρωδιές, που εμείς μεταφράσαμε δραματουργικά σε εικαστικές εικόνες, χρησιμοποιώντας υφάσματα με ανάγλυφες υφές και άλλα οργανικά στοιχεία. Στοχεύοντας σε μια πολυαισθητηριακή εμπειρία, προσπαθήσαμε να εμπλέξουμε όσο το δυνατόν περισσότερες αισθήσεις, αποζητώντας τη βιωματική εμπλοκή των θεατών/επισκεπτών μας. Αφηγητές είναι οι τρεις υπέροχοι ηθοποιοί του Εθνικού Θεάτρου, ο Βασίλης Καραμπούλας, η Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη και ο Τίτος Γρηγορόπουλος. Αν και η αφήγηση του Λαμπάκη είναι σε πρώτο πρόσωπο, δεν τον ενσαρκώνει κανείς από τους τρεις. Το κείμενο μοιράζεται ανάμεσά τους, κι εκείνοι μένουν πάντα ένα βήμα μακριά από την πλήρη ταύτιση, κρατώντας έτσι μια ματιά γεμάτη συμπάθεια απέναντί του. Το δρώμενο διαδραματίζεται μέσα στον κύριο εκθεσιακό χώρο, ανάμεσα στις προθήκες, τα πορτρέτα και τα αντικείμενα της συλλογής. Εμείς στην είσοδο και ο Soteur με την τοιχογραφία του στο βάθος της αίθουσας προσπαθούμε να συνομιλήσουμε στο σήμερα με το έργο του Λαμπάκη».
Η περιπλάνηση στις πόλεις της Μικράς Ασίας μέσα από τα μάτια του Γ. Λαμπάκη αποκαλύπτει εμπειρίες που σημάδεψαν την πορεία της ζωής του. Οι ηθοποιοί και το κοινό γίνονται μέρος αυτού του πνευματικού –και όχι μόνο– ταξιδιού και πορεύονται μαζί. Σε αυτό το ξεχωριστό οδοιπορικό περικλείονται τα αυτούσια κείμενα και οι προσωπικές αναμνήσεις του σημαντικού αυτού ανθρώπου.
Όπως γράφει ο Νικόλαος Φύσσας στο αρχείο της οικογενείας Λαμπάκη, «ο σκαπανέας της μελέτης και διαφύλαξης των χριστιανικών μνημείων στην Ελλάδα» γεννήθηκε το 1854 στην Αθήνα. Η μητέρα του ήταν αυτή που του μετέδωσε την έννοια της ευσέβειας που σφράγισε την πορεία του και τις επιλογές του. Με υποτροφία του Ιδρύματος της Ευαγγελιστρίας, φοίτησε στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή, ενώ με την προστασία του ναυάρχου Κανάρη συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία, στα πανεπιστήμια Μονάχου, Λειψίας, Βερολίνου και Ερλάγγης. Από το τελευταίο έλαβε και τον τίτλο του διδάκτορος της Χριστιανικής Αρχαιολογίας, υποβάλλοντας διατριβή με θέμα τις χριστιανικές αρχαιότητες της Αττικής.
Επιστρέφοντας από τη Γερμανία, 29χρονος διδάκτορας, δημοσίευσε στην εφημερίδα «Αιών» (30.09.1883) το άρθρο: «Κατάστασις των παρ’ ημίν χριστιανικών αρχαιοτήτων», ανακινώντας ένα θέμα πρωτόγνωρο για την τότε ελληνική πραγματικότητα. Σε μικρό χρονικό διάστημα, στις 23 Δεκεμβρίου 1884, ιδρύθηκε η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία (ΧΑΕ) από μια ολιγάριθμη ομάδα λογίων και το 1885 τοποθετήθηκε και πρώτος Γενικός Έφορος Χριστιανικών Αρχαιοτήτων. Στη θέση αυτή ο Γ.Λ. παρέμεινε για ελάχιστο διάστημα καθώς σύντομα προσλήφθηκε ως ιδιαίτερος γραμματέας της βασίλισσας Όλγας, η οποία και έθεσε τη ΧΑΕ υπό την προστασία της.
Από τη θέση του βασιλικού γραμματέα, ο Λαμπάκης έκανε αλλεπάλληλα ταξίδια στον ευρύτερο ελληνικό χώρο και τη Μικρά Ασία, μια ευκαιρία που εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο για να ερευνήσει μνημεία και κειμήλια, να διασώσει ή να αναδείξει ό,τι μπορούσε, και κυρίως να οργανώσει και να αφήσει πίσω του πυρήνες ανθρώπων με ενδιαφέρον και φροντίδα για τις χριστιανικές αρχαιότητες του τόπου τους.
Το υλικό που συγκεντρώθηκε εμπλούτισε το Χριστιανικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο είχε ιδρύσει το 1884 και στο οποίο ήταν διευθυντής. Το Χριστιανικό Αρχαιολογικό Μουσείο υπήρξε ο πυρήνας του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών. Το 1890 προκλήθηκε η έκδοση δύο εγκυκλίων, μία της Ι. Συνόδου και μία του υπουργείου των Εκκλησιαστικών, προς τους επισκόπους, ιερείς ηγουμένους και επιτρόπους προκειμένου να αποστείλουν στο μουσείο παλαιά κειμήλια.
Το 1912 ιδρύθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών η έδρα Βυζαντινής Τέχνης και Πολιτισμού. Από το πρώτο ενθουσιώδες δημοσίευμα του Λαμπάκη, 29 χρόνια νωρίτερα, μια νέα γενιά αρχαιολόγων έχει ανατείλει. Για τη γενιά αυτή έχει παρατηρηθεί πως «τη χωρίζει με την προηγούμενη βαθιά τομή: η ανάπτυξη της ίδιας της επιστημονικής έρευνας για το Βυζάντιο». Η ανάγκη για επιστημονική πλέον έρευνα θα υποσκελίσει την ενθουσιαστική Χριστιανική Αρχαιολογία του Γ.Λ. και ο ίδιος δεν θα κερδίσει την πανεπιστημιακή θέση που πίστευε ότι του ανήκε δικαιωματικά. Πλήρης πικρίας, πεθαίνει πρόωρα σε ηλικία 60 ετών στις 15.3.1914.
Ο Λαμπάκης άφησε πίσω του ένα εκπληκτικό σε όγκο έργο τεκμηρίωσης χριστιανικών μνημείων, με πλήθος φωτογραφιών, σχεδίων και δημοσιεύσεων, καθώς και μεγάλο αριθμό δημοσιευμάτων. Παράλληλα, στο αρχείο της οικογένειας Λαμπάκη διασώζονται αρχειοθετημένα σημαντικά τμήματα των καταλοίπων του, που αποτελούν πολύτιμο υλικό για τη μελέτη της Χριστιανικής Αρχαιολογίας.
Το δρώμενο θα πραγματοποιηθεί στον χώρο της περιοδικής έκθεσης «Η Σμύρνη στις αρχές του 20ού αιώνα μέσα από τα μάτια του βυζαντινολόγου Γεωργίου Λαμπάκη» έως και την Κυριακή 9 Απριλίου 2023.
Ταυτότητα παράστασης
Σύλληψη-Κείμενο: Όλγα Ποζέλη, Διονύσης Μουρελάτος, Βασίλης Λιανός, Δανάη Γεροντοπούλου
Σκηνοθεσία: Όλγα Ποζέλη
Διαμόρφωση σκηνικού χώρου: Κωστής Δάβαρης
Δραματολόγος παράστασης: Ευτυχία Χαραλαμπάκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Καούστου
Υπεύθυνος παραγωγής: Θωμάς Χαρέλας
Διανομή (με αλφαβητική σειρά): Τίτος Γρηγορόπουλος, Βασίλης Καραμπούλας, Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη