Επίσημη προσκεκλημένη του Onassis Dance Days, η Αργεντινή Μαρίνα Οτέρο στην πρώτη της εμφάνιση στην Ελλάδα παρουσιάζει το δίπτυχο FUCK ME / LOVE ME.
Η ίδια συστήνεται ως «μια χορεύτρια που δεν χορεύει», ενώ το εν εξελίξει πρότζεκτ της «Remember to live» (Θυμήσου να ζήσεις) αποτελεί έργο ζωής. Ένα έργο τέχνης, συνδυασμός χορού, θεάτρου και περφόρμανς, στο οποίο μιλάει με αφοπλιστική ειλικρίνεια για τους άτυχους έρωτές της και για τη σακατεμένη σπλήνα της.
Το μικρό της όνομα η Μαρίνα το οφείλει στον παππού της, ο οποίος κατά τη διάρκεια της δικτατορίας στην Αργεντινή ήταν υπαξιωματικός της μυστικής υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού («μαρίνα» στα ισπανικά σημαίνει «ναυτικό»), κι αυτό είναι ένα προσωπικό της τραύμα. Μεγαλώνοντας θέλησε να διερευνήσει το μέγεθος και το είδος της εμπλοκής του στο στρατιωτικό καθεστώς.
Μέρος της έρευνάς της έχει αφομοιωθεί από το «Fuck me», όπου πέντε ολόγυμνοι άνδρες χορεύουν, ενώ η ίδια εξιστορεί τι συνέβη και δεν μπορεί να χορέψει πια. Ξεκινώντας την αφήγησή της από την ιστορία του παππού της, φτάνει στα προβλήματα υγείας της και στη συνειδητοποίηση της φθοράς αλλά και της ανάγκης της για έρωτες, ταξίδια, ζωή και, φυσικά, χορό.
«Υπάρχουν διάφορα κεφάλαια και έργα τα οποία αναπτύσσονται και εξελίσσονται ανάλογα με το πλαίσιο και τις καταστάσεις που αντιμετωπίζω στη ζωή μου. Αυτά τα κεφάλαια θα εξελίσσονται σε διάφορες εκδοχές μέχρι τη μέρα που θα πεθάνω. Υπάρχει μία συνέχεια γιατί πάντα μιλάω για εμένα».
Το «Love Me», το οποίο έγραψε κατά τη διάρκεια της πανδημίας στο Μπουένος Άιρες, με τη συνεργασία του θεατρικού συγγραφέα Μαρτίν Φλόρες Κάρντενας, είναι ένα σόλο που ξεκινάει μέσα σε απόλυτο σκοτάδι, μέσα στο οποίο κρατάει το προσωπικό της ημερολόγιο, προβαίνοντας παράλληλα σε εξομολογήσεις. Σήμερα θεωρεί ότι ζει ως μια ξένη που έχει μεταναστεύσει από τη χώρα της στην Ευρώπη.
Η συνέντευξη που ακολουθεί έγινε μέσω διαδικτύου, καθώς η Μαρίνα Οτέρο βρισκόταν στο Μπουένος Άιρες για μια σειρά παραστάσεων. Ο συνεργάτης της, Μαριάνο, εκτελούσε χρέη διερμηνέα στα αγγλικά.
— Καταρχάς, δεν μπορώ να μην αναφερθώ στον ιδιαίτερα προκλητικό τίτλο. Περί τίνος πρόκειται;
Όταν δεις την παράσταση, θα σου απαντηθούν όλες οι ερωτήσεις. Θα καταλάβεις περί τίνος πρόκειται.
— Αυτό που γνωρίζω είναι ότι αποτελεί μέρος του εν εξελίξει πρότζεκτ «Θυμήσου να ζήσεις». Μπορείς να μου εξηγήσεις όμως τι έχεις κατά νου, καθώς κάθε δημιουργία αποτελεί μέρος του συνολικού έργου ζωής ενός καλλιτέχνη.
Υπάρχουν διάφορα κεφάλαια και έργα που αναπτύσσονται και εξελίσσονται ανάλογα με το πλαίσιο και τις καταστάσεις που αντιμετωπίζω στη ζωή μου. Αυτά τα κεφάλαια θα εξελίσσονται σε διάφορες εκδοχές μέχρι τη μέρα που θα πεθάνω. Υπάρχει μια συνέχεια γιατί πάντα μιλάω για μένα. Ωστόσο τα έργα είναι διαφορετικά, γιατί το πλαίσιο κάθε φορά είναι διαφορετικό.
— Αυτό δεν κάνει τη δουλειά σου εγωκεντρική;
Εντελώς!
— Στο σκηνοθετικό του σημείωμα αναφέρεσαι στον εαυτό σου ως πρόσφυγα και μετανάστρια. Η μετακίνησή σου στην Ευρώπη σε κάνει πρόσφυγα;
Έχω ανάγκη να μοιράζομαι την προσωπική μου ιστορία και κάθε έργο μου είναι ένα διαφορετικό σύμπαν, παρόλο που αφορούν εμένα την ίδια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το «Love Me». Τώρα, σχετικά με το θέμα της πρόσφυγα-μετανάστριας, έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι εμείς οι μετανάστες εθιζόμαστε στην απόδραση με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Αυτό, πάντως, το εξηγώ μέσα στο «Love Me». Προσωπικά συνεχώς μετακινούμαι, αλλάζω τόπους και κάθε φορά είναι σαν να αποδρώ…
— Μα δεν κουβαλάμε τον τόπο μας όπου και να πάμε; Λες στο σημείωμα σκηνοθέτη ότι «η ταυτότητά μας είναι το μονοπάτι, γιατί η χώρα που αφήνουμε δεν υπάρχει πια» Αλλά η χώρα αυτή δεν εξακολουθεί πάντα να ζει μέσα μας;
Ναι, αλλά για ένα άτομο που εγκαταλείπει τη χώρα του οι αναμνήσεις του παρελθόντος παγώνουν. Το παρελθόν παύει να υπάρχει και να μεταβολίζεται, αλλιώς δεν προχωράς μπροστά. Στην πραγματική ζωή υπάρχει μια νέα χώρα.
— Με τον τίτλο «Love Μe» αναφέρεσαι στους άλλους ή στον εαυτό σου;
Όχι, στους άλλους, τους καλώ να με αγαπήσουν.
— Έχεις πει ότι στο «Fuck Μe» υπάρχει και η έννοια της εκδίκησης. Από πού προέρχεται αυτό;
Απ’ το ότι έχω υπάρξει θύμα της αντρικής βίας. Βάζω στο έργο μου πέντε άντρες να επιδεικνύουν αυτήν τη βία κι έτσι, από προσωπική υπόθεση, μετατρέπεται σε μια υπόθεση γυναικών γενικά. Στο «Love Me» επανέρχεται το θέμα της βίας, αλλά μιας βίας που υπάρχει μέσα μου.
— Εν τέλει ως ένα γυναικείο θέμα ή ως κάτι προσωπικό;
Η έμφαση δίνεται σε μένα την ίδια αλλά και στις γυναίκες γενικότερα, καθώς οι γυναίκες ανέκαθεν έρχονταν αντιμέτωπες με τη βία των αντρών.
— Πάντως, το να πει μια γυναίκα «fuck me» δημόσια είναι ταμπού, σύμφωνα με τις γενικώς αποδεκτές συμβάσεις ακούγεται προκλητικό. Θεωρείς ότι είναι απελευθερωτικό να το λες στο πλαίσιο της τέχνης;
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για την κραυγή απελπισίας κάποιας που, λόγω της ευθραυστότητάς της, βρίσκεται σε αδιέξοδο, πιο κοντά στον θάνατο παρά στη ζωή. Περισσότερο έχει να κάνει με αυτό παρά με υπεροχή και πρόκληση.
— Οπότε γιατί έρχεται πρώτα το «fuck me» και μετά το «love me»;
Θα σου απαντήσω με μια φράση του έργου: «Πρώτα γάμησέ με και μετά μιλάμε για έρωτα».
— Να το ερμηνεύσω κυριολεκτικά; Έχει να κάνει με το σεξ;
Αυτό που λέει το έργο είναι πέρα από αυτό που νομίζω η ίδια.
— Ο αισθησιασμός των σωμάτων είναι χαρακτηριστικό της κουλτούρας της Λατινικής Αμερικής και παράδειγμα αυτού αποτελεί η μεγάλη παράδοση του ταγκό στην Αργεντινή. Η χορογραφία σου έχει αφετηρία αυτή την παράδοση;
Στο «Fuck me», σε κάποιον βαθμό, ναι. Ξεκινάει με αυτή την αίσθηση, αλλά σύντομα σε πηγαίνει εντελώς αλλού. Μιλάει για ένα σακατεμένο και πολύ εύθραυστο κορμί χωρίς ερωτική ζωή. Οπότε το έργο είναι πολύ πιο κοντά στην εύθραυστη φύση αυτού του κορμιού παρά στον αισθησιασμό και τη σεξουαλικότητα.
— Το «Love me» είναι σόλο ερμηνεία με κείμενο. Πλησιάζει περισσότερο το θέατρο απ’ ό,τι τον χορό;
Δεν θα το έλεγα. Και τα δύο έργα έχουν κείμενο και χορό.
— Ποιες είναι οι επιρροές σου από τον χώρο του θεάτρου και του σύγχρονου χορού;
Πάρα πολλές, και κυρίως από το θέατρο: Τhomas Οstermeier, Grupo Krapp, Carolina Bianchi, Florentina Holzinger, Jêróme Bel, Federico León, Diana Szeinblum, Milo Rau, Emilio García Wehbi, Pablo Rotemberg, Sergio Blanco, Angélica Liddell, Phia Menard.
— Από τη λογοτεχνία;
Όχι κάτι συγκεκριμένο. Αν και στο «Fuck me» δανείζομαι φράσεις της Angélica Liddell.
— Ωστόσο στο σκηνοθετικό σου σημείωμα ξεκινάς με ένα απόφθεγμα του Roberto Bolanio που λέει: «Αυτή είναι η Έρημος. Το μέρος όπου γεννιούνται ποιήματα. Η χώρα μου».
Αυτό ειδικά συνδέεται με το «Love me» και σκοπό έχει να υπογραμμίσει την ειρωνεία ότι η ίδια έρημος που εκπροσωπεί την ανάγκη του να φύγει σε άλλη χώρα είναι επίσης το μέρος που έδωσε στη δουλειά τη δυνατότητα να καρποφορήσει και στον ίδιο το δικαίωμα να φύγει.
— Το «Love me» δημιουργήθηκε εν μέσω lockdown. Αυτό είχε κάποια επίδραση στη διαδικασία ή στο αποτέλεσμα;
Δεν σχετίζεται με την πανδημία. κι ας το δούλεψα κατά το lockdown. Λίγο πριν είχα κάνει μια σοβαρή επέμβαση και η φυσική μου κατάσταση ‒λιγότερο η διανοητική‒ δεν ήταν και η καλύτερη. Στην πραγματικότητα, αυτό είναι το θέμα του «Love me», πώς να επιστρέψω στον χορό χωρίς να διακινδυνεύσω τη σωματική μου ακεραιότητα καθώς ανάρρωνα μετά την επέμβαση. Στο «Fuck me» αναφέρομαι σε αυτήν, αλλά στο «Love me» της δίνω έμφαση.
— Οπότε το lockdown ήταν μια μεταβατική περίοδος για σένα, κατά την οποία αποκαταστάθηκε η υγεία σου και δημιούργησες το δεύτερο αυτό μέρος της χορογραφίας.
Στη δική μου περίπτωση ναι. Ήταν περίοδος αποκατάστασης και ξεκούρασης.
— Αλήθεια, πώς αντέδρασαν στο Μπουένος Άιρες με τον τίτλο;
Γραμμένο στα αγγλικά δεν είναι και τόσο χυδαίο. Μοιάζει περισσότερο σαν αστείο. Αν ήταν στα ισπανικά, θα ήταν όντως σκληρό.
FUCK ME — Σάββατο 4 Μαρτίου | 20:30 | Κεντρική Σκηνή
LOVE ME — Κυριακή 5 Μαρτίου | 20:30 | Κεντρική Σκηνή
Ηλικίες: 18+
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την περφόρμανς εδώ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.