Σε ένα αναγκαίο για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος άνοιγμα σε νεωτερικές σκηνικές γραφές, ο καλλιτεχνικός διευθυντής Γιάννης Βούρος ενέταξε στο φετινό του πρόγραμμα ένα έργο του Γιώργου Βέλτσου, την «Αυτοκρατορία», σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού. Η πρόταση προκαλεί δικαιολογημένο ενδιαφέρον, αφού συνδυάζει ένα ιδιαίτερο κείμενο, έναν ιδιαίτερο σκηνοθέτη και έναν απολύτως ιδιαίτερο χώρο, το φουαγέ του καθόλα εντυπωσιακού δεύτερου κτιρίου του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης (ΜΜΘ) που έχει σχεδιάσει ένας από τους μεγάλους αρχιτέκτονες του 20ού αι., ο Αράτα Ισοζάκι.
Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός έχει ισχυρή άποψη για την έννοια του χώρου αναφορικά με την τέχνη της σκηνής. Μετά από εκείνη την εκπληκτική παράσταση του «Ιnsenso» του Δημήτρη Δημητριάδη για το Φεστιβάλ Αθηνών, στον φυσικό χώρο (μια κρυφή λιμνούλα, λοφάκια!) πίσω από τους βιομηχανικούς χώρους της Πειραιώς 260, το περασμένο φθινόπωρο ανακάλυψε το Φουγέ Μ2 στο δεύτερο κτίριο του ΜΜΘ, που άρχισε να λειτουργεί το 2013. Ο σπουδαίος Αράτα Ισοζάκι, ο πιο επιφανής συνεχιστής του έργου του μεγάλου Ιάπωνα δασκάλου του Κένζο Τάνγκε, δημιουργός, μεταξύ άλλων, του Μεγάρου Μουσικής του Κιότο, του Ολυμπιακού Σταδίου του Τορίνο και του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης του Λος Άντζελες, σχεδίασε ένα κτίριο, του οποίου η είσοδος και η κεντρική πλευρά βλέπει στον Θερμαϊκό Κόλπο. Σε μια παλιά του συνέντευξη στο «Βήμα» (26.10.1997), ο 83χρονος σήμερα Ισοζάκι, του οποίου ο πατέρας ήταν ποιητής, είχε πει: «[…] Η ποίηση, όμως, έχει άμεση σχέση με τη φύση – ιδιαίτερα η ιαπωνική ποίηση. Χωρίς ποίηση, θα ήμασταν σαν γυμνοί στον δρόμο. Μέσω αυτής βλέπουμε τις εποχές να αλλάζουν και παρατηρούμε τις αλλαγές που συντελούνται στη φύση. Ως αρχιτέκτονας προσπαθώ, στα κτίρια που δημιουργώ, να λαμβάνω υπόψη όλα τα βασικά στοιχεία της φύσης, τον ήλιο, το φεγγάρι. Νομίζω ότι φιλοσοφικά αυτό μας παραπέμπει στην αρχέγονη τετράδα: φωτιά, γη, ύδωρ και αέρας. Η αρχιτεκτονική αντίληψη της Ανατολής περιέχει δύο ακόμη στοιχεία: το ξύλο και το μέταλλο».
Ο ανοιχτός ορίζοντας και το φυσικό φως έχουν μεγάλη σημασία στον τρόπο που προσεγγίζει ο Μαρμαρινός την «Αυτοκρατορία» του Βέλτσου. Γιατί πρόκειται, όπως λέει, «για ένα είδος σύγχρονης προφητείας».
Στο Μ2 της Θεσσαλονίκης οι ιδέες του, το να φτιάχνει κτίρια εμπνευσμένα από (και να διαλέγονται με) τον φυσικό χώρο στον οποίο εντάσσονται, υλοποιούνται ιδανικά. Τα όρια εσωτερικού και εξωτερικού καταργούνται – κοιτώντας προς τα έξω από το φουαγέ Μ2, το κτίριο μοιάζει να πατάει στη θάλασσα. Χάρη στις μεγάλες γυάλινες επιφάνειες το φως μπαίνει ελεύθερο μέσα του και όταν ο ορίζοντας είναι καθαρός, η θέα φτάνει μέχρι την κατοικία των θεών, τον Όλυμπο. Κάθε αλλαγή στον καιρό, η συννεφιά, η βροχή, η ταραγμένη ή ήσυχη θάλασσα, μεταβάλλουν την ατμόσφαιρα του εντός χώρου σε μια σπάνια «διαλεκτική» σχέση του φυσικού και ανεξέλεγκτου με το τεχνητό και κατασκευασμένο.
Ο ανοιχτός ορίζοντας και το φυσικό φως έχουν μεγάλη σημασία στον τρόπο που προσεγγίζει ο Μαρμαρινός την «Αυτοκρατορία» του Βέλτσου. Γιατί πρόκειται, όπως λέει, «για ένα είδος σύγχρονης προφητείας»: «Βλέποντας πώς κατέληξε η προσέγγισή μας λίγο πριν από την πρεμιέρα, μπορώ να πω ότι είναι η περφόρμανς μιας προφητείας που δεν είναι ούτε fiction, ούτε μυθοπλασία, αλλά ανάλυση πάνω σε ευαίσθητα σημεία της Ιστορίας. Και είναι, την ίδια στιγμή, προφητεία κάπως άτσαλη, όπως όλες οι προφητείες που χρησιμοποιούν μια γλώσσα ελαφρώς ακατάληπτη στο παρόν τους, με κίνδυνο να μείνουν ανερμήνευτες, ανεκμετάλλευτες από τους συγχρόνους τους, από μας εν προκειμένω. Θυμίζει την περίπτωση της Κασσάνδρας που έλεγε αλήθειες, αλλά ο Χορός την περιγελούσε επειδή δεν καταλάβαινε ότι μιλούσε για τη στιγμή τους, για την κατάστασή τους, για την ιστορία τους».
Είναι αναμφίβολα το πιο πολιτικό από τα έργα του Βέλτσου. Το «οικόσιτο» θέατρο που έγραφε ως τώρα (πολεμώντας με τις λέξεις τα στοιχειά του εαυτού και των προσωπικών σχέσεων) γίνεται τώρα «αδέσποτο», για να αναμετρηθεί με τους εφιάλτες της εποχής. «Καταλάβαινα (σ.σ. όταν έγραφε την “Αυτοκρατορία”) πως ό,τι χρειάζεται το θέατρο είναι χρόνος χωρίς αρχή και τέλος, μια απλή μεταβλητή, αναγκαία για την πιθανολόγηση του ανέφικτου μάλλον, παρά την αναζήτηση του εφικτού». Έτσι, από τον σχεδόν μυθικό χρόνο της αυτοκρατορίας του Ναβουχοδονόσορα φτάνει στη σύγχρονη μορφή της Αυτοκρατορίας, που έχει έδρα στην Ουάσινγκτον και τη Σίλικον Βάλεϊ».
Συνδυάζοντας τη θεωρητική του διαδρομή με τον Φουκώ, τον Φουκουγιάμα και τον Νέγκρι, και ανατρέχοντας σε ένα από τα κείμενα αναφοράς του δυτικού πολιτισμού, τη Βίβλο, ο Βέλτσος κατέληξε σ’ ένα κείμενο για τη σκηνή με «τόνο αποκαλυπτικό». «Στην “Αυτοκρατορία” όλες οι ιδέες έχουν ηττηθεί. Ό,τι συγκρούεται είναι οι προσομοιώσεις του τέλους της Ιστορίας» σημειώνει.
Κύρια πρόσωπα του έργου, παγίδες ο ένας του άλλου, είναι ο Βαλτάσαρ, ο βασιλέας-πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, και ο Δανιήλ, ο προφήτης-χάκερ. Στην Παλαιά Διαθήκη, στο βιβλίο του προφήτη Δανιήλ (Δαν. 5, 1-31), ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Βαλτάσαρ, γιος του Ναβουχοδονόσορα Β’, διοργανώνει μεγάλο συμπόσιο, ενώ η πόλη πολιορκείται από τους Πέρσες και τους Μήδους. Είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στα απόρθητα τείχη της και πάνω στην ευφορία της στιγμής διέταξε «ενεγκείν τα σκεύη τα χρυσά και τα αργυρά, α εξήνεγκε Ναβουχοδονόσορ ο πατήρ αυτού εκ του ναού του εν Ιερουσαλήμ». Και ήπιαν μ’ αυτά ο Βαλτάσαρ και οι υψηλοί καλεσμένοι του, αλλά δεν χάρηκαν για πολύ. Ένα χέρι εμφανίστηκε μυστηριωδώς κι έγραψε στον τοίχο τρεις λέξεις που κανείς δεν καταλάβαινε: «μανή, θεκέλ, φάρες». Μόνο ο Δανιήλ μπόρεσε να τις ερμηνεύσει: «Μετρήθηκες, ζυγίστηκες και βρέθηκες λειψός και το βασίλειό σου θα διαμοιραστεί». Την ίδια νύχτα, «ανηρέθη Βαλτάσαρ ο βασιλεύς ο Χαλδαίων και ο Δαρείος ο Μήδος παρέλαβε την βασιλείαν, ων ετών εξήκοντα δύο». Η ιστορία αυτή έδωσε την ιδέα στον Βέλτσο μιας Δύσης που έδυσε ή, καλύτερα, που θα δύει επ’ αόριστον, σ’ έναν χρόνο που θα τελειώνει, χωρίς να τελειώνει («Κι όσο δεν τελειώνει, τόσο θα τελειώνει περισσότερο»).
«Δεν είναι ένα δράμα που παρασταίνεται, κάτι άλλο έχει ανάγκη»
Ο λόγος στο Μιχαήλ Μαρμαρινό: «Το κείμενο του Βέλτσου έχει αρετές ιδιαίτερες. Εγώ, δουλεύοντας πάνω του, τις συνάντησα και προσπαθώ να τις καταστήσω ορατές. Αυτό το τόξο λ.χ. που ξεκινά από τον βιβλικό Δανιήλ και φτάνει στους δύο χάκερ είναι ευφυέστατο. Υποχρεώνει, βέβαια, να διατρέξουμε όλη την Ιστορία των αυτοκρατοριών: από την αρχαία αυτοκρατορία της Βαβυλώνας μέχρι τη σημερινή αυτοκρατορία των ΗΠΑ. Βρίσκω ιδιαίτερα προκλητικό το ότι η αρχαία Βαβυλώνα δεν απέχει πολύ από τη σημερινή Βαγδάτη, κέντρο σήμερα των ισλαμικών οραμάτων του ΙSIS.
Αναγκαστικά, πλησιάζοντας το κείμενο, περνάς από την Παλαιά Διαθήκη. Το βιβλίο του Δανιήλ είναι συγκλονιστικό. Στέκομαι σ’ εκείνο το σημείο όπου ο Ναβουχοδονόσορ Β’ είδε ένα κακό όνειρο και τόσο τρόμαξε, που ταράχτηκε ο νους του και ο λόγος τον εγκατέλειψε. Τότε κάλεσε όλους τους σοφούς της Βαβυλώνας να του πουν τι όνειρο είδε και να το ερμηνεύσουν! Κανείς δεν μπορούσε να του πει και ο Ναβουχοδονόσορ διατάζει να φονευτούν όλοι και η περιουσία τους να δημευτεί. Τότε αναλαμβάνει να λύσει το πρόβλημα ο Δανιήλ, που αν και Εβραίος, ζει στην Αυλή του. Πράγματι, του περιγράφει τι όνειρο είδε και πώς ερμηνεύεται. Η ερμηνεία του περιγράφει με εντυπωσιακή πολιτική και κοινωνική ακρίβεια την κατάλυση όλων των αυτοκρατοριών μέχρι σήμερα.
«Βρίσκω ιδιαίτερα προκλητικό το ότι η αρχαία Βαβυλώνα δεν απέχει πολύ από τη σημερινή Βαγδάτη, κέντρο σήμερα των ισλαμικών οραμάτων του ΙSIS.»
Αυτό, ο λόγος του Δανιήλ, είναι ένα από τα στοιχεία που λειτούργησαν ερεθιστικά στη σκηνική προσέγγιση. Ένα άλλο στοιχείο αφορά το ζήτημα που θέτει ο Βέλτσος στις εξής γραμμές: “Έχουμε μπλοκάρει. Βουλιάζουμε γιατί κυριαρχήσαμε. Τα πήραμε όλα, χωρίς να μπορούμε να τα χαρούμε. Γι’ αυτό μπλοκάραμε”. Ο σύγχρονος Βαλτάσαρ αναζητεί τι είναι αυτό που δεν λειτουργεί και καλεί τον Δανιήλ να του πει. Εκείνος καταφεύγει στις αλληγορίες, απ’ όπου περνούν όλοι οι πόνοι της Ιστορίας μέχρι σήμερα. Στην ουσία απαντά ότι δεν υπάρχει απάντηση σε κάτι που έχει ήδη απαντηθεί».
Σκέφτομαι ότι, μελετώντας το παρελθόν, μπορούμε να μιλάμε για το τέλος της Ιστορίας, διά της διαρκούς επαναλήψεως , αλλά σε επίπεδο ατομικού χρόνου όλα πάντα συμβαίνουν για πρώτη φορά και η Ιστορία είναι πάντα καινούργια. Ο σκηνοθέτης λέει κάτι άλλο: «Όταν μίλησε ο Φουκουγιάμα για το τέλος της Ιστορίας, η στιγμή ήταν διαφορετική. Αυτό που λέει ο Βέλτσος, βασιζόμενος στο δοκίμιο “Αυτοκρατορία” των Τόνι Νέγκρι και Μάικλ Χαρντ, είναι ότι ο ιμπεριαλισμός πάντα βασιζόταν στις συγκρούσεις κρατών. Η εξελιγμένη, σύγχρονη μορφή του ιμπεριαλισμού, η νέα μορφή της Αυτοκρατορίας, αφορά την παγκοσμιοποίηση, δηλαδή την ενοποίηση της αγοράς, που προϋποθέτει την παγκόσμια ειρήνη. Οι ίδιες έννοιες δεν σημαίνουν πια τα ίδια πράγματα και φαινόμενα».
Κατά τ’ άλλα, την παράσταση ενέπνευσαν τρεις πίνακες : του Ρέμπραντ το «Συμπόσιο του Βαλτάσαρ» (1635), ο πίνακας με τον ίδιο τίτλο του Τζον Μάρτιν («Belshazzar's Feast», 1821) και ο «Θάνατος του Σαρδανάπαλου» (1827) του Ντελακρουά. Ειδικά στον πίνακα του Ρέμπραντ, ο μυστήριος χρησμός τριών λέξεων, «μανή, θεκέλ, φάρες», κυριαρχεί. «Όπως και στην παράσταση. “Η Δύση έδυσε” – έτσι όπως πάμε, τελειώσαμε. Αυτό το ζήτημα είναι μ’ έναν τρόπο ο λόγος κίνησης του κειμένου αυτού στον χρόνο και της σκηνικής δραματουργίας. Γιατί άλλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία της κειμενικής δραματουργίας και άλλα της σκηνικής. Το έργο έχει αναδραματουργηθεί πλήρως. Έχω κρατήσει ό,τι μ’ ενδιέφερε από το πρωτότυπο κι έχω προσθέσει κάποια πράγματα, εκ των οποίων αρκετά ανήκουν στο υλικό που έφερναν οι ηθοποιοί στις πρόβες. Γιατί σε όποιον όρο ή λέξη σταματάγαμε με τους ηθοποιούς, ως απορία ή σκέψη, κάναμε στη συνέχεια επίσκεψη στα σχετικά λήμματα. Τα ουσιώδη για την εξέλιξη της περφόρμανς κρατήθηκαν. Ξέρεις, τα κείμενα του Βέλτσου έχουν τη δική τους ιδιαίτερη οικονομία, αλλά ο Γιώργος, πετώντας μου το μπαλάκι της παράστασης της “Αυτοκρατορίας”, μου έδωσε και την άδεια να τη διαχειριστώ με ελευθερία. Η δική μου “Αυτοκρατορία” είναι μία περφόρμανς του τοπίου, του καιρού και των υλικών του κειμένου».
Στου φουαγέ Μ2 του Ισοζάκι
Περφόρμανς του τοπίου και του καιρού; Ναι, γιατί ο χώρος, το φουαγέ Μ2, είναι για την παράσταση της «Αυτοκρατορίας» το πλέον κρίσιμο στοιχείο. «Ο συγκεκριμένος χώρος δραματουργεί από μόνος του, αποκαλύπτοντας το “βιβλικό” τοπίο της θάλασσας και του ήλιου. Αν λάβεις, τώρα, υπόψη ότι η παράσταση αρχίζει στις 4 μ.μ., στις δύο ώρες που διαρκεί παρακολουθεί και ενσωματώνει την κίνηση του τελευταίου φωτός, τη δύση και το πρώτο σκοτάδι».
Παίζει, δηλαδή, ως προς τον χώρο και τον χρόνο της παράστασης, με το νόημα της προφητείας «Η Δύση έδυσε»; «Ελπίζω ότι δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει ένα “μετά απ’ αυτό”. Θα έλεγα ότι αυτή η βιβλική θέα είναι κάτι σαν ιστός που συνέχει όλα αυτά που απασχολούν την παράσταση. Η σημασία του φυσικού φαινομένου είναι υπερέχουσα. Αυτό που κάνουμε είναι σαν πρόσκληση να δούμε με έναν άλλο τρόπο τη θάλασσα και τη Δ(δ)ύση» καταλήγει.
Φιλία, όχι πολιτική της φιλίας
Ο Γιώργος Βέλτσος δεν έχει δει πρόβες. Η ιδέα, όμως, της παράστασης του έργου του υπό φως φυσικό διεγείρει τη σκέψη του: «Σκέφτομαι τη μεγαλειώδη πορεία “Je suis Charlie” στο Παρίσι την περασμένη Κυριακή, παρουσία πολλών ηγετών κρατών. Η σιωπηρή διαμαρτυρία, ωστόσο, για τους εκλεκτούς προσκεκλημένους κατέληξε με γιορτή στη μεγάλη αίθουσα του Radio France, με ανάλογο για την περίσταση πρόγραμμα. Το θέαμα πάλι οικειοποιήθηκε τον θάνατο μέσα από ένα μελό σενάριο εις μνήμην των νεκρών θυμάτων , υπό τα μάτια της Ορελί Φιλιπετί, της υπουργού Πολιτισμού της Γαλλίας. Από την άλλη, το θέαμα χρησιμοποιούν και οι τζιχαντιστές που στέλνουν τα βίντεο με τους αποκεφαλισμούς των Δυτικών. Η παγκοσμιοποίηση είναι, τελικά, το θέαμα. Αλλά, για να αναπαραγάγεις ή για να παρακολουθήσεις ένα θέαμα, απαιτείται φως. Τι κάνει, λοιπόν, ο Μαρμαρινός;
«Το έργο μου ήταν αδέσποτο. Το βρήκε ο Μαρμαρινός – και δικαιολογημένα ζητάει τα εύρετρα. Τα εύρετρα είναι η φιλία μου.
Βασίζεται στην αποκαλυπτική δύναμη του θεάματος και ως προς τη σχέση του θεάματος με το φως προτείνει μια αντεστραμμένη λειτουργία: αρνείται το τεχνητό φως που στηρίζει την κοινωνία του θεάματος και χρησιμοποιεί μόνο το φυσικό φως, που μπαίνει από τον γυάλινο τοίχο του φουαγέ Μ2. Προτιμά το φως που έρχεται από τον Όλυμπο, που υπάρχει φυσικά, εκτός των σκηνοθετημένων θεαμάτων που έχουν απορροφήσει μείζονες περιοχές της ύπαρξής μας. Η ιδέα του ταιριάζει με τον αποκαλυπτικό τόνο του κείμενου, γιατί το φως συνδέεται με την αποκάλυψη. Θέλω να πω ότι αυτή η επιλογή, εκτός από αισθητική, έχει και μία βαθύτατη φιλοσοφική, οντολογική διάσταση.
Με ενδιαφέρει, και νομίζω και τον Μαρμαρινό, ένα “βλέπειν” που ανακαλύπτει το αρχέγονο, δηλαδή ένα “βλέπειν” που ανακαλύπτει το είναι. Απαιτεί, βέβαια, από τον θεατή μία ετοιμότητα και τη διάθεση να “διαμείνει” μέσα στην παράσταση – όχι στο πλαίσιο της καθημερινής συναλληλίας τύπου “πήγαμε στο θέατρο και περάσαμε (ή δεν περάσαμε) καλά”».
Είκοσι χρόνια μετά την παράσταση του πρώτου έργου του Βέλτσου, του «Camera degli Sposi», σε σκηνοθεσία Μαρμαρινού στο Ιλίσια Στούντιο, ο συγγραφέας καταλήγει: «Το έργο μου ήταν αδέσποτο. Το βρήκε ο Μαρμαρινός – και δικαιολογημένα ζητάει τα εύρετρα. Τα εύρετρα είναι η φιλία μου. Που καμία σχέση δεν έχει με την πολιτική της φιλίας (η οποία χαρακτηρίζει, ας πούμε, τη σχέση μου με τον Γιάννη Χουβαρδά). Είναι μια φιλία πραγματική, που με τιμά και την τιμώ».
Info
«Αυτοκρατορία» (I Have your Data) του Γιώργου Βέλτσου
Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, Φουαγέ Κτιρίου Μ2
Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός
Δραματουργική επεξεργασία: Μιχαήλ Μαρμαρινός, Ηλιάνα Καλαδάμη, Μαριλένα
Κατρανίδου
Σκηνογραφία: Γιώργος Σαπουντζής
Κοστούμια: Μαγιού Τρικεριώτη
Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ
Μουσική: Δημοσθένης Γρίβας
Διανομή: Σταυρούλα Αραμπατζόγλου, Ελένη Κιλινκαρίδου, Γιώργος Κολοβός, Κατερίνα Λούρα, Χρήστος Νταρακτσής, Χρήστος Παπαδημητρίου, Εύα Σιμάτου, Μιχάλης Σιώνας, Φίλιππος Τσαουσέλης, Ανδρομάχη Φουντουλίδου, Ορέστης Χαλκιάς, Μαρίνα Χατζηιωάννου.
Από 20 Ιανουαρίου έως 28 Φεβρουαρίου 2015
σχόλια