«Μέχρι και σήμερα δεν έχω ιδέα τι αφορά αυτή η ταινία. Και ο ίδιος ο Δον Λούις δεν μου έδωσε ποτέ σαφείς εξηγήσεις για όσα τον ρωτούσα» λέει σε πρόσφατη συνέντευξή της η ογδονταεπτάχρονη Σίλβια Πιλάρ, ζωντανός θρύλος του μεξικανικού θεάτρου και κινηματογράφου, πρωταγωνίστρια στις ταινίες του Λουίς Μπουνιουέλ «Βιριδιάνα» (Χρυσός Φοίνικας, Κάννες 1961) και «Εξολοθρευτής Άγγελος» (1962).
Η τελευταία χάρη σ' εκείνη και στον τότε σύζυγό της παραγωγό Γκουστάβο Αλατρίστε γυρίστηκε στο Μεξικό και όχι στο Λονδίνο ή στο Παρίσι, όπως κατά βάθος ήλπιζε ο Λουίς Μπουνιουέλ.
Το Μεξικό, βέβαια, ήταν προ πολλού ο τόπος όπου διέμενε ο σπουδαίος Ισπανός σκηνοθέτης μετά τον ισπανικό εμφύλιο και γύρισε μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του, ακόμα και όταν επρόκειτο για χαμηλού κόστους, εμπορικών προδιαγραφών φιλμ.
Σουρεαλιστικού ύφους και ισάξιος των πρώτων και εμβληματικών του ταινιών, όπως ο «Ανδαλουσιανός Σκύλος» (Un chien andalou) και η «Χρυσή εποχή» (L' Âge d' Or), για τις οποίες συνεργάστηκε με τον Σαλβαδόρ Νταλί, ο «Εξολοθρευτής Άγγελος» («El ángel exterminador»), δανείζεται τον τίτλο του από ένα Τάγμα Καθολικών του 19ου αι. που σκοπό του είχε την εξόντωση των δημοκρατών, αλλά δεν κάνει καμία αναφορά σε κάτι τέτοιο. Επίσης, ο όρος απαντά στην Αποκάλυψη.
Η Ευρώπη έχει αποτύχει σε πολλά πράγματα, ο μεγαλύτερος στατιστικά πληθυσμός της Γης υποφέρει και είναι σε εμπόλεμη κατάσταση, σε κατάσταση φτώχειας, κι ας έχουν κατακτηθεί πράγματα. Η οικολογική καταστροφή είναι τεράστια και σε μερικά χρόνια θα βιώσουμε όλοι μας τις συνέπειές της άμεσα.
Ο ίδιος ο Μπουνιουέλ, όσο ζούσε, διασκέδαζε με τις ενδελεχείς αναλύσεις των κριτικών που ήθελαν την ταινία να αποτελεί μια παραβολή για την Ισπανία του Φράνκο ή τον κατακερματισμό της ανώτερης τάξης.
Ο αρχικός τίτλος ήταν «Οι ναυαγοί της οδού Προνοίας» και το σενάριο, στη συγγραφή του οποίου συμμετείχε ο σεναριογράφος Luis Alcoriza, το υπογράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης.
Η υπόθεση αφορά μια ομάδα ανθρώπων της υψηλής κοινωνίας που μετά το τέλος μιας παράστασης όπερας στην Πόλη του Μεξικού πηγαίνουν για δείπνο στο αρχοντικό ενός εξέχοντος μέλους του κύκλου τους. Και ενώ οι υπηρέτες για κάποιον ανεξήγητο λόγο εγκαταλείπουν το σπίτι πριν καλά-καλά ξεκινήσει το γεύμα −μόνο ο μπάτλερ παραμένει στη θέση του−, στο τέλος της βραδιάς οι καλεσμένοι, για έναν εξίσου ανεξήγητο λόγο, αδυνατούν να φύγουν.
Η ταινία, η οποία σήμερα θεωρείται κλασική και από τις πλέον διάσημες του Μπουνιουέλ, μόλις πριν από δύο χρόνια ενέπνευσε τον Βρετανό συνθέτη Thomas Adès που την έκανε όπερα. Φέτος, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, θα δούμε τη θεατρική της διασκευή σε σκηνοθεσία της Άντζελας Μπρούσκου και την εικαστική επέμβαση της Μαρίας Παπαδημητρίου ως σκηνογράφου.
— Γιατί επέλεξες να επιστρέψεις σε μια ταινία του 1962 σήμερα;
Γιατί μιλάει για μια συγκεκριμένη τάξη, την αριστοκρατία, τους ανθρώπους που έχουν στα χέρια τους την εξουσία, που καθορίζουν το μέλλον του πλανήτη.
— Λένε συχνά ότι ο Μπουνιουέλ αναφερόταν στην Ισπανία του Φράνκο...
Έχουν γίνει πολλές αναλύσεις και πολλοί κριτικοί όντως αναφέρονται στο καθεστώς του Φράνκο. Ο ίδιος ο Μπουνιουέλ δεν ήθελε να τοποθετηθεί.
— Εσύ πού βασίζεις τη θεατρική σου μεταφορά;
Αναγκαστικά είναι λιγότερα τα πρόσωπα, καθώς δεν μπορούσα να έχω είκοσι ηθοποιούς επί σκηνής. Βασίστηκα στο σενάριο. Σαφώς, ο καθένας μπορεί να κάνει τις αναγωγές του και να βρει τις αναφορές του.
Δεν θέλω να ξανακάνω την ταινία, οπότε απ' αυτήν επιλέγω ό,τι με ενδιαφέρει περισσότερο, κυρίως τον εγκλεισμό αυτών των ανθρώπων, το ότι δεν μπορούν να φύγουν και τελικά επιδίδονται σε κανιβαλισμό, φτάνουν στο έσχατο σημείο της ανθρώπινης υπόστασης − καταρρέει ο πολιτισμός και γίνονται ζώα με τον τρόπο που μπορεί να γίνει ο άνθρωπος ζώο.
Πρόκειται για μεγαλοαστούς που βγάζοντας το σακάκι καταλήγουν να σφάζουν πρόβατα − θα μπορούσαν να φάνε ο ένας τον άλλον. Βγαίνει όλη τους η επιθετικότητα, το μίσος, κι αρχίζουν οι συγκρούσεις μεταξύ τους, ένα θρησκευτικό παραλήρημα κατά το οποίο επικαλούνται εξωγενείς δυνάμεις για να σωθούν, από τα μάγια μέχρι τη θρησκεία.
Αυτοί οι άνθρωποι, από την ώρα που τους εγκαταλείπουν οι υπηρέτες τους, που θα μπορούσαν να είναι ο λαός, δεν μπορούν να δράσουν, βρίσκονται σε μια παθητική κατάσταση. Δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, ενώ κανείς δεν τους εμποδίζει, φανερά, τουλάχιστον. Ίσως να είναι και ένα φαινόμενο της εποχής μας αυτό, το ότι θέλουμε να κάνουμε πράγματα, μιλάμε γι' αυτά, αλλά δεν τα κάνουμε και μοιραία γινόμαστε παθητικοί θεατές ενός παγκόσμιου δράματος.
— Με έναν τρόπο ξαναγράφεις την ταινία;
Όχι, εξάλλου είναι πάρα πολύ καλά φτιαγμένη. Απλώς δανείζομαι το υλικό της. Βλέπεις ένα πλάνο, αλλά δεν ξέρεις τι γίνεται γύρω-γύρω. Εγώ θα βάλω στο έργο κι αυτά που δεν βλέπουμε στο πλάνο, το τι μπορεί να συμβαίνει παράλληλα.
— Θα προκύψουν πράγματα και μέσα από τις πρόβες;
Υπάρχει το βασικό κείμενο, αλλά μπορεί να προκύψουν κι άλλα κείμενα όπως και δράσεις που δεν υπάρχουν στην ταινία, όπου βλέπεις ένα συγκεκριμένο πλάνο, αυτά που επιλέγει να δείξει ο σκηνοθέτης. Εφόσον λειτουργώ με θεατρικούς όρους, πρέπει να χρησιμοποιήσω άλλη αφήγηση. Θα χρησιμοποιήσω όμως και κάμερα, η οποία θα ακολουθεί τα πρόσωπα σε αυτές τις δράσεις.
— Ποιες είναι οι δικές σου αναγωγές;
Σήμερα συναντιούνται άνθρωποι από διάφορες χώρες και αποφασίζουν για όλα, τι θα συμβεί στον πλανήτη, από το οικολογικό ως τους πολέμους. Θα μπορούσαν να υπάρχουν εκπρόσωποι απ' όλες τις τάξεις. Αν παρακολουθήσεις τα μέλη του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τι λένε, καταλαβαίνεις ότι θα μπορούσες να τα συναντήσεις π.χ. σε ένα πάρτι. Λένε ό,τι λένε, συχνά βλακείες, αλλά είναι αυτοί που καθορίζουν τη μοίρα των υπολοίπων. Είναι οι ίδιοι που, μετά από αυτήν την επίφαση πολιτισμού και καλών τρόπων, φτάνουν να γίνονται οι χειρότεροι.
Μια αναφορά θα μπορούσε να είναι το «Σαλό» ή το «Χοιροστάσιο» του Παζολίνι. Δεν θέλω να είναι καταγγελτικό αυτό που θα κάνω τελικά, θέλω να κρατήσω το χιούμορ. Φαίνονται τα πράγματα, δεν τα εξηγούμε γιατί δεν χρειάζεται να τα κάνουμε πολύ συγκεκριμένα.
— Αναφέρθηκες στον αλληλοσπαραγμό και στην παθητικότητα. Είναι βασικά στοιχεία στην εκδοχή σου;
Τα βασικά στοιχεία για μένα είναι η αδυναμία των ανθρώπων να επικοινωνήσουν και πρωτίστως –τουλάχιστον αυτό εισπράττω εγώ από το έργο, καθώς επαναλαμβάνονται οι καταστάσεις− το ότι για να λύσουν το πρόβλημα και να μπορέσουν να φύγουν πρέπει να επαναλάβουν την είσοδό τους, το πώς μπήκαν και σε ποιες θέσεις καθόντουσαν. Αφού συμβεί αυτό, ξαφνικά καταφέρνουν να ξεφύγουν. Μετά εγκλωβίζονται πάλι σε μια εκκλησία.
Σημασία έχει ότι αυτό που συνέβη δεν τους έκανε καλύτερους, απλώς ξαναγυρίζουν σε αυτό που ήταν πριν, τα πράγματα δεν αλλάζουν. Απ' έξω γίνονται διαδηλώσεις, η αστυνομία χτυπάει το πλήθος, υπάρχει μια εξέγερση, αλλά αυτοί επιστρέφουν στην προηγούμενη κατάστασή τους. Δεν υπάρχει λύση κι αυτό επαναλαμβάνεται σαν λούπα, δεν έχει τέλος.
— Τι ρόλο παίζει ο καθολικισμός, η θρησκεία;
Το δείχνω μέσα από αυτούς τους ανθρώπους. Το κυριότερο είναι ο φόβος τους για τον θάνατο, μήπως χάσουν μια ζωή που δεν μπορείς εύκολα να εγκαταλείψεις όσο την απολαμβάνεις. Όλη αυτή η αγωνία μετατρέπεται σε έναν τρόμο που τους κάνει να συμπεριφέρονται σαν ζώα στο τέλος.
Γι' αυτό επικαλούνται τη θρησκεία, έχουν ψευδαισθήσεις, οράματα και παραληρούν, γιατί θέλουν να τους σώσει κάποιος. Ουσιαστικά, όμως, αυτή η τάξη έχει να κάνει με τον εαυτό της, με τον τρόπο που αντιμετωπίζει τη ζωή. Και αυτό το εννοώ από την κοινωνική πλευρά, μιλάμε για κοινωνικά χαρακτηριστικά, όχι ατομικά. Δεν πρόκειται για χαρακτήρες, για ήρωες.
— Θεωρείς ότι αυτό το έργο μπορεί να εκφράσει σήμερα την ίδια κατάσταση με αυτή που εξέφραζε όταν γυρίστηκε;
Νομίζω ότι είναι το ίδιο. Απευθύνεσαι σε αυτήν την τάξη που δεν μπορεί να επικοινωνήσει με καμιά άλλη. Αν το έκανε, τα πράγματα θα άλλαζαν, θα γινόντουσαν καλύτερα. Αντιθέτως, χειροτερεύουν. Η Εκκλησία είναι ίδια, οι εκπρόσωποι της τάξης της οποίας τα συμφέροντα υπερασπίζεται είναι ίδιοι. Ο κόσμος είναι πάντα σε πόλεμο, εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από πείνα και δίψα.
Η Ευρώπη έχει αποτύχει σε πολλά πράγματα, ο μεγαλύτερος στατιστικά πληθυσμός της Γης υποφέρει και είναι σε εμπόλεμη κατάσταση, σε κατάσταση φτώχειας, κι ας έχουν κατακτηθεί πράγματα. Η οικολογική καταστροφή είναι τεράστια και σε μερικά χρόνια θα βιώσουμε όλοι μας τις συνέπειές της άμεσα.
Μπορεί να έχουμε εξελιχθεί σε πολλούς τομείς, αλλά και η διαστροφή έχει εξελιχθεί. Για μια εγχείριση καρδιάς εξαφανίζονται παιδάκια και το ανθρώπινο σώμα δεν έχει καμία αξία. Μπορεί να υπάρχουν οργανισμοί για τα ανθρώπινα δικαιώματα και άνθρωποι που αγωνίζονται γι' αυτά, από την άλλη όμως συμβαίνουν τα χειρότερα ώστε οι λίγοι να συνεχίσουν να έχουν στα χέρια τους τη μερίδα του λέοντος. Γινόμαστε θεατές και ουσιαστικά δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
— Ο Μπουνιουέλ δεν έτρεφε αυταπάτες κι ελπίδες για τον άνθρωπο γενικότερα.
Και οι εργάτες και οι προλετάριοι έχουν τα ίδια αδιέξοδα. Ουσιαστικά, εκθέτει όλες αυτές τις ανάγκες που έχουμε, την ψυχανάλυση, τη θρησκεία, έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, τη σεξουαλικότητα, τον τρόπο που εκφράζουμε τον ερωτισμό μας. Τον πολιτισμό τον εκθέτει χωρίς να λέει ποιος είναι ο καλός και ποιος ο κακός.
Γι' αυτό δεν μιλάω για την αριστοκρατία αλλά για την άρχουσα τάξη, η οποία συγκινείται με μια όπερα, κλαίει με ένα έργο τέχνης, αλλά αδυνατεί να συγκινηθεί με το δράμα των φτωχών. Είναι θέμα αισθητικής. Είναι ένα υπαρξιακό μανιφέστο.
— Ως παρατηρητής της ανθρώπινης συμπεριφοράς έδινε πάντα σημασία στη σεξουαλικότητα.
Υπάρχει ο ηλικιωμένος μαέστρος, ο οποίος την ώρα που κοιμούνται οι άλλοι επιτίθεται στις γυναίκες σαν σάτυρος, πάει να τις βιάσει. Ένας αδερφός ομοφυλόφιλος και μια αδερφή που έχουν κάτι σαν αιμομικτική σχέση, μια γυναίκα που απατάει τον άντρα της, μια άλλη που δεν θέλει να έχει καμιά επαφή με το σεξ. Θέλω να βγάλω την καταπιεσμένη σεξουαλικότητα. Όλοι έχουν επιθυμίες, ο ένας θέλει τον άλλον, χωρίς να το ξέρουν.
Γενικά, όλοι έχουν πάρα πολλές νευρώσεις. Υπάρχει κι ένα ζευγάρι εραστών που είναι ερωτευμένοι, δεν αντέχουν και αυτοκτονούν. Μην ξεχνάμε ότι είναι μια φάρσα που σχολιάζει τα πάντα και ότι η ταινία έχει στοιχεία γκανγκ.
— Τις επιλογές των ηθοποιών τις έκανες βάσει χαρακτηριστικών τους που συγγενεύουν με τα πρόσωπα της ταινίας;
Ήθελα να έχουν χαρακτηριστικά που να συναντιούνται με την ταινία. Έχουν συμπτυχθεί οι ρόλοι και μοιραία κάποιοι έχουν αφαιρεθεί. Ενδεικτικά, ο Κωνσταντίνος Τζούμας είναι ο αριστοκράτης οικοδεσπότης, η Θέμις Μπαζάκα η οικοδέσποινα, ο Άγγελος Παπαδημητρίου ο μαέστρος, η Nalyssa Green η σύζυγός του, η Νόπη Μπουζούρη η Βαλκυρία, ο Τσιμάρας Τζανάτος ο μπάτλερ. Το ζευγάρι υποδύονται η Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου και ο Άρης Παπαδημητρίου, ο Αλέκος Συσσοβίτης έναν συνταγματάρχη, ο Χάρης Φραγκούλης έναν αριστοκράτη και ο Ανδρέας Κωνσταντίνου έχει έναν ρόλο-έκπληξη. Επίσης, η Γεωργιάννα Νταλάρα και ο Ανδρέας Κοντόπουλος παίζουν τα αδέλφια.
Info
Άγγελος εξολοθρευτής
Διασκευή της Άντζελας Μπρούσκου πάνω στο ομώνυμο κινηματογραφικό έργο του Λουίς Μπουνιουέλ
Σκηνοθεσία: Άντζελα Μπρούσκου
Μετάφραση - Απόδοση: Θέμελης Γλυνάτσης
Μουσική: Nalyssa Green
Επιμέλεια κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου
Σκηνικά - Εικαστική επιμέλεια: Μαρία Παπαδημητρίου
Κοστούμια: Άντζελα Μπρούσκου
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Βοηθός σκηνοθέτη: Στέβη Κουτσοθανάση
Παίζουν: Θέμις Μπαζάκα, Κωνσταντίνος Τζούμας, Παρθενόπη Μπουζούρη, Αλέκος Συσσοβίτης, Χάρης Φραγκούλης, Άγγελος Παπαδημητρίου, Σταύρος Λίτινας, Γεωργιάννα Νταλάρα, Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου, Γιώργος Κοψιδάς, Ανδρέας Κοντόπουλος, Άρης Παπαδημητρίου, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Βάλια Παπαχρήστου, Nalyssa Green
Πειραιώς 260, Χώρος Η
15-17 Ιουλίου 2018, 21:00