ΜΟΛΙΣ ΛΙΓΟΥΣ ΜΗΝΕΣ μετά το «Scoop» του Netflix, κυκλοφορεί ακόμα μία παραγωγή για το σκάνδαλο του πρίγκιπα Άντριου, αυτήν τη φορά στο Amazon Prime και υπό τη μορφή μίνι σειράς. Για τα εμπορικά κίνητρα, φαντάζομαι, δεν απορεί κανείς, η ζήτηση για μυθοπλασία σχετική με τη βασιλική οικογένεια είναι σταθερή μέσα στα χρόνια∙ ίσως να διογκώθηκε κάπως λόγω του «Crown».
Γιατί, όμως, χρειαζόμαστε συγκεκριμένα μια ταινία και μια σειρά για την περιβόητη συνέντευξη του άλλοτε αγαπημένου υιού της Ελισάβετ και τη σχέση του με τον διαβόητο Τζέφρι Έπσταϊν, και μάλιστα μέσα στον ίδιο χρόνο; Ίσως επειδή οι Βρετανοί ακόμα το φέρουν βαρέως.
Η βασιλεία είναι ένας από τους ελάχιστους θεσμούς που σέβονται ακόμα στην Αγγλία, δες μόνο των όγκο αρνητικών σχολίων που γράφτηκαν σε βάρος του Ίαν ΜακΚέλεν απλώς επειδή υποστήριξε ότι η βασίλισσα Ελισάβετ του είχε μιλήσει αγενώς.
Το «Very Royal Scandal», η μίνι σειρά τριών επεισοδίων που κλείνει μια άτυπη τριλογία βρετανικών πολιτικών σκανδάλων, υπερέχει σε όλα τα επίπεδα έναντι του «Scoop».
Έχουν ιδιαίτερη σχέση οι Βρετανοί με τη βασιλική οικογένεια, που συνεχίζεται (και μεταδίδεται) από γενιά σε γενιά, είναι δομικό στοιχείο της εθνικής τους ταυτότητας, όπως αυτή διαμορφώνεται από νεαρή ηλικία. Στα μάτια τους ο θεσμός είναι ο μόνος σύνδεσμος με ένα «ένδοξο» αγγλοσαξονικό παρελθόν, με μια Βρετανία ύπατη ρυθμίστρια και όχι ακόλουθο των διεθνών εξελίξεων.
Από εκεί και πέρα, επειδή οι πιστοί οπαδοί των εκάστοτε εκπροσώπων του θεσμού έτσι κι αλλιώς εθελοτυφλούν, περιμένουν από τους τελευταίους να φαίνονται τίμιοι, ώστε να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα του «παραμυθιού». Και αντίστοιχα, ολόκληρος ο μηχανισμός στήριξης του θεσμού δρα, σχεδιάζει και μηχανορραφεί για αυτό τον σκοπό.
Να γιατί το «Very Royal Scandal», η μίνι σειρά τριών επεισοδίων που κλείνει μια άτυπη τριλογία βρετανικών πολιτικών σκανδάλων, υπερέχει σε όλα τα επίπεδα έναντι του «Scoop», μιας τρομακτικά άνευρης τηλεταινίας, που απλώς αναπαριστούσε τη συνέντευξη του πρίγκιπα Άντριου στο «Newsnight» του BBC και στη δημοσιογράφο Έμιλι Μέιτλις. Αφιερώνεται, φυσικά, κι εδώ σεβαστός χρόνος στη συνέντευξη.
Οι δημιουργοί χρησιμοποιούν ως πατρόν το εξαιρετικό «Frost/Nixon» του Ρον Χάουαρντ –ως και ευθεία αναφορά στη συνέντευξη του Νίξον στον Ντέιβιντ Φροστ έχουν μέσα–, ακολουθώντας δυο «μονομάχους» που πηγαίνουν σε (λεκτικό) πόλεμο. Ωστόσο, είναι μια σειρά που ξεφεύγει από την αναπαράσταση για να καταδείξει το διακύβευμα για τους περισσότερους εμπλεκόμενους, που συνίσταται σε έναν πόλεμο δημοσίων σχέσεων και όχι στη διάγνωση (ή μη) ενός αδικήματος – εδώ σε βάρος μιας από τις ανήλικες που έπεσαν στα δίχτυα του κυκλώματος Έπσταϊν.
Όταν μετά από όσα μεσολάβησαν, ο απεσταλμένος της βασίλισσας ανακοινώνει στον πρίγκιπα την εξορία του και απαντά σε ένα αγωνιώδες «τι να κάνω» με ένα παγερό «θα ζήσετε με τις συνέπειες των πράξεων σας, κύριε», νιώθεις ότι αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στην απόφαση του Άντριου να παρελάσει στη δημόσια τηλεόραση με όλη την έπαρση των προνομίων του. Ακόμα και η κόρη του παίρνει τις αποστάσεις της μετά την τηλεοπτική εμφάνισή του, κι ας υπήρχαν για χρόνια εκεί έξω κατηγορίες και αποδεικτικά στοιχεία σε βάρος του.
Ένα αχρείαστο λογύδριο της Μέιτλις στο τρίτο επεισόδιο περιγράφει επεξηγηματικά αυτόν τον προνομιούχο ανθρωπότυπο – ίσως οι δημιουργοί ήθελαν να δώσουν μια μεγάλη σκηνή στη Ρουθ Γουίλσον, που κατεβάζει τη φωνή της μερικές οκτάβες, υιοθετεί posh προφορά και βρίσκει τη μανιέρα του ρόλου από την αρχή.
Είναι η μόνη φάλτσα νότα σε μια σειρά που αποφεύγει τις φωνασκίες και το κήρυγμα.
Στη σύντομη σκηνή που o Άντριου ζητά από τη βοηθό του να του δέσει τα κορδόνια, η σύνθεση του πλάνου, η στάση των σωμάτων και η συμπεριφορά του πριν, κατά τη διάρκεια και μετά μάς έχει επικοινωνήσει τα βασικά γι’ αυτόν μέσω της εικόνας. Τα όποια κενά συμπληρώνονται από τη συνολική ερμηνεία του Μάικλ Σιν.
Δεδομένης της γραφικής φύσης του βιογραφούμενου, αλλά και του γενικότερου βιογραφικού τον ηθοποιών, θα περίμενες ο Μάικλ Σιν να κινηθεί σε over the top τόνους και ο Ρούφους Σιούελ (του «Scoop») σε πιο προσγειωμένους. Κι όμως, στους καμποτινισμούς του δεύτερου, ο Σιν απαντά με μια ερμηνεία που εστιάζει λιγότερο στην τεχνική και στην άπταιστη υιοθέτηση των τρόπων του πρίγκιπα Άντριου –μας έχει συνηθίσει σε τέτοιες, όποτε υποδύεται αληθινό πρόσωπο− και περισσότερο προσπαθεί να χτίσει το πορτρέτο ενός εγωκεντρικού αρσενικού, παραδομένου σε εφηβικές παρορμήσεις και βυθισμένου σε μια ενοχλητική (ίσως και εγκληματική) αφέλεια, πηγάζουσα από την πεποίθηση της κυριαρχίας και της ασυλίας.
Και θα το κάνει εξυπηρετώντας τις απαιτήσεις της εκάστοτε σκηνής, μέσω της κινησιολογίας, μέσω απροσδόκητων οργίλων ξεσπασμάτων, μέσω μιας ειλικρινούς έκπληξης στο βλέμμα, όταν συνειδητοποιεί ότι θα κληθεί να πληρώσει τον λογαριασμό. Έναν λογαριασμό που, όπως συνηθίζεται, δεν θα καταβληθεί ποτέ εκεί όπου οφείλεται.
Η σειρά «A Very Royal Scandal» προβάλλεται στην πλατφόρμα του Amazon Prime από 19/09.