ΤΩΡΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ δεν διαβάζουν την «Τζέιν Έιρ» της Σάρλοτ Μπροντέ, αλλά στη δική μου γενιά ήταν ένα βιβλίο δημοφιλές, το πρώτο μας ας πούμε γκοθ αφήγημα, αν και δεν είχαμε ιδέα τι σημαίνει όλο αυτό, από τις τότε εκδόσεις Άγκυρα.
Ήταν κάπως τρομακτική η ιστορία και θυμάμαι ένα χαρακτικό με το νυφικό της Τζέιν Έιρ να πιάνει φωτιά που με τρόμαζε. Εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι από τις αγαπημένες μου ιστορίες και όταν έφτασα στο θέατρο Θησείον είχα μεγάλη περιέργεια να δω πώς αυτή η ατμόσφαιρα, γιατί όλο το έργο είναι μια ατμόσφαιρα, θα ζωντάνευε σε απόσταση αναπνοής από τις θέσεις μας.
Η Κατερίνα Μαυρογεώργη γράφει ωραία, είναι ηθοποιός, έχει την αίσθηση της θεατρικής πράξης που υπάρχει πίσω από κάθε φράση της. Το 2019 έγραψε το έργο «Οι λουόμενες», το οποίο σκηνοθέτησε, και μέσα από το σκουριασμένο υδροθεραπευτήριο όπου έβαλε τρεις γυναίκες να αναζητούν την κάθαρση και ίσως μια καινούργια αρχή αναδύθηκε ένα μυστήριο αυτού του γυναικείου τόπου των ενοχών, των μυστικών, των αναγκών και του φόβου.
Η παράσταση και το κείμενο δίνουν βάρος και στην αόρατη ηρωίδα του έργου, μια γυναίκα «φυλακισμένη» σε έναν όροφο του σπιτιού· η ακατανόητη τότε ψυχική της κατάσταση, η διαφορετική της συμπεριφορά την κρατούν μακριά και απομονωμένη απ' όλους.
Με την «Jane» τρυπώνει στη ζωή των αδελφών Μπροντέ και στον κόσμο της «Τζέιν Έιρ» που έπλασε η Σάρλοτ και τις συνδέει με πάθος, χιούμορ και ενθουσιασμό στην ίδια προβολή ενός αρνητικού. Ποια είναι αυτή η τόσο τραυματισμένη ηρωίδα, η τόσο μυστηριώδης συγγραφέας, και πώς φτάνει στις μέρες μας αλώβητη;
Η Κατερίνα απευθύνει στη Σάρλοτ και στην Τζέιν ένα γράμμα:
«Αγαπητές μας Σάρλοτ και Τζέιν, Τζέιν και Σάρλοτ, συγχωρέστε μας το θάρρος να απευθυνθούμε και στις δυο σας ταυτόχρονα σε κοινή επιστολή. Ο λόγος που ωθεί την πένα μας δεν είναι παρά ο ενθουσιασμός. Τόσο πολλές απορίες φουσκώνουν τις καρδιές μας. Πώς γίνεται, Τζέιν Έιρ, να ήσουν τόσο ελάχιστη και παντοδύναμη ταυτόχρονα; Σάρλοτ, μήπως η ηρωίδα σου, η Τζέιν, είναι μια προσευχή; Μήπως είναι στ’ αλήθεια η πανοπλία σου; Σάρλοτ, πώς είναι να κρύβεις την ταυτότητά σου για να καταφέρεις να εκδώσεις το έργο σου, το έργο που σου καίει τα μάτια κάθε βράδυ;
Δεν μπορούμε παρά να παραθέσουμε εδώ μερικά από τα επίθετα που σε κοσμούν, Τζέιν, στο βιβλίο, ήδη από τις πρώτες σελίδες του: "Έξαλλη, ανυπάκουη, κακιά, εκτός εαυτού, λυσσασμένη, μανιακή, αρουραίος, ύπουλο πλάσμα, αφηνιασμένη". Τζέιν, μας συναρπάζεις. Αφουγκραζόμαστε μια ισχυρή αντίφαση μέσα στην καλοσχηματισμένη ηρωίδα με το λεπτό ανάστημα και το αυστηρό βικτοριανό μπονέ. Σάρλοτ, μας γοητεύεις. Έχουμε την αίσθηση, όταν σε διαβάζουμε, ότι κοιτάμε την αντανάκλασή μας μέσα σε ένα βαθύ πηγάδι. Μπαίνουμε στον κόσμο σας, Σάρλοτ και Τζέιν, Τζέιν και Σάρλοτ, με τη χαρά που επισκέπτεται κάποιος έναν στοιχειωμένο πύργο. Ελπίζουμε να συναντήσουμε όλα τα φαντάσματά του. Ειδικά την κλειδωμένη κυρία που γελάει δαιμονισμένα και σκίζει τη νύχτα στα δύο... την Μπέρθα. Φοβόμαστε λίγο, αλλά ελπίζουμε να νικήσει η επιθυμία μας να την πλησιάσουμε», γράφει.
Η Νάνσυ Σιδέρη, ο Δημήτρης Δρόσος και η Βίκυ Κυριακουλάκου που αφηγούνται και πρωταγωνιστούν στην ιστορία δεν υποδύονται τα πρόσωπα της ιστορίας, είναι τα πρόσωπα που ταξιδεύουν στον χρόνο, συνδέουν το μυθιστόρημα με την αληθινή ζωή, γίνονται τα πρόσωπα της «Τζέιν Έιρ» στο στοιχειωμένο από τις φωνές της Μπέρθα αρχοντικό και μας ταξιδεύουν με απλότητα και χάρη στις δοκιμασίες της ζωής μιας νεαρής γυναίκας του 19ου αιώνα που μοιάζουν ανυπέρβλητες, είτε ήταν συγγραφέας είτε γκουβερνάντα.
Η παράσταση και το κείμενο δίνουν βάρος και στην αόρατη ηρωίδα του έργου, μια γυναίκα «φυλακισμένη» σε έναν όροφο του σπιτιού· η ακατανόητη τότε ψυχική της κατάσταση, η διαφορετική της συμπεριφορά την κρατούν μακριά και απομονωμένη απ' όλους. Είναι αυτή η άγνωστη, η αόρατη ύπαρξη που κινεί ένα μέρος της ιστορίας και των συναισθημάτων. Σε έναν κόσμο που και σήμερα παραμένει ένας απειλητικός τόπος για τις γυναίκες, η παράσταση ανατέμνει τις ζωές τους με τρυφερότητα, φέρνει σε πρώτο πλάνο την επιθυμία τους όχι μόνο να αγαπηθούν αλλά και να διεκδικήσουν έναν χώρο πλασμένο και «πιασμένο» από τους άντρες και τις επιθυμίες τους.
Η ζωή της Σάρλοτ Μπροντέ, η οποία αγαπιέται μέχρι σήμερα με πάθος από τους αναγνώστες για την «Τζέιν Έιρ», τον άλλο της εαυτό, μας συστήνει ξανά ένα σπουδαίο ποιητικό έργο και μια κατάσταση που στα χέρια της δημιουργικής ομάδας της παράστασης γίνεται μια ειλικρινής κατάθεση των μεταβαλλόμενων μέσα στον χρόνο θέσεων, απόψεων, επιταγών και αμετακίνητων πάντα αισθημάτων.
«Η Σάρλοτ κάποια στιγμή έφτιαξε με το μυαλό της μια τρίτη επιλογή: "Γράφω ποιήματα και μικρές νουβέλες. Γιατί να μην τα εκδώσω και να ζήσω έτσι εμένα και την οικογένειά μου;". Πριν τα στείλει σε εκδότες, ζήτησε τη γνώμη ενός ποιητή. Ιδού η γνώμη του ποιητή: "Η λογοτεχνία δεν μπορεί να είναι δουλειά στη ζωή μιας γυναίκας. Και δεν θα έπρεπε να είναι. Μια γυναίκα, όσο περισσότερο χρόνο αφιερώνει στα σωστά της καθήκοντα, τόσο πιο λίγο ελεύθερο χρόνο θα έχει για λογοτεχνία. Δεν θα έπρεπε να ασχολείται με αυτή, ούτε για τη χαρά του επιτεύγματος ούτε για αναψυχή», λέει ο αφηγητής. Η Σάρλοτ Μπροντέ τα κατάφερε. Νίκησε τον χρόνο, πέρασε μέσα από τους αιώνες και η λογοτεχνία της είναι η δική μας αναψυχή.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Jane» εδώ