Γεννήθηκα στην Αθήνα, αλλά μεγάλωσα στον Πειραιά. Εκεί έμεινα τα περισσότερα χρόνια. Η πρώτη μου επαφή με το θέατρο έγινε μέσω του πατέρα μου, ο οποίος είναι ηθοποιός, οπότε έχω μεγαλώσει μέσα στον χώρο του θεάτρου. Θυμάμαι, δηλαδή, ως πιτσιρικάς ωραίες εικόνες από περιοδείες, χώρους σκηνικών, πρόβες, παραστάσεις, όμορφα μέρη. Ο ηθοποιός ως επάγγελμα ήταν μια πολύ θολή εικόνα για μένα, μια εικόνα που άργησε να ξεκαθαρίσει. Η ασχολία της οικογένειάς σου με το θέατρο πολλές φορές είναι ένας λόγος για να μην ασχοληθείς με αυτό, αλλά μεγαλώνοντας, μετά τα 18, είπα «θέλω να κάνω θέατρο επειδή μου αρέσει».
• Ξεκίνησα να κάνω θέατρο δρόμου, έχοντας ήδη αρχίσει να κάνω ζογκλερικά ως πιτσιρικάς, γιατί τότε ήταν στη μόδα. Από μαθητής έπαιζα στις πλατείες και στους δρόμους, όπως έκαναν άλλοι σκέιτ και ποδήλατο. Μετά το σχολείο έγινε μια προσπάθεια να πάρει μία μορφή το θέατρο δρόμου, να οργανωθεί η ομάδα μας και να φτιάχνουμε δικές μας παραστάσεις ‒ και το κάναμε. Γράφαμε εμείς τα κείμενα και, όντως, καταφέραμε να φτιάξουμε μια μικρή δομή όπου δουλεύαμε συνεχώς και κάθε μέρα, κάνοντας πρόβες, «τρέχοντας» το υλικό, κάνοντάς τα όλα μόνοι μας. Αυτό ήταν ένα πολύ καλό πρώτο σχολείο. Δεν πήγα σε δραματική σχολή, αλλά τα χρόνια που ήμουν εκεί έμαθα ένα σωρό πράγματα.
Το πιο σημαντικό που έμαθα ήταν ότι μπορείς να κάνεις αυτό που θέλεις με τον τρόπο που θέλεις. Δηλαδή, όταν δεν έχεις λύσεις, ψάχνεις να τις βρεις. Δεν έχεις λεφτά για μουσικό; Γράφεις μουσική. Δεν έχεις λεφτά για στιχουργό; Γράφεις στίχους. Κι είχαμε κάνει πάρα πολύ ωραία πράγματα από πλευράς αισθητικής, δουλεύαμε με δήμους και ταξιδεύαμε σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο, κάνοντας μικρά δρώμενα, παραστάσεις και μεγάλα θεάματα δρόμου με ξυλοπόδαρα και ζογκλερικά. Αυτή η όμορφη και πολύ γοητευτική ιστορία κράτησε τρία χρόνια, αλλά ήταν ιδιαίτερα κουραστική, έχοντας διαρκώς το ταξίδι και μια οικονομική αβεβαιότητα. Ο δικός μου κύκλος ολοκληρώθηκε, αλλά κάποια από τα παιδιά συνέχισαν την ομάδα.
Και λάθη έχω κάνει και κακές στιγμές έχω, αλλά δεν μπορώ να πω ότι μετανιώνω για κάτι, γιατί η λέξη «μετάνοια» είναι λίγο περίεργη. Γιατί έχεις απ' όλα τα ζώα του δάσους, οπότε τα παρατηρείς, το θέμα είναι ποιο θρέφεις κάθε φορά. Κι είναι ένα σύνολο με σκοτεινές περιοχές που δεν μπορείς να κάνεις ότι δεν τις βλέπεις, γιατί τότε τις θρέφεις πιο πολύ. Αλλά χωρίς τους δαίμονές σου δεν έχεις ούτε τους αγγέλους.
• Ήθελα από καιρό να το κάνω, αλλά τότε αποφάσισα να ασχοληθώ με το αρχαίο δράμα και συγκεκριμένα με το αντικείμενο της αρχαίας μετρικής στο αρχαίο δράμα. Είχα δει τον Άρη τον Ρέτσο, μου είχε αρέσει πάρα πολύ η δουλειά του και ήθελα να ασχοληθώ κι εγώ με αυτό, να το προσεγγίσω με τον δικό μου τρόπο. Έτσι κι έγινε. Συνεργάστηκα με μια μουσικό και φτιάξαμε μια παράσταση στα αρχαία ελληνικά, την Αντιγόνη, που ήταν βασισμένη στην Αντιγόνη του Σοφοκλή. Ήταν μια παράσταση αρκετά δύσκολη για το ευρύ κοινό, παρ' όλα αυτά ήταν για μένα μια πρώτη άσκηση σκηνοθεσίας, όπως και η δεύτερη δουλειά που ακολούθησε στο bios, οι Βάκχες, αυτήν τη φορά με πέντε ηθοποιούς.
Ήταν ένας τρόπος να πειραματιστώ με το πώς σε μια παράσταση κάνεις τον θεατή να είναι και ακροατής σε αυτό που συμβαίνει. Πώς δηλαδή αυτά που λες δεν απευθύνονται μόνο στον εγκέφαλο του άλλου –δεν είναι μια διαλλακτική διαδικασία‒ αλλά είναι ένα σύνολο αισθήσεων γύρω του, μέσω του ήχου, του ρυθμού και του κραδασμού. Αυτό ήταν ένα πρώτο ξεκίνημα και από κει και πέρα τα πράγματα άρχισαν να δρομολογούνται, να γίνονται λίγο πιο απλά για μένα σε σχέση με τα καλλιτεχνικά.
Το Θείο Τραγί ήταν η πρώτη καταδική μου στιγμή. Εκεί, πια, βρήκα ένα κέντρο. Έκανα μια δουλειά ως ηθοποιός με τον Δήμο Αβδελιώδη, το Ο Μεγαλέξανδρος και ο καταραμένος δράκος, μια πολύ ωραία κατάσταση στην οποία είχα χαρεί που συμμετείχα, και στο ενδιάμεσο μια δουλειά με την Άντζελα Μπρούσκου, τη Δεσποινίδα Μαργαρίτα με την Όλια Λαζαρίδου. Ε, μετά πια είδα ότι ήθελα να ασχοληθώ με συγκεκριμένα πράγματα τα οποία είχα στο κεφάλι μου και ήθελα να τα δω να πραγματοποιούνται. Μετά το Θείο Τραγί ακολούθησε το '21.
• Οι αρχαίοι είχαν μια εμφανή μουσικότητα στον λόγο τους, δηλαδή η γλώσσα τους ήταν ποσοτική ‒και κυρίως η ποιητική, η γλώσσα στην οποία ήταν γραμμένα τα κείμενα‒, είχε συγκεκριμένους ρυθμούς και συγκεκριμένες μελωδίες, οι οποίες δυστυχώς δεν έχουν σωθεί. Ο τρόπος που μίλαγαν οι αρχαίοι δεν μας είναι γνωστός και είναι κουτό να πει κανείς ότι κάνει αναπαράσταση του αρχαίου λόγου. Αυτό που έχει σωθεί είναι μια υποτυπώδης ρυθμολογία και μπορούμε να εικάσουμε περίπου πώς αντιμετώπιζαν ρυθμικά τον λόγο, αυτό μας δίνει η τέχνη της αρχαίας μετρικής. Οι συλλαβές που είναι ισόποσες και ισόχρονες για τη νέα ελληνική γλώσσα τότε δεν ήταν, είχαν διαφορετικές αξίες.
Βάζοντας, λοιπόν, μια λέξη μέσα σε μια άλλη λέξη είχε διαφορετική ποσότητα η κάθε συλλαβή. Καλύτερη αναγωγή γι' αυτό σήμερα είναι το χιπ-χοπ. Αυτό που κάνουν οι πιτσιρικάδες στο χιπ-χοπ το ήξεραν πολύ καλά οι αρχαίοι Έλληνες, ότι, αντιμετωπίζοντας τον λόγο με αυτόν τον τρόπο, προσλαμβάνεις το νόημα, αλλά μέσα από τον παλμό και τον κραδασμό του, την πληροφορία που αυτό φέρει, γι' αυτό και δεν τους ένοιαζε πού κοβόταν η λέξη. Έφτιαχναν δικές τους λέξεις, όπως κάνουν τα πιτσιρίκια στη χιπ-χοπ σκηνή τώρα. Οπότε, τι γίνεται; Ακούς μεν ένα στόρι, αλλά παράλληλα λαμβάνεις και την εσωτερική πληροφορία του, αυτό που θέλει να πει ο δημιουργός ‒ αυτό αποτυπωνόταν μουσικά στην αρχαία τραγωδία.
• Το Θείο Τραγί πήγε πολύ καλά, αλλά στη συνέχεια άρχισα να κάνω δουλειές εκτός θεάτρου, κι αυτό επειδή ήθελα να κάνω την επόμενη παράσταση με τον τρόπο που ήθελα εγώ να γίνει. Έχω δουλέψει ως ηλεκτρολόγος, ως ψήστης σε φούρνο για αρκετά χρόνια και μετά ως αποθηκάριος. Αυτή ήταν μια διαδικασία η οποία με βοήθησε πάρα πολύ σε σχέση με το θέατρο. Γιατί μετά το Θείο Τραγί και το '21 άρχισε να χτίζεται μια θεατρική κατάσταση βήμα-βήμα με τον ρυθμό που ήθελα εγώ. Προγραμμάτιζα πώς να χτιστεί μια πορεία, έτσι ώστε, όταν κάποια στιγμή με το καλό θα μπορούσα να αφήσω τις εκτός θεάτρου δουλειές, να ασχοληθώ μόνο με το θέατρο.
• Σπούδασα στον δρόμο, κι αυτό σπουδή είναι, δεν θεωρώ ότι δεν έχω σπουδάσει. Δεν πήγα σε δραματική σχολή, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν είμαι υπέρ των δραματικών σχολών. Είναι πολύ σημαντικό να περάσεις από μια διαδικασία που να είναι μαθησιακή, να είσαι μαθητής ‒ εξαρτάται, βέβαια, και από το τι λειτουργεί στον καθέναν. Είναι αναλόγως τον άνθρωπο. Ξέρω παιδιά τα οποία έπρεπε οπωσδήποτε να περάσουν από τη διαδικασία μιας δραματικής σχολής, ξέρω και άλλα που δεν τους βοήθησε αυτό, γι' αυτό και δεν την ολοκλήρωσαν και μετά βγήκαν στο επάγγελμα με άλλους τρόπους. Εμένα σ' εκείνη τη φάση με βοήθησε να μπω σε μια διαδικασία παραγωγής και μέσα από αυτή να μάθω πώς δουλεύει το πράγμα.
• Η ροκ, η πανκ, το ευρύ φάσμα του χιπ-χοπ είναι οι μουσικές με τις οποίες έχω μεγαλώσει και συνεχίζω να ακούω. Ένας δίσκος που όταν τον άκουσα αποτέλεσε για μένα σημείο καμπής ήταν το «Fresh fruits for rotten vegetables» των Dead Kennedys. Έπαθα πλάκα όταν τον άκουσα, όταν έμαθα ότι υπάρχει αυτή η μορφή τέχνης. Και η ελληνική χιπ-χοπ σκηνή, η πιτσιρικαρία, έχει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Οι άνθρωποι σε αυτήν τη σκηνή είναι για μένα οι μόνοι που κάνουν πραγματικά δουλειά στην ελληνική γλώσσα. Χειρίζονται τη γλώσσα με έναν φοβερά ζωντανό τρόπο, όπως οφείλει να κάνει, δηλαδή, η τέχνη. Για μένα και το θέατρο οφείλει να το κάνει αυτό, μην κοιτάς που ακόμα δεν τολμάει.
• Ευτυχώς, μέχρι τώρα κάθε δουλειά μου έχει φέρει την επόμενη συνεργασία. Και λέω «ευτυχώς», γιατί κάθε φορά παίρνω μια ανάσα όταν γίνεται αυτό. Τις συνεργασίες μου με τον Δήμο τον Αβδελιώδη και την Άντζελα την Μπρούσκου τις έφερε η Αντιγόνη που είδαν στο θέατρο, ο Λούκος είδε στο bios το Θείο Τραγί και με κάλεσε στο Φεστιβάλ Αθηνών. Και οι Πέρσες παίχτηκαν για δεύτερη χρονιά, για μένα αυτή ήταν η επιτυχία, το ότι ήρθε κόσμος ξανά. Είναι ωραίο να κάνεις κάτι και να βλέπεις ότι πιάνει τόπο με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
• Βάζω θετικό πρόσημο στη λέξη επιτυχία, οπότε δεν βρίσκω να υπάρχει κάποιο τίμημα. Αυτό που με έχει βοηθήσει τελευταία είναι το να βάζω στόχους. Η διαδικασία εκείνη τη στιγμή είναι εξελικτική, άσχετα από το αν θα πετύχεις τον στόχο ή όχι. Αλλά όλα αυτά που θα έχεις κάνει για να πετύχεις, μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία, πετύχει-δεν πετύχει ο στόχος, μπορούν να σε οδηγήσουν σε ένα σημείο, σε μια καλή ήττα, ας πούμε. Και μια γόνιμη ήττα μπορεί είναι κάτι που θα σε βοηθήσει μετά.
• Και λάθη έχω κάνει και κακές στιγμές έχω, αλλά δεν μπορώ να πω ότι μετανιώνω για κάτι γιατί η λέξη «μετάνοια» είναι λίγο περίεργη. Γιατί έχεις απ' όλα τα ζώα του δάσους, οπότε τα παρατηρείς, το θέμα είναι ποιο θρέφεις κάθε φορά. Κι είναι ένα σύνολο με σκοτεινές περιοχές που δεν μπορείς να κάνεις ότι δεν τις βλέπεις, γιατί τότε τις θρέφεις πιο πολύ. Αλλά χωρίς τους δαίμονές σου δεν έχεις ούτε τους αγγέλους.
• Η αποδοχή του συνόλου για μένα είναι κάτι πολύ σημαντικό, εκεί πρέπει να πάει και η κοινωνία. Το πρόβλημα είναι όταν υπερτρέφεται κάτι, το πρόβατο ή το λιοντάρι, γιατί δεν μπορείς να αφανίσεις κανένα.
• Μου αρέσει πάρα πολύ η Αθήνα, υπάρχει κάτι που με συγκινεί σε αυτή την πόλη, κάτι απροσδιόριστο, κι ας έχει ένα πολύ άγριο πρόσωπο, κι ας έχει ζοριστεί πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια. Μου αρέσει η μυρωδιά του νυχτολούλουδου και του γιασεμιού στο Ζάππειο, επίσης μου αρέσει πάρα πολύ να οδηγώ στην Πατησίων, στην Αχαρνών, στην Αλεξάνδρας νύχτα, όταν είναι άδειοι οι δρόμοι. Όταν χρειάζεται να το κάνω αυτό, χαλαρώνω. Μου αρέσουν τα καράβια στο λιμάνι του Πειραιά και η βόλτα ανάμεσά τους, στον περίβολο, είναι φοβερή φάση, η ιχθυόσκαλα, οι φοβερές γωνίες και η ενέργεια που βγάζουν.
• Μου αρέσουν πάρα πολύ οι συναυλίες και η μουσική, σε κάνει να αγαπάς την πόλη και να τη γνωρίζεις, κι εγώ έτσι γνώρισα την Αθήνα, με συναυλίες, με δίσκους που αλλάζαμε, με παζάρια, μέσα από μαγαζιά.
• Συναισθήματα όπως η ζήλια είναι πολύ ενοχοποιημένα. Δηλαδή, κάνει κάνει κάτι ο άλλος, το ζηλεύεις και λες «πω, θέλω κι εγώ», σε πιάνει το στομάχι σου. Μου έχει συμβεί να δω παράσταση και να τρελαθώ, να πω «τι λες τώρα, ήθελα να το έχω σκεφτεί εγώ αυτό το πράγμα». Μου πήρε καιρό, αλλά έχω καταφέρει να το κάνω, να λυτρώνομαι όταν εκφράζω στον δημιουργό ή στους συμμετέχοντες τον θαυμασμό μου, γιατί όταν δεν γίνει αυτό περνάς στον φθόνο. Στην Ελλάδα παίζει πολύ αυτό, «αφού δεν το έχω εγώ, ούτε ο άλλος να έχει», ενώ είναι πολύ απλό να πεις στον άλλο «ρε φίλε, τι φοβερό πράγμα είναι αυτό που είδα!».
• Την αισθητική μου την προσβάλλουν οι ψευτοεπαναστάτες και η επίφαση προοδευτικότητας. Με εκνευρίζει όταν ο άλλος έρχεται με ένα ψεύτικο χαμόγελο καλοσύνης, ενώ φοράει έναν μανδύα προοδευτικότητας με στόχο να σου ψαλιδίσει τα όνειρα. Αυτό το πράγμα με εκνευρίζει πάρα πολύ γιατί υποτιμάει τη νοημοσύνη σου. Προτιμώ τις πιο καθαρές θέσεις: «σε πάω, δεν σε πάω».
• Στα θεατρικά υπάρχει μια έλλειψη αυτοπεποίθησης. Κοιτάμε πάντα τι γίνεται έξω, και καλά κάνουμε, για να έχουμε μια σύνδεση, αλλά κι εδώ υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου, φοβεροί σκηνοθέτες, φοβεροί ηθοποιοί, σκηνογράφοι, υπάρχει ένα δυναμικό που εγώ το πιστεύω πάρα πάρα πολύ, και από την παλιότερη και από τη νεότερη γενιά.
Στα θεατρικά υπάρχει μια έλλειψη αυτοπεποίθησης. Κοιτάμε πάντα τι γίνεται έξω, και καλά κάνουμε, για να έχουμε μια σύνδεση, αλλά κι εδώ υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου, φοβεροί σκηνοθέτες, φοβεροί ηθοποιοί, σκηνογράφοι, υπάρχει ένα δυναμικό που εγώ το πιστεύω πάρα πάρα πολύ, και από την παλιότερη και από τη νεότερη γενιά.
• Το Ξύπνα Βασίλη ήταν μια πρόταση του Λιβαθινού και με αιφνιδίασε ευχάριστα. Στην αρχή το είδα και είπα «κάποιο λάθος θα έχει γίνει». Του είχα προτείνει κάποια πράγματα και αντιπρότεινε αυτό. Είδα την ταινία και έπαθα πλάκα. Είναι ένα έργο του Δημήτρη Ψαθά που παίχτηκε στο θέατρο και μετά επεξεργάστηκαν ξανά το σενάριο και έγινε ταινία του Δαλιανίδη. Στην ταινία παίζουν ο Κωνταντίνου, ο Αλεξανδράκης, η Ναθαναήλ, φοβερές ερμηνείες, π.χ. με τον ποιητή Φανφάρα του Μιχαλακόπουλου. Εμείς το έχουμε διασκευάσει όλο αυτό με την άδεια των κληρονόμων του Ψαθά, γιατί είδα ότι το έργο έχει μεγάλη δυναμική. Η ιστορία έχει μείνει ίδια, απλώς εμείς έχουμε οξύνει τις αιχμές και έχουμε εμβαθύνει σε μια δραματικότητα των προσώπων μερικές φορές.
Είναι η πρώτη φορά που ασχολούμαι με κωμωδία και μου αρέσει πάρα πολύ γιατί μπορείς να καυτηριάσεις κάποια πρόσωπα και καταστάσεις με έναν πολύ εύθυμο τρόπο και ταυτόχρονα σου δίνεται η ευκαιρία να γίνεις όσο αιχμηρός θες, γιατί μετά μπορείς να το επαναφέρεις. Το βασικότερο, για μένα, με το Ξύπνα Βασίλη είναι αυτό που είπε ο Ψαθάς: «Εγώ θέλω να γράψω ένα έργο που να καυτηριάζει τον ρομαντισμό των ιδεολογιών», που πάει όμως πέρα από τις ιδεολογίες και εμφανίζει και ένα δραματικό υπόβαθρο των προσώπων. Κι εγώ με αυτό συγκλονίστηκα, γιατί είναι σαν όλα τα πρόσωπα του έργου να τα συνδέει μια προσωπική και μεμονωμένη μοναξιά του καθενός ξεχωριστά. Αυτό βγαίνει στο τέλος, αλλά ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτό είναι και εύθυμος.
Ο Φώτης Σιώτας έχει γράψει μουσική και τραγούδια για την παράσταση που παίζονται ζωντανά επί σκηνής, με βιολί και κοντραμπάσο, πειραγμένα με driver παραμορφώσεις και πεταλιέρες. Είναι δυνατό και ταυτόχρονα συγκινητικό και είμαι πολύ χαρούμενος σε αυτήν τη φάση, πραγματικά είναι ένα βήμα που ήθελα να κάνω. Έχω χαρά γιατί βγαίνει πολύ δυναμικό. Διατηρήσαμε τους κώδικες της κωμωδίας, αλλά ταυτόχρονα βγάλαμε και όλη την παράκρουση εκείνης της εποχής που υπέβοσκε και δεν απέχει καθόλου απ' τη δική μας. Είναι λες και γράφτηκε χθες.
• Δεν πιστεύω στα αδιέξοδα, δεν πιστεύω ότι μια κατάσταση είναι αδιέξοδη. Το μότο μου είναι αυτό που έλεγε ο Lemmy: «Βorn to lose, live to win».
Info
Ξύπνα Βασίλη του Δημήτρη Ψαθά
Εθνικό Θέατρο, σκηνή «Νίκος Κούρκουλος», από 18/10
Σκηνοθεσία: Άρης Μπινιάρης
Διασκευή: Άρης Μπινιάρης, Θεοδώρα Καπράλου, Μουσική: Φώτης Σιώτας
Στίχοι τραγουδιών: Άρης Μπινιάρης
Παίζουν: Γιώργος Γάλλος, Ελισσάβετ Κωνσταντινίδου, Ηρώ Μπέζου, Γιώργος Παπαγεωργίου, Στέφανος Πίττας, Κωνσταντίνος Σεβδαλής, Λυδία Τζανουδάκη, Έλενα Τοπαλίδου, Αινείας Τσαμάτης.
Μουσικοί επί σκηνής: Φώτης Σιώτας, Δημήτριος Τσεκούρας