«Η αφιέρωση» του Μπότο Στράους: Πόσοι άνθρωποι κατοικούν ανά πάσα στιγμή μέσα μας;

«Η αφιέρωση» του Μπότο Στράους στο θέατρο Σφενδόνη σε σκηνοθεσία-δραματουργία Χάρη Φραγκούλη Facebook Twitter
Το τρικυμιώδες ετούτο ψυχικό τοπίο αναπαριστά με αφαιρετικό, παλλόμενο, και ενίοτε χιουμοριστικό, τρόπο η σκηνοθεσία του Χάρη Φραγκούλη. Φωτ.: Αλέξανδρος Πάπα
0

Πόσοι άνθρωποι κατοικούν ανά πάσα στιγμή μέσα μας; Πόσες ξένες ανάσες, πόσες δανεικές οδύνες συνθέτουν τον ιστό της ύπαρξής μας; 

Ο Ρίχαρντ Σούμπερκ, ο ήρωας της «Αφιέρωσης», ένας Βερολινέζος βιβλιοπώλης γύρω στα τριάντα, έχει κλειστεί ερμητικά στο διαμέρισμά του παραδομένος στον στρόβιλο της ερωτικής απογοήτευσης που γέννησε μέσα του ο χωρισμός από την αγαπημένη του Χάνα.

Άπλυτος, αξύριστος, με τους λεκέδες να συσσωρεύονται αηδιαστικά πάνω στα ρούχα του και τα χρήματα να εξατμίζονται από τον τραπεζικό λογαριασμό του, ο Ρίχαρντ σταματάει να εργάζεται προκειμένου ν’ αφοσιωθεί πυρετωδώς στο γράψιμο αλλεπάλληλων επιστολών απευθυνόμενων προς το απωλεσθέν αντικείμενο του πόθου του. Γεμίζει ατελείωτες σελίδες με σκέψεις, στοχασμούς, παρατηρήσεις, εκκλήσεις και αντεγκλήσεις, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να χαράξει πάνω στο κενό λέξεις και νοήματα που θα υφάνουν ένα κουκούλι ικανό να τον προστατέψει από την άβυσσο της εγκατάλειψης στην οποία περιήλθε ξαφνικά και απροειδοποίητα. 

Συλλέγει, θυμάται, αιφνιδιάζεται, θλίβεται, συρρικνώνεται, μαραζώνει και μετά, στιγμιαία, ελπίζει, φουσκώνει, φουντώνει, ίπταται, μόνο και μόνο για να διαλυθεί εκ νέου στο κράσπεδο της βωβής, αμετάκλητης πραγματικότητας που τον καταπίνει. 

Πέντε ζευγάρια βλέμματα που καταλαμβάνουν τον ίδιο χώρο, τον ίδιο χρόνο, την ίδια συνθήκη και όμως δεν διασταυρώνονται ποτέ. Βρίσκονται στο «εδώ», στο «τώρα» αλλά όχι στο «μαζί». 

Ποτέ δεν ξέρουμε αν τελειώνουμε, αν αρχίζουμε και τι σχήμα θα έχουμε την επομένη. Πόσους νεκρούς κουβαλάμε μέσα μας, πόσους ποιητές και συγγραφείς που προσέρχονται τις δύσκολες ώρες της νύχτας στο γραφείο μας για να μας συμπαρασταθούν.

Ο Ρίχαρντ ανατρέχει διαρκώς στα διαβάσματα του παρελθόντος, στα βιβλία που αγάπησε και στη μόνη δραστηριότητα που από παιδί τον συγκινούσε. «Μόνο στον σεβασμό απέναντι στη λογοτεχνία αισθανόταν ζωντανός», παρατηρεί. Και συνειδητοποιεί ότι χρειάστηκε ένας χωρισμός, ένα τεράστιο ρήγμα, για να τον κάνει να επιστρέψει «σ’ εκείνη τη λέξη που είχε κάποτε πρωτογράψει και εγκαταλείψει, και τώρα, παθιασμένα και αδέξια, έκανε τα πάντα για να ξανασυνδεθεί μαζί της, επιτέλους να τη συνεχίσει». 

«Η αφιέρωση» του Μπότο Στράους στο θέατρο Σφενδόνη σε σκηνοθεσία-δραματουργία Χάρη Φραγκούλη Facebook Twitter
Οι τέσσερις ηθοποιοί που αναλαμβάνουν να προσδώσουν σώμα και φωνή στο εσωτερικό δράμα του ήρωα επιδίδονται με ασίγαστη ορμή στο πληθωρικό, πολύπτυχο έργο τους. Φωτ.: Αλέξανδρος Πάπα

Το τρικυμιώδες ετούτο ψυχικό τοπίο αναπαριστά με αφαιρετικό, παλλόμενο και ενίοτε χιουμοριστικό τρόπο η σκηνοθεσία του Χάρη Φραγκούλη. «Πώς μπορεί μία και μόνη γλώσσα, θα πείτε, να αποδώσει αυτό το φοβερό ανακάτεμα από ομιλίες που εκείνη άφησε μέσα μας;», αναρωτιέται ο Ρίχαρντ. Και, πράγματι, αυτή μοιάζει να είναι η σκηνοθετική «οδηγία» που πυροδοτεί τη σκηνική δράση σε όλη την κατακερματισμένη, ανεξέλεγκτη διαδρομή της. 

Οι τέσσερις ηθοποιοί που αναλαμβάνουν να προσδώσουν σώμα και φωνή στο εσωτερικό δράμα του ήρωα επιδίδονται με ασίγαστη ορμή στο πληθωρικό, πολύπτυχο έργο τους. Σαν ένα μικρό σμήνος από νευρικά πουλιά, πότε απλώνονται πάνω στο «σύρμα» εποπτεύοντας τα τεκταινόμενα από ψηλά, πότε σκορπίζουν στις τέσσερις γωνιές του χώρου, πότε βουτούν με απλωμένες τις φτερούγες για να διασχίσουν λαίμαργα τις αποστάσεις, να μετρήσουν και να γεμίσουν τον πηχτό αέρα των αναστεναγμών, διαλαλώντας τη ματαιότητα των ταπεινών πράξεων («πήγε στον κουρέα από ανία...») στις οποίες αναλώνεται ο ήρωας αναζητώντας μια διαφυγή.

Ακοίμητοι παρατηρητές, δεν αφήνουν ούτε το ανοιγοκλείσιμο ενός βλεφάρου να περάσει ασχολίαστο, λες και καθετί που λαμβάνει χώρα μέσα σε τούτο το ερημικό διαμέρισμα, ακόμη και η πιο γελοία πτώση ενός αντικειμένου, ο ήχος των άπλυτων ρούχων που στοιβάζονται στο πάτωμα ή η δυσοσμία των μουχλιασμένων τροφίμων στην κουζίνα, πρέπει οπωσδήποτε να επισημανθεί βροντερά, να καταγραφεί διεξοδικά και, γιατί όχι, να τραγουδηθεί περιπαικτικά. 

Πράγματι, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η ιδέα του Κορνήλιου Σελαμσή (που καθοδηγεί με μια μπαγκέτα τους ηθοποιούς, εν είδει «ιερέα»-μαέστρου, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης) να χρησιμοποιήσει το γρηγοριανό μέλος ως καθοδηγητική αρχή της χορωδιακής εκφοράς του λόγου τους. Το γεγονός, δηλαδή, ότι αυτό το μέλος –που είναι παραδοσιακά συνδεδεμένο με την απόδοση των κειμένων του ρωμαιοκαθολικού εκκλησιαστικού τελετουργικού– υιοθετείται εδώ από μια ομάδα εσωτερικών «φωνών» (φωνών του Υπερεγώ, θα λέγαμε) ενός ερωτοχτυπημένου καταφθάνει στ’ αυτιά του θεατή ως παραξένισμα, ως ευχάριστη έκπληξη. 

«Η αφιέρωση» του Μπότο Στράους στο θέατρο Σφενδόνη σε σκηνοθεσία-δραματουργία Χάρη Φραγκούλη Facebook Twitter
Η Σοφία Κόκκαλη. Φωτ.: Αλέξανδρος Πάπα

Ταυτόχρονα, μέσα από το εύρημα αυτό αναδύεται η βαθύτερη διάσταση του εγχειρήματος: αν η γρηγοριανή μελωδία στερείται αντίστιξης, αν εκπορεύεται μονοφωνικά, έτσι και η παράσταση, συνειδητοποιούμε σταδιακά, αναφέρεται υπογείως σε μια ροή ζωής και σκέψης που εκτυλίσσεται επίσης χωρίς διαλεκτική, χωρίς άλματα και αντιθέσεις. Μια συνείδηση που συνομιλεί με τον εαυτό της, αποκομμένη από το ευρύτερο γίγνεσθαι, που δεν έχει κανέναν απέναντί της για να της αντιταχθεί, ούτως ώστε αφήνεται σε έναν σολιψισμό ατέρμονο και ακανόνιστο, ικανό να την καταπιεί στον αναπότρεπτο, αέναα επαναλαμβανόμενο, ρυθμό της.

Αυτό το βραδύ κύλισμα κανένας δεν ξέρει προς τα πού θα οδηγήσει: προς την περατότητα ή προς την αιωνιότητα – και το ερώτημα μένει μάλλον αναπάντητο, ακόμη κι όταν έρχεται φαινομενικά το τέλος, η συγκομιδή των σελίδων που έχουν πλημμυρίσει το πάτωμα και το σπάσιμο του «πατώματος» που βυθίζει τον ήρωα σε μια υγρή ακινησία. 

Αυτή η απεύθυνση (η «αφιέρωση») προς τον εαυτό, αυτή η μοναξιά, χαρακτηρίζει όλες τις σχέσεις: δεν είναι μόνον ο Ρίχαρντ που μοιάζει να μην αντιλαμβάνεται την πληθώρα των φωνών γύρω του, απόλυτα απορροφημένος στον μονόλογό του, αλλά και τα μέλη της ομάδας που αδυνατούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να συνθέσουν μια τετράδα ή, έστω, ένα ντουέτο αμοιβαίας κατανόησης και συνδιαλλαγής. Πέντε ζευγάρια βλέμματα που καταλαμβάνουν τον ίδιο χώρο, τον ίδιο χρόνο, την ίδια συνθήκη, και όμως δεν διασταυρώνονται ποτέ. Βρίσκονται στο «εδώ», στο «τώρα» αλλά όχι στο «μαζί». 

«Η αφιέρωση» του Μπότο Στράους στο θέατρο Σφενδόνη σε σκηνοθεσία-δραματουργία Χάρη Φραγκούλη Facebook Twitter
Ο μάλλον στεγνός υποκριτικά Ανδρέας Κοντόπουλος στον ρόλο του Ρίχαρντ ενθαρρύνει ακόμη περισσότερο την «αποξένωσή» μας. Φωτ.: Αλέξανδρος Πάπα

Από την άλλη, δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς και τη χιουμοριστική διάσταση προς την οποία ανοίγεται μια τέτοια επιλογή. Όταν οι πιο ασήμαντες, μπανάλ φράσεις αποδίδονται εν είδει «εκκλησιαστικής» χορωδιακής ψαλμωδίας, η «σύγκρουση» που γεννιέται από αυτήν τη συνάντηση υψηλού και χαμηλού, σοβαρού ύφους και γελοίου περιεχομένου («κοιμόταν πάααντοτε σε μια ψηλή πολυθρόοονα»), μόνον ως χειρονομία ειρωνικής υπογράμμισης μπορεί να εκληφθεί, χαρίζοντας στον θεατή μια σταθερή ανακούφιση, μια διέξοδο, ένα άλλοθι αποστασιοποίησης.

Κι έτσι, όσο και να το επιθυμούμε, δεν μας επιτρέπεται ποτέ να παρασυρθούμε στο υποτιθέμενο δράμα του ήρωα, να ταυτιστούμε μαζί του: μένουμε να το παρακολουθούμε «από μακριά», σα να βλέπουμε ένα πλοίο να βυθίζεται στο βάθος του ορίζοντα, όμως εμείς «γυρίζουμε αμέριμνα την πλάτη στην καταστροφή»¹, επειδή έχουμε κάπου «αλλού» να πάμε... 

Εξόχως προσηλωμένοι και συντονισμένοι οι τέσσερις ηθοποιοί (Μαρία Αρζόγλου, Σοφία Κόκκαλη, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Μιχάλης Τιτόπουλος) της «χορωδίας», ενώ μάλλον στεγνός υποκριτικά ο Ανδρέας Κοντόπουλος στον ρόλο του Ρίχαρντ ενθαρρύνει ακόμη περισσότερο την «αποξένωσή» μας. 

(1): Από το ποίημα «Musée des Beaux Arts» του W.H. Auden, σε μετάφραση Ερρίκου Σοφρά.

Δείτε εδώ πληροφορίες για την παράσταση «Η αφιέρωση»




 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Χάρης Φραγκούλης: «Ένας δειλός συμβιβασμένος είμαι»

Portraits 2023 / Χάρης Φραγκούλης: «Ένας δειλός συμβιβασμένος είμαι»

Έχοντας σκηνοθετήσει μια «μη τυπική σύνθεση της Αντιγόνης» που αγαπήθηκε πολύ και καθώς ετοιμάζεται να λάβει το «χρίσμα» από τον Δημήτρη Παπαϊωάννου στη νέα του παράσταση, ο Χάρης Φραγκούλης δίνει πια περισσότερο χώρο στην τρυφερότητα.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
«Ο Παγοπώλης έρχεται»: Η αίσθηση μιας διαρκούς επιστροφής

Κριτική Θεάτρου / «Ο Παγοπώλης έρχεται»: Η αίσθηση μιας διαρκούς επιστροφής

Μπορεί να μας «πετά» συχνά έξω, αυτό όμως δεν σημαίνει πως η παράσταση που σκηνοθέτησε ο Ακύλλας Καραζήσης δεν έχει να προσφέρει στον θεατή μια γοητευτική επίσκεψη στον κόσμο του Ευγένιου Ο’Νιλ.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ