Απόγευμα σε χώρο προβών στο Μεταξουργείο. Μια εξωπραγματική μουσική και πέντε νέα παιδιά που με οδηγό μια παθιασμένη νέα γυναίκα από τη Σενεγάλη προετοιμάζουν μια παράσταση που θα παιχτεί στην Αθήνα τέλος Μαΐου στο Φεστιβάλ Τεχνών της Rolex.
Η περίφημη Khoudia Touré, χορεύτρια και χορογράφος του σενεγαλέζικου χιπ-χοπ, είχε μόνο μερικές ώρες να διδάξει στους Έλληνες χορευτές και στις Ελληνίδες χορεύτριες που επέλεξε μέσω ίντερνετ μια χορογραφία που εδώ και μερικά χρόνια ταξιδεύει ανά τον κόσμο. Η παράσταση συνοδεύεται από ζωντανή μουσική και αμέσως μετά θα ακολουθήσει συζήτηση με τον σκηνοθέτη-ερμηνευτή Ευριπίδη Λασκαρίδη, μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Τεχνών Rolex.
Η εμπειρία του να παρακολουθείς πρόβα χορού με την Khoudia είναι μοναδική. Στη συζήτηση που ακολούθησε, καθισμένοι στο παρκέ του χώρου των προβών, λίγες ώρες προτού πάρει το αεροπλάνο για τον επόμενο προορισμό της, καθώς συνεχώς ταξιδεύει λόγω υποχρεώσεων, αναφερθήκαμε στον χορό στην πατρίδα της, τη Σενεγάλη, την ομάδα της La Mer Noire και στο χιπ-χοπ που έφτασε εκεί τη δεκαετία του '90 από τα αμερικανικά γκέτο, αλλά και στη διάσημη Καναδή χορογράφο Κρίσταλ Πάιτ η οποία αποτέλεσε τη μέντορά της μέσω του ειδικού προγράμματος The Rolex Mentor and Protégé Arts Initiative.
Τέλη της δεκαετίας του ’90 το χιπ-χοπ βοήθησε τη νεολαία στη Σενεγάλη να εκφραστεί πολιτικά. Υπήρχαν πολλά γκρουπ που έπαιζαν ραπ, και μετέφερε τα μηνύματά τους.
— Η Ελλάδα δεν διαθέτει παράδοση στο χορευτικό χιπ-χοπ, αν και υπάρχουν μεμονωμένες ομάδες που το έχουν το υιοθετήσει. Ίσως να μην μπορεί να υπάρξει ταύτιση με τα γκέτο, όπου γεννήθηκε. Εσύ τι συνάντησες στην Αθήνα;
Εγώ βρήκα μια πόλη με μεγάλη ποικιλομορφία στο στυλ και τις πρακτικές, κυρίως μια εκπληκτική σωματικότητα στους χορευτές, που διαθέτουν χαρακτήρα και δυνατές προσωπικότητες.
— Οι Δυτικοί συνήθως ταυτίζουμε την Αφρική με τον χορό, που θεωρούμε ότι χαρακτηρίζει όλες τις πλευρές της ζωής της. Ήταν ένα από τα στοιχεία, μαζί με τη μουσική και το τραγούδι, που συνέδεσε τους ανθρώπους οι οποίοι μεταφέρθηκαν ως σκλάβοι από διαφορετικές περιοχές της ηπείρου στον Νέο Κόσμο.
Συμφωνώ. Πράγματι, υπάρχει κάτι κοινό με την Αφρική που μετατρέπει τα στοιχεία της ζωής σε κάτι που συνδέεται με τον χορό, το τραγούδι και, κατά κάποιον τρόπο, με τη δοξολογία. Όλα αυτά τα έχω διαπιστώσει σε όλες τις χώρες της Αφρικής που έχω επισκεφθεί και είναι απολύτως εμφανή και στην πατρίδα μου. Οπότε, ναι, συμφωνώ ότι η ψυχή και οι ρίζες μας ενσαρκώνονται και εκφράζονται μέσω του χορού, της μουσικής και του ρυθμού. Το βλέπεις σε κάθε είδους τελετουργία, σε γάμους, στις γέννες, σε κάθε κοινωνική και δημόσια εκδήλωση. Σήμερα συζητάμε με ποιον τρόπο θα το μετατρέψουμε σε μια τέχνη που θα μπει στα θέατρα.
— Στη Σενεγάλη έχει αναπτυχθεί ο καλλιτεχνικός χορός ή το κλασικό μπαλέτο;
Υπάρχει το Εθνικό Μπαλέτο, που συνεχίζει όμως την παράδοση του δικού μας χορού περισσότερο. Οπότε θα έλεγα ότι μάλλον προωθεί ένα ρεπερτόριο σενεγαλέζικης παράδοσης.
— Αυτό που έχει μεγάλο ενδιαφέρον είναι ότι υπηρετείς ένα είδος χορού που ξεκίνησε από νεαρούς Αφρο-αμερικανούς στα γκέτο του Μπρονξ, της Νέας Υόρκης, και με κάποιον τρόπο επέστρεψε στις ρίζες τους, στην Αφρική. Πώς συνέβη αυτό;
Κι εγώ το βρίσκω τρομερά ενδιαφέρον, γιατί δεν έχει να κάνει μόνο με την τέχνη αλλά περισσότερο με την ιστορία και τη στιγμή που εμφανίστηκε. Τέλη της δεκαετίας του ’90 το χιπ-χοπ βοήθησε τη νεολαία στη Σενεγάλη να εκφραστεί πολιτικά. Υπήρχαν πολλά γκρουπ που έπαιζαν ραπ, και μετέφερε τα μηνύματά τους. Νομίζω επίσης ότι έχει να κάνει και με τη γλώσσα, γιατί όπως τα αγγλικά, έτσι και η εθνική μας γλώσσα, τα Wolof, είναι μουσική γλώσσα. Ένα άλλο χαρακτηριστικό μας είναι οι Griot, αφηγητές ιστοριών που διηγούνται γεγονότα και με τον τρόπο τους μεταφέρουν την Ιστορία, ενώ μιλάνε και για το παρόν.
— Παραμυθάδες;
Ακριβώς, τροβαδούροι, οπότε έχουμε μια πολλή δυνατή προφορική παράδοση κι έτσι, καθώς η ραπ είναι η μουσική κουλτούρα του χιπ-χοπ, υπήρχε πρόσφορο έδαφος. Στα '90s ερχόντουσαν πάρα πολλά πράγματα από την Αμερική, κασέτες, και VHS, έτσι πλημμύριζε η Σενεγάλη με μουσικές.
— Οπότε ήταν σαν ένα μια ερωτική επιστολή που έφτασε από το Μπρονξ πίσω στις ρίζες των προγόνων τους.
Είναι απίστευτο αλλά και τόσο φυσικό σήμερα να αποτελεί ένα τόσο ισχυρό μέρος της κουλτούρας μας. Κι όπως είπα πρωτύτερα, επί της ουσίας είναι πολιτικό. Χρησιμοποιήθηκε από τους νέους για να μεταδώσουν τις σκέψεις τους, κι έτσι γιγαντώθηκε.
— Πότε συνέβη αυτή η έκρηξη, στα '90s;
Δεν είναι εύκολο να το προσδιορίσεις, γιατί δεν είναι καταγραμμένο ιστορικά. Θα έλεγα κάπου μεταξύ των μέσων της δεκαετίας του '90 και του τέλους της δεκαετίας.
— Σήμερα πόσες γυναίκες ασχολούνται με αυτό;
Όχι πολλές. Στη μουσική, στη ραπ, συμμετείχαν αρκετά περισσότερες, αλλά στον χορό όχι. Τους επηρεάζουν οι οικογένειές τους που δεν ενθαρρύνουν τις γυναίκες να ακολουθήσουν μια χορευτική καριέρα. Γενικότερα στην κοινωνία υπάρχουν πολλά στερεότυπα και ένα από αυτά είναι ότι δεν είναι αποδεκτό μια γυναίκα να ασχολείται με το χορευτικό χιπ-χοπ.
— Εσύ πώς τα κατάφερες;
Προέρχομαι από μια κατά κάποιον τρόπο μεικτή οικογένεια, από την οποία είχα πολλές επιρροές και ακόμα περισσότερη ελευθερία. Η μητέρα μου υπήρξε ζωγράφος και εισέπραξα δυνατή αίσθηση ελευθερίας από εκείνη, oπότε η περίπτωσή μου είναι λίγο διαφορετική από των περισσότερεων Σενεγαλέζων γυναικών. Βέβαια, αναφέρομαι στην κοινότητα της χιπ-χοπ, γιατί, ενώ έχουμε χορεύτριες παραδοσιακών χορών (φολκλόρ, Sabar) έχουμε ελάχιστες για το χιπ-χοπ.
— Πάντως, χρειάστηκε να φύγεις στο εξωτερικό, σωστά;
Δεν είχα καθόλου κλασική παιδεία, ούτε σπουδές στο χορό, και το να φύγω για να σπουδάσω αποτέλεσε μια ολόκληρη διαδικασία. Έζησα ένα διάστημα στη Γαλλία και στην Αμερική, πήρα το πτυχίο μου στα οικονομικά και το 2012 επέστρεψα στη Σενεγάλη, γιατί ήθελα πραγματικά να γυρίσω και να χτίσω κάτι εκεί.
— Τότε ήταν που ξεκίνησε η ομάδα La mer noire;
Αρχικά εργάστηκα σε ένα πρότζεκτ χορού με παιδιά τα οποία περιηγήθηκαν σε περιοχές της Σενεγάλης πολύ διαφορετικές μεταξύ τους και μερικά χρόνια αργότερα ξεκίνησε η ομάδα μας La mer noire. Επρόκειτο για μια δομή κολεκτίβας που ιδρύσαμε τέσσερις χορευτές το 2017 – ήμουν η μόνη γυναίκα. Η ιδέα ήταν να βρισκόμαστε και να δουλεύουμε με στόχο να μεταμορφώσουμε το χιπ-χοπ σε τέχνη. Μια βαθιά μας επιθυμία ήταν να επαναφέρουμε στη Σενεγάλη μια τέχνη που έμοιαζε να πεθαίνει. Ξεκίνησα μέσω της ομάδας να χορογραφώ, δειλά αλλά σταθερά, μικρά πρότζεκτ. Τα περισσότερα σχετίζονταν την εκπαίδευσή μου, ωστόσο ένιωθα ότι έκανα κάτι για την κοινότητα.
— Τι είδους πρότζεκτ ήταν αυτά;
Χρησιμοποιούσαμε πολλή κίνηση, χειρονομίες, διαφορετικά στυλ και ταυτότητες χορού, όπως το break-dance, το cramp, φυσικά και το χιπ-χοπ.
— Έτσι γεννήθηκε το She Poems Project;
Ήταν η πρώτη μου ευκαιρία να χορέψω ως ερμηνεύτρια-περφόρμερ σε μια χορογραφία της Ισπανίδας χορογράφου Aida Colmenero Diaz, που τη δημιούργησε ώστε να αναδείξει τη γυναίκα σε διαφορετικές χώρες της Αφρικής, σε Σενεγάλη, Κένυα, Τόγκο.
— Κι αυτό αποτέλεσε καλλιτεχνικό σταθμό.
Νομίζω ότι ήταν όντως σταθμός γιατί το χιπ-χοπ ανέβηκε στη σκηνή. Ήταν έναν χρόνο αφότου ξεκινήσαμε την ομάδα και ανεβάσαμε την πρώτη μας παράσταση στη Σενεγάλη και στη Γαλλία.
— Θα έλεγες ότι μετά από αυτό το χιπ-χοπ έπαψε να είναι underground;
Συνέχισε να είναι και τα δυο. Κατά τη διάρκεια της μέρας δουλεύαμε το κομμάτι που θα ανεβάζαμε στη σκηνή και τα βράδια πηγαίναμε σε μέρη όπου μπορούσαμε να χορέψουμε ελεύθερα, σε πολιτιστικά κέντρα, δρόμους, οπουδήποτε είχαμε την αίσθηση της συλλογικής έκφρασης. Κάναμε και διαγωνισμούς. Ένα πολύ δραστήριο και δυναμικό σκηνικό απ' όπου προέκυψε και η ιδέα μου για το Óró, για το οποίο ο στόχος μου ήταν να δημιουργήσω κάτι ανάλογο με χορευτές.
— Πώς συναντηθήκατε με την Κρίσταλ Πάιτ;
Αυτό συνέβη χάρη σε ένα πρόγραμμα που λέγεται The Rolex Mentor and Protégé Arts Initiative και υπάρχει τα τελευταία είκοσι χρόνια. Κάθε δύο χρόνια επιλέγουν έναν/μια νέο/-έα καλλιτέχνη/-ιδα που ακολουθεί έναν/μια μέντορα και τη δουλειά του/της. Μπορεί να είναι από τον χορό, τη λογοτεχνία, τη μουσική, τον κινηματογράφο, από οπουδήποτε. Το προσφέρει η Rolex ως μια μορφή συνεργασίας μεταξύ δύο καλλιτεχνών οι οποίοι ανταλλάσσουν ιδέες και μαθαίνουν μέσα από την επαφή τους.
— Εσένα πώς σε βρήκαν;
Υπάρχει μια επιτροπή που προτείνει προφίλ στον/στη μέντορα και ακολουθεί μια διαδικασία συνεντεύξεων και υλικού. Ταξίδεψα στο Βανκούβερ μαζί με άλλες δύο φιναλίστ και περάσαμε τρεις μέρες με την Κρίσταλ, ώστε να πάρει την τελική της απόφαση. Έτσι έγινε εκείνη η μέντοράς μου κι εγώ η προστατευόμενή της.
— Έχει ενδιαφέρον πώς έδεσες μαζί της, δεδομένου ότι είχατε εντελώς διαφορετικό background.
Είναι απλό. Η Κρίσταλ Πάιτ είναι ένα εκπληκτικό άτομο, πολύ ανοιχτή και δοτική. Με πήρε υπό την προστασία της από την πρώτη στιγμή. Η διαδικασία έγινε σταδιακά, την ακολούθησα σε πάρα πολλές δουλειές της, είτε της δικής της ομάδας είτε με άλλες ομάδες χορού στην Ευρώπη και αλλού, ή στην όπερα. Το μόνο που έκανα ήταν να παρακολουθώ τις πρόβες. Μάλιστα επέλεγα η ίδια σε ποιες χώρες και σε ποια πρότζεκτ ήθελα να παρευρεθώ, έτσι αφιέρωσα πολλές ώρες παρακολουθώντας κυρίως πρόβες στο στούντιό της με την ομάδα της. Αυτό κράτησε δύο χρόνια, κατά τα οποία βρέθηκα σε μπαλέτα, όπερες, ομάδες κάθε είδους. Η ιδέα ήταν να αναπτύξουμε έναν δεσμό ώστε και μόνο χάρη στο γεγονός ότι θα βρισκόμουν δίπλα της θα ανέβαζα το επίπεδό μου. Τώρα πια έχουμε αναπτύξει μια τόσο στενή σχέση που μιλάμε συνεχώς και ανταλλάσσουμε απόψεις για τη δουλειά και τα προβλήματά μας.
— Πώς προλάβαινες να κάνεις τη δική σου δουλειά;
Ταξιδεύοντας συνεχώς μεταξύ Σενεγάλης και Καναδά.
— Οπότε η προσωπική σου δουλειά επηρεάστηκε από αυτή την επαφή σου με τον σύγχρονο χορό.
Ακριβώς, αλλά έκανα τα δικά μου πράγματα. Επηρεάστηκα από διαφορετικούς τρόπους και διαφορετικές δομές σε όλα αυτά τα μέρη όπου ταξίδεψα απλά και μόνο παρακολουθώντας ανθρώπους να δουλεύουν.
— Οπότε η Rolex έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της τέχνης σου;
Αναμφισβήτητα. Ειδικά καθώς δεν είχα κανονική εκπαίδευση, ένιωθα ότι μάθαινα συζητώντας με μία από τις σημαντικότερες δημιουργούς του κόσμου, αλλά και γνωρίζοντας την ομάδα της, τις πρόβες τους.
— Ας μιλήσουμε και για το Óró, την παράσταση που θα δούμε στην Αθήνα.
Το έχουμε παρουσιάσει μέχρι σήμερα σε τρεις χώρες, Σενεγάλη, Γαλλία, Καναδά. Η εκδοχή της Αθήνας είναι η τέταρτη.
— Για την οποία έκανες την επιλογή χορευτών μέσω ίντερνετ.
Ναι, μια online διαδικασία, μια μείξη επαφών, συνεντεύξεων, συζητήσεων.
— Καταρχάς, να σου πω ότι έχει εκπληκτική μουσική. Ποιος την έγραψε;
Ο Julien Villa, με τον οποίο συνεργάζομαι τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ζει στο Παρίσι και έχει κάνει ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ σχετικά με τον χορό στη Σενεγάλη. Έτσι γνωριστήκαμε και ξεκινήσαμε να συνεργαζόμαστε. Η μουσική του είναι ένας συνδυασμός μουσικών της Σενεγάλης που ηχογραφήσαμε, ήχων και φωνών, και μιας δικής του σύνθεσης. Ήρθε μαζί μου στον Καναδά και θα είναι εδώ στην Αθήνα όπου θα παίξει ο ίδιος τη μουσική του.
— Τα λόγια που ερμηνεύουν οι χορευτές είναι δικά σου;
Προέρχονται από γραπτά και ποιήματα ομάδων που συνάντησα κατά τη διάρκεια της περιοδείας μου. Οπότε, εκτός από τον χορό, έχει να κάνει και με τη σχέση μου με το παρελθόν και το μέλλον. Κάνουμε πολλή δουλειά και εκτός προβών, μιλάμε πολύ, γράφουμε πολύ.
— Οπότε είναι και σκέψεις των ερμηνευτών;
Βεβαίως. Στην Αθήνα θα έρθουν να συναντήσουν τους Έλληνες χορευτές τρεις από τη Σενεγάλη και ένας από τον Καναδά.
— Τι σημαίνει Óró;
Αναφέρεται στο λατινικό «or» που προέρχεται από το orality, την πράξη της ομιλίας, και στη νιγηριανή λέξη oruba, που επίσης σημαίνει ομιλία. Βρίσκω τη σχέση μεταξύ των δύο ενδιαφέρουσα, εφόσον οι ρίζες της παράστασης είναι ο διάλογος και η συζήτηση. Είναι σαν να συζητάμε με το κοινό αλλά και μεταξύ μας.
— Θεωρείς ότι το κοινό της Σενεγάλης μπορεί να ταυτιστεί με τη δουλειά σου;
Καλή ερώτηση! Θα επιστρέψω στο Óró για να σου απαντήσω. Ο αρχικός μου στόχος ήταν να ετοιμάσω ένα έργο που θα μπορούσα να παρουσιάσω σε ένα θέατρο αλλά θα ήταν δυνατό να παρασταθεί και σε περισσότερους χώρους συνάθροισης της κοινότητας. Θα ήθελα ο χορός να έχει λόγο ύπαρξης, να υποστηρίξει τον διάλογο με το κοινό. Οπότε αυτή είναι η ρίζα του.
Αυτό σημαίνει να παίζεις σε όσους δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στο θέατρο. Ονειρεύομαι να μπορέσω να πάω το έργο αυτό στα πιο απομακρυσμένα σημεία της Σενεγάλης, να έρθω όσο γίνεται πιο κοντά με τον κόσμο. Θέλω να προσθέσω ότι όταν μιλάω για επιρροές, εννοώ επίσης την κίνηση και την ενέργεια πίσω από αυτήν, έννοιες οικουμενικές που μπορούν να μιλήσουν στους ανθρώπους, όποιο κι αν είναι το πνευματικό τους υπόβαθρο.
Η περφόρμανς Óró θα παρουσιαστεί την Παρασκευή 26 Μαΐου, μεταξύ 11:30 και 12:30 στο Ωδείο Αθηνών, στο αμφιθέατρο Ιωάννης Δεσποτόπουλος.
Το «Φεστιβάλ Τεχνών Rolex: Γιορτάζοντας 20 χρόνια καθοδήγησης» είναι μια τριήμερη εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί από 26 έως 28 Μαΐου σε πολλούς χώρους σε ολόκληρη την Αθήνα, για να σηματοδοτήσει την 20ή επέτειο του Προγράμματος Rolex για την καλλιτεχνική καθοδήγηση.