Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ επιτίθεται με καθηλωτική αγένεια στον καλεσμένο του, Ζελένσκι, μέσα στο Οβάλ Γραφείο. Η απίστευτη σκηνή θα μείνει στην ιστορία της τηλεόρασης, όπως όλα τα τραυματικά live που σφράγισαν τον σύγχρονο πολιτισμό, παράγοντας πολιτική, αλλά και τα ήθη, βαρβαρικά πλην όμως πολύ τηλεοπτικά. Ήταν φωτογενές το θράσος του Τραμπ όταν προσπαθούσε να εκβιάσει τον Ουκρανό Πρόεδρο να εκχωρήσει στις ΗΠΑ τον ορυκτό πλούτο της χώρας του ως απόδειξη της υποχρεωτικής ευγνωμοσύνης που οφείλει στους Αμερικανούς (ολόκληρη η συνάντηση στο Οβάλ γραφείο).
Αδιανόητο; Με όρους τηλεθέασης κάθε άλλο. Τηλεπαρουσιαστής ο Τραμπ για πολλά χρόνια [οι λεπτομέρειες στο ντοκιμαντέρ του Channel 4, που κάνει διεθνή καριέρα μέσω Netflix , έχει την αυτοπεποίθηση της ικανότητάς του να καθηλώνει το κοινό με το αδιανόητο, χωρίς να υπακούει σε κανένα από τα οικεία σενάρια της πολιτικής διαπραγμάτευσης είτε με τον λαό είτε με τους άλλους ηγέτες. Θεωρεί προφανώς ότι δεν χρειάζεται τη γλώσσα της διπλωματίας, γιατί γνωρίζει πολύ καλά την τηλεοπτική. Γνωρίζει να αξιοποιεί την αμεσότητα της τηλεοπτικής κάμερας όχι με τη χολιγουντιανή γοητεία ενός Κένεντι, ή την προσεκτικά σκηνοθετημένη ενός Ρίγκαν, ή την εκλεπτυσμένη ενός Ομπάμα, αλλά με την μπρουταλιτέ των τηλεοπτικών ριάλιτι. Ο Τραμπ ξέρει να κερδίζει το πλάνο, να κυριαρχεί στο πλατό και να αφοπλίζει τους αντιπάλους, διαμορφώνοντας το δικό του πεδίο δράσης, όπου το παλιό «παραδοσιακό» οπλοστάσιο επιχειρημάτων και τρόπων άσκησης διπλωματίας με ευγένεια και επιχειρήματα μοιάζει να ’χει ξεπεραστεί.
Πέφτουμε από τα σύννεφα; Όχι πλέον, γιατί τους κανόνες του πολιτισμού της ευγένειας και της ειρηνικής συνύπαρξης τους είχε προ πολλού καταργήσει το τηλεοπτικό ριάλιτι: ακραία ξεσπάσματα στα τηλεοπτικά σαλονάκια, απελευθέρωση ερεθισμένων ενστίκτων on camera, κυριαρχία του πιο επιθετικά χαμερπούς ή και πιο γελοία σαχλαμαρίζοντος.
Μέχρι να θυμώσουμε και να βρούμε, τουλάχιστον οι Ευρωπαίοι των παλιών δημοκρατικών αξιών, νέους όρους για τις νέες συνθήκες που διαμορφώνει η εκθαμβωτικά αγενής τηλεόραση του Τραμπ, η ιστορία μοιάζει να προχωράει κεφάλαια ή, μάλλον, να τα προσπερνάει. Το μέλλον γίνεται δυσδιάκριτο πίσω από τις κάμερες ενός τηλεοπτικά πολύ «διασκεδαστικού» παρόντος. Τα ’λεγε ο Χάξλεϊ έναν αιώνα πριν, αλλά ακόμα και στο πιο εντυπωσιακό κρεσέντο της ευφυΐας και του χιούμορ του δεν θα μπορούσε να εμπνευστεί ένα δίδυμο σαν τους Τραμπ και Μασκ. Σχεδόν, όμως, τους προφήτευσε.

Γιατί σαν δυσοίωνη προφητεία ήταν η βραδιά της «great television» στο Οβάλ Γραφείο με τις αγοραίες τραμπικές προσβολές που κατέρριψαν με πάταγο τον πολιτισμό της ευγενούς γλώσσας του καθήκοντος. Γλώσσα στην οποία ομνύουν αιώνες τώρα ηγέτες κρατών, πολιτικοί και διπλωμάτες, υπηρετώντας ένα τελετουργικό της επισημότητας το ίδιο ανακουφιστικό για τους πολίτες με εκείνα των θρησκειών ή των κοινωνικών παραδόσεων. Πρόκειται για τον σεβασμό σε κανόνες συμπεριφοράς μιας πνευματικής και πολιτικής ελίτ, οι οποίοι είχαν πάντα και μια παιδαγωγική διάσταση, δίνοντας στους ανθρώπους κριτήρια για να ονειρευτούν μια καλύτερη ζωή και να βάλουν στόχο έναν ανώτερο εαυτό.
Πέφτουμε από τα σύννεφα; Όχι πλέον, γιατί τους κανόνες του πολιτισμού της ευγένειας και της ειρηνικής συνύπαρξης τους είχε προ πολλού καταργήσει το τηλεοπτικό ριάλιτι: ακραία ξεσπάσματα στα τηλεοπτικά σαλονάκια, απελευθέρωση ερεθισμένων ενστίκτων on camera, κυριαρχία του πιο επιθετικά χαμερπούς ή και πιο γελοία σαχλαμαρίζοντος.
Όπως η Αμερική με τον Jerry Springer και τις αρένες του, έτσι κι εμείς, τηρουμένων των αναλογιών, νομίζαμε ότι τα ’χαμε δει όλα με τους εγχώριους «μικρούτσικους» αντιγραφείς του Springer και τα αλήστου μνήμης μεταμεσονύχτια καβγατζίδικα τοκ σόου με πολιτικούς που έκαναν καριέρα σαν μαινόμενοι ταύροι στα τηλεπαράθυρα. Ήταν οι ίδιοι που έρχονταν πρώτοι κατά κανόνα σε εκλογικά ψηφαλάκια.
Μήπως έχουμε ξεχάσει στην εγχώρια τηλεόραση τα απρεπή ξεσπάσματα σε τηλεσαλονάκια ή τηλεπαράθυρα, στα οποία οδηγούσε πάντα ένας προσεκτικά σχεδιασμένος συνδυασμός καλεσμένων; Αξέχαστη τηλεοπτική στιγμή το τραυματικό για την εγχώρια δημόσια σκηνή επεισόδιο που ο Κασιδιάρης πέταξε ένα ποτήρι νερό στη Ρένα Δούρου και μετά χαστούκισε τη Λιάνα Κανέλλη, ενώ ο Γιώργος Παπαδάκης του ΑΝΤ1 υποδυόταν άριστα τον έκπληκτο οικοδεσπότη.
Η επίθεση του Κασιδιάρη σε Δούρου και Κανέλλη
Δυστυχώς, είμαστε εθισμένοι, εγχώριο και παγκόσμιο κοινό, στη βία της τηλεοπτικής απρέπειας. Απλώς δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι ένας ηγέτης δημοκρατικής χώρας θα επιστράτευε τεχνικές shock on camera στις κρίσιμες για τη διεθνή ειρήνη συναντήσεις του με άλλους ηγέτες – όχι με όλους βέβαια. Με τον Μακρόν και τον Στράμερ ήταν όλο χαμόγελα και θωπείες, εμφανώς κολακευμένος. Αντιθέτως, με τον Ζελένσκι έκανε επίδειξη των απολυταρχικών του αντιλήψεων, παρουσιάζοντάς τον ως υποδεέστερο. Η Ιστορία μάς λέει ότι η απρεπής, επιθετική συμπεριφορά που αποστομώνει τον συνομιλητή υπήρξε χαρακτηριστικό των ηγετών ολοκληρωτικών καθεστώτων (ένθεν κακείθεν).
Η ιστορία της τηλεόρασης μάς διδάσκει, με τη σειρά της, ότι οι όροι της υψηλής τηλεθέασης αφορούν μια εξόχως συντηρητική κοινωνία τηλεθεατών με αλλοιωμένα κριτήρια, παραδομένη στις συγκινήσεις και με σκέψη που συρρικνώνεται σε εύηχα συνθήματα. Εδώ ακριβώς βρισκόμαστε οι πολίτες-τηλεθεατές.
ΥΓ.: Ευτυχώς, το χιούμορ θυμίζει ακόμα τον παλιό, οικείο κόσμο. Αμέσως μετά το σόου του τρόμου Τραμπ κατά Ζελένσκι ανέλαβε η σάτιρα του Saturday Night Live, σε μια σπαρταριστή παρωδία της συνάντησης
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.