Αν το «Ρoor Things» του Γιώργου Λάνθιμου ξεχώρισε αισθητά στο φετινό Φεστιβάλ Βενετίας, ο Χαμαγκούτσι με το «Εvil does not exist» εδραίωσε τη θέση του στο βάθρο των σπουδαίων νεότερων σκηνοθετών και από τις τρεις πολυαναμενόμενες βιογραφίες, η «Πρισίλα» της Κόπολα κέρδισε άνετα τις εντυπώσεις έναντι του «Φεράρι »του Μαν και του «Μαέστρο» του Κούπερ με χαμηλόφωνη προσέγγιση ενός εγκάρδιου love story χαμένου στη μετάφραση ενός θορυβώδους μύθου, το «Θηρίο» του Μπερτράν Μπονελό είναι η ταινία που προβλημάτισε πιο πολύπλευρα και ίσως έμεινε περισσότερο στη μνήμη, εβδομάδες μετά την πρώτη της ανάγνωση.
Πρόκειται για τη δεύτερη, μετά την εκδοχή του Πατρίκ Σιά, που έκανε πρεμιέρα στην Berlinale πριν από μερικούς μήνες, κινηματογραφική μεταφορά από Γάλλο δημιουργό του «The beast in the jungle» του Χένρι Τζέιμς, μιας μάλλον παραγνωρισμένης γοητευτικής νουβέλας, γραμμένης το 1903, σχετικά με έναν άνδρα αιχμάλωτο των καταστροφικών προαισθημάτων του για μια ματαιωμένη ζωή.
Αλλάζοντας το γένος του πρωταγωνιστή, ο Μπονελό διατρέχει δύο γλώσσες και τρεις χρονικές περιόδους για να αφηγηθεί την ερωτική σχέση της Γκαμπριέλ και του Λουί, ή καλύτερα μιας γυναίκας κι ενός άνδρα κυρίως υπό την οπτική γωνία εκείνης, και βασικά διά της αγωνιώδους μοναξιάς και της παγερής αποξένωσης που ανάγει την πιθανότητα του ρομάντσου σε αινιγματική επιστημονική φαντασία.
Το αισθηματικό sci-fi της χρονιάς, εγκεφαλικό και φιλόδοξο, αυτάρεσκο και καλλιγραφικό ταυτόχρονα, γεμάτο πλατειασμούς (σαν να κοιτάζεται στον καθρέφτη, διακόπτοντας τη ροή του), αλλά με ένα σπαρακτικό, ταιριαστό φινάλε, δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο.
Ο Μπονελό του «Πορνογράφου» και του συναρπαστικού «Saint Laurent» ουδέποτε χαρίστηκε στα θέματά του ούτε παραδόθηκε σε ευκολίες. Διασχίζοντας τον χρόνο, από την Βelle Époque του 1910 ως το Λος Άντζελες του 2014 και το δυστοπικό Παρίσι (μάλλον) του κοντινού μέλλοντος, η Λεά Σεϊντού κυρίως βασανίζεται, όταν δεν διακατέχεται από το φευγαλέο αίσθημα του μεγάλου έρωτα. Το ρομαντικό φλερτ παραχωρεί τη θέση του στο υπαρξιακό angst και μια αίσθηση απειλής, συχνά εξωπραγματικής. Το μέλλον είναι μια ανεξερεύνητη ζούγκλα και η Γκαμπριέλ έχει μπει στη διαδικασία να εξαγνίσει το DNA, τροποιώντας το με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης.
Δεν είναι σίγουρη για τον εξορκισμό της έντονης ανησυχίας της με αυτή την απόπειρα καθαρότητας, ούτε ο Λουί, ο οποίος στο Λος Άντζελες του 2014 υποδύεται έναν 30χρονο παρθένο, επιθετικό όσο και ο σεισμός που επίκειται, την ίδια στιγμή που η ηθοποιός Γκαμπριέλ περνάει ακροάσεις με αβέβαια αποτελέσματα και φυλάει το σπίτι της από την καταστροφή – σε έναν απόηχο του «Mulholland Drive» του Λιντς. Λίγο πριν από τις ιστορικές πλημμύρες που έπνιξαν το Παρίσι του 1910, η πιανίστρια και λατρεμένη της καλής κοινωνίας Γκαμπριέλ βρίσκει τη ρομαντική της προδιάθεση να ταράζεται από την ατονική επέλαση του Σένμπεργκ και τη σταθερότητα της ζωής της να πολιορκείται από την επιμονή του θαυμαστή της – και πάλι ο Λουί του πάντα ενδιαφέροντος και ευαίσθητου Τζορτζ Μακέι, που είχε ξεχωρίσει στο «1917».
Το «Θηρίο» στηρίζεται στη Λέα Σεϊντού και στη θεαματική ακροβασία της μέσα στο τρίπτυχο που έχει στήσει ο Μπονελό, με ελικοειδές μοντάζ αμήχανης προσποίησης και κάποιων εντυπωσιακών τετ α τετ μεταξύ των δύο εραστών στον χρόνο και την Ιστορία. Πάντως, το αισθηματικό sci-fi της χρονιάς, εγκεφαλικό και φιλόδοξο, αυτάρεσκο και καλλιγραφικό ταυτόχρονα, γεμάτο πλατειασμούς (σαν να κοιτάζεται στον καθρέφτη, διακόπτοντας τη ροή του), αλλά και με ένα σπαρακτικό, ταιριαστό φινάλε, δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο.
Το Θηρίο προβάλλεται σε πανελλήνια πρώτη απόψε στις Νύχτες Πρεμιέρας και θα κυκλοφορήσει προσεχώς στις αίθουσες.