Η Ρουμάνα Αλεξάντρα Μπαντεά, γεννημένη το 1980 στη Ρουμανία, αφού σπούδασε σκηνοθεσία στην Ανώτερη Εθνική Σχολή Θεατρικής και Κινηματογραφικής Τέχνης στο Βουκουρέστι, εγκαταστάθηκε το 2003 στο Παρίσι. Εργάστηκε ως σκηνοθέτις, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει ρίξει το βάρος στη συγγραφή και από το 2009 έχουν κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις L' Arche τα θεατρικά της Contrôle d' identité, Mode d' emploi, Burnout και Pulvérisés. Το τελευταίο βραβεύτηκε το 2013 με το Μεγάλο Βραβείο Δραματικής Λογοτεχνίας και το 2014 παρουσιάστηκε στο Εθνικό Θέατρο του Στρασβούργου.
Στο Στρασβούργο σπούδασε (Λογοτεχνία και Γλωσσολογία) και ζει η Ελιζαμπέτ Μαρί που σκηνοθετεί το καινούργιο έργο της Μπαντέα, "Ακραιόφιλο" (Extremophile, 2015) για το Φεστιβάλ Αθηνών (θα το δούμε στις 6 και 7 Ιουλίου). Η ζωή της είχε διάφορα ενδιαφέροντα κεφάλαια: από ανταποκρίτρια για την εκπομπή «Panorama» του France Culture κατέληξε στο θέατρο και το 1979 ίδρυσε την Ομάδα Scarface Εnsemble μαζί με τους Bernard Bloch και Ismaïl Safouan. Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει παραστάσεις που ενώνουν μουσική και θεατρική έρευνα, ενώ διατηρεί ειδικό ενδιαφέρον για το θέατρο που απευθύνεται σε ειδικές κατηγορίες κοινού και γίνεται σε εξωθεατρικούς χώρους (βιβλιοθήκες, φυλακές, ξενώνες για ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια, καντίνες εργοστασίων, διαμερίσματα και πλατείες).
Οι επιλογές μας έχουν αντίκτυπο όχι μόνο στον τρόπο που ζούμε εμείς οι ίδιοι, αλλά και στο πώς εξελίσσονται τα πράγματα γύρω μας. Η σύγκρουση σε κοινωνικό και υπαρξιακό επίπεδο είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα γιατί μέσα από τον αγώνα του ανθρώπου με τον εαυτό του, και μέσα στο σύνολο που ζει, μπορεί να προκύψει η λύση, η κάθαρση και η λύτρωση.
Πέρσι η Ελιζαμπέτ Μαρί σκηνοθέτησε το Μαργαρίτα, Πενθεσίλεια, Ιώ στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων, συνδέοντας ένα κείμενο της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς με την Πενθεσίλεια του Κλάιστ και τον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου. Η παράσταση, στην οποία έπαιζαν η Ρηνιώ Κυριαζή και η τουρκικής καταγωγής Σελίν Αλτιπαρμάκ (που ζει στη Γαλλία), παρουσιάστηκε στη συνέχεια στο Στρασβούργο και στην Κωνσταντινούπολη.
Οι τρεις γυναίκες συνεχίζουν τη συνεργασία τους στο Ακραιόφιλο, σ' ένα σχήμα που εμπλουτίζεται από τον Γάλλο Ζακ Ρεϊνάρ και τον Ιάσονα Bitter Κουρούνη. Στο έργο πρωταγωνιστούν τρία πρόσωπα που βρίσκονται σε κρίσιμη φάση της ζωής τους, όταν διαπιστώνουν ότι η ζωή τους δεν ανταποκρίνεται στις βαθύτερες ανάγκες και επιθυμίες τους: ένας σύμβουλος υπουργού, παντρεμένος, αλλά ερωτευμένος με τον Αχμάτ, μια ερευνήτρια που θυσίασε τον μεγάλο της έρωτα για την επιστημονική καριέρα (είναι αυτή που αναζητεί το μυστικό της ζωής στα ακραιόφιλα, στα βάθη του ωκεανού), κι ένας στρατιώτης που κλεισμένος σ' ένα βαν, παρακολουθεί στους υπολογιστές την εικόνα που στέλνουν τα drones από περιοχές τρομοκρατών στην άλλη άκρη του πλανήτη.
Με αφορμή την παράσταση, η Ελιζαμπέτ Μαρί μοιράστηκε κάποιες σκέψεις της για τους εσωτερικούς και εξωτερικούς φράκτες που εμποδίζουν τους ανθρώπους να ζήσουν ειρηνικά με τον εαυτό τους και με τους άλλους.
— Αυτή η περίφημη «πολυπολιτισμικότητα», για την οποία πολύς λόγος έγινε στις ευρωπαϊκές χώρες τις τελευταίες δεκαετίες, πόσο «πραγματική» υπήρξε; Η άνοδος του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και των ακροδεξιών ιδεών στην Ευρώπη σημαίνει ότι κάτι δεν λειτούργησε σωστά με το πολυπολιτισμικό μοντέλο;
Είναι ένα θέμα που αφορά άμεσα την αποικιοκρατία, με την οποία συνδέονται πολλές χώρες της Ευρώπης, και βέβαια με τον καπιταλισμό. Δεν είμαι ειδική επί του θέματος, αλλά ζούμε τον θρίαμβο της οικονομίας πάνω στην πολιτική, του κεφαλαίου πάνω στα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα των ανθρώπων. Επιστρέφουμε στις οικονομικές και εργασιακές σχέσεις που επικρατούσαν τον 19ο αιώνα. Τουλάχιστον όσον αφορά τη Γαλλία, διαπιστώνουμε ότι η Ακροδεξιά αυξάνει τα ποσοστά της, η Δεξιά πηγαίνει όλο και πιο δεξιά και το Σοσιαλιστικό Κόμμα «δεξιοποιείται». Με αυτά τα δεδομένα, και παρότι οι κοινωνίες μας εκ των πραγμάτων είναι πολυπολιτισμικές, από τη στιγμή που ζουν σε αυτές τόσοι άνθρωποι από την Αφρική, τις χώρες του Μαγκρέμπ, την Τουρκία, από χώρες με διαφορετική γλώσσα, θρησκεία, κουλτούρα, υπάρχουν λόγοι σοβαρής ανησυχίας για τις σημερινές εξελίξεις. Το ιδανικό της συνύπαρξης πολιτών διαφορετικής καταγωγής αποδείχθηκε ευάλωτο στο παιχνίδι του κεφαλαίου, που χρησιμοποιεί τους μετανάστες για να μειώνει την αξία της εργασίας. Έτσι, αφυπνίζονται τα ξενοφοβικά αισθήματα. Έτσι προέκυψε το Brexit, για το οποίο ψήφισαν άνθρωποι με εντελώς αντίθετες ιδέες, από την άκρα Δεξιά μέχρι την άκρα Αριστερά.
Η μόνη λύση για να αποφευχθεί ο κίνδυνος που συνεπάγεται η άνοδος της ακροδεξιάς είναι να εξασφαλίσουμε συνθήκες ζωής τέτοιες, που να μην προκαλείται ανταγωνισμός και κοινωνικό μίσος μεταξύ των πολιτών.
— Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με το έργο της Αλεξάντρα Μπαντεά;
Ο λόγος της Μπαντεά μοιάζει απλός, αλλά πηγαίνει σε μεγάλο βάθος. Συνδέει ιστορίες διαφορετικών ανθρώπων με τρόπο που δείχνει τη σχέση του ατόμου με τον κόσμο. Οι επιλογές μας έχουν αντίκτυπο όχι μόνο στον τρόπο που ζούμε εμείς οι ίδιοι αλλά και στο πώς εξελίσσονται τα πράγματα γύρω μας. Η σύγκρουση σε κοινωνικό και υπαρξιακό επίπεδο είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα γιατί μέσα από τον αγώνα του ανθρώπου με τον εαυτό του, και μέσα στο σύνολο που ζει, μπορεί να προκύψει η λύση, η κάθαρση και η λύτρωση. Εμείς που ασχολούμαστε με το θέατρο έχουμε πλούσιο υλικό να δουλέψουμε απ' όλα αυτά τα δύσκολα που συμβαίνουν γύρω μας.
— Είστε καλλιτέχνις με πολιτική συνείδηση, που δεν κάνετε τέχνη για την τέχνη. Το θέατρο που ασχολείται με τους πρόσφυγες, τους μετανάστες, τους κοινωνικά και οικονομικά περιθωριοποιημένους, απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο ευαισθητοποιημένο, φιλότεχνο κοινό, στο οποίο δεν συγκαταλέγονται ούτε οι κοινωνικά ευαίσθητες ομάδες, ούτε αυτοί που θα έπρεπε να ευαισθητοποιηθούν. Μήπως κάνουμε θέατρο για να προβληματιζόμαστε μεταξύ μας;
Είναι ένα ζήτημα που κι εμένα με απασχολεί. Όσο με αφορά, δεν κάνω θέατρο με θέμα τους αδύναμους, θα ντρεπόμουν. Οι παραστάσεις μου αφορούν τη μεσαία και ανώτερη τάξη και η προσέγγισή μου είναι ταπεινή σε σχέση με το κοινό, δηλαδή είναι πιο κοντά στους ανθρώπους και μ' έναν σαφή προβληματισμό για το πώς λειτουργούν τα πράγματα γενικώς στην κοινωνία του θεάματος.
—Στο «Ακραιόφιλο» το τέλος παραμένει ανοιχτό, ωστόσο οι τρεις ήρωες εμφανίζονται αποφασισμένοι να κάνουν την επανεκκίνηση που θα δώσει στη ζωή τους το χαμένο της νόημα. Πόσο εύκολο είναι να συμβεί στην «πραγματικότητα» αυτό;
Η λύση σίγουρα δεν βρίσκεται στην αποχώρηση, στο να αποσυρθούμε ή να αναζητήσουμε το ζεν στον βουδισμό. Ατομικά δεν μπορεί κανείς να διορθώσει τα πράγματα, να ξεφύγει από το σύστημα που βασίζεται σε δομές καταπίεσης. Απαιτείται προσπάθεια μαζί με άλλους. Αλλά για να φτάσει κανείς σε μια πολιτική θέση και στάση, πρέπει πρώτα να ασχοληθεί με μια «πολιτική» που αφορά τον εαυτό του, τι κάνει στη ζωή του, τι έχει μέσα του και πώς μάχεται για το καλό. Μέσα στο υπάρχον σύστημα πρέπει να συνεχίσουμε να παλεύουμε. Δεν πρέπει να χάσουμε την επιθυμία για ζωή, που σημαίνει την επιθυμία για αγώνα μέσα στη ζωή.
Η αισιοδοξία που μεταφέρει το έργο είναι ακριβώς η τεράστια αποδοχή της ζωής, η επιβεβαίωση της αξίας της ζωής. Γι' αυτό και το έργο έχει αυτό τον τίτλο, Ακραιόφιλο, γιατί η δύναμη της ζωής, της επιθυμίας της ζωής, κάνει τον άνθρωπο πιο δυνατό από τις πιο δύσκολες συνθήκες.
«Ακραιόφιλο»
της Αλεξάντρα Μπαντεά
Σκηνοθεσία: Ελιζαμπέτ Μαρί
Μτφρ.: Ρηνιώ Κυριαζή
Μουσική και σύνθεση ήχων (επί σκηνής): Cyril Alata
Σκηνογραφία: Raffaëlle Bloch & Grégoire Perrier
Φωτισμοί: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Ηθοποιοί: Jack Reinghardt, Ρηνιώ Κυριαζή, Selin Altiparmak, Ιάσων Bitter Κουρούνης
Ανωτατη Σχολη Καλων Τεχνων, Θεατρο της ΑΣΚΤ
Η παράσταση είναι στα ελληνικά και στα γαλλικά, με ελληνικούς υπέρτιτλους.
Στις 6 Ιουλίου η συγγραφέας θα δώσει ένα masterclass για τη γραφή, με ελεύθερη είσοδο, αλλά προηγούμενη κράτηση θέσης.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη LIFO.