Όταν πρωτομίλησα με τον Θοδωρή τα Χριστούγεννα, δεν ήξερα σε τι ταξίδι θα με έβαζε.
Μου ζήτησε να γράψω ένα open-ended άρθρο, αναφέροντας μεν το «Do it yourself», την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μου που κάνει πρεμιέρα την ερχόμενη Πέμπτη 8 Μαρτίου στους κινηματογράφους (ουφ, βγήκε το plug από τη μέση), αλλά εξηγώντας και τον τρόπο που βλέπει ένας νέος σκηνοθέτης το σινεμά στην Ελλάδα και στον 21ο αιώνα.
Έτσι, άρχισα να γράφω από τα προβλήματα και τα άγχη μου για το ελληνικό σινεμά μέχρι τον λόγο που δεν πιστεύω στη θεωρία του auteur. (Για όσους ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα για το τελευταίο, κατά την έρευνά μου βρήκα 3-4 υπέροχα βιβλία, τα οποία παραθέτω¹.)
Ξανακοίταξα τις ταινίες που μπορώ να βλέπω ξανά και ξανά, in sickness and in health, ταινίες που με κάνουν να κλαίω, να γελάω. Και κοίταξα όσα αγαπάω πραγματικά, την τεχνολογία, τα βιντεοπαιχνίδια, τα manga. Διάλεξα τα πράγματα που μου αρέσουν περισσότερο και με αυτά άρχισα να φτιάχνω το «DIY».
Ο λόγος που αυτήν τη στιγμή δεν διαβάζετε σχετικά με κάποιο από αυτά τα ζητήματα είναι επειδή δεν νομίζω ότι μπορώ να ασχοληθώ με τόσο σημαντικά και χιλιοειπωμένα θέματα.
Κάπως έτσι αποφάσισα να μιλήσω για το ένα πράγμα που ξέρω και καταλαβαίνω, με όση ωριμότητα μπορεί να έχει ένας 26χρονος.
«Κάνε τις ταινίες που θες να δεις». Εσείς θα κρίνετε αν το «DIY» είναι πετυχημένο, αν λειτουργεί ή όχι, αλλά ξέρω πως προέκυψε από ένα πολύ προσωπικό κομμάτι του εαυτού μου.
Και μου πήρε περίπου δύο χρόνια και καμιά δεκαριά drafts για να νιώσω αρκετά άνετος ώστε να βάλω σε χαρτί τον εαυτό μου όσο καλύτερα μπορώ και να ξέρω πως όποιος διαβάζει το σενάριο με κάποιον τρόπο διαβάζει εμένα.
Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται πολύ μυστηριακά και κουλτουριάρικα, αλλά δεν είναι. Μεγαλώνοντας στα '90s, η αγάπη μου ήταν τα βιντεοπαιχνίδια, το sci-fi και το Ιnternet.
Καλώς ή κακώς, υπήρχε (στην πραγματικότητα, αλλά σίγουρα και στο μυαλό μου) μεγάλη προκατάληψη αναφορικά με αυτούς τους nerdy τύπους.
Θυμάμαι στα 15 μου να κρύβω από την εκάστοτε κοπέλα που μου άρεσε όλες αυτές τις geeky αναφορές, το ποιος είμαι, λες και αυτό θα αύξανε τις πιθανότητες επιτυχίας ή κάτι τέτοιο ‒ δυστυχώς όχι.
Από τότε ήξερα ότι ήθελα να κάνω ταινίες, αλλά δεν είχα αποφασίσει τι είδους ταινίες. Στα 19 μου, η πρώτη μου «επαγγελματική» μικρού μήκους, επηρεασμένη αρκετά από σκηνοθέτες τύπου Λιντς και Mάλικ, πήγε στο Φεστιβάλ Δράμας.
Εκείνο τον Σεπτέμβρη του 2012 είδα γύρω στις 50 ταινίες μικρού μήκους στο φεστιβάλ και συνειδητοποίησα πως οι περισσότεροι κινηματογραφιστές δεν έλεγαν αυτό που ήθελαν.
Έκαναν πανέμορφες ταινίες με βαθυστόχαστα νοήματα, που όμως δεν αντιπροσώπευαν τους ίδιους. Η μικρού μήκους μου πήγε καλά, αλλά δεν εξέφραζε εμένα. Όταν γύρισα από τη Δράμα ήταν που άρχισα να καταλαβαίνω ποιος είμαι και τι ταινίες θέλω να κάνω.
Ξανακοίταξα τις ταινίες που μπορώ να βλέπω ξανά και ξανά, in sickness and in health, ταινίες που με κάνουν να κλαίω, να γελάω.
Και κοίταξα όσα αγαπάω πραγματικά, την τεχνολογία, τα βιντεοπαιχνίδια, τα manga. Διάλεξα τα πράγματα που μου αρέσουν περισσότερο και με αυτά άρχισα να φτιάχνω το «DIY».
Ένα συνονθύλευμα όλων αυτών που αγαπάω. Μια μαύρη κωμωδία που δεν θα μπορούσε να συμβεί παρά μόνο στις αρχές του 21ου αιώνα, που ορίζει την πληροφόρηση, την υπερπληροφόρηση και την παραπληροφόρηση.
Μια ταινία που είναι κινηματογραφική, κρατά το ενδιαφέρον του θεατή και ξέρει ακριβώς πού ανήκει. Δεν πάει να το παίξει κάτι παραπάνω από αυτό που είναι ούτε και κάτι λιγότερο.
Και για να ολοκληρώσω, πολλές φορές στην Ελλάδα ακούω ως αρνητικό το ότι η τάδε ταινία έκλεψε αυτό από τη δείνα ταινία κ.λπ. κ.λπ. Το άκουσα για το «La La Land», το άκουσα για το «Mr. Robot», το άκουσα και για εμένα προφανώς.
Το tribute του «Mr. Robot» στο «Fight Club» με τη διασκευή του «Where is my mind» είναι πανέμορφο και εύστοχο.
Για να δημιουργήσεις τις ταινίες που θες να δεις, κάτι τέτοιο είναι όχι μόνο απαραίτητο αλλά και ειλικρινές. Επειδή, λοιπόν, δεν σκέφτηκα κάτι τόσο ευφυές όσο η διασκευή του «Where is my mind», είπα να παραθέσω μερικές ταινίες, σειρές και παιχνίδια που με επηρέασαν και πιστεύω πως αξίζουν τον χρόνο σας.
1.
Η μεγαλύτερη επιρροή στη μουσική μας προσέγγιση ήταν οι Rodrigo και Gabriela και οι Taalbi Brothers που έγιναν γνωστοί μέσω των κομματιών τους στο «Breaking Bad», τη σειρά που με έπεισε ότι η πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία έπρεπε να είναι crime film.
Rodrigo y Gabriela - Tamacun
Και το δικό μας:
Chris Christodoulou - The Man with the Plan (radio edit) | DIY OST (2018)
2.
Δεν θα κάνω spoiler, αλλά γυρίσαμε μια συγκεκριμένη σκηνή της ταινίας με το ίδιο ακριβώς εύρημα και timing όπως αυτό από την παρακάτω σκηνή των «Sopranos». Μάλιστα, μέχρι να γίνει η μείξη απλώς είχαμε temp τον ήχο και τα sound effects από τη σκηνή. Κόλλαγε καρμπόν.
3.
Gustavo Dudamel: Dvorak - Symphony no. 9 - 4th movement - Allegro con fuoco. Το κομμάτι που παίζει ξανά και ξανά στην ταινία είναι ξεκάθαρο tribute στο «One Piece», μία από τις μεγαλύτερες επιρροές μου και από τις ομορφότερες μάχες στη σειρά.
One piece - Luffy vs Crocodile
4.
Το υπερ-δημοφιλές «Horse Steppin'» των Sun Araw το πήρα από το εξαιρετικό videogame «Hotline Miami». Το παιχνίδι, κατά τη γνώμη μου, ξεχωρίζει για τον τρόπο που διακρίνει τι είναι αλήθεια και τι πραγματικότητα. Αντίστοιχο μοτίβο βλέπουμε και στο «DIY».
Horse Steppin - Sun Araw (Hotline Miami OST)
5.
Η σκηνή του πορνοστάρ με πρόβλημα στύσης βασίστηκε στην κλασική σκηνή από την '80s softcore cult τσόντα του Μπόκολη.
6.
Η όλη αισθητική είναι ξεκάθαρα επηρεασμένη από τον Φίντσερ. Είτε από τα πολλαπλά superimposed μηνύματα, όπως στο «House of Cards», είτε από μονοπλάνα όπως το παρακάτω, όπου η κάμερα είναι ένας αντικειμενικός παρατηρητής.
Υπάρχουν άλλες τόσες αναφορές και πολύ περισσότερες, αλλά φοβάμαι μήπως κάνω spoilers.
Για να κλείσω, λοιπόν, θα παραθέσω την κουβέντα με την οποία άνοιξε το σεμινάριό του ο Κουέντιν Tαραντίνο την πρώτη μου μέρα στο Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου (AFI). Μας ρώτησε ποια είναι η ταινία που θέλουμε να δούμε, ποια είναι αυτή που δεν την έχει δει το κοινό επειδή δεν την έχουμε φτιάξει ακόμα εμείς. Αυτό είναι που προσπάθησα να κάνω με το «DIY».
1. William Goldman - Adventures in the Screenwriting Trade /Joe Eszterhas - The Devil's Guide to Hollywood / David Kipen - The Schreiber Theory