ΚΙΝΗΣΗ

TO BLOG ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΣΤΑΒΕΡΗ
Facebook Twitter

Η ποίηση γράφεται στο δρόμο περπατώντας

Ο Μεξικανός ποιητής
Mario Santiago Papasquiaro


 Η ποίηση γράφεται στο δρόμο περπατώντας


Mario Santiago Papasquiaro, Conseils d’1 disciple de Marx à 1 fanatique de Heidegger. Πρόλογος και μετάφραση στα γαλλικά από τον Samuel Monsalve. Allia, 2023, 80 σελ.



 

Ο ποιητής Mario Santiago Papasquiaro Facebook Twitter
Ο ποιητής Mario Santiago Papasquiaro. Φωτ. Οικογενειακό αρχείο/Mowgli Zendejas - Wikimedia


 

Ο πιο άγριος των ντετέκτιβ
 

Florence Olivier
En attendant Nadeau -19 Απριλίου 2023


Πόλη του Μεξικού, 1975. Ο νεαρός ποιητής Mario Santiago Papasquiaro περιδιαβαίνει τους δρόμους, τις λεωφόρους, τις γειτονιές και τις φτωχογειτονιές της μεξικανικής πρωτεύουσας, συνθέτοντας νοερά στίχους περπατώντας. Τους καταγράφει στο περιθώριο των βιβλίων του, σε πρόχειρα φύλλα χαρτιού, σε χαρτοπετσέτες ή σε κομμάτια χαρτόνι που βρίσκει σταματώντας σε κάποια γωνιά του δρόμου. Αυτός είναι ο ηρωϊκός μύθος, όπως θα μπορούσε να το φανταστεί κανείς, που περιβάλλει τη συγγραφή του μεγάλου ποιήματος Συμβουλές από 1 μαθητή του Μαρξ σε 1 φανατικό οπαδό του Χάιντεγκερ.

 

Ωστόσο, ο ποιητής Rubén Medina, σύντροφος εν αμαρτίαις του Mario Santiago, ορκίζεται ότι αυτό ισχύει απόλυτα για την ποιητική δράση της οποίας υπήρξε μάρτυρας και μάλιστα συνένοχος. Θρύλος ή πραγματικότητα, τι σημασία έχει; Και τα δύο συνδυάζονται αναγκαστικά σε αυτή την αρχική πράξη του "υπορεαλιστικού" ποιητικού κινήματος. Μήπως αυτό δεν σας λέει τίποτα; Θα τα καταλάβετε όλα στο τέλος αυτής της πρότασης: ο πραγματικός υπορεαλισμός δεν είναι τίποτε άλλο από τον φανταστικό πηγαίο ρεαλισμό των Άγριων Ντετέκτιβ· ο φανταστικός Ulises Lima, αχώριστος φίλος του φανταστικού Arturo Belano, δεν ήταν άλλος από τον Mario Santiago Papasquiaro, φίλο στη ζωή και στο θάνατο του Roberto Bolaño, και οι δύο ιδρυτικά μέλη, μαζί με μερικούς άλλους, του υπορεαλισμού.

Το μυθιστόρημα του Bolaño, μια επιστολή αγάπης και αποχαιρετισμού που απευθύνεται στη γενιά του, μυθοποίησε την ιστορία των υπορεαλιστών με τη μνημειακή πιστότητα και την τρυφερή ειρωνεία που γνωρίζουμε. Χωρίς τους Άγριους ντετέκτιβ, οι υπορεαλιστές, και πρώτος ο Mario Santiago, θα είχαν παραμείνει για πάντα στο λίμπο της ανυποληψίας, στην οποία τους είχαν καταδικάσει οι ελιτίστικοι και άκαμπτοι ή στρατευμένοι και πουριτανικοί μεξικανικοί λογοτεχνικοί κύκλοι, για τους οποίους δεν τους καιγόταν καρφί. Επειδή ο ηθικός και αισθητικός ριζοσπαστισμός αυτών των νεο-πρωτοπόρων της δεκαετίας του 1970 φιλοδοξούσε να είναι απαράμιλλος και χωρίς προηγούμενο, τουλάχιστον στο Μεξικό. Για να αντιληφθούμε την εικονοκλαστική φιλοδοξία τους, αρκεί να μεταφέρουμε στην πραγματικότητα της εποχής αυτό το σχόλιο του νεαρού García Madero από τους Άγριους ντετέκτιβ, το οποίο συνοψίζει με ένα ευφυολόγημα τη θέση των "realistas viscerales": "Συμφωνήσαμε απόλυτα ότι πρέπει να αλλάξουμε την μεξικανική ποίηση. Η κατάστασή μας (όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ) είναι αβίωτη, ανάμεσα στην αυτοκρατορία του Οκτάβιο Παζ και την αυτοκρατορία του Πάμπλο Νερούδα. Δηλαδή, ανάμεσα στο σπαθί και τον τοίχο".

Από τα τρία υπoρεαλιστικά μανιφέστα, τα δύο ανήκουν στους Mario Santiago και Roberto Bolaño αντίστοιχα. Χρονολογημένα το 1975 και το 1976, τα κείμενα των δύο φίλων αναπτύσσουν έναν διάλογο ή ενώνουν τις φωνές τους:

- Mario Santiago: "Τι προτείνουμε / να μην κάνουμε την τέχνη επάγγελμα / [...] να μεταμορφώσουμε την τέχνη / να μεταμορφώσουμε την καθημερινή ζωή (μας) / δημιουργικότητα / ζωή απορρυθμισμένη με κάθε τρόπο / (να κουνήσουμε τους γοφούς του παρόντος ανοιγοκλείνοντας τα μάτια από τα αεροδρόμια του μέλλοντος) / σε μια εποχή που οι δολοφονίες μεταμφιέζονται σε αυτοκτονίες / $$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$ / να μετατρέψουμε τις αίθουσες συνεδριάσεων σε σκοπευτήρια".

- Roberto Bolaño: "Η ηθική μας είναι η Επανάσταση, η αισθητική μας είναι η Ζωή: ένα-μόνο-πράγμα / [...] Να εμφανίσουμε τις νέες αισθήσεις - Να ανατρέψουμε την καθημερινότητα / 0.K. / παρατήστε τα όλα, ξανά / πάρτε τους δρόμους".

Να ξεκινήσουν από το μηδέν για να ξαναβρούν την αρχική ώθηση των παραινέσεων του νεαρού Μπρετόν πέρα από τις στρεβλώσεις ενός γερασμένου υπερρρεαλισμού, αυτό είναι το πρόγραμμα αυτών των πολύ νέων Λατινοαμερικανών. Με το που το είπαν το έκαναν κιόλας! Οι υπορεαλιστές το γλέντησαν. "[μετέτρεψαν] τις αίθουσες συνεδριάσεων σε σκοπευτήρια", αναστατώνοντας τις παρουσιάσεις βιβλίων και λοιπές στρογγυλές τράπεζες γύρω από γνωστούς ποιητές· κάποιοι τα παράτησαν πράγματι όλα και πήραν τους δρόμους. Το 1977, ο Bolaño έφυγε από την Πόλη του Μεξικού για τη Βαρκελώνη, όπου ζούσε η μητέρα του. Περιπλανήθηκε στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική προτού εγκατασταθεί στην Καταλονία, όπου επιβίωσε με περιστασιακές δουλειές γράφοντας συνεχώς ποίηση, "ημερολόγια ζωής" και στη συνέχεια μυθιστορήματα- γνωρίζουμε τη συνέχεια, η οποία άργησε πολύ να έρθει.

Την ίδια χρονιά, ο Mario Santiago περνάει λίγο χρόνο στη Βαρκελώνη και την Καταλονία πριν ταξιδέψει στο Ισραήλ αναζητώντας μια γυναίκα που αγαπάει απεγνωσμένα. Άφραγκος, ζει εκεί ως ζητιάνος ποιητής, φτάνει στη Βιέννη, απελαύνεται επισήμως από την Αυστρία, περνάει κάποιο διάστημα στο Παρίσι με πολλές στερήσεις παρέα με Περουβιανούς ποιητές της ομάδας "Hora Cero", του μεγαλύτερου αδελφού του υπορεαλισμού. Επιστρέφοντας στο Μεξικό το 1979, ο Mario Santiago γράφει ακατάπαυστα ποίηση, την οποία κανένας εκδοτικός οίκος δεν εκδίδει. Περήφανα περιθωριακός, ατίθασος, προβοκάτορας, σκόπιμα αγνοημένος από καθιερωμένους συγγραφείς όλων των ειδών που τον απορρίπτουν, ζει, όπως το επιθυμούσε, "ακυβέρνητος και μέσα σε παραλήρημα". Μέχρι εκείνη τη μέρα του Ιανουαρίου του 1998, που τον χτύπησε ένα όχημα κατά τη διάρκεια μιας από τις περιπετειώδεις βόλτες του στις χιλιομετρικές λεωφόρους των προαστίων της Πόλης του Μεξικού και πέθανε μέσα στην ανωνυμία από τα τραυματά του. Δεν είχε κλείσει ακόμη τα σαρανταπέντε.

Ακριβώς την προηγούμενη ημέρα, ο Bolaño είχε μόλις παραλάβει τα δοκίμια του βιβλίου Οι άγριοι ντετέκτιβ, το οποίο, όπως είχε πληροφορήσει τον φίλο του, είχε γράψει ως φόρο τιμής στα νιάτα τους, λέγοντάς του ότι το όνομά του σ' αυτό ήταν Ulises Lima. Όλα μπερδεύονται, όπως σε ένα υπορεαλιστικό ποίημα: η ποίηση που έζησε ως το θανάτο ο ένας και το μυθιστόρημα κοινών ποιητικών περιπετειών που έγραψε ο άλλος, το παρόν της γεωγραφικής απόστασης και η φλογερή ανάμνηση των ηρωικών χρόνων στην Πόλη του Μεξικού. Ο Bolaño γράφει αμέσως το Amuleto, ένα μυθιστόρημα-ορατόριο για τη μνήμη και τη λήθη του δολοφονικού μεξικανικού '68, το οποίο αφιερώνει στον Mario Santiago. Εν μέσω καυστικών και απογοητευμένων προφητειών για το μέλλον των έργων και των συγγραφέων του 20ού αιώνα, αναφέρει: "Μετεμψύχωση. Η ποίηση δεν θα εξαφανιστεί. Η μη-εξουσία της θα γίνει ορατή με άλλους τρόπους".  Η τελευταία πρόταση επικαιροποιεί τον ύμνο της αγάπης και του πολέμου που τραγουδούν τα παιδιά στο δρόμο προς την άβυσσο: "Και αυτό το τραγούδι είναι το φυλαχτό μας".

Αυτή είναι λοιπόν η πορευόμενη ποίηση του εικοσιδυάχρονου Mario Santiago, αυτό το φυλαχτό που μας έρχεται τώρα στα γαλλικά, μεταφρασμένο και παρουσιασμένο από τον Samuel Monsalve. Γεμάτο από παρηχήσεις, το ηχηρό ψευδώνυμο που επέλεξε ο νεαρός, ο οποίος στην πόλη ονομαζόταν José Alfedo Zendejas, τον καθιέρωνε ως ποιητή, αυτόν που ποθούσε μια ενσαρκωμένη ποίηση. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Mario Santiago διπλασίασε τον εσωτερικό απόηχο αυτού του ψευδωνύμου προσθέτοντας το Papasquiaro, το όνομα της πόλης όπου γεννήθηκε ο συγγραφέας José Revueltas, αντιφρονούντας κομμουνιστής και συνοδοιπόρος του φοιτητικού κινήματος του 1968. Το ψευδώνυμο άλλαξε από πεντασύλλαβο σε εννεασύλλαβο.

Το Συμβουλές από έναν μαθητή του Μαρξ σε έναν φανατικό οπαδό του Χάιντεγκερ αφηγείται πριν απ' όλα τον θρυμματισμένο κόσμο, όπως παρουσιάζεται στον ποιητή από το εδώ του - το πυκνό δάσος ή το πάρκο του Chapultepec, μαντεύει κανείς - και το τώρα του, που ξεδιπλώνεται σαν τηλεσκόπιο - η στιγμή, ένα ολόκληρο απόγευμα και ένα βράδυ, η ιστορία του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Από τη μεριά αυτής της ιστορίας, η επανάσταση αργεί να έρθει ή δεν θα ξαναέρθει, σαν τυφώνας παγιδευμένος στη λεκάνη της Καραϊβικής· η καταστολή, ωστόσο, είναι αμετάκλητα εδώ, εκδηλώνεται στο πρόσωπο ενός αστυνομικού που εμφανίζεται στη μνήμη αυτού του αγωνιστή και αυτόπτη μάρτυρα:  "& μερικές φορές και εσύ κουτσαίνεις & σκοτεινιάζεις / ξύνεις τη μύτη σου & την κρούστα της μνήμης / Η 'Υπαρξη παίρνει τη μορφή 1 αστυνομικού / που χαϊδεύει με το τελευταίας λέξης γκλομπ του το πρόσωπό σου / και συνεχίζεις να τον ρωτάς: καλό το κλίμα άγριε λύκε μου; / τα πάει καλά η καταστολή; [...] & η καρδιά σου είναι μια ασφυκτική παράγκα / όπου οι στέγες και οι υδρορροές καταρρέουν / υπό την απλή επίδραση του φόβου / υπό την απλή επίδραση του φόβου".

Το παρατηρητήριο του κόσμου που επέλεξε ο άνθρωπος ο οποίος, αποποιούμενος κάθε λυρικό ναρκισσισμό, σπάνια λέει "εγώ" και σχεδόν πάντα "εσύ, ή και "Εσύ, Εγώ, Εμείς", φαντάζεται ότι το διατρέχει η μικρή "ρουτινιέρικη κάμερα" του Αντονιόνι. Όμως, αντιστρέφοντας κάθε ιεραρχία, αυτή η κάμερα, της οποίας τα pannings και τα travellings σταματούν, όπως στο Blow up, σε λεπτομέρειες, αφήνεται να παρατηρείται περισσότερο παρά παρατηρεί. Ποια η διαφορά, λοιπόν, μεταξύ πρωταγωνιστών και θεατών;  Μεταξύ του "εσύ" και των άλλων που συγκεντρώνονται εκεί σε ένα "εμείς"; "Είμαστε οι πρωταγωνιστές άπειρων δραμάτων / & δεν μπορεί κανείς να μιλήσει με ακρίβεια / κάτω από τη γαλάζια γλώσσα των κινηματογραφικών προβολέων". Το ποίημα περιγράφει έτσι μια ματαιωμένη τροχιά που διακόπτεται από μικρές σκηνές που ζωντανεύουν οι επισκέπτες του πάρκου - μικρά ή μεγάλα παιδιά του αιώνα -, αναβιώνοντας το θαύμα και την απογοήτευση του "εσύ" σε μια δυναμική παλίρροια.

Ο ευαίσθητος αυτός μάρτυρας αρπάζει ή μαζεύει τα θραύσματα της άπιαστης πραγματικότητας και τις ποικίλες ζωές, μάταιες ή εμπνευσμένες, που τον περιβάλλουν και τις οποίες απαριθμεί ρυθμικά σε μακρές αναφορικές ακολουθίες. Έτσι παίρνουν μορφή οι μεγάλες μεταβολές του ποιήματος. Ξαφνικά, είναι ένα "εγώ" και όχι πια ένα "εσύ" που φωνάζει στα μισά αυτής της διαδρομής: "Αν αυτό δεν είναι Τέχνη / θα κόψω ευχαρίστως τις φωνητικές μου χορδές / τον πιο τρυφερό μου όρχι / θα σταματήσω να λέω μαλακίες / αν αυτό δεν είναι Τέχνη". Σε "αυτή την ασυνήθιστη μέρα / την ανώνυμη δονούμενη καθημερινότητα / ό, τι πιο γήινη", η αγωνία, η οποία δεν είναι ποτέ "ανιστόρητη", καταπολεμάται από τις "συμβουλές του μαθητή του Μαρξ προς τον θαυμαστή του Χάιντεγκερ", που προσδιορίζονται κυριολεκτικά σε μία ένθεση στην καρδιά του ποιήματος. Στην μεγαλοπρεπή Ποίηση, με κεφαλαίο Π, απευθύνεται στη συνέχεια ο μάρτυρας για να δηλώσει επανειλημμένα: "Είμαστε ακόμα ζωντανοί". Ζωντανοί, ναι, (μετά τη σφαγή στο Tlatelolco στις 2 Οκτωβρίου 1968, μετά τη δολοφονική Πέμπτη του Corpus τον Ιούνιο του 1971, όπως θυμόμαστε), παρά τις "όλο και πιο συχνές έρευνες στα σπίτια", παρά τα πισωγυρίσματα της μοίρας, που πλήττουν πάντα τους ίδιους, παρά τις αποκαλυπτικές στιγμές (προφητικά οράματα ή αναμνήσεις από το Βιετνάμ), όταν τα αεροπλάνα πέφτουν ξαφνικά σαν άρρωστα πουλιά σε έναν "ορίζοντα πασαλειμμένο με φωτιά". Τίποτα δεν θα υπερισχύσει της "μη εξουσίας" της ποίησης: "Κάθε στιγμή παράγεται 1 ποίημα". Και από το θέαμα των θαυματουργών σκουπιδιών που μαζεύουν μύγες, μια αθώα λάγνα σκηνή, ένα φαρσικό όνειρο στο στυλ του Χοντρού-Λιγνού, η ποίηση -που δεν πρέπει να συγχέεται με την ομορφιά του κόσμου- αναδύεται σε μια διαφορετική πραγματικότητα, "- σε 1 εποχή και σε 1 τόπο / όπου ο Ευκλείδης και η διστακτική γεωμετρία του / δεν μετράνε-".

Σε άλλο σημείο του ποιήματος, βλέπουμε να υποχωρεί η επανεμφανιζόμενη θλίψη του ανθρώπου που ξέρει καλά ότι δεν είναι ο μόνος "για τον οποίο ο κόσμος μοιάζει / - σε 1 απαισιόδοξη στιγμή - / με ένα γκέτο χωρίς γέφυρες και χωρίς εξόδους". Για να αποτρέψει κανείς αυτό το κακό τριπ, αρκεί να διατυπώσει τον ενδόμυχο και φλογερό αυτόν κανόνα συμπεριφοράς: "Η ζωή να είναι πάντα το εργαστήρι της ποίησής σου". Τότε ο κόσμος αναδιατάσσεται, και τα θραύσματά του: "σε χέρια σαν του Χουντίνι / γίνονται 1 κραυγή τόσο στέρεη & τόσο αληθινή / όσο 1 στήθος ή 1 μήλο / ή μια επιθυμία που κάνει κάθε σώμα 1 διάφανο πρίσμα". Τα πάντα τώρα αποκτούν νόημα, ή μάλλον τα πάντα ζωντανεύουν, μέχρι την πιο ασήμαντη στιγμή, μέχρι το "φαινομενικά στατικό & φευγαλέο" που "απειλεί να πυρπολήσει & με φιλιά / την ώρα που οι μεγάλες πολιτικές εξεγέρσεις / έμοιαζαν να έχουν θαφτεί".

Όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του, το Συμβουλές από 1 μαθητή του Μαρξ σε 1 φανατικό οπαδό του Χάιντεγκερ αντικρούει την απειλή μιας μεταφυσικής ανυπαρξίας μέσω της καθαρής παρουσίας στον κόσμο του υποκειμένου που γίνεται ταυτόχρονα ομιλητής και συνομιλητής. Έτοιμοι για όλα, προσφερόμενοι στην επικείμενη περιπέτεια και στα ατυχήματα της ιστορίας, το "εσύ" και "[ο] περιστασιακός φίλος του" στηρίζουν και παρηγορούν ο ένας τον άλλον.

Ευρυμαθές και ζωηρό, βαθυστόχαστο και ποπ, ωθούμενο από τη μεθυστική ανάγνωση της ποίησης των πρωτοποριών της Ευρώπης και της Αμερικής - ντανταϊστές και υπερρεαλιστές, Μεξικανοί στριντεντιστές, ουλτραϊστές από την Ισπανία και την Αργεντινή, δημιουργιστές από τη Χιλή -, της Beat ποίησης του Allen Ginsberg και του Richard Brautigan, αλλά και των Cantos του Pound, και πάνω απ' όλα από την αντιποιητική ποίηση του Nicanor Parra, το ποίημα του Mario Santiago Papasquiaro, γραμμένο περπατώντας, αξίζει να διαβαστεί επερπατώντας και φωναχτά. Και ας το πούμε καθαρά ότι είναι, με μια λέξη, με μια μόνο λέξη, υπορεαλιστικό.


 

Ο ποιητής Mario Santiago Papasquiaro Facebook Twitter
Οι φίλοι φωτογραφίζονται στο πάρκο Chapultepec της πόλης του Μεξικού (Σεπτ. 1975). Ο Roberto Bolaño διακρίνεται ανάμεσα στον Χιλιανό συγγραφέα Bruno Montané (συνιδρυτή μαζί με τους Roberto Bolaño και Mario Santiago Papasquiaro του ποιητικού κινήματος του υπορεαλισμού) και τον Mario Santiago Papasquiaro. Φωτ. Αρχείο του Bruno Montané


Ο ποιητής Mario Santiago Papasquiaro Facebook Twitter
Φωτ. DR


Ο ποιητής Mario Santiago Papasquiaro Facebook Twitter
Φωτ. Archivo Bolaño


Ο ποιητής Mario Santiago Papasquiaro Facebook Twitter


Ο ποιητής Mario Santiago Papasquiaro Facebook Twitter
Ο Mario Santiago Papasquiaro σε δρόμο του ιστορικού κέντρου της πόλης του Μεξικού. Φωτ. Οικογενειακό αρχείο/Mowgli Zendejas - Wikimedia


Αλμανάκ

ΚΙΝΗΣΗ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ