Δυναμικός, ενδιαφέρων Τένεσι Ουίλιαμς

Δυναμικός, ενδιαφέρων Τένεσι Ουίλιαμς Facebook Twitter
6
Δυναμικός, ενδιαφέρων Τένεσι Ουίλιαμς Facebook Twitter
Ξαφικά πέρσι το καλοκαίρι

Είναι ένα παράξενο έργο το Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι (1958) του Τένεσι Oυίλιαμς. Στις δύο σκηνές που αποτελούν αυτό το μεγάλο μονόπρακτο όλα έχουν ήδη συμβεί και ο κεντρικός ήρωας, ο Σεμπάστιαν, είναι απών. Ο εφιαλτικός θάνατός του –μια ομάδα αγριεμένων, πεινασμένων νεαρών τού επιτέθηκε και τον κατασπάραξε– συνέβη απροσδόκητα το περσινό καλοκαίρι. Ήταν ένας μπον-βιβέρ, που, συνοδευόμενος πάντα από τη Βάιολετ, τη μητέρα του, και σταθερά περιτριγυρισμένος από όμορφους νέους, τους εννέα μήνες του χρόνου ζούσε την ανέμελη, κοσμική ζωή των πλουσίων και τους τρεις μήνες του καλοκαιριού έγραφε ένα ποίημα. Το μοιραίο καλοκαίρι ο Σεμπάστιαν δεν έκανε διακοπές με τη μητέρα του (που είχε ένα πρόβλημα υγείας), αλλά με την ξαδέλφη του, την Κάθριν.

Άλλο, ωστόσο, είναι κατά τη γνώμη μου το πιο σημαντικό: μία σκηνική προσέγγιση που ρίχνει το βάρος της στην ομοφυλοφιλία του ήρωα αφήνει υποφωτισμένη τη μεταφυσική αγωνία που τον βασανίζει, όπως μοναδικά αποτυπώνεται στη σκηνή της περιγραφής του σπαραγμού των νεογέννητων χελωνών από τα αρπακτικά στα νησιά Γκαλαπάγκος.

Το έργο αφορά την αναμέτρηση της Βάιολετ με την Κάθριν – την πρώτη (που συντηρεί οικονομικά την οικογένεια της δεύτερης) απασχολεί πώς θα εξουθενώσει οριστικά τη μαρτυρία της δεύτερης, ήδη έγκλειστης σε νευρολογική κλινική, για τον αποτρόπαιο θάνατο του γιου της. Πρώτα απ' όλα, γιατί είναι εντελώς αταίριαστος με τον τρόπο που έζησαν: «Ο Σεμπάστιαν κι εγώ φιλοτεχνούσαμε τις μέρες μας, την κάθε μέρα μας τη σμιλεύαμε σαν άγαλμα. Η γραμμή των ημερών που έμεναν πίσω μας ήτανε, λες, μια γλυπτοθήκη...» λέει. Και, βέβαια, γιατί αποκαλύπτει την ομοφυλοφιλία του γιου της στην πλέον αντιαισθητική εκδοχή της: ο Σεμπάστιαν ψωνίζονταν με τα φτωχά αγόρια της Καμπέθα ντε Λόμπο. Μια γενναιόδωρη χορηγία της μπορούσε να αναστείλει τις αμφιβολίες του ειδικού γιατρού που προσκάλεσε για να αναλάβει την «υπόθεση» λοβοτομής της Κάθριν.


Η επιλογή του Δημήτρη Μαυρίκιου να δει το έργο μέσα από ένα ομοφυλοφιλικό πρίσμα, παρουσιάζοντας κατά κάποιον τρόπο τον Τενεσί Ουίλιαμς θύμα του ομοφοβικού κλίματος του μακαρθισμού (επικαλούμενος ότι δεν ενέταξε, τελικά, στο έργο ένα παλαιότερο ποίημά του για τον «γκέι» Άγιο Σεβαστιανό), είναι κατά τη γνώμη μου παρατραβηγμένη. Ο συγγραφέας ζούσε ελεύθερα, είχε φανερή σχέση με τον Φρανκ Μέρλο από το 1947, είχε θίξει το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας και της ομοφοβίας στη Λυσσασμένη Γάτα (1955), αλλά αυτό δεν εμπόδισε την επιτυχία των προηγούμενων έργων του στο θέατρο και στον κινηματογράφο (της Λυσσασμένης Γάτας συμπεριλαμβανομένης). Πιο πιθανό είναι να μην ενέταξε το ποίημα για να αποφύγει πιθανές αντιδράσεις λόγω προσβολής των θρησκευτικών αισθημάτων μέρους του κοινού – ο Σεβαστιανός θανατώθηκε ως χριστιανός την εποχή των διωγμών από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Διοκλητιανό. Άλλωστε, το μαρτύριό του υπήρξε δημοφιλές θέμα όχι μόνο του Giovanni Antonio Bazzi, του επονομαζομένου και Σοδομίτη, που επικαλείται ο σκηνοθέτης, αλλά και πολλών άλλων ζωγράφων της Αναγέννησης και μεταγενεστέρων: του Μπελίνι, του Μαντένια, του Ρένι, του Μποτιτσέλι, του Τισιανού, του Περουτζίνο, του Βερονέζε, του Γκρέκο, του Χολμπάιν, του Ρούμπενς κ.ά. Και επειδή είδα ότι σε συνέντευξή του καταγγέλλει επιμόνως την ομοφοβία, με αφορμή το έργο, ίσως θα έπρεπε να πούμε κάτι και για τον σεξοτουρισμό και την παιδική πορνεία κοριτσιών και αγοριών, κυρίως σε φτωχές χώρες της Ασίας ή στη Βραζιλία.

Δυναμικός, ενδιαφέρων Τένεσι Ουίλιαμς Facebook Twitter
Τα ασπρόμαυρα βίντεο με τα σαρκοβόρα λουλούδια και τη ζούγκλα με τα «προϊστορικά» φυτά και η σκηνή της επίθεσης των όρνιων στα χελωνάκια βάζουν τον θεατή αμέσως στο σωστό κλίμα, ενώ και οι σκηνές από χορούς και κοσμικές εμφανίσεις μητέρας-γιου ενισχύουν την αφήγηση της κυρίας Βέναμπλ...

Άλλο, ωστόσο, είναι κατά τη γνώμη μου το πιο σημαντικό: μία σκηνική προσέγγιση που ρίχνει το βάρος της στην ομοφυλοφιλία του ήρωα αφήνει υποφωτισμένη τη μεταφυσική αγωνία που τον βασανίζει, όπως μοναδικά αποτυπώνεται στη σκηνή της περιγραφής του σπαραγμού των νεογέννητων χελωνών από τα αρπακτικά στα νησιά Γκαλαπάγκος. Ο Σεμπάστιαν, όπως λέει η μητέρα του, αναζητούσε τον Θεό. Και μπορούμε να υποθέσουμε ότι στα απομακρυσμένα από τον πολιτισμό νησιά του Ειρηνικού ο Θεός τού αποκαλύφθηκε σ' αυτή την εκπληκτική σκηνή όπου η ζωή κι ο θάνατος αναμετριούνται: «Και η άμμος σπαρταρούσε παντού, σπαρταρούσε από ζωή, καθώς τα χελωνάκια έτρεχαν προς τη θάλασσα, ενώ τα όρνια ζυγιάζονταν κι ορμούσαν, και πάλι ζυγιάζονταν και πάλι ορμούσαν πάνω στις νεογέννητες χελώνες...». Αν υπάρχει Θεός, πρέπει να μπορεί κανείς να τον διακρίνει στην πέραν της ηθικής βία της Φύσης.


Το ένστικτο της επιβίωσης και το δίκαιο του πιο δυνατού, ως δεσπόζουσες δυνάμεις της ύπαρξης, αλλά στην αντιστροφή που επιτρέπει η κοινωνία των ανθρώπων, αποκαλύπτεται τρομακτικό και στη σκηνή του κανιβαλισμού του Σεμπάστιαν από τον όχλο των εξαθλιωμένων νεαρών. Εδώ ο Τένεσι Ουίλιαμς αφήνει στην άκρη τον «λυρισμό» και τη μυθολογία της παρακμής που χαρακτηρίζει το έργο του και δείχνει το σκληρό πρόσωπο μιας άλλης πραγματικότητας: πρώτα ο Σεμπάστιαν εξαγόρασε τον έρωτα των αγοριών και μετά φοβήθηκε τη βία της πείνας τους και ήθελε να τα βγάλει από το κάδρο. Δεν μπορούσε να φάει γιατί ο θόρυβος που έκαναν τον «αρρώσταινε». Παράγγειλε στον σερβιτόρο να τα απομακρύνει. Οι άνθρωποι του μαγαζιού πήραν ραβδιά και ό,τι άλλο βρήκαν κι άρχισαν να χτυπούν τα παιδιά για να φύγουν. Λίγο αργότερα, όταν ο ήρωας βρέθηκε μονάχος στον δρόμο, τα αγόρια τον λιντσάρισαν. Ομοφοβία;


Η παράσταση παρακολουθείται με αμείωτο ενδιαφέρον. Κάποια στοιχεία της αποκαλύπτουν μια δυναμική που μπορούσε να την απογειώσει, αλλά στη συνέχεια εμποδίστηκε. Τα ασπρόμαυρα βίντεο με τα σαρκοβόρα λουλούδια και τη ζούγκλα με τα «προϊστορικά» φυτά και η σκηνή της επίθεσης των όρνιων στα χελωνάκια βάζουν τον θεατή αμέσως στο σωστό κλίμα, ενώ και οι σκηνές από χορούς και κοσμικές εμφανίσεις μητέρας-γιου ενισχύουν την αφήγηση (των σκηνοθετημένων αναμνήσεων) της κυρίας Βέναμπλ. Η σχέση, ωστόσο, σκηνικής πράξης και βιντεοπροβολών χαλαρώνει όταν αρχίζουν τα αμήχανα, αβαθή βίντεο του Νίκου Κουρή ως Σεμπάστιαν/Αγίου Σεβαστιανού.

Ο διαφανής «τοίχος» που κατά στιγμές επιτρέπει να δούμε άλλους χώρους, π.χ. ένα «σκηνικό» φωτογραφείου, ενισχύει την εντύπωση της μνήμης ως «σπιτιού» με δωμάτια και η ευφυής ρύθμιση που μετατρέπει το φουαγέ του θεάτρου σε «βάθος σκηνής» είναι τα βασικά στοιχεία της εμπνευσμένης σκηνογραφίας του Δημήτρη Πολυχρονιάδη – αλλά οι στοίβες με τις εφημερίδες, εκτός από «πολυπαιγμένες», ήταν περιττές. (Αρκετά πια και με τη χρήση του φακού στη σκοτεινή αίθουσα...)


Η πρώτη εμφάνιση της Μπέττυς Αρβανίτη, με το θαυμάσιο μοβ φόρεμα (τα κοστούμια είναι της Ελένης Μανωλοπούλου) στην παλιά αναπηρική πολυθρόνα, με το φως να σχηματίζει έναν κύκλο γύρω της, είναι εντυπωσιακή – το ίδιο και η ερμηνεία της στον ρόλο της Βάιολετ, δηλητηριώδης όσο πρέπει, αλλά χωρίς δραματικές υπερβολές. Θαυμάσια και η ερμηνεία της Λουκίας Μιχαλοπούλου στον ρόλο της Κάθριν – είναι μια ηθοποιός που εσωτερικεύει το δράμα και μεταφέρει την αλήθεια του ρόλου της με ακρίβεια και μέτρο ως προς την ένταση και τη συναισθηματική φόρτιση. Αλλά γιατί έπρεπε να ερμηνεύσει τον τελικό μονόλογό της ολόγυμνη; Η γυμνή αλήθεια είναι στον λόγο της, όχι στην εμφάνισή της. Η Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη και ο Γιάννης Φλουράκης συμπληρώνουν την καλή διανομή, που έχει μόνο ένα αδύνατο σημείο: τον Αλέξανδρο Βάρθη. Ο νεαρός ηθοποιός παραήταν νεαρός για τις απαιτήσεις του ρόλου του γιατρού. Έπαιζε με τις ρυτίδες του μετώπου του και με ολοφάνερη αμηχανία στη στάση και στην κίνηση του σώματός του. Επιπλέον, τα βαμμένα ξανθά μαλλιά και το (στενό και μικρό πάνω του) λευκό λινό κοστούμι δεν ευνοούσαν τη ζητούμενη φυσικότητα της σκηνικής του παρουσίας.

Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι Tennessee Williams

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μαυρίκιος

Πρωταγωνιστούν: Μπέττυ Αρβανίτη, Αλέξανδρος Βάρθης, Άννα Πατητή, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Γιάννης Φλουράκης, Λουκία Μιχαλοπούλου

 

ΘΕΑΤΡΟ ΟΔΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

Κεφαλληνίας 16, Κυψέλη, 210 8838727 Τετ., Κυρ.: 20.00, Πέμ., Παρ., Σάβ.: 21.00, εισ: €15-18

6

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Άκης Δήμου

Θέατρο / «Ζούμε σε καιρούς φλυαρίας· έχουμε ανάγκη τη σιωπή του θεάτρου»

Άφησε τη δικηγορία για το θέατρο, δεν εγκατέλειψε ποτέ τη Θεσσαλονίκη για την Αθήνα. Ο ιδιαίτερα παραγωγικός συγγραφέας Άκης Δήμου μιλά για τη Λούλα Αναγνωστάκη που τον ενέπνευσε, και για μια πόλη όπου η ζωή τελειώνει στην προκυμαία, δίχως να βρίσκει διαφυγή στο λιμάνι της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Θέατρο / Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Ο νεαρός σκηνοθέτης Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος ανεβάζει στην Πειραματική του Εθνικού το «ΜΑ ΓΚΡΑΝ'ΜΑ», μια ευαίσθητη σκηνική σύνθεση, αφιερωμένη στη σιωπηλή ηρωίδα της οικογενειακής ιστορίας μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Ματαρόα στον ορίζοντα»: Φέρνοντας ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Θέατρο / «Ματαρόα στον ορίζοντα»: Ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Στην πολυεπίπεδη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια και συνεισφέρουν από κοινού στην αφήγηση των επίδοξων ταξιδιωτών ενός ουτοπικού πλοίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το video art στο ελληνικό θέατρο

Θέατρο / Video art στο ελληνικό θέατρο: Έχει αντικαταστήσει τη σκηνογραφία;

Λειτουργεί το βίντεο ανταγωνιστικά με τη σκηνογραφία και τη σκηνική δράση ή αποτελεί προέκταση του εθισμού μας στην οθόνη των κινητών μας; Οι γιγαντοοθόνες είναι θεμιτές στην Επίδαυρο ή καταργούν τον λόγο και τον ηθοποιό; Πώς φτάσαμε από τη video art στα stage LED screens; Τρεις video artists, τρεις σκηνοθέτες και ένας σκηνογράφος καταθέτουν τις εμπειρίες τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Οσιέλ Γκουνεό: «Είμαι πρώτα χορευτής και μετά μαύρος»

Χορός / «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως έναν μαύρο χορευτή μπαλέτου αλλά ως έναν χορευτή καταρχάς»

Λίγο πριν εμφανιστεί ως Μπαζίλιο στον «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο κορυφαίος κουβανικής καταγωγής χορευτής Οσιέλ Γκουνεό –έχει λάβει πολλά βραβεία, έχει επίσης εμφανιστεί στο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα του Παρισιού, στο Λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης και στο Ελίζιουμ του Λονδίνου– μιλά για την προσωπική του πορεία στον χορό και τις εμπειρίες που αποκόμισε, ενώ δηλώνει λάτρης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ

σχόλια

4 σχόλια
Και όχι, η παράσταση δεν παρακολουθείται με αμείωτο ενδιαφέρον, και ναι ο κόσμος κουράστηκε, και το χειροκρότημα ήταν χλιαρό και χωρίς παλμό, όπως ακριβώς και η παράσταση.
Αγαπητή κυρία Καλτάκη, δεν ξερω γιατι λέτε ότι η παράσταση αξίζει της προσοχής μας! Είδα χθες βραδυ την παράσταση και ήταν μια απογοήτευση! Από πού να ξεκινήσω; Από το άσχετο και παράταιρο σκηνικό. Το τεράστιο φθαρμένο χαλί, οι καρέκλες παλαιοπωλείου, οι εφημερίδες, κλπ, ήταν εντελώς άσχετα. Η όποια δραματουργική δικαιολόγησή τους είναι εντελώς αυθαίρετη θαρρώ. Επίσης, αυθαίρετη ήταν η αρχική αφαιρετική αντιμετώπιση απομυθοποίησης, με τον γιατρό να φοράει μοντγκόμερι και αθλητικα, και να μιλά σαν σκηνοθέτης "δώσε μου ένα φως, ήχο κλπ. Ευρημα που όχι μόνο δεν έγινε κατανοητό αλλά στη συνέχεια εξαφανίστηκε ως δια μαγείας με την αλλαγή κουστουμιου του γιατρού... Τα κοστούμια ήταν θεατρικά "κακά". Ειδικά αυτό της Κάθυ, άσχετο. Τέλος παντων, η παράσταση είχε σοβαρότερα προβλήματα από τα κοστούμια και το άσχετο σκηνικό. Το πρόβλημα ξεκινά από την άποψη και τα ευρήματα του σκηνοθέτη. Ο Μαυρίκιος έχει αποκτήσει μια μανία με τα βίντεο στις παραστάσεις. Στη συγκεκριμένη παράσταση, έκανε ένα μεγάλο λάθος, να δώσει σάρκα και οστά στον Σεμπάστιαν με τον Ν. Κουρή. Ο συγγραφέας δεν δημιούργησε τυχαία την απουσία απεικόνισης του Σεμπάστιαν. Και αυτό αποτελεί εκ μέρους του σκηνοθέτη, μια δραματουργική αυθαιρεσία που δεν πρόσθεσε τίποτα στην παράσταση, απεναντίας την αποδυνάμωσε. Όλα αυτά τα βίντεο, τα ηχογραφημένα αποσπάσματα του έργου κλπ, αποδυνάμωσαν την ισχύ και την καθαρότητα του έργου, και της παράστασης. Όλες αυτές οι διακοπές και τα σκοτάδια για να ακούσουμε και να δουμε τα φιλμάκια, δεν τόνισαν τίποτα, δεν δημιούργησαν τίποτα, μόνο βαρεμάρα και ενόχληση. Συνολικά, η παράσταση έπασχε από ρυθμό, από τονισμό, από ατμόσφαιρα, από τη χημεία των ηθοποιών. Προβληματικό το καστ, ή μάλλον ο συνδυασμός των ηθοποιών. Η Μπ. Αρβανίτη ήταν απλά ανεπαρκής ως Βάιολετ, είχε καλές στιγμές αλλά ο ρόλος έμεινε ημιτελής. Αρκετά σαρδάμ, έλλειψη ρυθμού, ειδικά στην πρώτη είσοδό της στη σκηνή, με το μοβ φόρεμα (που θα έπρεπε και θα μπορούσε να είναι πιο θεαματικό). Ο νεαρός Αλέξανδρος Βάρθης, γιατρός Τσουκρόβιτς, ωραίος ως παρουσία, αλλά σφιγμένος στην απόδοση του ρόλου του. Η Β. Ανδρεαδάκη ήταν καλή, αλλά δεν έσωζε αυτον τον λάθος τονισμό που χαρακτήριζε όλη την παράσταση από την αρχη ως το τέλος. Ο Γ. Φλουράκης, αδερφός της Κάθυ, ήταν καλός επίσης, αλλά και λάθος, αταίριαστος. Γενικά, υπήρχε κάτι αταίριαστο στη συνύπαρξη των ηθοποιών. Για να καταλήξουμε στη Λουκία Μιχαλοπούλου, την Κάθυ, που ερμήνευσε το ρόλο της με περισσή "υστερία τρελλής". Με μια ένταση περισσή. Σαφώς η Κάθυ έχει περάσει άσχημα στην κλινική, αλλά η εικονογράφηση του ρόλου έχανε από τις φωνές και τις υστερίες. Αυτό βέβαια θα πρέπει να χρεωθεί περισσότερο στον σκηνοθέτη. Επίσης, το να την αφήσει γυμνή να πει το τελευταίο μέρος του συγκλονιστικού μονολόγου του ρόλου, δεν πρόσθεσε τίποτα, ήταν περιττό, με παντελή έλλειψη θεατρικότητας. Ουσιαστικά, δεν βοήθησε καθόλου το έργο, η μετατόπιση του κέντρου από το μονόλογο της Κάθυ που πρέπει να είναι ο κέντρο βάρους της παράστασης. Αυτό περιμένει ο θεατής, υπάρχει σασπένς, αυτό περιμένουν και όλα τα πρόσωπα. Ο λάθος τονισμός, αυτή το παράταιρο κατέστρεψαν και τον σπουδαίο μονόλογο, που κατακερματίστηκε από τις συνεχείς διακοπές και παρεκβάσεις, με σκοτάδια, ηχητικά και οπτικά ευρήματα. Στο φινάλε, η Κάθυ αποκαλύπτει το αποτρόπαιο τέλος του Σεμπάστιαν, και ο γιατρος ακούγεται εκτός σκηνής, να λέει ότι η ιστορία της μπορεί να είναι η αλήθεια. Αυτή είναι η τελευταία φράση του έργου, αυτό σφραγίζει την ιστορία των προσώπων του. Ο σκηνοθέτης θεώρησε καλό να βάλει τις ομοερωτικές πινελιές στο αντίστοιχο φιλμάκι, όπου δείχνει το γιατρό ντυμένο ως αρχαίο ήρωα, Ρωμαίο, να φιλάει τον Σεμπάστιαν - Σεβαστιανό. Η τέλεια αποδυνάμωση του έργου, η τέλεια μουντζούρα, η αποδόμησή του. Πολύ απογοητευτική παράσταση και είναι κρίμα που ένας σκηνοθέτης σαν τον Μαυρίκιο, έχει χάσει τον προσανατολισμό του, γεμίζοντας με αδέξια ευρήματα, τραβηγμένα από τα μαλλιά ένα τόσο σπουδαίο έργο.
αυτο το βιντεο στο τελος με το φιλι μα ποσο ακυρο?? και το κακο ειναι οτι εχοντας συνεχως στο μυαλο τις αξεπεραστες ερμηνειες της Taylor και της Hepburn απο την ταινια, οι ερμηνειες των ηθοποιων φαινονταν ακομα πιο ανεπαρκεις
η παρασταση ειναι απλα μετρια. ενας σκηνοθετης που χρησιμοποιηει κινηματογραφικα μεσα και ευκολιες τυπου γυμνο για φτηνο εντυπωσιασμο και για να καλυψει τις οποιες αδυναμιες του σαν θεατρικος σκηνοθετης. θα συμφωνησω απολυτα για τα βιντεο του Κουρη και την λαθος επιλογη πρωταγωνιστη
Θα δω την παράσταση απόψε. Ο Δ. Μαυρίκιος είναι ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες που διαθέτει το ελληνικό θέατρο αυτήν τη στιγμή. Σε αντίθεση με άλλους συναδέλφους του, δεν θα πω ονόματα, που κακοποιούν τα έργα ...., εκείνος έχει πάντα κάτι ενδιαφέρον να πει μέσα από τις σκηνοθεσίες του. Και παρά το ότι χρησιμοποιεί συχνά κάποια ευρήματα, οι σκηνοθεσίες του δεν είναι καρμπόν η μία της άλλης. Εχω δει τις περισσότερες παραστάσεις του, εδώ και πολλά χρόνια. Απλά νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια, στο πάθος του και τον πόθο του να μιλήσει μέσα από τα έργα που ανεβάζει, δημιουργούνται σκηνοθετικές μικρές "μουνζτούρες". Όχι πάντα, και όχι με την ίδια ένταση.Το Ξαφνικά πέρυσι το Καλοκαίρι είναι συγκλονιστικό έργο, ένα από τα καλύτερα της παγκόσμιας δραματουργίας. Ανυπομονώ, καθώς είναι το αγαπημένο μου έργο, ένα απο τα πολύ αγαπημένα μου έργα. Είναι ο λόγος, μαζί με τη σκηνοθεσία του Μαυρίκιου, που θα με κάνει να περάσω το κατώφλι του θεάτρου της κ. Αρβανίτη, που δεν είναι η grande dame του ελληνικού θεάτρου όπως θέλει να πιστεύει, αλλά τελος παντων...Είπαμε Τ. Ουίλλιαμς και Μαυρίκιος είναι ένας δυνατός και γόνιμος συνδυασμός!!!