Το Ίδρυμα Β & Μ Θεοχαράκη ετοιμάζεται να φιλοξενήσει την έκθεση «Πάμπλο Πικάσο - Ζαν Κοκτώ: Οι καινοτόμοι του Μοντερνισμού», στην οποία θα παρουσιαστούν 190 έργα ζωγραφικής, χαρακτικής, κεραμικής και καλλιτεχνικών εκδόσεων, αναδεικνύοντας τη μεγάλη τους προσφορά στην εδραίωση του Μοντερνισμού. Ο επιμελητής της έκθεσης κ. Τάκης Μαυρωτάς μας μιλά για τους δύο πρωτοπόρους καλλιτέχνες και τη στενή τους σχέση με την Ελλάδα.
«Για την έκθεση αυτή, το Ίδρυμα Θεοχαράκη συνεργάστηκε με το Kunstmuseum Pablo Picasso Münster, από το οποίο προέρχονται όλα τα έργα του Πικάσο, ενώ τα έργα του Κοκτώ προέρχονται από τη συλλογή του Γιάννη Κονταξόπουλου. Στην έκθεση αντιπαραθέτουμε τον μεγάλο εικαστικό, αλλά και με λογοτεχνικές ανησυχίες, Πάμπλο Πικάσο, με τον ποιητή και συγγραφέα, αλλά και εικαστικό, Ζαν Κοκτώ. Πρόκειται να δούμε πάρα πολλά έργα του Πικάσο, έργα που δείχνουν τη σχέση του με τον Ζακ Κοκτώ, όπως και το γνώριμο ύφος του, αυτό που έρχεται και συνδιαλέγεται με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, αφού το έργο του Πικάσο στοιχειώνεται από θεούς και ήρωες από την Αρχαία Ελλάδα. Είναι πολύ χαρακτηριστική μια φράση που έχει πει: "Εάν σημειώναμε πάνω σ' έναν χάρτη όλους τους δρόμους απ' όπου έχω περάσει κι αν τους συνδέαμε με μια γραμμή, ίσως αυτό να απεικόνιζε έναν Μινώταυρο". Ο Μινώταυρος –τον οποίο άλλοτε φοβάται κι άλλοτε σαρκάζει– και οι Μινωταυρομαχίες, από το 1928 έως το 1937, ήταν τα αγαπημένα του θέματα κι ένας θεματικός άξονας στη δουλειά του που συνέβαλε πάρα πολύ στη διάδοση του έργου του. Ο Πικάσο, λοιπόν, εμπνέεται από το ελληνικό πνεύμα και τους μύθους, εμπνέεται και από τη γραφή, την οποία βλέπουμε στα αττικά αγγεία – τα έργα που θα φιλοξενήσουμε είναι χαρακτηριστικά αυτής της επιρροής. Το ίδιο όμως πνεύμα, τον ίδιο σεβασμό έχει και ο Ζαν Κοκτώ. Από τη μία, λοιπόν, έχουμε έναν μεγάλο ζωγράφο του 20ού αιώνα και από την άλλη έναν μεγάλο ποιητή και λογοτέχνη, που το 1955 έγινε Γάλλος ακαδημαϊκός, την ίδια χρονιά τιμήθηκε και ως μέλος της Βελγικής Ακαδημίας και δύο χρόνια αργότερα έγινε επίτιμος καθηγητής στην Οξφόρδη. Σε αυτή την έκθεση θα δούμε έργα ζωγραφικής, γλυπτικής, χαρακτικής, κεραμικής και των δύο, σε έναν απόλυτο διάλογο. Θα βλέπουμε, ας πούμε, πορτρέτα που έχουν φιλοτεχνήσει και ο Πικάσο και ο Κοκτώ για τον Ονορέ ντε Μπαλζάκ, τον Αρθούρο Ρεμπό, τον Πολ Βαλερί – ένας ολόκληρος κόσμος ο οποίος αναπτύσσεται και δείχνει αυτήν τη σχέση των δύο πάνω στη ζωγραφική έκφραση και το γεγονός ότι διαποτίζονται από το ελληνικό πνεύμα. Το ερωτικό στοιχείο επίσης κυριαρχεί στο έργο και των δύο, που είναι εντελώς απενοχοποιημένοι και ειλικρινείς με τον εαυτό τους. Ο Πικάσο είναι λάτρης του γυναικείου φύλου, με αρκετούς γάμους κι έντονα πάθη. Στο έργο του Κοκτώ, ο οποίος ήταν ομοφυλόφιλος, δεσπόζει η αντρική φιγούρα.
O Πικάσο έχει αφιερώσει ένα έργο του στον Μανώλη Γλέζο για την ηρωική του πράξη να κατεβάσει τη ναζιστική σημαία από την Ακρόπολη. Μην ξεχνάμε ότι κι εκείνος, ως Ισπανός, είχε βιώσει αντίστοιχες εμπειρίες, δικτατορίες, εμφυλίους – άρα, υπήρχε κι άλλος ένας λόγος για να αντιλαμβάνεται και να είναι πιο ευαισθητοποιημένος απέναντι στη δική μας ιστορία.
Ο Κοκτώ ταξίδεψε τρεις φορές στην Ελλάδα: το 1936, ως ανταποκριτής της εφημερίδας «Paris Soir», το 1949 με τον Jean Marais και το 1952 με τη Françine Weisweiller. Είχε, μάλιστα, γνωρίσει τον Τσαρούχη, κείμενο του οποίου για τον Κοκτώ περιέχεται στον κατάλογο της έκθεσης. Ο Πικάσο δεν ταξίδεψε στην Ελλάδα ποτέ, αλλά την αγάπη του την εκδήλωσε πολλές φορές, και όχι μόνο προς την Αρχαία Ελλάδα. Ύμνησε και τους αγώνες των Ελλήνων της εποχής του ενάντια στον ναζισμό, δωρίζοντας το 1946 τον περίφημο πίνακα "Γυναικείο Κεφάλι", γνωστό και ως "Η γυναίκα με το λευκό φόρεμα", ο οποίος εκλάπη από την Εθνική Πινακοθήκη. Στην πίσω πλευρά του έργου είχε γράψει: "Pour le Peuple Grec, Hommage de Picasso". Το 1952 φιλοτέχνησε το πορτρέτο του Νίκου Μπελογιάννη κατά τη διάρκεια της δίκης του, πορτρέτο που έγινε πρωτοσέλιδο στην "Humanité". Ένα έργο του έχει, επίσης, αφιερώσει στον Μανώλη Γλέζο για την ηρωική του πράξη να κατεβάσει τη ναζιστική σημαία από την Ακρόπολη. Μην ξεχνάμε ότι κι εκείνος, ως Ισπανός, είχε βιώσει αντίστοιχες εμπειρίες, δικτατορίες, εμφυλίους – άρα, υπήρχε κι άλλος ένας λόγος για να αντιλαμβάνεται και να είναι πιο ευαισθητοποιημένος απέναντι στη δική μας ιστορία. Δίπλα στον Πικάσο στάθηκαν αρκετοί Έλληνες. Ο Κριστιάν Ζερβός, που ήταν επιστήθιος φίλος του, και ο Tériade συνέβαλαν με τις σπάνιες εκδόσεις και τα περιοδικά τους «Cahiers d' Art», «Minotaure» και «Verve» στην ανάδειξη του έργου του. Ο Tériade, μάλιστα, μεσολάβησε για να γνωριστεί ο Πικάσο με τον Οδυσσέα Ελύτη. Ο Ελύτης θα γράψει μετά: "Ο Πικάσο, με το παράδειγμά του, μ' έβγαλε απ' όλα αυτά τα συμπλέγματα. Ήταν σχεδόν ένας αρχαίος Έλληνας κοντά μου. [...] Την αίσθηση που οι Έλληνες είχανε απαρνηθεί –του ήλιου και του έρωτα στην πρώτη, στην αρχική τους σημασία– την ασκούσε σαν παλιός μυθικός βασιλιάς που το μεγαλείο του δεν βρίσκεται στην ισχύ και στην εξουσία αλλά στις απλές και άνετες χειρονομίες του".
Ο Κοκτώ ζωγράφισε με πάθος θεούς και ήρωες από την ελληνική μυθολογία. Το έργο του στοιχειώνει ο Ορφέας, ο πιο σκοτεινός και συμβολικός της ήρωας, που ήταν αοιδός, μουσικός, ποιητής και ιερέας των Αργοναυτών. Ο Οιδίποδας και η τραγική του μοίρα τον απασχόλησαν, όπως και ο Διόνυσος αλλά και ο Ακταίωνας, τον οποίο η Άρτεμις μεταμόρφωσε σε ελάφι κι έστρεψε τα σκυλιά του να τον κατασπαράξουν, επειδή την είδε γυμνή. Ο Zαν Ζενέ, μιλώντας για τον Κοκτώ, του προσέδωσε τον χαρακτηρισμό "Έλλην", λέγοντας: "Έλλην! Η λιτή κομψότητα της λέξης αυτής, η συντομία της, ακόμα και το κοφτό ράγισμά της είναι χαρακτηριστικά που εύστοχα ταιριάζουν στον Ζαν Κοκτώ. Η λέξη είναι ήδη μια πολύτιμη εργασία αποκοπής: φανερώνει έτσι τον αποδεσμευμένο ποιητή, αποσπασμένο από μια ύλη, και ο οποίος έχει αποτινάξει όλα τα αποκοπίδια. Ο ποιητής –ή το έργο του, το ίδιο κάνει– απομένει ένα περίεργο κομμάτι, βραχύ, σκληρό, αστραφτερό, μισοτελειωμένο με περίεργο τρόπο, όπως ή λέξη "Έλλην", το οποίο περικλείει τις αρετές που θέλω να απαριθμήσω. Κυρίως τη φωτεινότητα. Έναν φωτισμό πρώτα-πρώτα ομοιόμορφο και σκληρό, ο οποίος δείχνει με ακρίβεια τις λεπτομέρειες κάποιου τοπίου χωρίς μυστήριο, με την πρώτη ματιά: είναι ο ελληνικός κλασικισμός. Η ευφυΐα του ποιητή, πράγματι, φωτίζει το έργο του μ' ένα φως τόσο λευκό, τόσο ωμό, που φαντάζει ψυχρό".
Ο Πικάσο με τον Κοκτώ είχαν μια έντονη επαφή, η οποία κράτησε πενήντα χρόνια. Στην έκθεση συμπεριλαμβάνεται η λιθογραφία του Πικάσο «Διπλή Προσωπογραφία» του Πάμπλο Πικάσο και του Ζαν Κοκτώ (1962), στην οποία ο ζωγράφος αποδίδει τα κεφάλια τους σε προφίλ, το ένα μέσο στο άλλο, οριοθετώντας τις μορφές στην εσωτερική και εξωτερική τους υπόσταση, για να κερδίσει την αδιαίρετη συνύπαρξη και των δύο μορφών σε ένα πορτρέτο, έτσι ώστε ο ένας να αντανακλά στην ύπαρξη του άλλου. Ο Πικάσο, άλλωστε, το 1918, στον πρώτο του γάμο με την Olga Khokhlova, είχε επιλέξει ως κουμπάρο τον Κοκτώ, μαζί με τον Apollinaire και τον Jacob. Οι δυο τους συνεργάστηκαν αρκετές φορές, θα ήθελα όμως να αναφερθώ στη σπουδαία καλλιτεχνική έκδοση "Jean Cocteau, Ο Picasso από το 1916 ως το 1961", η οποία παρουσιάζεται στην παρούσα έκθεση. Στην έκδοση περιλαμβάνονται 24 ασπρόμαυρες λιθογραφίες του Πικάσο και ποιήματα, καθώς και δοκίμια, του Κοκτώ. Εδώ βλέπουμε τη μεγάλη δύναμη του βιρτουόζου του σχεδίου, που με τόση ευκολία μπορεί και αποδίδει όλο τον οραματικό του κόσμο, δημιουργώντας τόσο λιτά αλλά και τόσο δυνατά εικαστικά, ασπρόμαυρα λιθόγραφα. Μαζί είχαν δουλέψει το 1916 και στη θρυλική παράσταση "Παρέλαση" σε μουσική του Erik Satie, που παρουσίασαν τα Ρωσικά Μπαλέτα. Ο Κοκτώ είχε γράψει το λιμπρέτο και ο Πικάσο είχε φιλοτεχνήσει τα σκηνικά και τα κουστούμια. Η παράσταση αυτή, που προκάλεσε σκάνδαλο, σηματοδότησε την έναρξη της καλλιτεχνικής τους συνύπαρξης κι έδωσε το έναυσμα στον Πικάσο να ασχοληθεί με ιδιαίτερη ένταση με το θέατρο. Ο Κοκτώ έτρεφε τεράστιο θαυμασμό για τον Πικάσο. Παρακολουθούσε κάθε του έκθεση, μαγευόταν από το πνεύμα του και του αφιέρωσε πάρα πολλά ποιήματα, κριτικές και αισθητικά δοκίμια. Γράφει γι' αυτόν: "Είναι ο μοναδικός που χρησιμοποιεί την ιδιοφυΐα ως ευφυΐα... Είναι η σημαντικότερη γνωριμία μου. Ο Πικάσο μού δίδαξε να τρέχω πιο γρήγορα από την ομορφιά...". Μια συνέντευξη που έδωσε το 1927 ο ζωγράφος έγινε η αιτία να ψυχρανθούν για 22 χρόνια. Είπε χαρακτηριστικά: "Ο Κοκτώ είναι μια μηχανή που σκέφτεται. Τα σχέδιά του είναι πολύ χαριτωμένα, τα λογοτεχνικά έργα του πολύ δημοσιογραφικά. Εάν μπορούσε κανείς να φτιάξει εφημερίδες για διανοούμενους, ο Κοκτώ θα σέρβιρε κάθε μέρα ένα καινούργιο πιάτο, μια κομψή πιρουέτα. Εάν κατάφερνε να πουλήσει το ταλέντο του, θα μπορούσαμε να πηγαίνουμε στο φαρμακείο, όλη μας τη ζωή, και να αγοράζουμε ένα χάπι Κοκτώ, χωρίς να καταφέρουμε να εξαντλήσουμε το ταλέντο του". Οι δύο καλλιτέχνες θα αποκαταστήσουν τελικά τη σχέση τους και θα προχωρήσουν στο κοινό τους έργο "Jean Cocteau, o Picasso από το 1916 ως το 1961", που, σύμφωνα με τον Markus Müller, "ανακεφαλαιώνει και υπομνηματίζει τα σαράντα χρόνια φιλίας τους".
Ο Πικάσο κι ο Κοκτώ με το έργο τους υπερασπίζονται την ελευθερία του έρωτα, την αντισυμβατική ζωή και την απελευθέρωση της σκέψης. Η αισθητική του Μοντερνισμού ήταν η αισθητική της ανανέωσης και της αναζωογόνησης, δηλαδή της επιστροφής στους αρχαίους μύθους και στην ιστορία του πολιτισμού. Πολύτροποι και αισθαντικοί, αγάπησαν την απόλυτη αλήθεια, το αναλλοίωτο και το αιώνιο. Έτσι, το έργο τους ανήκει και στο αύριο, καθώς θα συνεχίσει να γοητεύει τις μελλοντικές γενιές.
Οι καινοτόμοι του Μοντερνισμού
σχόλια