Κωμωδία μετ’ εμποδίων: Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Γενικός Γραμματεύς»

Κωμωδία μετ’ εμποδίων: Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Γενικός Γραμματεύς» Facebook Twitter
Οι ηθοποιοί υπερ-υπογραμμίζουν τα πάντα τεντώνοντας χέρια, κάνοντας νευρικές, άψυχες γκριμάτσες και επιδιδόμενοι σε πάσης φύσεως εκφραστικές γενικολογίες που μεταδίδουν μια απογοητευτική αίσθηση ασάφειας και πλαδαρότητας, έτσι καθώς αδυνατούν να οικοδομήσουν ένα πρωτότυπο στίγμα για κάθε ήρωα. © Karol Jarek
1


Είναι ανατριχιαστικό να διαβάζεις ένα έργο του 1893 και να βλέπεις να αντανακλάται εκεί η Ελλάδα του σήμερα. «Θα κάθουμαι γόνα με γόνα με τους υπουργούς» ονειρεύεται ο Λάμπρος Θυμέλης, κτηματίας από την επαρχία, που παρατάει το βιος και τον τόπο του για να αναλάβει καθήκοντα Γενικού Γραμματέα στην Αθήνα. «Θα γίνω πραγματική Παρισινή!» αναφωνεί ενθουσιασμένη η σύζυγός του, μόλις μαθαίνει τα νέα της μετακόμισης στο κλεινόν άστυ. Η Πηνελόπη βρίσκει πληκτική τη συζήτηση για τα γεννήματα, τις σταφίδες, τα λιβάδια και τα ζώα. Θέλει να ασχολείται μόνο με έπιπλα Luis XIV, vases, miroirs και rideaux, οτιδήποτε καλλωπιστικό γαλλικής προελεύσεως συνοδεύει το εξτραβαγκάν στυλ ζωής, γεμάτο απολαύσεις, εξόδους και χορούς στα λαμπερά σαλόνια κι εστιατόρια των Αθηνών. «Στο διάβολο παλιότοπε/ γεμάτε χωριατιά/ εκεί θα βρω ευγένεια/ τιμή και ανθρωπιά» τραγουδά με μια φωνή το ζεύγος Θυμέλη στην αυγή της νέας καριέρας που ανοίγεται μπροστά τους.


«Εγινήκαμε άνθρωποι, βρε αδελφέ, εδώ στο μεγάλο κόσμο!» καμαρώνει ο Λάμπρος τρία χρόνια μετά την άφιξη της οικογένειάς του στην πρωτεύουσα. «Αμ' ανακατωθήκαμε, βλέπεις, εζυμωθήκαμε με τη μεγάλη τάξη και... εξευγενισθήκαμε...». Η κυρα-Πηνελόπη έγινε μαντάμ Πέπε, η Μαρουσώ η υπηρέτρια έγινε Μαρή και η Αράπω η σκύλα έγινε Ζολή. Στην πορεία κατασπαταλήθηκαν όλες οι οικονομίες του Λάμπρου, πουλήθηκαν τα κτήματα και άρχισαν τα δανεικά κι αγύριστα προκειμένου να συντηρηθεί το «lustre της σάλας» και των συναναστροφών. Ο γιος (ο Θόδωρος που έγινε Τοτός) κλέβει μετοχές από το γραφείο του πατέρα του, η κόρη ετοιμάζεται να κλεφτεί με έναν προικοθήρα, ενώ ο πατέρας τους επιδίδεται σε ασύστολη ρουσφετολογία, κανονίζει τη μετάθεση του Έπαρχου «που δεν περιπιέται καθόλου τα παιδιά τα δικά μας» και την παύση του εισπράχτορα «που έχει το κουράγιο να ζητάη φόρους από τσοι δικοί μου φίλοι», όπως παραπονιούνται διάφοροι βουλευτές του κόμματος που μπαινοβγαίνουν στο σαλόνι του Γενικού Γραμματέα. Όταν ο τελευταίος εμπιστεύεται απόρρητες κρατικές πληροφορίες σε τραπεζίτη που τις χρησιμοποιεί για να πλουτίσει στο Χρηματιστήριο, έρχεται η καταστροφή. Ο Λάμπρος, συγκλονισμένος και μετανοημένος, θα νοσταλγήσει την αγνότητα της ιδιαίτερης πατρίδας του. «Να πού ήτανε το μεγαλείο και η ευγένεια, να πού ήτανε ο αληθινός πολιτισμός...» θα αναφωνήσει συγκινημένος από την ολόψυχη υποστήριξη που σπεύδουν να του εξασφαλίσουν οι παλιοί συντοπίτες του.

Καμία από τις κωμικές δράσεις, τα τρεξίματα, τα χοροπηδητά και τα πεσίματα δεν φανερώνει το στοιχείο του πειραματισμού ή της αναζήτησης: κλασικές κωμικές ρουτίνες που υιοθετήθηκαν χωρίς σοβαρή επεξεργασία και σκέψη, ίσως επειδή αυτές τις «χαζομάρες» κάνουν στην κωμωδία...


Η αμφισβήτηση των αξιών του αστικού πολιτισμού, και ειδικότερα, όπως εδώ, του ξενόφερτου, υπήρξε στον πυρήνα της κωμωδίας από την εποχή του Αριστοφάνη. Το πένθος για τη μετάλλαξη του «φυσικού ανθρώπου» που συνθλίβεται από το άχθος των περίτεχνων ενδυμάτων, των γλωσσικών καμωμάτων και των κοινωνικών κανόνων της μεγαλούπολης μπορούσε ανέκαθεν να ξεπεραστεί μέσα από το γάργαρο, ανακουφιστικό και θεραπευτικό γέλιο που εξασφάλιζαν οι κωμωδιογράφοι με τα σατιρικά έργα τους.

Κωμωδία μετ’ εμποδίων: Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Γενικός Γραμματεύς» Facebook Twitter
Το εμπνευσμένο σκηνικό του Κωνσταντίνου Ζαμάνη επιδίδεται σε τρυφερό φλερτ με τα σύμβολα της ελληνικότητας, σε ποπ, «γαλανόλευκη» επανεκτέλεση με αναμνήσεις από Καραγκιόζη, ενώ ταυτόχρονα υποδέχεται ανοιχτόκαρδα τους ηθοποιούς σε δύο ευδιάκριτα πεδία δράσης. © Karol Jarek


Ήταν εξαρχής σκάρτος ο Λάμπρος ή διαβρώθηκε μπαίνοντας στην πολιτική; Ο συγγραφέας δεν παίρνει θέση επ' αυτού, εφόσον, ούτως ή άλλως, στο κωμειδύλλιο δεν εξετάζεται η ψυχολογία του ήρωα, τα ατομικά γνωρίσματά του, αλλά, αντιθέτως, εκείνα που τον καθιστούν αντιπροσωπευτικό μιας ευρύτερης ομάδας, εκείνα δηλαδή που τον ανάγουν σε «τύπο». Στο πλαίσιο αναζήτησης της νέας πολιτιστικής ταυτότητας των Ελλήνων στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Άγγελος Βλάχος καλούσε τους Έλληνες συγγραφείς να γράψουν «εθνικές κωμωδίες» που θα αποτύπωναν εντέχνως «την γελοίαν φάσιν του κοινωνικού βίου» της χώρας, σμιλεύοντας εθνικούς χαρακτήρες που θα αποδεικνύονταν «γνήσια ζυμώματα εθνικής ενεργείας, αληθείς και ιλαροί αντιπρόσωποι του έθνους όπερ τους εγέννησε». «Σταματήστε να μιμείστε τους Γάλλους και τους Ιταλούς», είναι σαν να τους έλεγε, «και αρχίστε να μελετάτε τους ανθρώπους γύρω σας...».


Το αίτημα αυτό για τη δημιουργία «μιας ηθογραφικής πινακοθήκης θεατρικών ηρώων» πρόβαλλε τότε πρωτοποριακό: «Είναι δύσκολο για τον σημερινό αναγνώστη να συνειδητοποιήσει την έκταση της επανάστασης που έφερε το κωμειδύλλιο στον τομέα της θεματογραφίας από το 1889 ως το 1896, όταν δηλαδή άνθησε ως είδος» σημειώνει στην εξαιρετική μελέτη του ο Θόδωρος Χατζηπανταζής (Το Κωμειδύλλιο, εκδ. Εστία). «Ο χειρισμός θεμάτων της σύγχρονης καθημερινής ζωής του ελληνικού λαού (...) ήταν μια καλλιτεχνική εμπειρία πρωτόγνωρη για ένα κοινό που είχε μάθει να παρακολουθεί στο θέατρο ιστορικές τραγωδίες, ευρωπαϊκά μυθιστορηματικά δράματα και μεταφρασμένες κωμωδίες που καθρέφτιζαν ξένα και άγνωστα ήθη. Ήταν μια εμπειρία διεγερτική για ένα κοινό που δεν είχε συνηθίσει να συνδέει τον κόσμο της σκηνής με τον γνωστό του κόσμο έξω από την πόρτα του θεάτρου».

Κωμωδία μετ’ εμποδίων: Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Γενικός Γραμματεύς» Facebook Twitter
© Karol Jarek


Σήμερα λοιπόν, εκατόν είκοσι τέσσερα χρόνια μετά, έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα μπορούσαμε να γελάσουμε ξανά, κι ακόμη πιο πικρά, με τον Γενικό Γραμματέα που ζει και βασιλεύει στην πολιτική ζωή του τόπου, σε μια περίοδο κατά την οποία η πολιτιστική ταυτότητα των Ελλήνων μοιάζει ημιλιπόθυμη και αποπροσανατολισμένη. Το εμπνευσμένο σκηνικό του Κωνσταντίνου Ζαμάνη επιδίδεται σε τρυφερό φλερτ με τα σύμβολα της ελληνικότητας, σε ποπ, «γαλανόλευκη» επανεκτέλεση με αναμνήσεις από Καραγκιόζη, ενώ ταυτόχρονα υποδέχεται ανοιχτόκαρδα τους ηθοποιούς σε δύο ευδιάκριτα πεδία δράσης. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον έρχονται να ζωντανέψουν οι ήρωες του Καπετανάκη, προσπαθώντας να συνδέσουν το τότε με το τώρα. Η σκηνοθέτις τούς προσέγγισε με μεγεθυντικό φακό, θέλησε να εντείνει τα κωμικά χαρακτηριστικά τους, όπως ένας γελοιογράφος καταφεύγει στην υπερβολή ή στην παραμόρφωση προκειμένου να φωτίσει έτσι, μέσα από το ξάφνιασμα της λογικής και την ανατροπή της αληθοφάνειας, τα ελαττώματα ή τις ιδιαιτερότητες των «μοντέλων» του.

Η εκτέλεση της ιδέας αυτής, όμως, δεν επιδεικνύει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Η οπτική και κινησιολογική αποτύπωση των χαρακτήρων αδυνατεί να αιφνιδιάσει και να ερεθίσει τη φαντασία μας: η σμιχτοφρύδα επαρχιώτισσα ή η καμπούρα γεροντοκόρη με το μαλλί αφάνα καμία φρεσκάδα δεν επιφυλάσσουν. Οι ηθοποιοί υπερ-υπογραμμίζουν τα πάντα τεντώνοντας χέρια, κάνοντας νευρικές, άψυχες γκριμάτσες και επιδιδόμενοι σε πάσης φύσεως εκφραστικές γενικολογίες που μεταδίδουν μια απογοητευτική αίσθηση ασάφειας και πλαδαρότητας, έτσι καθώς αδυνατούν να οικοδομήσουν ένα πρωτότυπο στίγμα για κάθε ήρωα. Καμία από τις κωμικές δράσεις, τα τρεξίματα, τα χοροπηδητά και τα πεσίματα δεν φανερώνει το στοιχείο του πειραματισμού ή της αναζήτησης: κλασικές κωμικές ρουτίνες που υιοθετήθηκαν χωρίς σοβαρή επεξεργασία και σκέψη, ίσως επειδή αυτές τις «χαζομάρες» κάνουν στην κωμωδία... Τα τραγούδια δεν καταφέρνουν να αναπληρώσουν το έλλειμμα χαράς, έτσι όπως συντροφεύουν, αμήχανα κι αυτά, το γενικότερο κλίμα. Πρέπει να περιμένουμε το τελευταίο πεντάλεπτο της παράστασης για να αισθανθούμε πως κάτι ενδιαφέρον συμβαίνει επί σκηνής: όταν οι ηθοποιοί εγκαταλείπουν τη βεβιασμένη και άστοχη σωματική φλυαρία τους, κάθονται παραταγμένοι σε καμιά δεκαριά καρέκλες στο βάθος της σκηνής και αφηγούνται λιτά το κείμενο, ενώ παρακολουθούμε όλοι μαζί, εκείνοι κι εμείς, τον πρωταγωνιστή (Λεονάρδο Μπατή) να καταρρέει ενώπιόν μας, πάνω στο άδειο πατάρι. Αυτή η αφοπλιστική απλότητα ξαφνιάζει τόσο ευχάριστα, είναι όμως πλέον αργά να αντιστραφεί η εντύπωση των δύο περίπου ωρών κενών θεατρικού νοήματος.

Info:

Ηλία Καπετανάκη «Ο Γενικός Γραμματεύς»

Σκηνοθεσία: Σοφία Μαραθάκη

Δραματουργική επεξεργασία: Ελένη Τριανταφυλλοπούλου

Μουσική: Χαράλαμπος Γωγιός

Σκηνικό: Κωνσταντίνος Ζαμάνης

Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα

Κίνηση: Βρισηίδα Σολωμού

Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης

Βοηθός σκηνοθέτη: Σοφία Γεωργιάδου

Ηθοποιοί: Μιχάλης Βαλάσογλου, Λήδα Κουτσοδασκάλου, Ρένα Κυπριώτη, Σοφία Μαραθάκη, Λεονάρδος Μπατής , Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου, Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Γιώργος Σύρμας, Δημήτρης Τσιγκριμάνης, Νικόλας Χανακούλας

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΣΚΗΝΗ (-1) ΘΕΑΤΡΟ REX - ΣKHNH «ΚΑΤΙΝΑ ΠΑΞΙΝΟY»

Πανεπιστημίου 48, 210 3305074, 210 7234567 (μέσω πιστωτικής κάρτας) και στο www.n-t.gr

Ώρες παραστάσεων

Τετ.-Κυρ. 21:00

Γενική είσοδος: €10

Η κριτική δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Θέατρο
1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Αντώνης Αντύπας (1941-2024): «Το ουσιαστικό θέατρο έχει, για μένα, μια ταπεινότητα»

Απώλειες / Αντώνης Αντύπας (1941-2024): «Το ουσιαστικό θέατρο έχει, για μένα, μια ταπεινότητα»

Ο θεατρικός σκηνοθέτης που πέθανε σήμερα σε ηλικία 83 ετών είχε μιλήσει στη LiFO με αφορμή το έργο του Ευγένιου Ο’Νιλ «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» που σκηνοθέτησε το 2017 για το Εθνικό Θέατρο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΟΥΛΓΕΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η «Χρυσή Εποχή»

Αποστολή στο Νόβι Σαντ / Κωνσταντίνος Ρήγος: «Ήθελα ένα υπέροχο πάρτι όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι»

Στη νέα παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου «Χρυσή Εποχή», μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με το Φεστιβάλ Χορού Βελιγραδίου, εικόνες από μια καριέρα 35 ετών μεταμορφώνονται ‒μεταδίδοντας τον ηλεκτρισμό και την ενέργειά τους‒ σε ένα ολόχρυσο ξέφρενο πάρτι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
CHECK Απόπειρες για τη ζωή της: Ψάχνοντας την αλήθεια για τις υπέροχες, βασανισμένες γυναίκες και τις τραγικές εμπειρίες τους

Θέατρο / Η βάρβαρη εποχή που ζούμε σε μια παράσταση

Ο Μάρτιν Κριμπ στο «Απόπειρες για της ζωή της» που ανεβαίνει στο Θέατρο Θησείον σκιαγραφεί έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο πόλεμος, ο θάνατος, η καταπίεση, η τρομοκρατία, η φτώχεια, ο φασισμός, αλλά και ο έρωτας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις το Συμπόσιο του Πλάτωνα στην εποχή του tinder

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

Θέατρο / Όσα (δε) βλέπουν τα μέντιουμ

«Δεν πηγαίνουμε ποτέ στη Μόσχα, όμως η επιθυμία γι’ αυτήν κυλάει διαρκώς μέσα μας» - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για τη sold-out παράσταση «Τρεις Αδελφές» του Τσέχοφ, σε σκηνοθεσία Μαρίας Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Θέμελης Γλυνάτσης: Ας ξεκινήσουμε με το να είμαστε πολύ πιο τολμηροί με τους ρόλους που δίνουμε στους νέους καλλιτέχνες, κι ας μην είναι τέλειοι

Θέατρο / Μια όπερα με πρωταγωνιστές παιδιά για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Μεταξύ χειροποίητων σκηνικών και σκέψεων γύρω από τη θρησκεία και την εξουσία, «Ο Κατακλυσμός του Νώε» δεν είναι άλλη μια παιδική παράσταση, αλλά ανοίγει χώρο σε κάτι μεγαλύτερο: στη δυνατότητα τα παιδιά να γίνουν οι αυριανοί δημιουργοί, όχι απλώς οι θεατές.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

σχόλια

1 σχόλια
Από το κείμενο γίνεται σαφές ότι η κριτικός της “Lifo” αγνοεί τη θεατρική φόρμα, η οποία με έξυπνο και καλοδουλεμένο τρόπο μπορεί να σχολιάσει, να επανανοηματοδοτήσει τη δραματουργία ή ακόμη και να την απογειώσει. Με την επιτυχημένη εφαρμογή και απόδοση της φόρμας, το ίδιο το θέατρο μπορεί να αποκαλυφθεί στο θεατή. Αυτό ακριβώς συνέβη με την εν λόγω παράσταση. Η χρήση της λειτούργησε εξαιρετικά επιτυχημένα σε ένα κείμενο χωρίς ιδιαίτερο βάθος και νόημα –παρόλα αυτά η κριτική σας αναπαράγει και επικεντρώνεται στο λόγο του κειμένου–, ώστε η σκηνοθέτης κατάφερε όχι μόνο να το αναδείξει αλλά και να το «εκμοντερνίσει» αναπαραστατικά. Ούτως ή άλλως, στη χώρα που ζούμε, το κείμενο δεν είχε κάτι παραπάνω να πει, πέρα από αυτό που βιώνουμε όλοι καθημερινά.Όσον αφορά στα τραγούδια του έργου, κάποιοι μπορεί να τα βρουν κουραστικά και αρκετά, ενώ κάποιοι άλλο αστεία ή ακόμη και ενδιαφέροντα. Έτσι κι αλλιώς, η χρήση του μουσικού κουτιού αποτελεί μια εξαιρετικά πρωτότυπη ιδέα. Η παράσταση όμως στο σύνολό της μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως καλοδουλεμένη στη λεπτομέρεια και απολύτως χορογραφημένη. Οι περισσότεροι δε ηθοποιοί ξεχωρίζουν όχι μόνο για το προσωπικό τους ταλέντο αλλά και την άψογη εφαρμογή της θεατρικής φόρμας επί σκηνής, ώστε το έργο να αποκτά ένα ακόμη ενδιαφέρον. Άλλωστε, τόσο «πλαδαροί» είναι οι «ελληνικοί τρόποι» από την επαρχία ως τα γραφεία των βουλευτών μας στην Πρωτεύουσα και από τον 19ο αιώνα μέχρι και τον 21ο. Η δουλειά αυτή βεβαίως συνδυάζεται άψογα εικαστικά. Το κλείσιμο του έργου με την φωτισμένη, τραγική φιγούρα του Γενικού Γραμματέα στο κέντρο της σκηνής και την ξαφνική αποδόμηση των υπολοίπων χαρακτήρων –που είμαστε όλοι εμείς– και την «αποκάλυψή» τους (αποκάλυψη του ίδιου του θεάτρου στο θεατή) δίνει άλλη διάσταση στην παράσταση. Σας ευχαριστώ πολύ.