Το να τραγουδάς «Νόρμα» στις 10 το πρωί δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο, ακόμα και για έμπειρους, επαγγελματίες τραγουδιστές της όπερας. Ωστόσο δεν υπήρχε άλλη επιλογή για την ομάδα καλλιτεχνών που ετοιμάζει μια παράσταση του κορυφαίου έργου του Βιντσέντζο Μπελίνι με το λιμπρέτο του Φελίτσε Ρομάνι, σε συνεργασία με τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, με αφορμή το Έτος Κάλλας και τα 100 χρόνια από τη γέννηση της θρυλικής τραγουδίστριας.
Βρεθήκαμε στο Στούντιο 4 του Ραδιομεγάρου της Αγίας Παρασκευής, όπου οι άξιοι μουσικοί και τραγουδιστές έδιναν σε μια τόσο άβολη ώρα της μέρας τον καλύτερό τους εαυτό εν όψει των δύο παραστάσεων που θα δοθούν στο τέλος του Αυγούστου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού. Μια ιδέα που ξεκίνησε από τον Τομ Βολφ, τον σκηνοθέτη του περίφημου ντοκιμαντέρ «Maria by Callas» και της παράστασης «Μαρία Κάλλας: επιστολές και αναμνήσεις» με τη Μόνικα Μπελούτσι.
Ο Τομ Βολφ έχει αφιερωθεί πλήρως τα τελευταία χρόνια στην κληρονομιά της θρυλικής σοπράνο και, ως πρόεδρος του Ιδρύματος Μαρία Κάλλας, δεν παύει να δραστηριοποιείται σε οτιδήποτε έχει να κάνει με τη διαιώνιση και τη δικαίωση του μεγάλου ονόματός της.
Ο Τομ Βολφ έχει αφιερωθεί πλήρως τα τελευταία χρόνια στην κληρονομιά της θρυλικής σοπράνο και, ως πρόεδρος του Ιδρύματος Μαρία Κάλλας, δεν παύει να δραστηριοποιείται σε οτιδήποτε έχει να κάνει με τη διαιώνιση και τη δικαίωση του μεγάλου ονόματός της. Έχει εκδώσει τρία βιβλία –ένα λεύκωμα και τις επιστολές της−, έχει οργανώσει εκθέσεις –στο Παρίσι και στο Μονακό−, στήνει το μουσείο που θα είναι αφιερωμένο σε εκείνη στο Παρίσι, στηρίζει τις προσπάθειες του μουσείου στο σπίτι όπου έζησε τα νεανικά της χρόνια στην Αθήνα.
Η δική του επετειακή «Νόρμα» θα μπορούσε να παρουσιαστεί και στην Επίδαυρο, όπου η Κάλλας παρουσίασε −ουσιαστικά επανέλαβε− με την Εθνική Λυρική Σκηνή τη μεγάλη της προσωπική επιτυχία σε σκηνοθεσία του Αλέξη Μινωτή και μουσική διεύθυνση του Τούλιο Σεραφίν τον Αύγουστο του 1960. Εν τέλει επιλέχτηκε το Ηρώδειο, ένα ρωμαϊκό αμφιθέατρο που, εκτός του ότι συνδέεται επίσης με τις πρώτες επαγγελματικές της εμφανίσεις πριν θριαμβεύσει ανά την υφήλιο, αποτελεί και φυσικό σκηνικό για το έργο – μια ιστορία έρωτα και προδοσίας που φλερτάρει και με τη «Μήδεια» –, το οποίο διαδραματίζεται στη ρωμαιοκρατούμενη Γαλατία. Αυτό ένιωσε ο σκηνοθέτης, οραματιζόμενος μια παράσταση πολύ κοντά στη μεγάλη παράδοση της ιταλικής όπερας, καθώς πρόκειται για μια μεγαλειώδη παραγωγή που ανέλαβε ο Πολιτιστικός Οργανισμός «Λυκόφως» και η οποία θα ανεβάσει επί σκηνής 110 ερμηνευτές.
Ήταν ο πρώτος με τον οποίο μίλησα κατά τη διάρκεια της πρόβας και μου είπε: «Μετά από δέκα χρόνια αφιερωμένα στη Μαρία Κάλλας και μια ποικιλία από πρότζεκτ με στόχο να συνεισφέρουν στη διατήρηση της κληρονομιάς του ονόματος και της τέχνης της, συνεχίζω με αυτή την παράσταση με αφορμή την επέτειο, ώστε να μην ξεχάσουμε το πόσο σπουδαία καλλιτέχνιδα υπήρξε, και ότι επανέφερε ένα στυλ σχεδόν ξεχασμένο, αφήνοντας το δικό της αποτύπωμα στην τέχνη του 20ού αιώνα. Αυτό το αποτύπωμα εξακολουθεί μέχρι σήμερα να επηρεάζει καλλιτέχνες, τραγουδιστές, σκηνοθέτες.
Κι αυτό είναι που θέτει τους στόχους και σε εμένα, στο σκηνοθετικό μου ντεμπούτο στην όπερα. Γιατί, όπως εκείνη υπηρετούσε την ευφυΐα του συνθέτη, έτσι κι εγώ σε αυτήν τη νέα παραγωγή της “Νόρμα” καλούμαι να υπηρετήσω τη μουσική και την παράδοση μεγάλων καλλιτεχνών που με ενέπνευσαν. Προσωπικά, δεν θα είχα ανακαλύψει την όπερα αν δεν είχε υπάρξει η Κάλλας. Όπως και δεν θα είχα ερωτευτεί το μπελκάντο, ούτε θα σκηνοθετούσα αυτήν τη στιγμή τη “Νόρμα”. Όλα μπλέκονται δημιουργικά και αποτελούν μέρος της φήμης της».
Πώς αποφάσισε να σκηνοθετήσει ένα τόσο απαιτητικό είδος όπως είναι η όπερα, τον ρωτάω, και μου εξηγεί: «Έχω εργαστεί πάρα πολλά χρόνια σε πολλές παραγωγές ως μέλος του καλλιτεχνικού επιτελείου τους, συμπεριλαμβανομένων και παραστάσεων όπερας. Κατανοώ ότι η όπερα απαιτεί μεγάλη υπευθυνότητα, αλλά θεωρώ ότι είμαι έτοιμος να το αναλάβω. Άλλωστε έχω το προνόμιο να με περιβάλλει μια ομάδα εξαιρετικών, Ελλήνων και διεθνών συνεργατών, όπως είναι η σοπράνο Τζόις Ελ-Κουρί, η οποία πιστεύω ότι θα αποτελέσει μία από τις σπουδαιότερες ερμηνεύτριες της “Νόρμα” στον αιώνα μας.
Το ελληνικό κοινό, το οποίο έδειξε μεγάλο ενθουσιασμό με τη Μόνικα Μπελούτσι, είναι πολύ ζεστό και ελπίζω ότι δεν θα το απογοητεύσουμε. Το γεγονός επίσης ότι έχω στο πλευρό μου ανθρώπους όπως ο Γιάννης Μετζικώφ στα κοστούμια, ο Ντέιβιντ Νεγκρίν στα σκηνικά και η Έρση Πήττα στις χορογραφίες νομίζω ότι εγγυάται μια ξεχωριστή βραδιά στο Ηρώδειο, η επιλογή του οποίου φέρνει ακόμα πιο κοντά το κοινό με το έργο, αναδεικνύοντας τα αισθήματα της Νόρμα. Αν και η μουσική του Μπελίνι προσφέρει άπειρα συναισθήματα από μόνη της. Πάντως, ο στόχος μας είναι η παράσταση να ταξιδεύσει και έξω από την Ελλάδα μετά την πρεμιέρα της εδώ».
Η Λιβανεζο-Καναδή Τζόις Ελ-Κουρί έπρεπε να προλάβει να πετάξει για Βιέννη για να παίξει «Κάρμεν» και χρόνος δεν υπήρχε. Καταφέραμε να μιλήσουμε λίγες ώρες αργότερα μέσω τηλεφώνου. Αφού μιλήσαμε για την πολύπαθη πατρίδα της, και μου εξέφρασε την αγάπη της και την επιθυμία της να τη βοηθήσει όσο μπορεί, προσφέροντας κάθε χρόνο μαθήματα σε νέους καλλιτέχνες μέσω ενός ειδικού προγράμματος για τον Λίβανο, συνέχισε σχετικά με την πολυαναμενόμενη εμφάνισή της στο Ηρώδειο: «Η παράσταση της “Νόρμα” δεν ήταν στα σχέδιά μου για το καλοκαίρι, αλλά με το που με κάλεσε ο Τομ η απάντηση ήταν άμεση και καταφατική. Άλλωστε πώς θα μπορούσα να αρνηθώ μια παράσταση για την επέτειο της Μαρίας Κάλλας. Και τι σύμπτωση! Μετά την “Κάρμεν” πηγαίνω στη Σουηδία για “Τόσκα” και το καλοκαίρι θα κλείσει με “Νόρμα”.
Πόσο πιο κοντά στην Κάλλας θα μπορούσε να είναι; Η “Νόρμα” βέβαια, παρόλο που την έχουν τραγουδήσει οι σημαντικότερες τραγουδίστριες διεθνώς, αποτελεί τον απολύτως 100% ρόλο της. Είναι τιμή μου που μου δίνεται η ευκαιρία να την παίξω και μάλιστα στην Αθήνα. Είναι η πρώτη μου φορά, οπότε είναι και για εμένα ντεμπούτο. Φυσικά και δεν θα αποπειραθώ να μιμηθώ την Κάλλας, εκείνη ήταν μία και μοναδική. Η δική μου “Νόρμα” θα είναι η Τζόις, δηλαδή θα την ερμηνεύσω με εφόδιο όλη την προσωπική μου πορεία και μέσα από το δικό μου συναισθηματικό σύμπαν μετά από 13 χρόνια εμπειρίας στο μπελκάντο».
Ωστόσο, ψυχικά πόσο έτοιμη νιώθει για έναν μνημειώδη ρόλο σαν της Νόρμα; Μου λέει: «Στα 41 μου και μετά από 13 χρόνια επαγγελματικού τραγουδιού –έχω τραγουδήσει στις σημαντικότερες όπερες τους πιο δύσκολους ρόλους, έχω τραγουδήσει “Τραβιάτα” στο Covent Garden− έχω νιώσει πρόκληση και ενθουσιασμό για τις συνεργασίες μου, αλλά δεν φοβάμαι, νιώθω μεγάλη ευθύνη, την οποία παίρνω πάρα πολύ σοβαρά, γιατί συγχρόνως νιώθω πάρα πολύ τυχερή που με επέλεξαν. Και δεν το λέω επειδή πρέπει να το πω, αλλά γιατί είναι πράγματι τιμητικό να τραγουδήσω σε μια παράσταση στη μνήμη της Μαρίας Κάλλας. Μελετάω αυτό τον καιρό πολύ σκληρά για να προετοιμαστώ, αλλά νιώθω ότι όλο το μπλεκάντο που έχω τραγουδήσει, και έχω τραγουδήσει τα πιο δύσκολα δείγματα μπελκάντο, όπως τους “Μάρτυρες” του Ντονιτσέτι, όλα αποτελούν μια προετοιμασία για αυτή την ξεχωριστή παράσταση.
Αυτό πάντως που με εκπλήσσει με τη “Νόρμα” −ήξερα τι φωνητικό Έβερεστ είχα να αντιμετωπίσω− είναι το συναισθηματικό της ταξίδι. Μετά από τις πρόβες μιας εβδομάδας συνειδητοποίησα ότι τη γνωρίζω πολύ καλά. Μπορεί να μην έχω παιδιά για τα οποία να μου έχει περάσει από το μυαλό να τα θανατώσω, και μετά να αλλάζω γνώμη, αλλά ως γυναίκα την καταλαβαίνω τη Νόρμα. Αυτό με κάνει να νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια και έτοιμη να δώσω στο κοινό μια έντιμη ερμηνεία, που ευελπιστώ να την αγαπήσει και να το κάνει να νιώσει κάτι ουσιαστικό».
Ο μαέστρος Γιουτζίν Κον, σταθερός συνεργάτης των σούπερ σταρ της όπερας Πλάθιντο Ντομίνγκο και Αντρέα Μποτσέλι αλλά και των Λουτσιάνο Παβαρότι, Ρενάτα Σκότο, Ρενάτα Τεμπάλντι, υπήρξε ο πιανίστας που συνόδευε τους μαθητές της Μαρίας Κάλλας στα περίφημα masterclasses του 1971 στη Σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης. Το ελληνικό κοινό τον έχει δει να διευθύνει αρκετές συναυλίες στο Ηρώδειο, και ο ίδιος έχει μια ιδιαίτερη σχέση με την Ελλάδα. Κατάφερα να τον πείσω να μου μιλήσει έστω για μερικά λεπτά.
Μου υπογράμμισε το γεγονός ότι αποφεύγει τις συνεντεύξεις που σχετίζονται με εκείνη την εποχή, οπότε έκανε μια εξαίρεση: «Συνάντησα τη Μαρία Κάλλας κατά τύχη. Συνόδευσα στο πιάνο μια νεαρή τραγουδίστρια που επέλεξε να τραγουδήσει Παμίνα από τον “Μαγικό Αυλό”, και της οποίας δεν της ζητήθηκε να τραγουδήσει δεύτερη άρια. Φεύγοντας, η Κάλλας, που παρακολουθούσε μέσα στο σκοτάδι, με φώναξε. Καθόταν δίπλα στον διευθυντή της σχολής, και μου είπε ότι είχα κάνει κάτι που της είχε αρέσει ιδιαίτερα. Μου είπε ότι της είχε κάνει εντύπωση ότι είχα τονίσει περισσότερο τη δεύτερη και την τρίτη νότα αντί της πρώτης.
Το τι ακριβώς είχα κάνει δεν ήξερα, το κατάλαβα χρόνια μετά, αλλά ένιωσα τιμή που μου το έλεγε η Κάλλας. Την ευχαρίστησα, αλλά φεύγοντας μου ζητήθηκε το τηλέφωνό μου. Λίγες μέρες μετά μού προτάθηκε να συνοδεύσω με το πιάνο τα μαθήματα.
Έμαθα πολλά από αυτήν, ήταν πραγματικά σπουδαία. Αλλά δεν ήταν η μόνη Ελληνίδα με την οποία είχα τη χαρά να συνεργαστώ. Συνεργάστηκα με αρκετούς σημαντικούς Έλληνες καλλιτέχνες, όπως ο Κώστας Πασχάλης, ο Δημήτρης Καβράκος, η Αγνή Μπάλτσα, η Έλενα Σουλιώτη. Η Ελλάδα έχει μεγάλη παράδοση στη μουσική, κυρίως χάρη στον Δημήτρη Μητρόπουλο, τον μαέστρο ο οποίος τελειοποίησε το συναίσθημα που πρόσθεσε στον ήχο και στην ομορφιά του τονισμού.
Όσον αφορά αυτό που ετοιμάζουμε, πρέπει να πω ότι έχω εντυπωσιαστεί από τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ γιατί κάνουν εκπληκτική δουλειά και απαρτίζεται από μερικούς υπέροχους μουσικούς. Θεωρώ ότι και η διανομή είναι εξαιρετική, ότι ο Μάριος Φραγκούλης θα είναι ένας εκπληκτικός Πολιόνε κι ότι όλοι οι θεοί των Ελλήνων, των Δρυϊδών και των Ρωμαίων θα συμπράξουν ώστε να παρουσιάσουμε μια αξιομνημόνευτη παράσταση στο Ηρώδειο».
Πριν τον απελευθερώσω, του ζήτησα να μου πει αν υπάρχει κάποια αληθινή διάσταση στο θεατρικό έργο «Masterclass» του Μακνάλι. Μου είπε: «Η μοναδική φορά που το είδα ήταν στη Βραζιλία στα πορτογαλικά. Πρέπει να πω ότι η Μαρία Κάλλας δεν είχε μία φόρμουλα που εφάρμοζε για όλους. Οι απόψεις της άλλαζαν ανάλογα με το ποιον είχε μπροστά της και άκουγε,ανάλογα με το ταλέντο του κάθε διαφορετικού τραγουδιστή, κάτι που δεν το έχουν όλοι οι δάσκαλοι. Έβλεπε τις ανάγκες του καθενός ξεχωριστά, δεν επέβαλε την ίδια τεχνική σε όλους και όλες. Έβλεπε τον σωματότυπο, άκουγε τη φωνή και αναλόγως πρότεινε λύσεις.
Ήταν μια χαρισματική γυναίκα. Είναι λυπηρό που έφυγε τόσο νωρίς, και για τον κόσμο της όπερας και για όλο τον κόσμο. Ίσως δεν ήταν τυχερή στην ευτυχία όσο στο ταλέντο της. Αλλά συμβαίνει συχνά με πολλούς σημαντικούς καλλιτέχνες −ο Μητρόπουλος αποτελεί ίσως εξαίρεση− που είχαν άσχημη παιδική ηλικία. Σέβομαι την Κάλλας και μου λείπει πάντα».
Ο νεαρός, πανύψηλος Σέρβος μπάσος Σάβα Βέμιτς, γεννημένος και μεγαλωμένος στο Βελιγράδι, ερμηνεύει τον Οροβέζο. Έχει μια ενδιαφέρουσα πορεία τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα του, με σημαντικές συμμετοχές, ιδίως στην Όπερα του Παρισιού όπου κάθε σεζόν του αναθέτουν ρόλο ενώ, έχοντας περάσει και αυτός από τη Νέα Υόρκη, θεωρεί μέντορά του τον Δημήτρη Καβράκο. Μου λέει: «Τη Μαρία Κάλλας την ήξερα πριν ακόμα ξεκινήσω μαθήματα μουσικής. Ο θρύλος της ήταν παντού. Οπότε το να τραγουδήσω με αφορμή την επέτειο των 100 ετών από τη γέννησή της είναι μεγάλη τιμή, και μάλιστα με έναν ρόλο, του Οροβέζο, που δεν έχω ξανατραγουδήσει. Πέρυσι έκανα το ντεμπούτο μου στο Φεστιβάλ της Βερόνα ερμηνεύοντας τον βασιλιά στην “Αΐντα” και η πρόταση από τον Τομ Βολφ και τον Γιουτζίν Κον ήταν μεγάλη χαρά.
Το Ηρώδειο είναι μαγικό και οπωσδήποτε είναι μεγάλο πλεονέκτημα να συμμετέχεις σε παράσταση εκεί. Πόσο μάλλον στη μνήμη της Κάλλας, η οποία κάποτε τραγούδησε κι αυτή εκεί». Ρωτάω για τη σχέση του κοινού της πατρίδας του με την όπερα. Μου εξηγεί: «Δεν έχει τόσο μεγάλο κοινό όσο εδώ, στην Αθήνα υπάρχουν μεγαλύτερες όπερες, εμείς έχουμε μόλις δύο στο Βελιγράδι, μια κρατική και μία ιδιωτική, και μία στο Νόβι Σαντ. Μόλις τον Μάιο έπαιξα “Δον Κιχώτη” και σύντομα θα επιστρέψω για “Μεφιστοφελή” του Φάουστ».
Η μεγάλη έκπληξη ωστόσο για το αθηναϊκό κοινό θα είναι η συμμετοχή του Μάριου Φραγκούλη στον ρόλο του Ρωμαίου ανθύπατου Πολιόνε της Γαλατίας. Μπορεί να είναι πολύ αγαπητός και δημοφιλής τραγουδιστής, να έχει δώσει δεκάδες συναυλίες και να έχει παίξει ως ηθοποιός τόσο σε μιούζικαλ όσο και σε παραστάσεις αρχαίου δράματος, αλλά είναι η πρώτη φορά που θα τον δούμε σε παράσταση όπερας.
Μου εξηγεί: «Ο ρόλος του Πολιόνε είναι ένας ρόλος που ονειρευόμουν από όταν ήμουν 23 ετών στη Σχολή Τζούλιαρντ στη Νέα Υόρκη. Η “Νόρμα” είναι ένα πολύ σπουδαίο έργο σε λιμπρέτο του Φελίτσε Ρομάνι και μουσική του Βιντσέντζο Μπελίνι, του πολύ σπουδαίου μουσικοσυνθέτη του μπελκάντο, που έδωσε την ομορφιά στην ιστορική παράσταση στη Σκάλα του Μιλάνου τον Δεκέμβριο του 1831. Η Μαρία Κάλλας υπήρξε για μένα, και για όλο τον κόσμο που αγαπάει την όπερα και ακούει τις διάφορες φωνές που ερμήνευσαν τον ρόλο, η πιο σπουδαία ερμηνεύτριά του. Βέβαια, τον ρόλο τον τραγούδησαν και η Τζόαν Σάδερλαντ, η Μονσεράτ Καμπαγιέ, η Αϊσέ Λέιλα Γκέντζερ, όλες τους πολύ σπουδαίες σοπράνο, αλλά πιστεύω ότι η Κάλλας είχε αυτό τον τέλειο συνδυασμό της φωνής και του μπελκάντο.
Μια δραματική κολορατούρα σοπράνο που μπόρεσε να αντέξει αυτό τον ρόλο σε πάρα πολλές παραστάσεις σε όλο τον κόσμο. Όλοι όσοι συμμετέχουμε σε αυτήν την παράσταση έχουμε συνδεθεί με την Κάλλας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Εγώ έχω κερδίσει την υποτροφία Μαρία Κάλλας, ο σκηνοθέτης έκανε το υπέροχο ντοκιμαντέρ όπως και μια σειρά από άλλες δραστηριότητες για εκείνη, ο μαέστρος ήταν ο πιανίστας της στα μαθήματα του Τζούλιαρντ».
Αλλά πώς αισθάνεται σχετικά με το οπερατικό του ντεμπούτο στην Ελλάδα;
«Αυτή είναι η πρόκληση και το στοίχημα που θέλω να κερδίσω σχετικά με το κοινό. Θα τραγουδήσω στο Ηρώδειο χωρίς μικρόφωνα, με όρους κλασικής μουσικής και με τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, που είναι πραγματικά πάρα πολύ καλή. Για μένα η όλη παράσταση είναι ένας φόρος τιμής προς τη Μαρία Κάλλας και πράγματι το ντεμπούτο μου στον ρόλο και στην όπερα στην Ελλάδα. Είναι πολύ δύσκολος ρόλος, αλλά πιστεύω ότι μου ταιριάζει, έχω ξεκινήσει να τον μελετώ εδώ και έναν χρόνο περίπου. Πιστεύω ότι είναι στα φωνητικά μου μέτρα, ως ηθοποιού και ως τραγουδιστή, αλλά πάνω απ’ όλα αποτελεί για μένα ένα μεγάλο χρέος απέναντι στη Μαρία Κάλλας, να δείξω ότι η υποτροφία που πήρα μέσω του Χρήστου Λαμπράκη τον Φεβρουάριο του 1988 δεν πήγε χαμένη.
Ο δάσκαλός μου, ο Αλφρέντο Κράους, που είχε παίξει με την Κάλλας στην “Τραβιάτα”, στη θρυλική παράσταση της Λισαβόνας, θα είναι χαρούμενος από εκεί που βρίσκεται. Είναι ένας φόρος τιμής σε πολλούς ανθρώπους που εκτιμούσα και θα ήθελα να είναι εδώ να με δουν. Τον ρόλο μού τον πρότεινε ο Τομ Βολφ και του είπα ότι θα το συζητήσω με τον Κον, με τον οποίο όποτε βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη μελετάω κλασικούς ρόλους. Είναι ένα δύσκολο έργο του μπελκάντο η “Νόρμα”. Δεν είμαι τρελός μετά από τόσα μιούζικαλ να θέλω να παίξω έναν τόσο απαιτητικό ρόλο, με πολλά ρετσιτατίβα και μουσικές φράσεις που ίσως να μην μπορούσα να τραγουδήσω πριν μερικά χρόνια, αισθάνομαι όμως πολύ ώριμος και έτοιμος να τον παίξω.
Είδα ότι μου ταίριαζε πάρα πολύ στη φωνή, κι όταν συναντηθήκαμε με τον Κον μού είπε πως είναι πεπεισμένος ότι είναι ένας ρόλος που μου πηγαίνει γάντι φωνητικά. Ολόκληρο το καστ είναι εξαιρετικό, ο Σάβα έχει εκπληκτική φωνή, η Τζόις επίσης έχει παίξει “Κάρμεν”, “Μαντάμ Μπατερφλάι”, σύντομα παίζει “Τόσκα”. Και η Μεικτή Χορωδία Fons Musicalis που έχει αναλάβει ο Κωστής Κωνσταντάρας είναι πολύ καλή. Ακολουθούμε τις οδηγίες του Τομ και πιστεύω ότι θα είναι μια παράσταση που θα μείνει στην Ιστορία. Υπάρχει από όλους μας η διάθεση να κάνουμε την καλύτερη παράσταση της ζωής μας και να δώσουμε στον κόσμο τη μεγάλη χαρά του μπελκάντο».
Η μεγάλη διεθνής υπερπαραγωγή «Νόρμα», αφιερωμένη στα 100 χρόνια από τη γέννηση της Μαρίας Κάλλας, ξεκινάει την ευρωπαϊκή της περιοδεία πραγματοποιώντας πρεμιέρα στην Αθήνα, στις 28 και 30 Αυγούστου, με 110 ερμηνευτές και καλλιτέχνες ζωντανά στη σκηνή του Ηρωδείου.
Ώρα έναρξης: 21:00.
Για την προπώληση κάντε κλικ εδώ.
Μια παραγωγή του Πολιτιστικού Οργανισμού «Λυκόφως» του Γιώργου Λυκιαρδόπουλου.