Το αθηναϊκό θεατρικό κοινό τον ξέρει πολύ καλά. Έξι χρόνια παιζόταν η«Μέθοδος Γκρόνχολμ» στο Θέατρο Τέχνης με σταθερή επιτυχία και μετά ακολούθησε το «Δάνειο» στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, η παράσταση που είδε μέχρι και ο Αλέξης Τσίπρας και η οποία συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά. Αλλά για δεύτερη χρονιά συνεχίζεται και η «Fuga», στο θέατρο Olvio. Με τόση επιτυχία, ο Τζόρντι Γκαλθεράν δεν ήταν δυνατόν να μην ανταποκριθεί στο κάλεσμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου κι έτσι επισκέφθηκε την Αθήνα.
Άφησε, λοιπόν, για λίγες μέρες την πόλη του, τη Βαρκελώνη, και ταξίδεψε μέχρι την Αθήνα μαζί με τη σύζυγό του για να παρακολουθήσουν τις ελληνικές παραστάσεις δύο έργων του και έπεσαν σ’ ένα ηλιόλουστο Σαββατοκύριακο. «Νιώθω σαν στο σπίτι μου», έλεγε και ξανάλεγε. «Είτε βρίσκομαι εδώ, στην Αθήνα, είτε στη Μαδρίτη, για μένα είναι το ίδιο. Αν ήξερα ελληνικά, θα μετέφραζα τα έργα μου ο ίδιος, όπως κάνω με τα ισπανικά», μου εξήγησε, διασαφηνίζοντας ότι γι’ αυτόν, ως Καταλανό, που μάλιστα γράφει στη γλώσσα του, η Ισπανία είναι μια ξένη χώρα, όπως και η Ελλάδα! Συμπληρώνει, πάντως, ότι οι Καταλανοί διαφέρουν από τους Βάσκους, που επιδιώκουν να αποσχιστούν από την Ισπανία με τρομοκρατικά χτυπήματα. «Εμείς είμαστε περισσότερο του διαλόγου», ξεκαθάρισε.
Τα έργα του γίνονται τεράστια επιτυχία όπου παίζονται. Αυτήν τη στιγμή είναι ίσως ο πιο διάσημος Καταλανός θεατρικός συγγραφέας διεθνώς και το μόνο του παράπονο είναι ότι δεν έχει κατακτήσει ακόμα την αγγλόφωνη σκηνή. Λίγες μέρες πριν ξεκινήσουν οι πρόβες του πρώτου αμερικανικού ανεβάσματος έργου του με τον Μάικ Νίκολς, ο διάσημος σκηνοθέτης πέθανε κι έτσι το εγχείρημα δεν ολοκληρώθηκε.
Δεν είναι εύκολο πια να γράψεις μεγάλες ιστορίες για το θέατρο. Ήταν εύκολο την εποχή του Σαίξπηρ, που τοποθετούσε τη δράση σε πύργους, δάση και τοπία. Ήταν πολύ ενδιαφέρον, αλλά τώρα πια έχουμε τις ταινίες.
Ως επαγγελματίας συγγραφέας ζει από την τέχνη του και, εκτός από τα πετυχημένα θεατρικά έργα του, τα οποία έχουν μεταφερθεί και στη μεγάλη οθόνη, γράφει διαλόγους για μεταγλωττισμένες σειρές στην τηλεόραση, έχει γράψει σενάριο για την αγγλόφωνη ταινία τρόμου «Fragile», ένα μιούζικαλ για τη ζωή του Γκόγια, τη διασκευή του «Lion King», αλλά και άλλων έργων, ανάμεσά τους και τα «Art» και «Ο θεός της σφαγής» της Γιασμίνα Ρεζά, με την οποία νιώθει ότι έχει καλλιτεχνική συγγένεια.
Τον συνάντησα μια ώρα πριν κατέβει στην Ιερά Οδό με τη μεταφράστρια Μαρία Χατζηεμμανουήλ για να δει τη «Fuga». Ήταν πέρα για πέρα ικανοποιημένος από το «Δάνειο» και θεωρεί ότι οι Έλληνες σέβονται τον συγγραφέα, περισσότερο τουλάχιστον από τους Ιταλούς − στη Ρώμη ένας ηθοποιός που έπαιζε στη «Μεθόδου Γκρόνχολμ» εμφανιζόταν με γυναικεία εσώρουχα, κάτι που δεν του είχε περάσει ποτέ από το μυαλό.
— Στην Ελλάδα, αν θέλεις να κάνεις καλλιτεχνική καριέρα, πρέπει να έρθεις στην Αθήνα. Εσείς πώς και δεν εγκαταλείψατε τη Βαρκελώνη για τη Μαδρίτη;
Στην Καταλονία είναι διαφορετικά. Καταρχάς, οι καλλιτέχνες της Βαρκελώνης ήταν ανέκαθεν προσανατολισμένοι στην Ευρώπη, ειδικά στο θέατρο. Γενικώς, θέλουμε να είμαστε, και νιώθουμε, διαφορετικοί από τους Ισπανούς. Δεν θέλουμε να μας συνδέει το παρελθόν κι έτσι ήμασταν πάντοτε με την Ευρώπη και τα καλλιτεχνικά κινήματα που συνέβαιναν εκεί. Η Μοβίδα, ας πούμε, η καλλιτεχνική και κοινωνική έκρηξη που ακολούθησε τη δικτατορία του Φράνκο, είχε ελάχιστη επιρροή στη Βαρκελώνη. Οπότε, κοιτάζουμε προς την Ευρώπη και όχι προς τη Μαδρίτη.
— Αυτό είναι ένα είδος εθνικισμού;
Ναι, μπορείς να το πεις κι έτσι. Προσπαθούμε να είμαστε αυθεντικοί σε κάθε κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική έκφραση. Θέλουμε να είμαστε Καταλανοί και για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να διαφέρουμε από τους Ισπανούς. Αυτό χαρακτηρίζει την Καταλονία, κάνοντας τα πάντα διαφορετικά σε σχέση με τους Ισπανούς.
— Διαφέρετε τόσο πολύ από εκείνους;
Όχι! Είμαστε τόσο διαφορετικοί, όσο οι Ισπανοί από τους Πορτογάλους ή τους Γάλλους. Είμαστε όλοι Ευρωπαίοι. Αλλά, ναι, η ζωή στη Μαδρίτη είναι εντελώς διαφορετική απ’ ό,τι στη Βαρκελώνη.
— Από τι επηρεαστήκατε και επιλέξατε να γράφετε θέατρο;
Παρακολουθούσα πολύ θέατρο, αλλά ακόμα περισσότερο σινεμά. Πάντα έλεγα ότι ο κινηματογράφος ήταν εκείνος που με επηρέασε περισσότερο από το θέατρο, ο τρόπος που είναι γραμμένες οι ταινίες. Ανέκαθεν σκεφτόμουν ιστορίες που διερευνούσαν νέες θεατρικές γλώσσες, αλλά το σημαντικότερο για μένα, πάντοτε, είναι να έχω να πω μια καλή ιστορία. Ακριβώς όπως κάνει ο κινηματογράφος. Για μένα δεν έχει τόσο σημασία να βρω έναν ιδιαίτερο τρόπο να πω την ιστορία μου αλλά να την πω.
— Στο ευρωπαϊκό θέατρο τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί η εικόνα. Οι παραστάσεις περιέχουν βίντεο, ήχους, μουσική, κίνηση και λιγότερο λόγο…
Για μένα όλα αυτά είναι landscape, οπότε δεν τα θεωρώ σημαντικά. Προσπαθώ να πετύχω είναι αυτό που προσπαθεί και ο κινηματογράφος, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του θεάτρου. Ξέρω πολύ καλά ότι δεν μπορώ να ανταγωνιστώ τον κινηματογράφο και τις εικόνες, τους ήχους και τη δομή της ιστορίας, οπότε επιλέγω να γράφω τις δικές μου ιστορίες με τα δικά μου εργαλεία. Το έργα μου είναι μιας πράξης, σε πραγματικό χρόνο, με 3 βασικά στοιχεία: χρόνο, χώρο, δράση. Οπότε, χρησιμοποιώ τυπικές κινηματογραφικές ιστορίες, αλλά τις γράφω πατώντας στην κλασική θεατρική δομή. Οι λέξεις είναι ο μόνος τρόπος να ανταγωνιστώ την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, το κείμενο και οι ηθοποιοί. Δεν μου αρέσει να γράφω έργα με 20 διαφορετικές σκηνές, όπως συμβαίνει στην οθόνη. Δημιουργώ τη συγκίνηση της οθόνης μέσω της θεατρικής σύμβασης.
— Τα καταλανικά είναι μια γλώσσα σύγχρονη που εξελίσσεται;
Έχουμε πάρα πολύ καλούς συγγραφείς. Η λογοτεχνία μας εξελίσσεται. Το πρόβλημα εντοπίζεται στην αργκό, στα καταλανικά «του δρόμου» θα λέγαμε. Αν θέλεις να χρησιμοποιήσεις χαρακτήρες όπως κλέφτες ή ναρκομανείς, δεν υπάρχει το ανάλογο λεξιλόγιο, μόνο ισπανόφωνο. Είναι δύσκολο να βρεις βρισιές στα καταλανικά. Οι Ισπανοί έχουν εκατοντάδες βρισιές κι έτσι η αργκό που χρησιμοποιούμε σε τηλεοπτικές σειρές είναι κυρίως ισπανική.
— Στα έργα σας οι άνθρωποι εκμεταλλεύονται άλλους ανθρώπους με σαδιστικό σχεδόν τρόπο. Αυτό δημιουργεί ένας είδος αγωνίας.
Αγαπώ τα θρίλερ. Προσπαθώ να μεταφέρω τις συμβάσεις των θρίλερ στο θέατρο, αλλά δεν είναι εύκολο, δεν μπορείς να αναπαράγεις την αληθινή βία. Περιορίζεσαι σε ένα δωμάτιο και έχεις μόνο τις λέξεις για να δημιουργήσεις αυτές τις συμβάσεις. Η «Μέθοδος Γκρόνχολμ» είναι μια τέτοια περίπτωση.
— Όπου οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι σε πρώτο πλάνο.
Δεν είναι εύκολο πια να γράψεις μεγάλες ιστορίες για το θέατρο. Ήταν εύκολο την εποχή του Σαίξπηρ, που τοποθετούσε τη δράση σε πύργους, δάση και τοπία. Ήταν πολύ ενδιαφέρον, αλλά τώρα πια έχουμε τις ταινίες. Σήμερα, το να πεις τις ιστορίες με αυτό τον τρόπο στο θέατρο δεν έχει νόημα. Βασιζόμαστε στους ηθοποιούς και τον λόγο. Άσε που ένα έργο με περισσότερους από 4 χαρακτήρες θεωρείται υπερπαραγωγή. Αυτό δεν σου επιτρέπει να γράψεις ένα επικό έργο.
Δεν νομίζω ότι η θρησκεία έχει καμιά επιρροή πια οπουδήποτε. Προσωπικά, μισώ τις θρησκείες, μισώ τις ιδεολογίες, θεωρώ ότι οι χειρότεροι άνθρωποι στον κόσμο είναι όσοι πιστεύουν σε κάτι. Είναι οι πιο επικίνδυνοι.
— Είδατε διαφορές μεταξύ ελληνικού θεάτρου και καταλανικού;
Την αγάπη των Ελλήνων για το θέατρο. Τον σεβασμό που δείχνουν, το πρεστίζ που έχει το θέατρο στην Ελλάδα. Εδώ έχετε εκατοντάδες θέατρα. Αυτό θα ήταν αδύνατο στη Βαρκελώνη, γιατί θα ήταν άδεια.
— Δεν είναι θεατρόφιλοι οι Καταλανοί;
Ναι, αλλά όχι όπως εδώ. Εδώ οι πάντες πηγαίνουν στο θέατρο. Στη Μαδρίτη ο κόσμος πηγαίνει στο θέατρο περισσότερο απ’ ό,τι στη Βαρκελώνη, αλλά το θεωρούν θέαμα, μια έξοδο. Στη Βαρκελώνη έχει την έννοια της κουλτούρας. Τα έργα μου στη Μαδρίτη έχουν μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία βέβαια, τα βλέπουν πολύ περισσότεροι άνθρωποι. Αλλά διαφέρουν και στον τρόπο που ανεβαίνουν. Στη Βαρκελώνη οι σκηνοθέτες τα αντιμετωπίζουν κάτω από ένα πιο σοβαρό πρίσμα, ενώ στη Μαδρίτη περισσότερο ως κωμωδίες.
— Μα, και στην Αθήνα η «Μέθοδος Γκρόνχολμ» ανέβηκε ως ψυχολογικό θρίλερ. Εσείς το θεωρείτε κωμωδία;
Είναι κωμωδία. Ίσως να το χαρακτηρίσεις και κωμικό θρίλερ. Με ενδιαφέρει ο κόσμος να περνάει καλά με τα έργα μου, να τα βρίσκει αστεία, αλλά να έχει και την αγωνία «ποιος είναι ο δολοφόνος», όπως ακριβώς σε ένα θρίλερ. Θέλω να εμπεριέχει και το κωμικό και το στοιχείο του θρίλερ.
— Η «Fuga» είναι από τα πρώτα σας έργα;
Ναι, και περιέχει στοιχεία φάρσας και θρίλερ. Βασίζεται στην πραγματική ιστορία ενός διεφθαρμένου πολιτικού που αποδείχτηκε ότι έκανε επιδιορθώσεις στο σπίτι του, χωρίς να πληρώσει.
— Το «Δάνειο», που θίγει το χρηματοπιστωτικό πρόβλημα δεν είναι πολιτικό έργο;
Κανένα μου έργο δεν είναι πολιτικό.
— Ποια είναι η σχέση σας με τη θρησκεία;
Είμαι τελείως άθεος. Δεν πιστεύω σε τίποτα.
— Έχει σημασία η θρησκεία στην καταλανική κοινωνία;
Όχι περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού − ούτε και στην Ισπανία έχει ιδιαίτερη σημασία. Δεν νομίζω ότι η θρησκεία έχει καμιά επιρροή πια οπουδήποτε. Προσωπικά, μισώ τις θρησκείες, μισώ τις ιδεολογίες, θεωρώ ότι οι χειρότεροι άνθρωποι στον κόσμο είναι όσοι πιστεύουν σε κάτι. Είναι οι πιο επικίνδυνοι. Είναι ικανοί για οτιδήποτε, γιατί πιστεύουν ότι έχουν δίκιο. Τα απεχθέστερα γεγονότα στον κόσμο έχουν γίνει από ανθρώπους που πίστευαν ότι η ιδεολογία τους ήταν η σωστή, στις «βέβαιες αποδείξεις», όπως αυτές που ευαγγελιζόταν ο Χίτλερ.
— Ψηφίζετε;
Ναι, για πρακτικούς λόγους, όχι για ιδεολογικούς. Εκτιμώ τον εκάστοτε υποψήφιο ανάλογα με το τι έχει να προσφέρει.
— Στις εθνικές εκλογές ψηφίζετε ισπανικά ή καταλανικά κόμματα;
Έχω ψηφίσει και ισπανικά. Το 50% περίπου των Καταλανών ψηφίζει τα ισπανικά κόμματα και το ποσοστό που συγκεντρώνουν τα καταλανικά δεν είναι αρκετό για να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση. Για να συμβεί αυτό, χρειάζονται περισσότεροι ψηφοφόροι.
— Τι σας έκανε αρνητική εντύπωση στην Αθήνα;
Τα μηχανάκια που περνάνε δίπλα σου στα πεζοδρόμια και το ότι οι περισσότεροι δεν φοράνε κράνη! Από την άλλη, νιώθω πολύ άνετα εδώ. Όλα μου είναι οικεία, το φαγητό, ο καιρός, οι άνθρωποι. Θα μπορούσα να ζω εδώ και να νιώθω σαν στο σπίτι μου.
Info:
To Δάνειο
Θέατρο του Νέου Κόσμου
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, Παντελής Δεντάκης
Παίζουν: Μιχάλης Οικονόμου, Γιάννης Σαρακατσάνης
Κεντρική Σκηνή, από 5/10/2016 μέχρι 15/1/2017
Fuga
Θέατρο Olvio
Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Παίζουν: Λεωνίδας Κακούρης, Φαίη Ξυλά, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Γιώργος Χρανιώτης, Μπέτυ Αποστόλου
28 Οκτ - 1 Ιαν 2017
σχόλια