TO BLOG ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΣΤΑΒΕΡΗ
Facebook Twitter

Red Warriors κατά νεοναζί σκίνχεντς στο Παρίσι του '80 - '90

Red Warriors κατά νεοναζί σκίνχεντς στο Παρίσι του '80 - '90
 

Ο Julien Terzics, πρωτοπόρος του Antifa αγώνα, πήγε να συναντήσει τη στρατιά των σκιών [η γαλλική Αντίσταση όπως αλλιώς αποκαλείται-σ.σ.]. Ιδρυτής των Red Warriors, που δημιουργήθηκαν για να ανακαταλάβουν τους δρόμους από τους ναζιστές σκίνχεντ τη δεκαετία του 1980, και επικεφαλής της ομάδας περιφρούρησης των Bérus [το πανκ ροκ συγκρότημα Bérurier Noir - σσ.], υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία του αντιφασιστικού αγώνα. Ο Julien Terzics πέθανε τη Δευτέρα, σε ηλικία 55 ετών: μια θλιβερή σύμπτωση τη στιγμή που η ακροδεξιά την οποία πολέμησε όλη του τη ζωή βρέθηκε στα πρόθυρα της εξουσίας.

Διαβολεμένη συγκυρία, άσχημη ειρωνεία των συμπτώσεων των νεκρολογιών. Σε μια εποχή που το τέρας του φασισμού αναδύεται ξανά από τον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, μαθαίνουμε κάπως ζαλισμένοι, τέσσερις μέρες πριν από έναν δεύτερο γύρο ψηφοφορίας που απειλεί να δώσει τα κλειδιά της Δημοκρατίας στην ακροδεξιά, για τον ξαφνικό θάνατο ενός από τους πρωτοπόρους του κινήματος "antifa", αν όχι του ιδρυτή του. Ο Julien Terzics πέθανε τη Δευτέρα στη Νάντη μετά από μια ασθένεια που λέγεται ότι είναι μακρά, αλλά στην περίπτωσή του ήταν τάχιστη. Ήταν μόλις 55 ετών. Για όσους γνώρισαν το Παρίσι της δεκαετίας του '80, στοιχειωμένο από συγκρούσεις μεταξύ νεοναζί με ξυρισμένα κεφάλια, ducky boys και "κυνηγών skins", ήταν κάτι σαν θρύλος. Και για όλους τους άλλους, τους νεαρούς αντιφασίστες της AFA Paris Banlieue, ή εκείνους της Νέας Φρουράς του Raphaël Arnault [βουλευτής πλέον με το Αριστερό Μέτωπο στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές -σ.σ.], ήταν ένας μυώδης μεγάλος αδελφός, ένα τοτέμ με τατού: το αφεντικό του Saint-Sauveur, του διάσημου μπαρ με την κουρτίνα που κοσμεί ένα κόκκινο αστέρι στο Ménilmontant, στο 20ό διαμέρισμα του Παρισιού, το οποίο έγινε το αρχηγείο της αναρχικής και αντιφασιστικής άκρας αριστεράς τη δεκαετία του 2010. Σε σημείο να γίνει στόχος της άκρας δεξιάς τα τελευταία χρόνια. [...]

Jean-Christophe Féraud και Noa Jacquet
Libération - 04.07.2024


 

Julien Terzics Facebook Twitter
'Ενα πολύ δυνατό πορτρέτο του Julien Terzics από το 2010, λίγα χρόνια αφότου άνοιξε το μπαρ Saint-Sauveur. © Yan Morvan


 

Συνέντευξη με τον Julien Terzics, πρώην "κυνηγό" σκίνχεντς

Raphael of Story Next Door
 

Όταν βλέπεις πως εξελίχθηκε το Παρίσι και πώς έχει αλλάξει σήμερα, είναι δύσκολο να φανταστείς ότι κάποτε, όχι τόσο μακριά στον χρόνο, ορισμένες γειτονιές της πρωτεύουσας, όπως το Châtelet, ή οι κήποι του Λουξεμβούργου, ήταν περιοχές των σκίνχεντς. Skinhead.... μόνο και μόνο η ίδια αυτή η λέξη, εξαιτίας όσων αντιπροσωπεύει στη συλλογική συνείδηση, εξαιτίας της ιστορίας της, προκαλεί ανατριχίλα. 'Εσπερναν τον τρόμο στο Παρίσι τη δεκαετία του '80 και στις αρχές της δεκαετίας του '90. Εκείνη την εποχή, οι βίαιες ενέργειές τους προκάλεσαν αντίδραση. Μια ομάδα φίλων ήταν αποφασισμένη να ανταποδώσει το κάθε χτύπημα, ενάντια στους φασίστες, ας πούμε, πρόσωπο με πρόσωπο. Έτσι γεννήθηκαν οι Red Warriors, μια από τις πρώτες ομάδες κυνηγών skinhead. Ο Julien Terzics, έφηβος ακόμα όταν ξεκίνησε, ήταν ένας από τους ηγέτες. Έχει, βέβαια, κάνει ένα βήμα πίσω από εκείνη την εποχή στην οποία άφησε ένα τόσο ξεχωριστό σημάδι, ένα σημάδι που σήμερα βρίσκεται εκτός της δημοσιότητας. Δεν συναντώ τον έφηβο που ήταν, αλλά τον ενήλικα, τον πατέρα και οικογενειάρχη που έχει γίνει.

Raphael: Κατατόπισέ μας λίγο, πότε και πού μεγάλωσες;

Julien Terzic: Είναι κάπως δύσκολο να καθορίσω τον εαυτό μου με αυτόν τον τρόπο. Προέρχομαι από Ουγγαρο-Εβραϊκή οικογένεια. Οι γονείς μου είναι και οι δύο Ούγγροι. Προέρχομαι από ένα διαλυμένο σπίτι, όπως λένε. Οι γονείς μου χώρισαν πολύ νωρίς, όταν ήμουν τεσσάρων ετών. Μεγάλωσα με τη μητέρα μου στα ανατολικά προάστια του Παρισιού. Ο πατέρας μου έβαφε σπίτια. Ζούσε στο 20ό διαμέρισμα, στο Boulevard de Ménilmontant. Εγώ μεγάλωσα κυρίως στα ανατολικά προάστια, στο Val de Fontenay. 'Οταν ήμουν δέκα, δώδεκα χρονών, ο πατέρας μου έπιασε ξανά επαφή μαζί μας. Τότε άρχισα να τριγυρνάω στη γειτονιά του Ménilmontant.

Ποια χρονιά ήταν;

Υπολόγισε εσύ, γεννήθηκα το '68. Οπότε θα ήταν κάπου στο τέλος της δεκαετίας του '70.

Πώς ξεκίνησε η φάση με το κυνήγι των σκίνχεντ και πόσο χρονών ήσουν τότε;

Η περίοδος "skinhead-hunter" δεν μπορεί να οριστεί. Δεν υπάρχει ακριβής ημερομηνία. Ξεκίνησα ως πανκ, πρώτα απ' όλα. Ήμουν δώδεκα, δεκατριών ετών, εκεί γύρω στο 1980, '81. Εκείνη την εποχή άρχισα να κάνω παρέα με παιδιά που ήταν λίγο μεγαλύτερα από μένα. Πηγαίναμε σε συναυλίες, σε καταλήψεις..... Μάθαμε γρήγορα και με τον δύσκολο τρόπο ότι η "κυρίαρχη" φυλή ήταν οι σκίνχεντ που εκείνη την εποχή ήταν κυρίως φασίστες σκίνχεντ. Οπότε το ζήσαμε αυτό από πολύ νωρίς. Ήταν ένα είδος μακρόχρονης σχολής όπου γινόμασταν όλο και πιο τσαντισμένοι. Το '85 ή το '86, όταν ήμουν δεκαεπτά ή δεκαοχτώ, είχαμε φτάσει στο αμήν, οπότε αρχίσαμε να οργανωνόμαστε σε ομάδες και να αμυνόμαστε, αλλά δεν μπορείς να δώσεις ακριβή ημερομηνία για την αρχή. Αν έπρεπε να δώσουμε μια ημερομηνία για το ξεκίνημα των Red Warriors, θα ήταν τον Δεκέμβριο του '86. Αυτή είναι κατά κάποιο τρόπο η ημερομηνία-κλειδί, γιατί είναι η στιγμή που δώσαμε ένα όνομα στην ομάδα μας. Αλλά μέχρι τότε είχαμε ήδη συγκροτήσει μια παρέα για μερικά χρόνια. Παρατηρήσαμε ότι όταν ήμασταν πέντε ή έξι και δεν κάναμε πίσω απέναντι στους σκίνχεντ, το παιχνίδι άλλαζε, εντελώς. Κανείς δεν είναι υπεράνθρωπος. Οποιοσδήποτε, ακόμα και ένας μεθυσμένος σκίνχεντ, ένα ντερέκι, αν του καταφέρεις ένα καλό δεξί στο πίσω μέρος του κρανίου και δεν υποχωρήσεις, τα πράγματα αλλάζουν. Έτσι, δεν μπορώ να σου δώσω μια ακριβή ημερομηνία, αλλά γενικά, η δημιουργία των Red Warriors τον Δεκέμβριο του '86 σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη...

Μιλάς ειδικά για "φασίστες σκίνχεντς". Πώς θα ορίζες εσύ έναν σκίνχεντ;

Αυτή είναι μια μεγάλη ιστορία. Το αρχικό κίνημα των σκίνχεντς έχει τις ρίζες του στην Αγγλία στα τέλη της δεκαετίας του '60. Είναι αυτό που θα λέγαμε υποκουλτούρα, η οποία στην αρχή κάθε άλλο παρά μόδα ήταν. Δεν ήταν τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την ανάμειξη των νέων της αγγλικής εργατικής τάξης με τους νέους της τζαμαϊκανής μεταναστευτικής κοινότητας, οι οποίοι προέρχονται από την πρώην αγγλική αποικία όπως όλοι γνωρίζουμε, και μεταναστεύουν τότε μαζικά στην Αγγλία. Η Τζαμάικα και η Αγγλία είναι κάτι σαν την Αλγερία και τη Γαλλία. Αυτοί οι νέοι Τζαμαϊκανοί φέρνουν μαζί τους τη μουσική τους, το rocksteady, το Jamaican rhythm'n'blues... και για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, υπήρξε ένα είδος αλχημείας. Δεν θα μάθουμε ποτέ γιατί. Η λευκή αγγλική νεολαία της εργατικής τάξης υιοθέτησε αυτή τη μουσική. Είναι σαν να έφταναν σήμερα οι Γάλλοι της Καραϊβικής με το zouk, και οι νέοι Γάλλοι της εργατικής τάξης να άρχιζαν να ασχολούνται με αυτό, σε σημείο που να γίνει κίνημα.... Αυτό συνέβη στην Αγγλία με το rocksteady. Τελικά, το κίνημα των σκίνχεντ γεννήθηκε από αυτή τη συνάντηση της άνεργης εργατικής νεολαίας της Τζαμάικας και της άνεργης, λευκής, εργατικής νεολαίας της Αγγλίας. Στην αρχή, το κίνημα των σκίνχεντς ήταν φυλετικά μικτό. Αν δεν υπήρχαν νέοι μαύροι Τζαμαϊκανοί, δεν θα υπήρχε κίνημα σκίνχεντ. Γι' αυτό λέω ότι στην αρχή η λέξη σκίνχεντ κάθε άλλο παρά ρατσιστική ήταν. Θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί απολίτικη με την έννοια ότι ήταν περισσότερο κάτι που αφορούσε ομάδες φίλων, γειτονιές, μουσικές..... Είχαν κώδικες ντυσίματος και μουσικούς κώδικες, αλλά δεν ήταν με τίποτα ένα φασιστικό κίνημα.

Το κίνημα των σκίνχεντς έχασε κάποια δυναμική στα μέσα της δεκαετίας του '70. Με την άφιξη του πανκ κύματος, ανέκαμψε και πάλι λίγο. Δυστυχώς για όλους, το βρετανικό Εθνικό Μέτωπο είχε βάλει σκοπό να προσηλυτίσει αυτούς τους νεαρούς σκίνχεντς. Προσπαθούσε να τους αξιοποιήσει ως μπρατσωμένους αφισοκολλητές, για να το πούμε με λίγα λόγια. Τότε είναι που το κίνημα των σκίνχεντς αρχίζει να εμφανίζεται σαν παραστρατιωτικό παρακλάδι της άκρας δεξιάς. Οι τύποι αυτοί συνεχίζουν να αυτοαποκαλούνται σκίνχεντς παρόλο που είναι απόλυτη ανοησία. Και παρεμπιπτόντως, οι πραγματικοί σκίνχεντς, μη φασίστες και μη ρατσιστές, δεν τους θεωρούν σκίνχεντς. Τους αποκαλούν boneheads. Όλα αυτά είναι πράγματα που τα γνωρίζουμε σήμερα, αλλά πρέπει πραγματικά να καταλάβουμε ότι στα τέλη της δεκαετίας του '70, αρχές δεκαετίας '80, μέσα δεκαετίας '80, ένας σκίνχεντ, για έναν κανονικό, συνηθισμένο άνθρωπο, είναι ένας μεγαλόσωμος μεθυσμένος ναζί, με ξυρισμένο κεφάλι, παραστρατιωτικό μπουφάν παραλλαγής κ.λπ. Εγώ, όλη αυτή την κουλτούρα του αρχικού κινήματος των σκίνχεντς, την ανακάλυψα αργότερα. Πριν, δεν με ενδιέφερε. Δεν ήξερα καν ότι υπήρχε. Ήρθα αντιμέτωπος με αυτό που έβλεπα καθημερινά όταν πήγαινα σε συναυλίες: σωματώδεις ξυρισμένους σκίνχεντς με γαλλικές σημαίες, κέλτικους σταυρούς, σβάστικες... για μένα, αυτό ήταν ένας σκίνχεντ. Πολύ αργότερα έμαθα ότι επρόκειτο για μια πλούσια και σημαντική υποκουλτούρα, η οποία υπάρχει ακόμα και σήμερα!

Και έτσι δεν επρόκειτο πλέον για ένα πολιτιστικό αλλά για ένα πολιτικό φαινόμενο. Σε αυτή την περίπτωση, γιατί είχες πρόβλημα με τους σκίνχεντς, εσύ, ένας τύπος  λευκός και πανκ; Το πανκ είναι μια κουλτούρα.

Οι σκίνχεντς, αυτοί με τους οποίους ήρθαμε αντιμέτωποι, ήταν περισσότερο κάτι μεγάλοι ηλίθιοι. Προφανώς, αυτοί οι τύποι δεν ήταν πολιτικοποιημένοι. Θεωρούσαν τους εαυτούς τους μοντέρνους από τα ρούχα που φορούσαν. Στην πραγματικότητα ήταν απλώς κάτι χοντρά κτήνη που έκρυβαν μια βίαιη παθολογία πίσω από έναν πολιτικό λόγο, ο οποίος όμως στην πραγματικότητα ήταν κενός. Για το θέμα αυτό, οι μεγάλοι Γάλλοι ηγέτες των σκίνχεντς, όπως ο Ayoub για παράδειγμα... αν ξύσεις λίγο την επιφάνεια, θα δεις ότι πρόκειται για την απόλυτη ανοησία... "ξένοι" που ισχυρίζονται ότι είναι περήφανοι για τη λευκή φυλή. Ήταν κυρίως ψυχοπαθείς,  μεθύστακες, ακραία βίαιοι άνθρωποι, που έβγαζαν αυτή τη βίαιη αρρώστια πίσω από ένα λόγο που δεν μπορούσε να σταθεί μόνος του. Εμείς, πραγματικά, δεν δίναμε δεκάρα. Δεν είχαμε όρεξη να τα ξεδιαλύνουμε όλα αυτά. Υποφέραμε από αυτή τη βία. Σε κάποιο σημείο, οργανωθήκαμε εναντίον της. Στην αρχή, ήταν μια αντίδραση επιβίωσης. Εκείνη την εποχή, δεν ήμουν καθόλου πολιτικοποιημένος. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα για το οτιδήποτε. Αυτό που ζούσα, ήταν απλώς η πραγματική, φυσική, βίαιη σχέση στην επαφή μαζί τους. Με την πάροδο του χρόνου αναλύεις, αλλά στην αρχή δεν δίναμε δεκάρα. Απλά ξέραμε ότι όταν εμφανίζονταν οι σκίνχεντς, που τους αναγνωρίζαμε από τον τρόπο που ντύνονταν, σήμαινε κίνδυνος. Μπήκαμε σε mood επιβίωσης.

Όταν σχηματίσες τους Red Warriors, πριν ορίσετε τι είστε, όταν ήδη υπήρχατε λίγο πριν, πώς λειτουργούσατε; Πηγαίνατε στο Παρίσι, σκέφτομαι το Châtelet για παράδειγμα, και ψάχνατε για σκίνχεντς;

Στην αρχή, δεν ψάχναμε για κανέναν. Στην αρχή, απλά συνειδητοποιήσαμε ότι όταν ήμασταν περισσότεροι, ήμασταν λιγότερο ευάλωτοι. Απλή λογική ήταν όταν πηγαίναμε σε μια συναυλία όπου τα πράγματα μπορούσαν να αγριέψουν. Δεν ξέραμε ποιον θα συναντούσαμε ή ποιος θα εμφανιζόταν... Εκείνη την εποχή, δεν ήταν μόνο οι σκίνχεντς. Υπήρχαν ένα σωρό φυλές. Γρήγορα ανακαλύψαμε και καταλάβαμε ότι όσο περισσότεροι ήμασταν, τόσο καλύτερα ήταν. Αυτή η κουλτούρα των συμμοριών υπήρχε πάντα. Στη δεκαετία του '50, οι βοηθοί χασάπηδες που πήγαιναν σε χορούς, πήγαιναν σαν αγέλη. Δεν ήταν κάτι καινούργιο. Εμείς, απλά συνειδητοποιήσαμε ότι αν είχες μια ομοιογενή σταθερή ομάδα, ήσουν λιγότερο ευάλωτος. Αυτή ήταν η πρώτη αντίδραση. Σιγά-σιγά, συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν πραγματικά αποτελεσματικό, ότι δούλευε. Καταλήξαμε να έχουμε μια τόσο σταθερή ομάδα που δώσαμε στους εαυτούς μας ένα όνομα και γίναμε γνωστοί με αυτό το όνομα. Μόνο τότε συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε αρχίσει να έχουμε ένα είδος αύρας που μας έδινε μια ορισμένη ευθύνη, όσον αφορά το τι ήμασταν και τι κάναμε. Στην αρχή, δεν εκπροσωπούσαμε τίποτα άλλο εκτός από τους εαυτούς μας. Στη συνέχεια αρχίσαμε να εκπροσωπούμε κάτι άλλο, κάτι λίγο ασαφές, αλλά είχαμε επίγνωση ότι εκπροσωπούσαμε άτομα που οργανώνονταν ενάντια σε μια συγκεκριμένη θεώρηση της ζωής, ενάντια σε μια συγκεκριμένη αχρείαστη βία, ενάντια σε ορισμένες αρχές που δεν λειτουργούσαν για μας, όπως το να λέμε "εδώ είμαστε, είμαστε περισσότεροι, οπότε θα επιβάλλουμε την άποψή μας". Υπερασπιζόμασταν τους εαυτούς μας ενάντια σε όλο αυτό. Στη συνέχεια, πολιτικοποιήθηκαμε καθώς αυτό προχώρησε. Γίναμε ευσυνείδητοι καθώς προχωρούσαμε, αλλά στην αρχή ήμασταν παιδιά από τα προάστια που δεν είχαν καμία σχέση με όλα αυτά. Αφού μας προκαλείτε, θα υπερασπίσουμε τους εαυτούς μας, τέλος.

Οι σκίνχεντς βρίσκονταν σε ορισμένα σημεία του Παρισιού, τα οποία ήταν πολύ αναγνωρίσιμα εκείνη την εποχή. Τους διώξατε, αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτός θα έπρεπε να είναι μάλλον ο ρόλος της αστυνομίας. Είχατε την εντύπωση ότι προσφέρατε κάτι  σαν δημόσια υπηρεσία;

Εγώ, δεν το βλέπω καθόλου έτσι. Αν επιτελέσαμε το ρόλο της αστυνομίας, ούτε αυτό το ακούω καθόλου έτσι. Δεν διώξαμε τους σκίνχεντς. Απλώς υπήρχε μια πραγματικότητα μια δεδομένη στιγμή: ορισμένες γειτονιές του Παρισιού ήταν πρακτικά απαγορευμένες ζώνες για ορισμένους τύπους ανθρώπων. Οπότε προσέξτε! Αν ήσουν τη δεκαετία του '80 ένας απλός λευκός Γάλλος, όχι μοντέρνος, χωρίς να έχεις επίγνωση του τι συμβαίνει, μπορούσες να διασχίσεις τον Κήπο του Λουξεμβούργου χωρίς καν να καταλάβεις τι τρέχει, παρόλο που για ένα λεπτό εκεί ήταν μια φωλιά φασιστών σκίνχεντς. Από την άλλη, αν ήσουν σε μια από αυτές τις φυλές της υποκουλτούρας, πίστεψέ με, το να περνάς από εκεί εκεί, ήταν τρελό. Απλά αποφασίσαμε κάποια στιγμή ότι δεν θα υπήρχαν γειτονιές στο Παρίσι στις οποίες δεν θα πηγαίναμε πια, στις οποίες θα φοβόμασταν να μπούμε. Δεν πηγαίναμε εκεί απλά για να πάμε εκεί, αλλά αν είχαμε κάτι να κάνουμε εκεί, μαζευόμασταν και πηγαίναμε. Φυσικά, αυτό σήμαινε συγκρούσεις. Το γεγονός είναι ότι αρχίσαμε να μην απαγορεύουμε πλέον στους εαυτούς μας να πηγαίνουμε οπουδήποτε. Υπήρχαν τέτοιες αντιπαραθέσεις όπου τα άλλα παιδιά, ένιωθαν να κινδυνεύουν στις δικές τους περιοχές. Αλλά δεν επρόκειτο για δημόσια υπηρεσία. Δεν είχαμε καν επίγνωση όλων αυτών. Ειλικρινά, δεν δίναμε δεκάρα. Για μένα, η ιδιότητα του πολίτη είναι ένας όρος που ούτε καν επικαλούμαι. Το να μιλάμε για πολίτες είναι σαν να τους βάζουμε όλους σε ίση μοίρα, ενώ δεν είμαστε όλοι ίσοι. Υπάρχουν πλούσιοι άνθρωποι, φτωχοί άνθρωποι... Δεν μας απασχολούσε, αλλά ταυτόχρονα ξέραμε ότι αν είχαμε μια συναυλία σε ένα συγκεκριμένο μέρος, θα λέγαμε ο ένας στον άλλον, "γαμώτο, μυρίζει φωτιά, οι σκίνχεντς από το Bonsergent είναι εκεί, η συναυλία είναι ακριβώς εκεί, σίγουρα θα είναι εκεί... στα τέτοια μας, θα πάμε έτσι κι αλλιώς". Αλλά μετά θα πηγαίναμε εκεί ως ομάδα και θα ήμασταν έτοιμοι. Αν ήταν εκεί.... Μπαμ! Θα τους χτυπούσαμε. Οι τύποι έτρωγαν ξύλο στο δικό τους γήπεδο, οπότε φυσικά τα πράγματα άλλαξαν. Οι εποχές που θεωρούσαν τους εαυτούς τους αφέντες της γειτονιάς είχαν τελειώσει. Ο φόβος είχε αλλάξει πλευρά.

Λές ότι συνειδητοποιηθήκατε, πολιτικοποιηθήκατε, καθώς προχωρούσατε. Επανέλαβες επίσης αρκετές φορές ότι ήσασταν απλώς μια ομάδα φίλων που αντέδρασε σε μια αφόρητη κατάσταση. Ποια στιγμή συνειδητοποιήσατε το μέγεθος της αντίδρασής σας στους σκίνχεντς;

Αυτό δεν περνούσε καθόλου από το μυαλό μας. Στην αρχή, δεν ορίζαμε τους εαυτούς μας ως antifa. Αποκαλούσαμε τους εαυτούς μας κυνηγούς σκίνχεντς. Δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει γιατί δεν ήταν μια καθορισμένη πολιτική δράση. Απλώς αποφασίσαμε να δώσουμε στους εαυτούς μας τα μέσα για να πηγαίνουμε στο εξής όπου θέλαμε χωρίς να φοβόμαστε κανέναν. Στην πράξη, γίναμε αυτοί που χτυπούσαν τους φασίστες. Υπήρχαν κάποιοι  που ήταν μεγαλύτεροι από εμάς και που ήξεραν ότι ότι επρόκειτο για ναζί και ότι εμείς ήμασταν τα νέα παιδιά που τους έπαιρναν στο κατόπι. Μας έβλεπαν, παιδιά που ήμασταν, να τους τσακίζουμε, να καθαρίζουμε τους φασίστες που επέβαλαν το νόμο τους επί δέκα χρόνια. Ήταν άτομα που ήταν μεγαλύτερα από εμάς, πολιτικοποιημένα, που μας έλεγαν ότι δεν είχαμε καταλάβει τι κάναμε. Μας έλεγαν: "Είστε ριζοσπάστες αντιφασίστες, καθαρίζετε τους ναζί", κι εμείς ήμασταν εκεί και λέγαμε: "Αλήθεια;"! Για εμάς δεν ήταν πολιτική, ήταν καβγάς στους δρόμους και επιβίωση. Τα μέρη που μας άρεσε να πηγαίνουμε ήταν καταλήψεις, συναυλίες, αράζαμε στους δρόμους, αράζαμε στο μετρό, κινδυνεύαμε σε αυτά τα μέρη. Έτσι αποφασίσαμε να τα υπερασπιστούμε.

Μεγαλώνοντας, επειδή ήμουν δεκαεπτά χρονών την πρώτη φορά που πήγα στη στενή, είχαμε γνωριστεί με αυτούς τους μεγαλύτερους στη σκηνή των καταλήψεων, στην εναλλακτική σκηνή, κ.λπ. Μας εξήγησαν, συγκεκριμένα, ότι η προσέγγιση που είχαμε ήταν πολιτικά ενδιαφέρουσα. Θεωρητικοποίησαν με ακριβείς λέξεις ένα πράγμα που εμείς κάναμε με ενστικτώδη τρόπο. Αυτό συνοψίζει τους Red Warriors, δεν ξέραμε τι θέλαμε, αλλά είχαμε όλοι κάτι κοινό , δεν μπορούσαμε να αντέξουμε τους φασίστες, εξαιτίας αυτών που μας έβαζαν να περάσουμε καθημερινά. Στους Red Warriors, υπήρχαν κάποια άτομα από την άκρα αριστερά, τη ριζοσπαστική άκρα αριστερά, κοντά στην Action Directe, και υπήρχαν άλλα που ήταν πιο κοντά στο σοσιαλιστικό κόμμα του Julien Dray και του Harlem Désir, το SOS Racisme του '88. Υπήρχαν κάποιες διαφωνίες, αλλά αυτό που μας ένωσε όλους ήταν μια ριζοσπαστική προσέγγιση στον αντιφασισμό, το να είμαστε έτοιμοι να το πάμε μέχρι τέλους ενάντια σε αυτούς τους τύπους. Γι' αυτό σας λέω ότι ήταν ενστικτώδες, άγριο, εντελώς αυτοσχέδιο, βγήκε από το ένστικτο.

Γενικά, όταν είσαι δεκαεπτά, δεκαοκτώ ετών, δεν πας στη στενή, πας λύκειο, παίρνεις το απολυτήριό σου και σκέφτεσαι τι ακολουθεί. Είχες μια φυσιολογική ζωή εκτός από τους Red Warriors;

Ήμουν ένας από τους λίγους που πήγαιναν στο λύκειο. Κατέληξα στη φυλακή. Ήμασταν νέα παιδιά από τα προάστια. Οι άλλοι είχαν κάτι σκατοδουλειές. Δεν ήθελα να αφήσω τις σπουδές μου. Τις σταμάτησα, τις ξαναέπιασα, κ.λπ. Είμαι ένας από τους λίγους που συνέχισαν στην ανώτατη εκπαίδευση.

Μαζί σας ήρθαν και άλλες ομάδες, που επίσης αυτοαποκαλούνταν κυνηγοί σκίνχεντς.

Δεν είχαμε πολλές σχέσεις μαζί τους. Εντάξει... υπήρχαν μερικές ομάδες την ίδια εποχή με τους Red Warriors, με τους οποίους ήμασταν σε συμφωνία, με τους οποίους συνεργαστήκαμε αρκετά. Αλλά πολύ γρήγορα, είδαμε να εμφανίζουν αυτές οι ομάδες κάποιες συμπεριφορές που δεν μας πολυάρεσαν.

Και τότε οι σκίνχεντς έπαψαν να επιβάλουν τον "νόμο" τους στο Παρίσι....

Απλά εξαφανίστηκαν. Στην αρχή της δεκαετίας του '90, ας πούμε το '92, '93, αυτοί που κυριαρχούσαν στους skinheads πέντε, έξι χρόνια νωρίτερα, αυτοί δηλαδή με το μεγάλο ξυρισμένο κρανίο, το χακί φουσκωτό τζάκετ, τις γαλλικές σημαίες, αυτοί όλοι οι τύποι, εξαφανίστηκαν. Δεν τους έβλεπες πια. Ήξεραν ότι γινόταν πολύ επικίνδυνο γι' αυτούς να κυκλοφορούν έτσι στην πόλη. Δεν σου λέω ότι οι φασίστες εξαφανίστηκαν, αλλά η ύπαρξή μας δεν είχε πια λόγο. Δεν θα συνεχίζαμε να τριγυρνάμε και να κυνηγάμε σκίνχεντς που δεν υπήρχαν πια. Αν το κάνεις αυτό, αρχίζεις να εφευρίσκεις φανταστικούς εχθρούς, και αυτό συνέβη κάπως με τις ομάδες που είχαν πιο σκοτεινούς χαρακτήρες εντός τους.

Τώρα που μιλάμε, τι κάνεις; Ποια κατεύθυνση έδωσες στη ζωή σου;

Κάποια στιγμή, πήρα το απολυτήριό μου από το λύκειο και γράφτηκα στο πανεπιστήμιο. Σπούδασα ιστορία. Συνέχισα μέχρι το πρώτο έτος του διδακτορικού. Μετά από εκείνο το διάστημα [με τους Red Warriors], είχαμε αποκτήσει κάποια εμπειρία και είχαμε αρχίσει να πολιτικοποιούμαστε, αλλά με την ετυμολογική έννοια του όρου, συμμετέχοντας δηλαδή σε οργανώσεις, κ.λπ. Αυτό δεν συνέβαινε πριν. Εγώ, για να σας δώσω μια μικρή ιδέα, το '94 συμμετείχα στην CNT [Confédération Nationale du Travail - Εθνική Συνομοσπονδία της Εργασίας-σ.σ.], μία ακροαριστερή ένωση, αναρχοσυνδικαλιστική. Έκανα ακτιβιστική δουλειά σαν τρελός για δεκαπέντε χρόνια σε αυτήν την ελευθεριακή κομμουνιστική ένωση. Υπήρξα ακόμη και γραμματέας της Συνομοσπονδίας για δύο χρόνια. Αφιερώθηκα σε μια πολιτική δράση, καθαρά πολιτική. Μετά τους Red Warriors, συνειδητοποίησα ότι αν υπήρχαν φασίστες, ήταν επειδή υπήρχε πρόσφορο έδαφος για να εμφανιστούν. Ποιο είναι αυτό το γόνιμο έδαφος; κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ. Πολιτικοποιήθηκα, μεγάλωσα, διάβασα, γνώρισα ανθρώπους... τα χρόνια που ακολούθησαν τους Red Warriors ήταν χρόνια καθαρού αγωνιστικού ακτιβισμού.
 

Η συνέχεια της συνέντευξης (στα αγγλικά) μπορεί να διαβαστεί εδώ

Τα μέλη των Red Warriors ήταν οι: Julien Terzics (ή Ranx), Rico (Blackskin), Jeff, Nano, Karim (rimka), Roy, Scan, Sambot, Anto, Nono, Franky, Arno tepa, Bobo (ο driver), Pascal. 'Επειτα προστέθηκαν οι: Ado (ο 'Ελληνας), Bozo, Kim, Mickey, Alain, bb des bois.

 

Red Warriors και ναζί σκίνχεντς στο Παρίσι του '80 - '90 Facebook Twitter
Ο Julien Terzics την εποχή των Red Warriors.



 


"Χοιροστάσιο", από τους  Bérurier Noir (1989)

Αλμανάκ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ