ΕΧΕΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΘΕΙ ΠΩΣ ΤΑ τελευταία χρόνια οι άνθρωποι πεθαίνουν. Κάποιος πιο τολμηρός θα έλεγε πως ο θάνατος πρωτοεμφανίζεται από τότε που υπάρχουμε, αν και θα μου επιτρέψετε, εγώ, προσωπικά, να κρατήσω μια μικρή επιφύλαξη.
Ο θρήνος και ο πόνος είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και δεν κάνει διακρίσεις σε κανέναν, παρόλο που η έκφρασή του μπορεί να επηρεάζεται από πολιτισμικούς κανόνες και αξίες. Ο τρόπος που τα άτομα αντιδρούν σε μια απώλεια εξαρτάται από το πολιτισμικό περιβάλλον όπου ζουν, από τους τρόπους με τους οποίους σχετίζονται με τους συνανθρώπους τους και το νόημα που δίνουν στη ζωή και στον θάνατο.
Οι κοινωνίες μας μεταβάλλονται θεμελιακά, συμπαρασύρoντας μαζί τους θεσμούς και αξίες. Ζούμε μια κατάσταση που μας καλεί να αναρωτηθούμε πώς εκτιμούμε τη ζωή και τον θάνατο ως κοινωνία. Είναι τρομακτικός και ταυτόχρονα συγκλονιστικός ο ιστορικός άξονας του πένθους, που έχει ως αφετηρία και απαρχή τα μοιρολόγια που αναφέρονται στα Ομηρικά Έπη (θρήνος Έκτορα) και τερματική γραμμή, έως τώρα τουλάχιστον, το διαδικτυακό πένθος.
Το διαδίκτυο όχι μόνο έχει τροποποιήσει τον τρόπο με τον οποίο σχετιζόμαστε, αλληλεπιδρούμε και αισθανόμαστε για τον άλλο αλλά έχει καταφέρει και να ενσωματώσει στη δομή της κοινωνικής λειτουργίας μια νέα έννοια του θανάτου.
H πολιτισμική μας αντίληψη για τον θάνατο αλλάζει άρδην με την ψηφιακή, μετά θάνατον ζωή. Οι κοινωνικές πλατφόρμες επέτρεψαν την εμφάνιση νέων πρακτικών πένθους, ωστόσο η επέκταση της ψηφιακής μας ζωής, το τέλος του «φυσικού θανάτου», οι νέες πρακτικές πένθους και τα ζητήματα που σχετίζονται με αυτές τις αλλαγές περιπλέκουν ανεπανόρθωτα την πολιτισμική αντίληψη περί θανάτου, όπως διαμεσολαβείται από το διαδίκτυο.
Με την κυριαρχία του διαδικτύου, η ζωή μας ψηφιοποιείται ολοένα και περισσότερο. Αλληλεπιδρούμε με άλλους και μοιραζόμαστε στα κοινωνικά μας δίκτυα στοιχεία του εαυτού μας, δημιουργώντας έναν νέο τύπο ταυτότητας. Οι τραπεζικοί μας λογαριασμοί, οι αποθήκες ψηφιακών φωτογραφιών, οι ιστοσελίδες και οι λογαριασμοί των κοινωνικών μέσων δικτύωσης, όλα αυτά δεν συνάδουν με τον φυσικό μας εαυτό.
Με όλο τον σεβασμός προς τον νεκρό… αλλά πραγματικά, γιατί ο Παντελίδης χρειάζεται μια εκστρατεία ανθρώπων να τον προστατεύουν; Ο Ομπάμα είναι; Και ποιος κίνδυνος ελλοχεύει για τον Παντελίδη στον Παράδεισο; Έχετε ακούσει να έχει συμβεί κάτι επικίνδυνο στον Παράδεισο; Μήπως ο Παράδεισος είναι η Κόλαση; Μήπως υποβαθμίστηκε η «γειτονιά των αγγέλων» λόγω οικονομικής κρίσης; Μήπως είναι το νέο Μπρούκλιν; Μήπως η λευκή γραμμή που αφήνουν τα αεροπλάνα δεν είναι από τα καυσαέρια αλλά από κοκαΐνη; Μήπως μας ψεκάζουν κοκαΐνη; Οk, τώρα πώς μπορώ να ξεφύγω από αυτό το ανούσιο brainstorming;
Οι άνθρωποι δεν μένουν ως ανάμνηση με τον ίδιο τρόπο όπως παλιά. Στο παρελθόν, ένας συγγενής, ένας φίλος, ένας σύντροφος, πέθαινε και στο διάβα του χρόνου αυτό που έμενε ως αποκούμπι στους επιζώντες ήταν οι αναμνήσεις και μια συλλογή φωτογραφιών. Πλέον οι νεκροί είναι παρόντες διά βίου στις πλατφόρμες του διαδικτύου και οι παρελθοντικές ψηφιακές συναντήσεις που έχουμε με τον νεκρό γίνονται μια κοινή εμπειρία.
Όταν ένα άτομο πεθαίνει, μπορεί το σώμα να φθείρεται, η ψυχή να μεταφέρεται κάπου αλλού, αλλά ο εικονικός του εαυτός να παραμένει εκεί έξω, σε κοινή θέα, για να τον βλέπουν και να αλληλεπιδρούν μαζί του οι άνθρωποι. Αυτοί οι εικονικοί εαυτοί υπάρχουν στους ίδιους διαδικτυακούς χώρους που χρησιμοποιούν πολλοί άνθρωποι καθημερινά. Και αυτό είναι ένα νέο, άγνωστο φαινόμενο που μερικοί άνθρωποι, δικαίως, μπορεί να το βρουν ανησυχητικό.
Ωστόσο, για μερικούς αυτοί οι χώροι έχουν γίνει ένα πολύτιμο εργαλείο, ειδικά για τους πενθούντες. Όλο και περισσότερες έρευνες εξετάζουν το πώς το διαδίκτυο επιτρέπει νέους τρόπους πένθους, που ξεπερνούν τις παραδοσιακές έννοιες «αφήστε τον» και «προχωρήστε στη ζωή σας, γυρίστε σελίδα, κοιτάξτε μπροστά» και ίσως να μην ολοκληρώνουν καν τα πέντε στάδια του πένθους.
Επίσης, έρχονται στο φως ορισμένα άλλα ζητήματα που σχετίζονται με την «ψηφιακή μεταθανάτια ζωή». Οι πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών προς το παρόν δεν προβλέπουν επαρκώς το οριστικό του θανάτου των χρηστών τους, με αποτέλεσμα οι πενθούντες να έρχονται αντιμέτωποι με δυσάρεστες εμπειρίες.
Τα ζητήματα που σχετίζονται με το απόρρητο και την ιδιοκτησία του διαδικτυακού περιεχομένου περιπλέκονται από τις άκαμπτες πολιτικές της εταιρείας σχετικά με το τι συμβαίνει με τους λογαριασμούς αποθανόντων χρηστών. Η τελευταία κορύνα πέφτει όταν οι διαδικτυακές πρακτικές πένθους αναδεικνύουν και μια «σκοτεινή πλευρά». Το trolling μπορεί να συγκλονίσει και να ενοχλήσει τους πραγματικούς πενθούντες, βλέποντας εν τέλει το προφίλ του νεκρού ως ένα βάρος.
Τελικά, το διαδικτυακό πένθος λειτουργεί θεραπευτικά ή λυτρωτικά; Κάνει καλό; Να γράψω «RIP» στον τοίχο του ή όχι; Κάποιος θα έλεγε, προς υπεράσπιση του διαδικτυακού θρήνου, πως η θλίψη στο διαδίκτυο μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται λιγότερο μόνοι.
Το να στραφεί κάποιος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για υποστήριξη όταν ταλανίζεται από το πένθος και την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου ενδεχομένως τον βοηθά να κατανοήσει τον θάνατο, μιλώντας γι’ αυτόν. Συντελεί στο να γίνει μια πολύ λιγότερο απομονωτική και μοναχική εμπειρία. Είναι πραγματικά ένα δείγμα κοινωνικοποίησης. Παρέχει στους τεθλιμμένους, συγγενείς και μη, μια «κοινότητα πενθούντων».
Για πολλούς πενθούντες ο πιο σημαντικός λόγος για τη διατήρηση του προφίλ του νεκρού τους ενεργού στο Facebook φαίνεται πως είναι η ανάγκη να παραμείνουν συνδεδεμένοι με αυτόν και να τον «κρατήσουν στη ζωή». Αυτό επιτρέπει στους χρήστες να στέλνουν ιδιωτικά ή δημόσια μηνύματα και να εκφράζουν δημόσια τη θλίψη τους. «Έχω παρατηρήσει πως οι άνθρωποι δημοσιεύουν και γράφουν “πόσο μου λείπεις” ή “το κάνω αυτό και μου θύμισε εσένα…”».
Άλλο ένα φαινόμενο, που δεν συνηθίζεται στην Ελλάδα, είναι οι άνθρωποι να απευθύνονται στους ίδιους τους ιστότοπους για να ενισχύσουν την ευαισθητοποίηση και να συγκεντρώσουν χρήματα από διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις στη μνήμη των αγαπημένων τους.
Το να κρατάς ζωντανό τον νεκρό στο Facebook είναι ένας τρόπος να αντιμετωπίσεις και να διαχειριστείς το τραύμα της απώλεια. Ας πούμε πως οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης αντικαθιστούν τα παραδοσιακά πένθιμα αντικείμενα (κοσμήματα, ρούχα), που έχουν μια ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση και αποκτούν πρόσθετη σημασία μετά τον θάνατο, και επιτρέπουν στους ανθρώπους να διαχειριστούν τη θλίψη τους μαζί με άλλους από την άνεση του σπιτιού τους. Μια συνομιλία με άτομα στο διαδίκτυο μπορεί να προσφέρει απλόχερα βοήθεια ώστε να απελευθερωθούν ορισμένες ατροφικές αναστολές.
Έτσι, παρόλο που ο φυσικός δεσμός με ένα αγαπημένο πρόσωπο μπορεί να έχει εξαφανιστεί, μια εικονική παρουσία παραμένει και εξελίσσεται ακόμα και μετά τον θάνατο. Με αυτόν τον τρόπο οι διαδικτυακοί χώροι μνήμης και οι χώροι κοινωνικής δικτύωσης βοηθούν τους πενθούντες να δουν πώς τα γεγονότα του παρελθόντος μπορούν να έχουν αξία και νόημα στο παρόν και στο μέλλον.
Αν κάποιος αμφιβάλλει για το πόσο σημαντικός έχει γίνει ο διαδικτυακός κόσμος στη διαδικασία διαχείρισης της θλίψης μας, δεν έχει παρά να κοιτάξει τη μεγαλύτερη πλατφόρμα κοινωνικών μέσων. Το Facebook έχει επιτρέψει εδώ και καιρό να απομνημονεύονται τα προφίλ των ανθρώπων όταν πεθαίνουν και πλέον ένας χρήστης έχει τη δυνατότητα να δώσει σε μια επαφή περιορισμένο έλεγχο του λογαριασμού του, εξουσιοδοτώντας την να τον διατηρεί, όταν αυτός δεν θα είναι πια στη ζωή. Ακόμα και ο νόμος έχει αρχίσει να αναγνωρίζει πόσο σημαντική είναι η ψηφιακή μας ύπαρξη για τα αγαπημένα μας πρόσωπα μετά την «αποχώρησή» μας.
Τέλος, θέλω να εστιάσω στον τρόπο με τον οποίο πενθούμε τους αγαπημένους μας καλλιτέχνες, σύμφωνα με τον οποίο, μάλιστα, κρίνουμε το πένθος του άλλου. Σηκώστε το χέρι σας όσοι πληγωθήκατε βαθιά από την απώλεια του Ντέιβιντ Μπόουι. Οk, δεν μπορώ να σας δω, οπότε κατεβάστε το. Θα το σήκωνα κι εγώ, αλλά δεν γίνεται να συνεχίσω το γράψ…
Μετά τον θάνατο του Μπόουι η ροή των κοινωνικών σας μέσων πιθανότατα γέμισε αφιερώματα. Εικόνες, βίντεο, επαναλήψεις θρυλικών συναυλιών του, ευχαριστήρια σημειώματα και θλιβερά «αντίο» υπήρχαν παντού. Πολλοί «αστυνόμοι της θλίψης» είδαν με καχυποψία και αμφισβήτησαν την ειλικρίνεια του πόνου εξαιτίας του οπτικοποιημένου θρήνου ‒οι λέξεις αντικαταστάθηκαν με ένα βίντεο στο YouTube ή με emoji με δάκρυα‒, σκεπτόμενοι πως τίποτε δεν συγκρίνεται με την πραγματική θλίψη.
Πολλοί κατηγορηθήκαμε πως ρίχνουμε κροκοδείλια δάκρυα για τους καλλιτέχνες, και, ναι, οk, ο θάνατος του Μπόουι δεν επηρεάζει τους περισσότερους από εμάς όπως η απώλεια της μητέρας μας, ας πούμε. Όμως αντιπροσωπεύει την απώλεια του παρελθόντος ή της νιότης μας. Η καλλιτεχνική του κληρονομιά είναι κομμάτι του εαυτού μας και της διαμόρφωσής του, που δύσκολα αφήνει κάποιον ακλόνητο ή ασυγκίνητο.
Δεν πεθαίνει ένας άγνωστος, σε κάποιες άγνωστες συντεταγμένες. Πεθαίνει ο άνθρωπος που άγγιξε κατευθείαν τις χορδές της ψυχή μας, που μας κατάλαβε όταν όλοι μάς είχαν γυρισμένοι την πλάτη, που μας συντρόφευσε τη στιγμή που δεν ήταν κανείς εκεί.
Την ίδια καχυποψία προκαλούν τα διαδικτυακά πένθιμα κείμενα που γράφονται με ανεξήγητη εξωστρέφεια, υπέρμετρη διαχυτικότητα, πρεμούρα, ζήλο, δίχως σάλιο και αναπνοή. Αναφέρομαι κυρίως στους διαδικτυακούς επικηδείους Ελλήνων λαϊκών καλλιτεχνών.
Δεν θα μιλήσω για τις προσωπικές φωτογραφίες που συνοδεύονται με ένα κατεβατό χιλίων αράδων-σονέτο μήτε για τα εξωπραγματικά φωτοσοπαρισμένα πένθιμα fan arts, που κατά την ταπεινή μου άποψη έχουν θέση πρώτης γραμμής στο ΜοΜΑ.
Ας σταθούμε σε αυτό: έχετε παρατηρήσει πως πλέον, όταν πεθαίνει κάποιος, δεν του ευχόμαστε «καλή ανάπαυση» αλλά του ζητάμε να προσέχει τον Παντέλο; Πεθαίνει ο Τόλης Βοσκόπουλος; «ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ ΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΟ». Πεθαίνει ο Mad Clip; «ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ ΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΟ». Πεθαίνουν τα όνειρά σου; «ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΟΥΝ ΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΟ».
Με όλο τον σεβασμός προς τον νεκρό… αλλά πραγματικά, γιατί ο Παντελίδης χρειάζεται μια εκστρατεία ανθρώπων να τον προστατεύουν; Ο Ομπάμα είναι; Και ποιος κίνδυνος ελλοχεύει για τον Παντελίδη στον Παράδεισο; Έχετε ακούσει να έχει συμβεί κάτι επικίνδυνο στον Παράδεισο; Μήπως ο Παράδεισος είναι η Κόλαση; Μήπως υποβαθμίστηκε η «γειτονιά των αγγέλων» λόγω οικονομικής κρίσης; Μήπως είναι το νέο Μπρούκλιν; Μήπως η λευκή γραμμή που αφήνουν τα αεροπλάνα δεν είναι από τα καυσαέρια αλλά από κοκαΐνη; Μήπως μας ψεκάζουν κοκαΐνη;
Οk, τώρα πώς μπορώ να ξεφύγω από αυτό το ανούσιο brainstorming; Αλήθεια, δεν έχω τρόπο διαφυγής, έχω εγκλωβιστεί σε αυτήν τη μαύρη κεντρομόλο τρύπα. Παιδιά, βοήθεια! Δεν το πιστεύω, μέχρι τώρα τους είχα πείσει με τη σοβαροφάνειά μου και τώρα, στο παρά πέντε, βάζω το μεγαλύτερο αυτοκαταστροφικό αυτογκόλ. Οριακά θέλω να αυτοκτονήσω, πώς τα θαλάσσωσα έτσι; Και αν αυτοκτονήσω και μου ευχηθούν όλοι «ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΩ ΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΟ»;
Οk. Το τελευταίο πράγμα που θέλω είναι να μου βάλει κάποιος υποχρεώσεις. Δεν φτάνει που θα είμαι πτώμα, θα ανέβω τα σκαλιά του Παραδείσου και θα πρέπει να βρω ένα φτηνό Αirbnb στη «γειτονιά των αγγέλων», καπάκι θα έχω και τον Θεό να μου λέει: «Λοιπόν, βάλε καπ τα πράγματά σου, 7:00-9:00 έχεις φύλαξη Παντέλο». Θα νανουρίζω τον Παντέλο και θα είναι σε φάση «Παραμυθιάζομαι». Ε, όχι! Δεν θα το αντέξω. Θα το σώσω στο ενενήντα και θα συνεχίσω λέγοντας το εξής:
Προσωπικά, δεν θέλω να κρίνω τον τρόπο που θα πενθήσει κανείς, ούτε είμαι σε θέση να κάνω τον «αστυνόμο πένθους». Έχει ο καθένας δικαίωμα να διαχειριστεί το τραύμα της απώλεια όπως θέλει (αρκεί να μην προκαλεί, χε χε). Πολλοί υποστηρίζουν πως δεν ωφελεί τον ψυχισμό μια εικονική διαβίωση. Ναι μεν τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης διευκόλυναν την ανταλλαγή συλλυπητηρίων μετά από έναν θάνατο, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι οδήγησαν σε μια διαδικτυακή κουλτούρα πιο ευαίσθητη στην απώλεια. Ίσως έδωσαν χώρο στο δημόσιο πένθος, αλλά δεν έχει αναπτυχθεί ακόμη το πλαίσιο που θα διασφαλίζει ότι το ξέσπασμα υποστηρίζει το πένθος.
Το μόνο σίγουρο είναι πως το διαδικτυακό πένθος ήρθε για να μείνει, σε αντίθεση με την ανθρώπινη ζωή. Life Ηack: Το να μη γεννηθείς μειώνει το κίνδυνο θανάτου κατά 100%.