ΠΑΡΑ ΤΟ ΣΦΑΓΕΙΟ δεκαετιών που έχει συνδεθεί με το όνομά της, η αιματοβαμμένη ιστορία της Κολομβιανής Γκριζέλντα Μπλάνκο –που έγινε γνωστή και ως «Μαύρη Χήρα», «Βασίλισσα της Κοκαΐνης» και «La Madrina», δηλαδή «Η Νονά»– ακούστηκε διεθνώς μέσα από τη σειρά ντοκιμαντέρ Cocaine Cowboys, που κυκλοφόρησε μερικά χρόνια πριν από τη δολοφονία της το 2012.
Το 2018 η Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς την υποδύθηκε στην ταινία Cocaine Godmother ενώ στα σκαριά βρίσκεται και μια νέα βιογραφική ταινία για τη δράση της με πρωταγωνίστρια την Τζένιφερ Λόπεζ. Η πιο φιλόδοξη παραγωγή όμως με βάση τη ζωή της είναι η σειρά έξι επεισοδίων που κάνει πρεμιέρα στις 25 Ιανουαρίου στο Netflix με τίτλο Griselda και πρωταγωνίστρια τη Σοφία Βεργκάρα.
Η σειρά που αποτελεί προϊόν των δημιουργών του Narcos επιχειρεί να παρουσιάσει μια πιο συμπαθητική εικόνα της «Νονάς», παρότι πολλοί από αυτούς που τη γνώρισαν δυσκολεύονται να αποδεχτούν μια τέτοια συμπονετική ματιά. Ο Στίβεν Σλέσινγκερ, ο Αμερικανός εισαγγελέας που είχε ασκήσει τη δίωξη εναντίον της, δήλωσε στην εφημερίδα Miami Herald ότι η Μπλάνκο ήταν μια «απολύτως κοινωνιοπαθής» προσωπικότητα.
Η Γκριζέλντα Μπλάνκο γεννήθηκε το 1943 και μεγάλωσε σε μια φτωχογειτονιά στην ορεινή παραγκούπολη του Μεντεγίν της Κολομβίας. Σε ηλικία 14 ετών στράφηκε στην πορνεία και αργότερα παντρεύτηκε έναν χαμηλόβαθμο γκάνγκστερ ονόματι Ντάριο Τρουχίλο, ο οποίος όμως έφυγε από τη μέση.
Ο αρχιεκτελεστής και σύμβουλός της, ο Χόρχε «Ρίβι» Ριβέρα, ο οποίος εκτίει ισόβια κάθειρξη για φόνο, έχει πει ότι η Μπλάνκο «άνθιζε στη σφαγή»: «Της άρεσε να βρίσκεται διαρκώς σε πόλεμο. Κάθε μέρα έλεγε "πρέπει να φάμε τον τάδε"».
Ο Μπομπ Παλόμπο, ομοσπονδιακός πράκτορας του Οργανισμού για την Καταπολέμηση των Ναρκωτικών (Drug Enforcement Administration ή DEA) που την παρακολουθούσε επί δέκα χρόνια, συμφωνεί. «Η Γκριζέλντα λάτρευε τους φόνους», είχε δηλώσει πέρσι στον Independent. Οι αριθμοί δεν μπορεί να είναι ακριβείς, αλλά το όνομά της έχει συνδεθεί έως και με 250 φόνους, μπορεί και παραπάνω. Ανάμεσα στα θύματά της ήταν τουλάχιστον δύο από τους συζύγους της – εξού και το προσωνύμιο «Μαύρη Χήρα».
Η Γκριζέλντα Μπλάνκο γεννήθηκε το 1943 και μεγάλωσε σε μια φτωχογειτονιά στην ορεινή παραγκούπολη του Μεντεγίν της Κολομβίας. Σε ηλικία 14 ετών στράφηκε στη σεξεργασία και αργότερα παντρεύτηκε έναν χαμηλόβαθμο γκάνγκστερ ονόματι Ντάριο Τρουχίλο, ο οποίος όμως έφυγε από τη μέση. Οι λεπτομέρειες σχετικά με τον θάνατό του είναι ασαφείς, αν και οι φήμες έλεγαν ότι η Μπλάνκο ήταν που έβαλε να τον σκοτώσουν.
Στη συνέχεια, παντρεύτηκε τον Αλμπέρτο Μπράβο, που ήταν αυτός που την εισήγαγε στο λαθρεμπόριο κοκαΐνης. Μαζί ξεκίνησαν την «επιχείρησή» τους στη Νέα Υόρκη και η Γκριζέλντα αμέσως έδειξε έφεση στην εγκληματική πανουργία, αγοράζοντας ένα εργοστάσιο εσωρούχων όπου σχεδίαζε η ίδια σουτιέν και κορσέδες με ειδικές θήκες για το λαθρεμπόριο ναρκωτικών.
Κυνηγώντας το «αμερικανικό όνειρο», το ζεύγος μετακόμισε μόνιμα στη Νέα Υόρκη αποσπώντας σημαντικό μερίδιο του τοπικού εμπορίου κοκαΐνης από τις Πέντε Οικογένειες της Μαφίας. Υπολογίζεται ότι εκείνη την εποχή η «Νονά» καθάριζε πάνω από δέκα εκατομμύρια δολάρια την εβδομάδα. Ενώ ο Μπράβο έκανε απανωτά ταξίδια στην Κολομβία για να επιβλέπει το παραγωγικό κομμάτι της επιχείρησής τους, η Μπλάνκο έμενε πίσω και ξόδευε μυθικά ποσά.
Σύντομα όμως η σχέση τους κλονίστηκε εξαιτίας της αμοιβαίας καχυποψίας, της παράνοιας και των χρημάτων. Σύμφωνα με το καλά τεκμηριωμένο βιβλίο του Hugo Clark, The Black Widow, ήταν η έφεση της Μπλάνκο στη βία που τους χώρισε, καθώς και οι υπερβολικές της σπατάλες.
Τον Απρίλιο του 1975, η Μπλάνκο πήγε να συναντήσει τον σύζυγό της στην Κολομβία – υποτίθεται για να εξομαλύνουν τις διαφορές τους. Αμφότεροι κατέφτασαν με ένοπλους σωματοφύλακες. Η συνάντηση κορυφής μετατράπηκε γρήγορα σε πεδίο μάχης. Η Μπλάνκο πυροβόλησε και σκότωσε τον σύζυγό της, ο οποίο πρόλαβε και την τραυμάτισε στο στομάχι με μια ριπή από το ούζι του. Έξι σωματοφύλακες φέρονται να σκοτώθηκαν στην ανταλλαγή πυροβολισμών.
Αυτό το περιστατικό αποτελεί το σημείο εκκίνησης της σειρά του Netflix, που ουσιαστικά ξεκινά μετά τη μετεγκατάσταση της Μπλάνκο στο Μαϊάμι στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Η «Νονά» άλλαξε το τοπίο στο εμπόριο ναρκωτικών της πόλης και έγινε η «Βασίλισσα της Κόκας», ζώντας μια ζωή αντίστοιχη με του «Σημαδεμένου». Ανάμεσα στους τακτικούς καλεσμένους της βρισκόταν και ο Πάμπλο Εσκομπάρ, ο οποίος υπήρξε προστατευόμενός της.
Αργότερα η Μπλάνκο έβαλε να σκοτώσουν και τον τρίτο σύζυγό της, Ντάριο Σεπουλβέντα, όταν εκείνος επιχείρησε να διαφύγει παίρνοντας μαζί του τον γιο της (από προηγούμενο γάμο), τον οποίον είχε η ίδια βαφτίσει Μάικλ Κορλεόνε. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Σεπουλβέντα πυροβολήθηκε μπροστά στα μάτια του παιδιού. Η Μπλάνκο μετακόμισε στην Καλιφόρνια το 1985, όπου τελικά συνελήφθη, καταδικάστηκε και οδηγήθηκε στη φυλακή.
Το 2004 αφέθηκε ελεύθερη και επέστρεψε στο Μεντεγίν, όπου εκτελέστηκε από διερχόμενο όχημα στις 3 Σεπτεμβρίου 2012, καθώς έβγαινε από ένα κρεοπωλείο. Καθώς η Μπλάνκο ψυχορραγούσε, η έγκυος νύφη της εναπόθεσε μια Βίβλο στο στήθος της. Η «Νονά» ήταν 69 ετών. Πολλοί αναρωτήθηκαν αν είχε μετατραπεί σε πληροφοριοδότη. Άλλοι υπέθεσαν ότι έπεσε θύμα κάποιας «εκδίκησης από το παρελθόν».
Με στοιχεία από The Telegraph
Griselda | Official Trailer | Netflix