Μοιάζει αδιάκριτη η αντανακλαστική νεκρολογία για κάποιον που είχε αποσυρθεί προ πολλού στην οικογενειακή του ζωή – για την οποία δεν έχουμε καμία απολύτως εικόνα - και δεν απασχολούσε την επικαιρότητα παρά μόνο ως σημείο αναφοράς κάθε τόσο από κάποια καινούργια ψαγμένη μπάντα που ανακαλύπτει έκθαμβη το μεγαλείο που μας κληροδότησαν οι Talk Talk και ο ίδιος ο Mark Hollis προσωπικά ως «αινιγματικός» δημιουργός εξαίσιας μουσικής.
Είναι κάπως σα να περιγράφει κανείς την απώλεια μιας απώλειας. Ουσιαστικά, ο τραγουδιστής και κεντρική μορφή των Talk Talk, είχε εξαφανιστεί εντελώς από το προσκήνιο εδώ και είκοσι χρόνια, από τότε δηλαδή που κυκλοφόρησε το μοναδικό προσωπικό του άλμπουμ, το οποίο μου είχε μαυρίσει την ψυχή θυμάμαι. Με την καλή έννοια.
Ήδη τότε λειτουργούσε για μια δεκαετία περίπου ως «αναχωρητής» που είχε αφήσει πίσω του το παιχνίδι της μουσικής βιομηχανίας πολύ πριν το τέλος των Talk Talk. Ο ίδιος πάντως παρότι είχε ήδη αναδειχθεί ως ηρωική φιγούρα και ως υπόδειγμα αυτεξούσιου δημιουργού που δεν βρίσκει κανένα νόημα ή κέρδος στα συστήματα ελέγχου και προώθησης των εταιρειών, είχε δηλώσει ως βασικό κίνητρο της αποστασιοποίησής του από την πιάτσα κάτι πολύ πιο απλό: «Επέλεξα την οικογένειά μου. Άλλοι μπορούν να το καταφέρνουν, αλλά εγώ πλέον δεν βλέπω πώς μπορώ να λείπω για καιρό σε περιοδεία και συγχρόνως να είμαι καλός μπαμπάς».
Οι Talk Talk πάντως δεν ήταν ακριβώς υποτιμημένοι στην εποχή τους. Ακόμα και τα δύο τελευταία «δύσκολα» άλμπουμ τους είχαν μπει στους βρετανικούς καταλόγους επιτυχιών χωρίς σημαντική προώθηση και χωρίς περιοδείες. Και να φανταστεί κανείς ότι στη Βρετανία ήταν λιγότερο δημοφιλείς από την υπόλοιπη Ευρώπη συμπεριλαμβανόμενης και της χώρας μας.
Αργότερα, σε μια άλλη σπάνια συνέντευξη του, ο δημοσιογράφος που τον είχε μετά πολλών κόπων ξετρυπώσει, υπέθετε ότι ζούσε στα βάθη κάποιας μακρινής εξοχής. «Όχι, έχουμε επιστρέψει στο Λονδίνο» του απάντησε εκείνος. «Μα δεν έχεις ανάγκη την ησυχία;» επέμενε ο δημοσιογράφος. «Και ναι και όχι» απάντησε ο Hollis. «Έχω την ανάγκη απλά να υπάρχει ένα ήσυχο δωμάτιο. Έχω όμως επίσης και την ανάγκη, αλλά και την υποχρέωση στους δύο γιους μου, μιας κοσμοπολίτικης κοινωνίας, μιας ζωτικής κουλτούρας που δεν υπάρχει στην επαρχία».
Υπάρχουν και αυτοί οι άνθρωποι, όσο κι αν μας ξενίζει κατά βάθος. Και δεν είναι αναχωρητές φυσικά, ούτε θύματα, ούτε μυστήριοι, ούτε παρεξηγημένοι.
Υπάρχει και η Liz Fraser φερ' ειπείν που αρνείται κάθε τόσο να συμμετάσχει σε ευκαιριακή επανασύνδεση των Cocteau Twins, στερώντας από τον τραπεζικό λογαριασμό των άλλων δύο (και από τον δικό της φυσικά) εκατομμύρια δολάρια – μόνο τις προσφορές από το Coachella να υπολογίσει κανείς, μιλάμε για δυσθεώρητα ποσά.
Μπορεί κανείς να φανταστεί πόσο επικερδής θα ήταν μια επανασύνδεση των Talk Talk, από τη στιγμή που βρίσκονται εδώ και χρόνια στην κορυφή της μακράς λίστας με τα πιο «υποτιμημένα» στον καιρό τους και πιο επιδραστικά εκ των υστέρων γκρουπ και ο ίδιος ο Mark Hollis αντίστοιχα στην κορυφή της λίστας με τις μονήρεις ιδιοφυΐες που επέλεξαν να μη συμμετέχουν πλέον στο κόλπο.
Οι Talk Talk πάντως δεν ήταν ακριβώς υποτιμημένοι στην εποχή τους. Ακόμα και τα δύο τελευταία «δύσκολα» άλμπουμ τους – το Spirit of Eden και το Laughing Stock – είχαν μπει στους βρετανικούς καταλόγους επιτυχιών χωρίς σημαντική προώθηση και χωρίς περιοδείες (και χωρίς βίντεο κλιπ κατά κανόνα). Και να φανταστεί κανείς ότι στη Βρετανία ήταν λιγότερο δημοφιλείς από την υπόλοιπη Ευρώπη συμπεριλαμβανόμενης και της χώρας μας.
Οι Talk Talk στα μέσα της δεκαετίας του '80 ήταν σχεδόν ποπ σταρ και μάλιστα είχαν και την αποδοχή αν όχι την αγάπη ακριβώς όλων των σκοτεινότερων και σαφώς πιο ασπρόμαυρων φυλών. Στην χειρότερη περίπτωση, το "It's My Life" και το "Such A Shame" (και ακολούθως το "Life's What You Make It" και το "Living in Another World") είτε στις απλές είτε στις «δωδεκάιντσες» μίξεις τους, ήταν τεράστια σουξέ που είχαν αγκαλιαστεί κι από τους πιο «ξινούς» εναλλακτικούς γιατί τέλος πάντων ως έφηβος κάτι έπρεπε να ακούς ευχάριστα στις καφετέριες ή να χορεύεις διακριτικά τύπου «τραβάτε με κι ας κλαίω» στις ντίσκο. Ήταν ένα ιδανικό μεσαίο πεδίο που συναντιόντουσαν οι νεανικές μουσικές κουλτούρες και υποκουλτούρες σε εποχές ακραίου φραξιονισμού και άστοχων προκαταλήψεων.
Εκείνη την εποχή μας επισκέφτηκαν στα πλαίσια του θρυλικού (άνευ εισαγωγικών) φεστιβάλ Rock in Athens στο Καλλιμάρμαρο τον Ιούλιο του 1985, αλλά εμείς δεν τους δώσαμε την αγάπη που τους άξιζε. Τους εκτιμούσαμε αλλά ήταν και κάπως πιο «ποπ» απ' όσο σηκώναμε, ήταν και μέρα –μεσημέρι ακόμα όταν εμφανίστηκαν, κι εμείς αδημονούσαμε πότε θα πέσει το σκοτάδι για να βγουν στη σκηνή οι Cure και οι Clash με τη σαφή πανκ και μετα- πανκ ταυτότητά τους σκορπίζοντας ηλεκτρικά κύματα διέγερσης στο παραδομένο κοινό.
Τι κρίμα. Το έχω σκεφτεί πολλές φορές εκ των υστέρων, το είχα σκεφτεί και τότε νομίζω παρά το μπλουζάκι που φόραγα με τους Clash (φρέσκο από το Remember) ότι «τους αδικούμε ρε γαμώτο, τόσα φανταστικά τραγούδια, κι αυτός ο τύπος τόσο ιδιαίτερη φωνή και τόσο γοητευτικά ΄αυτιστική' παρουσία...»
Μετά τους έχασα. Και όταν βγήκε το "Spirit of Eden" to 1988, μου είχε φανεί πολύ μπαρόκ και ενήλικο και έντεχνο και ρέκβιεμ. Ήμουν 18 και άκουγα Pixies.Το Laughing Stock του 1992 δεν το άκουσα καν τότε, για την ακρίβεια δεν έμαθα ότι υπήρξε παρά μόνο χρόνια αργότερα όταν είχαν αρχίσει ήδη να επανεκτιμώνται αυτά τα δύο άλμπουμ ως τα απώτερα όρια μιας ιδανικής συμφωνικής ποπ ή ως απόκοσμα post – rock προοίμια.
Δεν ξέρω ακριβώς τι είναι, σίγουρα μου φαίνονται πάντως κομψοτεχνήματα και έργα υψηλής ευαισθησίας και μεγάλη μουσική που μπορώ να ακούω συνέχεια. Είναι τόσα πολλά και τόσο διαχρονικά και τόσο υπέροχα τα τραγούδια που έχει βάλει την υπογραφή του ο Mark Hollis. Και τόσο υπερβατικά επίσης και γεμάτα συγκρατημένη μελαγχολία και στοχαστικό λυρισμό.
Σ' εκείνη τη συνέντευξη προ εικοσαετίας, ερωτηθείς αν ο ίδιος χρησιμοποιεί τη μουσική ως μέσο απόδρασης ή υπέρβασης της πραγματικότητας, είχε απαντήσει: «Απόδραση; Ναι, γιατί όχι; Η μουσική είναι μια απόδραση. Συγχρόνως όμως είναι και ακριβώς το αντίθετο, κάτι που βαθαίνει τις αισθήσεις και διαμορφώνει τις αντιλήψεις σου για τα πράγματα, δηλαδή για τη ζωή σου».
Το πιο ωραίο πάντως αποχαιρετιστήριο μήνυμα από όσα πρόλαβα να δω (και ήδη έχουν κατακλύσει τα social media) ήταν η εξής φράση εκ μέρους της πολύ εκλεκτικής και αγαπητής ανεξάρτητης δισκογραφικής εταιρείας JAGJAGUWAR: «Ο Mark Hollis ήταν γητευτής πνευμάτων και φύλακας μυστικών κήπων. RIP».
Ολόκληρη η εμφάνιση των Talk Talk στο Rock in Athens του 1985
σχόλια