Οι ξεχασμένοι θησαυροί της Φαϊρούζ
AHMAD CHAMSEDDINE
ORIENT XXI - 05.03.2021
‘Ενα καλό νέο: πολλά τραγούδια της λιβανέζας ντίβας - που γεννήθηκε το 1934 και ζει ακόμα στη Βηρυτό – είχαν χαθεί λόγω των απροόπτων των επανεκδόσεων σε CD ή ήταν διασκορπισμένα σε πειρατικές συλλογές με κακή ποιότητα ήχου. Είναι και πάλι διαθέσιμα σε καλής ποιότητας ηχογραφήσεις. Πράγματι, εδώ και αρκετά χρόνια, η Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας (BnF) έχει αναλάβει την ψηφιοποίηση μέρους της συλλογής δίσκων της και την διαδικτυακή της διανομή με την ετικέτα "BnF Sound Collection". Σε αυτήν την παρτίδα, βρίσκουμε σχεδόν όλους τους δίσκους της Φαϊρούζ που κατασκευάστηκαν στη Γαλλία από τη δεκαετία του 1950 έως τη δεκαετία του 1970, και διατηρήθηκαν στον αραβικό μουσικό αρχείο της BnF χάρη στη νόμιμη κατάθεση.
Ανάμεσα στις ηχογραφήσεις που κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο βρίσκουμε για παράδειγμα αποσπάσματα από τις συναυλίες της του 1961 στη Δαμασκό και τη Νότια Αμερική. Τα τραγούδια αυτά, όπως και τα περισσότερα της Φαϊρούζ εκείνης της εποχής, γράφτηκαν και συντέθηκαν από τους αδελφούς Assy και Mansour Rahbani (ο πρώτος παντρεύτηκε την τραγουδίστρια το 1955), που θεωρούνται πρωτοπόροι της αναβίωσης της λιβανέζικης μουσικής. Χάρη στη μουσική τους κατάρτιση, την ανατολική, όσο και τη δυτική που επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τον Γάλλο οργανίστα Bertrand Robilliard που δίδαξε αρμονία και αντίστιξη στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Λιβάνου, τάραξαν τα νερά της αιγυπτιακής κυρίως μουσικής της εποχής, προτείνοντας περίτεχνα ενορχηστρωμένα τραγούδια που δεν ξεπερνούσαν σε διάρκεια τα λίγα λεπτά.
'Υστερα από κάποιες ραδιοφωνικές μεταδόσεις το 1948, οι συνθέσεις των αδελφών Rahbani άρχισαν να κυκλοφορούν σε δίσκους μετά το 1957, σε μια περίοδο καμπής για τη φωνογραφία, όταν οι δίσκοι βινυλίου των 33 και 45 στροφών αντικαθιστούσαν οριστικά πλέον τους δίσκους των 78 στροφών. Το 45άρι, ένα ελαφρύ και φθηνό αντικείμενο, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές στις δισκογραφικές εταιρείες, επειδή μπορούσε να εξασφαλίσει μία ταχεία διανομή των τραγουδιών και να λειτουργήσει ως "ατμομηχανή" για τα άλμπουμ των 33 στροφών.
Ωστόσο, δεν υπήρχε εργοστάσιο εγγραφής δίσκων στο Λίβανο. Η τεχνολογία ηχογράφησης ήταν γνωστή στις αραβικές χώρες ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά η παραγωγή δίσκων γινόταν κυρίως στην Ευρώπη. Μόνο προς το τέλος της δεκαετίας του 1950 άρχισαν να δημιουργούνται εργοστάσια εγγραφής στην Αίγυπτο, και στο Λίβανο πολύ μαργότερα, το 1964. Ακόμα όμως και μετά την ημερομηνία αυτή, καθώς η φωνογραφική βιομηχανία αναπτυσσόταν στη χώρα, πολλές λιβανέζικες δισκογραφικές εταιρείες που συνδέονταν με διεθνείς εταιρείες συνέχισαν να κατασκευάζουν μέρος των βινύλιών τους στην Ευρώπη. 'Οπως για παράδειγμα με την εταιρεία Voix de l'Orient, την κύρια παραγωγό της Φαϊρούζ στο Λίβανο, που συνδεόταν με την αγγλική εταιρεία EMI. Οι δίσκοι της τραγουδίστριας κατασκευάζονταν τότε στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Ελλάδα και τον Λίβανο.
Μέχρι σήμερα, η BnF και η British Library είναι τα μόνα δύο ιδρύματα στον κόσμο που διατηρούν μέρος της δισκογραφικής κληρονομιάς της Φαϊρούζ και την διαθέτουν στο κοινό. Η συγκέντρωση και η κατάταξη των δίσκων της – σπάνιοι οι περισσότεροι - σε ένα μόνο σημείο είναι πολύ πολύτιμη, δεδομένου ότι η αρχειοθέτηση της αραβικής μουσικής είναι συχνά έργο ερασιτεχνών, όπως αυτή του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα που παραμένει, δυστυχώς, σχεδόν αγνοημένη από τις λίγες επαγγελματικές προσπάθειες διάσωσης, και ειδικά οι συνθέσεις των αδελφών Ραχμπάνι για την Φαϊρούζ. Η μουσική αυτή εκτιμάται ελάχιστα από τους εθνομουσικολόγους οι οποίοι στρέφουν το ενδιαφέρον τους κυρίως στα παραδοσιακά τραγούδια και τις ορχήστρες. Καθώς δεν παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και για τους DJ’s, δεν επωφελήθηκε από το πάθος των vinyl diggers τα τελευταία χρόνια για τους αραβικούς και λιβανέζικους δίσκους.
Παρότι η BnF διατηρεί τους δίσκους της Φαϊρούζ που έχουν κατασκευαστεί στη Γαλλία για λογαριασμό διαφόρων εταιρειών, θα ασχοληθούμε μόνο με εκείνους της Voix de l'Orient που αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος τους: περίπου είκοσι 33άρια και εξήντα 45άρια, μακράς διαρκείας οι περισσότεροι (EP, ή extended play, αντί για SP, short play).
Η Voix de l'Orient κυκλοφορούσε τους δίσκους σε δύο θυγατρικές της EMI: την Parlophone, της οποίας οι δίσκοι κατασκευάζονταν στην Αγγλία, την Ελλάδα και τον Λίβανο, και την Pathé. Δεν είναι εύκολο να κάνουμε μία αναδρομή στην ακριβή ιστορία της παραγωγής αυτών των δίσκων Pathé, που κατασκευάστηκαν στη Γαλλία μεταξύ 1958 και 1977. Όπως σημειώνει ο καθηγητής και ειδικός στη βιομηχανική κληρονομιά Jean-Luc Rigaud στη μελέτη του για το εργοστάσιο της Pathé Marconi στο Chatou, στην Île-de-France, τα διοικητικά και ηχητικά αρχεία αυτής της εταιρείας είτε σήμερα έχουν χαθεί, είτε ανήκουν σε μεγάλα συγκροτήματα της μουσικής βιομηχανίας που δεν διευκολύνουν την πρόσβαση σε αυτά. Ωστόσο, μια ανθολογία στην οποία συνέβαλε ο παραγωγός Ahmed Hachlaf, ο οποίος ήταν επικεφαλής του αραβικού μουσικού τμήματος στην Pathé, δείχνει ότι αυτοί οι δίσκοι προορίζονταν κυρίως για την αγορά της Βόρειας Αφρικής. Διαπιστώνουμε, στην περίπτωση της Φαϊρούζ, την απουσία των δίσκων της με τις χριστιανικές ψαλμωδίες της στην Pathé, ενώ υπάρχουν πολλοί ανάλογοι στην Parlophone. Αυτό εξηγείται αναμφίβολα από κοινωνικοοικονομικά ζητήματα που συνδέονται με τη συγκεκριμένη αγορά και την μικρότερη εκεί παρουσία των Χριστιανών σε σχέση με την Εγγύς Ανατολή.
Το 1972, όταν η Pathé διαπίστωσε ότι αυτό το εξειδικευμένο τμήμα δεν ήταν πλέον αρκετά κερδοφόρο, αποφάσισε να το κλείσει συνεχίζοντας ωστόσο να κατασκευάζει αραβικούς δίσκους, και, όσον αφορά την Φαϊρούζ, να τους διανέμει (χωρίς να αναλαμβάνει την παραγωγή τους) για άλλα πέντε χρόνια. Την ίδια χρονιά, ο Ahmed Hachlaf δημιούργησε τη δική του δισκογραφική εταιρεία: το Arab Disc Club, το οποίο κυκλοφόρησε μερικά 33άρια της Φαϊρούζ, όπως το Qassaïd ή το Fairouz 74, για τους οποίους όπως πάντα η Pathé εξασφάλιζε την κατασκευή και τη διανομή.
Η Pathé φρόντιζε την παραγωγή των δίσκων της. Οι τιμές τους παρέμεναν προσιτές, αλλά ποικίλλουν ανάλογα με τη σειρά που εκδόθηκε. Για την Voix de l'Orient, το 45άρι EP κόστιζε περίπου 9 φράγκα στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τιμή που ισοδυναμεί σήμερα με 10 ευρώ, και το 33άρι περίπου 25 φράγκα (27 ευρώ). Όσο για τα εξώφυλλα τους, χαρακτηρίζονται από μια ποιοτική εκτύπωση και μερικά, μεταξύ των δίσκων του Φαϊρούζ, τραβούν την προσοχή με τα πρωτότυπα σχέδιά τους. Ενώ πολλά φιλοτεχνήθηκαν από ελάχιστα γνωστούς εικονογράφους που δούλεψαν για την Pathé, όπως η Jacqueline Allenou-Gilly, ένα από τα εξώφυλλα υπογράφεται από τον διάσημο ιρακινό ζωγράφο Jamil Hamoudi και ένα άλλο από τον μαροκινό ζωγράφο Ahmed Cherkaoui. Τα περισσότερα από τα εξώφυλλα αυτά, ωστόσο, αναπαράγουν απλά πορτρέτα της Φαϊρούζ, που τραβήχτηκαν από τους κανονικούς της φωτογράφους (όπως οι Varoujan Setian και Manoug Alemian) ή περιστασιακούς (όπως ο Angus McBean ή ο Raymond Ferembach).
Εναι δύσκολο σήμερα να βρεθούν αντίτυπα αυτών των δίσκων, αλλά μερικά πωλούνται κάποιες φορές στο Διαδίκτυο - σε δημοπρασίες πιο συχνά. Εκτός από τις ηχογραφήσεις αυτές, η BnF διατηρεί "καταλόγους επωνυμιών", μεταξύ των οποίων και της Pathé, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν μία ανεκτίμητη πηγή πληροφοριών. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί οι δίσκοι βρίσκονται καταχωρημένοι στο Διαδίκτυο στον γενικό κατάλογο της BnF, αλλά η ψηφιοποίηση αφορά, προς το παρόν, μόνο εκείνους που εκδόθηκαν πριν από το 1963, και ότι μόνο οι στρογγυλές ετικέτες αυτών των τελευταίων είναι ορατές στην ψηφιακή βιβλιοθήκη Gallica. Για να μπορέσει κανείς να ακούσει όλους τους δίσκους και να θαυμάσει τα εξώφυλλά τους από κοντά, πρέπει να μεταβεί στην τοποθεσία François-Mitterrand της BnF.
Ahmad Chamseddine
Νομικός, ανεξάρτητος ερευνητής της ιστορίας της λιβανέζικης μουσικής
Μτφ. Σ.Σ.