Κατά τη διάρκεια ενός μνημοσύνου οι συγγενείς έρχονται κοντά ο ένας στον άλλον, κλεισμένοι σε ένα μικρό σπίτι, παλεύοντας για να γεφυρώσουν το χάσμα που τους χωρίζει αλλά και να βγάλουν στην επιφάνεια τους προσωπικούς τους δαίμονες. Συντηρητικοί, μοντέρνοι, φτωχοί, εύποροι, συνωμοσιολόγοι και ρασιοναλιστές, ψάχνουν τη χρυσή τομή που θα τους επιτρέψει να συνυπάρξουν. Ο Κρίστι Πούιου έβαλε μια κάμερα να παρακολουθεί αυτόν το μικρό πόλεμο σαν πνεύμα και κατόρθωσε να μετατρέψει αυτή την τρίωρη κοινωνιολογική παρατήρηση σε ένα θέαμα με αρκετό χιούμορ και πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Ο σκηνοθέτης βρέθηκε αυτές τις μέρες στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την πρεμιέρα της ταινίας του και μας μίλησε γι' αυτήν, την αντίληψη που έχει για τον κόσμο μας, το παρελθόν και το παρόν της Ρουμανίας και του σινεμά της.
— Βλέποντας την ταινία, μια πρώτη σκέψη που έκανα ήταν πως κινηματογραφείται έτσι ώστε να μας δείξει πως κάτι τέτοιο έχουμε ζήσει, λίγο-πολύ, όλοι μας. Συμφωνείτε;
Ναι, αλλά δεν γίνεται να ξεκινήσεις με σκοπό να κάνεις κάτι τέτοιο. Για να πεις μια ιστορία, πρέπει να το κάνεις με τον δικό σου τρόπο, παρουσιάζοντας τη δική σου εμπειρία σε σχέση με αυτήν. Δεν υπάρχει μαγική φόρμουλα για να κανεις μια ιστορία που θα απευθύνεται σε όλους. Αν πεις «ξεκινώ να πω μια ιστορία που θα αφορά όλους», είσαι ηλίθιος – είναι αδύνατον. Μπορείς να οριοθετήσεις την ιστορία σου χρησιμοποιώντας ό,τι θεωρείς εσύ σημαντικό και πρέπει να είσαι και πολύ ειλικρινής σ' αυτό. Ακόμη κι έτσι όμως, έστω και αν κάνεις την καλύτερη δυνατή ανθρωπολογική, ψυχολογική και κοινωνιολογική μελέτη και βγάλεις συμπεράσματα, δεν μπορείς να ισχυριστείς πως λες κάτι για όλους.
Yπάρχει μυστήριο στη ζωή και δεν θεωρώ τον εαυτό μου φωτισμένο που το ψάχνω. Είμαι ένας φτωχός, αμαρτωλός άνθρωπος. Ενδιαφέρομαι να βλέπω την ουσία κάθε ανθρώπου, είναι κάτι που το κάνω και στη δουλειά μου, για παράδειγμα με τους ηθοποιούς.
— Υπάρχουν όμως κοινές εμπειρίες και αν αυτές ειπωθούν σωστά, μπορεί να υπάρξει ταύτιση.
Πιστεύω πως έχουμε περισσότερα κοινά παρά διαφορές και αν επικεντρωθείς σε αυτά, μπορείς να μιλήσεις με καθολικότερο τρόπο, όσο γίνεται βέβαια. Και πάλι όμως, για να το πετύχεις αυτό, χρειάζεται τύχη και προσευχή, ώστε να ανακαλύψεις το μυστήριο της ύπαρξης και να κάνεις μια υπέρβαση. Βέβαια, μιλώντας για κάτι τέτοιο στον σημερινό, αθεϊστικό κόσμο, ακούγεσαι τρελός, αυτό όμως είναι μια μπούρδα. Κάθε χρονική περίοδο μπαίνουμε σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα πίστης – την εποχή αυτή κυριαρχούν η εκλογίκευση και η υπεραπλούστευση. Υπάρχει μυστήριο στη ζωή και δεν θεωρώ τον εαυτό μου φωτισμένο που το ψάχνω, είμαι ένας φτωχός, αμαρτωλός άνθρωπος. Ενδιαφέρομαι να βλέπω την ουσία κάθε ανθρώπου, είναι κάτι που το κάνω και στη δουλειά μου, για παράδειγμα με τους ηθοποιούς. Τους το λέω πάντα, δεν ενδιαφέρομαι για την ερμηνεία τους αλλά για τους ίδιους. Δεν πιστεύω στην έννοια ερμηνεία, τη θεωρώ κοροϊδία. Ο άνθρωπος πίσω από τον ηθοποιό είναι αυτό που μετράει.
— Η κάμερα στην ταινία παρακολουθεί όλη τη διαδικασία σαν ένα φάντασμα που βρίσκεται εκεί. Συμβολίζει τον νεκρό πατέρα για τον οποίο γίνεται το μνημόσυνο;
Το μνημόσυνο των 40 ημερών συμβολίζει τις πρώτες 40 μέρες κατά τις οποίες η ψυχή του νεκρού βρίσκεται ακόμη γύρω από τον χώρο όπου ζούσε. Πολλές φορές, στο παραδοσιακό σινεμά η κάμερα παίζει κάπως τον ρόλο του φαντάσματος, αφού ηθοποιοί και κοινό ξέρουν πως βρίσκεται εκεί, αλλά όλοι την αγνοούν. Ενώνοντας αυτόν το ρόλο της κάμερας με τον πατέρα που έχει πεθάνει, του δίνουμε κάπως και τον ρόλο του παρατηρητή που θέλει να είναι, χωρίς όμως να μπορεί να παρέμβει στα όσα βλέπει, δίνοντας την εντύπωση πως υποφέρει κι ο ίδιος.
— Βλέπουμε και ένα έθιμο, σύμφωνα με το οποίο ένας νεαρός φορά τα ρούχα του νεκρού και κυκλοφορεί στο σπίτι. Είναι συνηθισμένο αυτό στη Ρουμανία;
Το έθιμο είναι αρκετά διαδεδομένο στη νότια Ρουμανία. Σύμφωνα με αυτό, κάποιος από την οικογένεια γίνεται πρέσβης του νεκρού και αντιπροσωπεύει την αντίληψη πως δεν υπάρχει θάνατος αλλά Ανάσταση. Βασίζεται στην ιστορία του τάφου του Χριστού, που΄οταν τον άνοιξαν, βρήκαν μέσα τα ρούχα του, γι' αυτό και η οικογένεια τοποθετεί τα ρούχα του νεκρού με τρόπο τέτοιο, ώστε να σχηματίζουν ένα ανθρώπινο σώμα. Στη συνέχεια κάποιος τα φορά, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση πως ο νεκρός επιστρέφει.
— Η τελετή, πάντως, πολλές φορές διακόπτεται από μικρά, περιστατικά.
Όταν γύρισα αυτήν τη σκηνή, της τελετής, έβαλα το μωρό της οικογένειας να κλαίει – σαν να ξεκινά μια νέα ζωή, δίνοντας την αίσθηση της συνέχισης της ζωής. Έδωσα στο μωρό το όνομα Ιρίνα, γνωρίζοντας ότι σημαίνει «ειρήνη» στα ελληνικά, και το θεωρώ το σημαντικότερο πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος. Είναι λάθος ο τρόπος θεώρηση της έννοιας ως ενός καθολικού γεγονότος, ενώ είναι πρωτίστως προσωπικό. Το καταλαβαίνω τώρα που κοντεύω να γίνω 50 χρονών. Θεωρώ ότι το να ζεις σε έναν κόσμο ειρηνικό και γαλήνιο είναι σημαντικότερο από το να ζεις σε έναν κόσμο δικαιοσύνης, είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Η δικαιοσύνη, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα, αφήνει πάντα τουλάχιστον ένα άτομο δυσαρεστημένο.
— Αν και υπάρχουν αρκετοί καβγάδες στην ταινία, ο πιο έντονος γίνεται για πολιτικούς λόγους, με αφορμή το κομμουνιστικό παρελθόν της Ρουμανίας. Είναι μια κουβέντα που εξακολουθεί να διχάζει ως σήμερα τη χώρα σας;
Είχα έναν παρόμοιο καβγά με τον πατέρα μου και μια συνάδελφο της μητέρας μου (η οποία λεγόταν Εβελίνα, όπως και αυτή που υπερασπίζεται το κομμουνιστικό καθεστώς στην ταινία). Όσο οι άνθρωποι που έζησαν αυτά τα χρόνια είναι ακόμη ζωντανοί, θα γίνεται αυτή η συζήτηση, γιατί προσπαθούν κάπως να υπεραμυνθούν της θέσης τους. Κάποιοι πίστευαν όντως στο κομμουνιστικό ιδεώδες, κάποιοι όχι, όμως όλοι αναλώνονται σε ανούσια debates. Σπανίως φτάνουμε στο σημείο να ξεκαθαρίσουμε τι ακριβώς έγινε, ο καθένας παίρνει μια θέση και μιλά γενικά, ανάλογα με το συμφέρον του, ειδικότερα σε επετείους. Και βέβαια αυτό δεν γίνεται σήμερα μόνο γι' αυτό το θέμα ή μόνο για ό,τι αφορά τη Ρουμανία. Είμαι σίγουρος πως η νίκη του Τραμπ, για παράδειγμα, στις ΗΠΑ θα δημιουργήσει ατέλειωτα debates στη χώρα μου, που δεν νομίζω ότι θα καταλήξουν κάπου.
— Η ενοχή αυτή της περασμένης γενιάς που είπατε πιάνει κι εσάς ηλικιακά;
Φυσικά. Όταν έπεσε το καθεστώς ήμουν 23, η κόρη μου τώρα είναι στην ίδια ηλικία και μου φαίνεται αρκετά ώριμη. Σκέφτομαι πως κι εγώ ήμουν ώριμος τότε, γιατί δεν έκανα κάτι παραπάνω; Δεν έκανα τίποτα. Αλλά δεν ήξερα και τίποτα, στο σχολείο μας έλεγαν πως οι φυλακισμένοι από το καθεστώς βρέθηκαν εκεί γιατί εκμεταλλεύονταν τον πληθυσμό, το ίδιο έλεγαν και τα ελεγχόμενα μέσα. Σιγά-σιγά καταλάβαινες πως τελικά συνέβαινε κάτι διαφορετικό. Φυλάκιζαν, για παράδειγμα, φοιτητές και δεν είχαμε ιδέα γι' αυτό. Καταλαβαίνω, λοιπόν, πως πολλοί, για να κρύψουν την ενοχή τους, ψάχνουν να βρουν τα θετικά της περιόδου.
— Η πρώτη σας ταινία κυκλοφόρησε το 2001 και λίγο μετά ακούστηκε η φράση «ρουμανικό νέο κύμα». Έχουμε φτάσει στο 2016 και ακόμη οι ταινίες μπαίνουν κάτω από αυτό το label. Πιστεύετε ότι υπήρξε ποτέ πραγματικά «κύμα»;
Είναι γελοίο, φτάνω τα 50 και ακόμη αντιπροσωπεύω ένα νέο κύμα. Είναι κάτι που έχουν βγάλει τα φεστιβάλ και οι κριτικοί κι ένας εύκολος τρόπος να μιλάς για το σινεμά κάθε χώρας. Εμείς δεν παρουσιάσαμε καν κάτι νέο, μπορείτε να βρείτε στοιχεία του κινηματογράφου που κάνουμε σε παλιότερα είδη, όπως ο νεορεαλισμός (στη θεματολογία) ή ακόμη και η nouvelle vague (στη φόρμα). Αυτό συνέβη κυρίως μετά τη βράβευση του «Θανάτου του κυρίου Λαζαρέσκου» στις Κάννες. Και πριν γυρίζαμε αρκετές ταινίες, αλλά πολλοί Ρουμάνοι άλλαξαν τον τρόπο κινηματογράφησης ακριβώς λόγω αυτής της βράβευσης. Το ενδιαφέρον τους μετατοπίστηκε στη βράβευση και όχι στο να κάνουν το σινεμά που ήθελαν. Οι ταινίες πλέον δεν γίνονταν από αγάπη προς το σινεμά αλλά από τη ματαιοδοξία κάποιων που ήθελαν να περπατήσουν σε κόκκινα χαλιά και να κερδίσουν μεγάλα βραβεία σε φεστιβάλ.
Το «Sieranevada» κυκλοφορεί στους κινηματογράφους από τη Seven Films.