Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα Facebook Twitter
Ο σκηνοθέτης φαίνεται πως προτίμησε τον δρόμο της λιτότητας και της «κανονικότητας», όσον αφορά την όψη και τη διαχείριση του υλικού του. Αφήνοντας στην άκρη ανούσια ευρήματα και αυτοσχεδιαστικά σκέρτσα, στράφηκε με προσοχή στο σύμπαν του έργου και στους ήρωες που το κατοικούν.
0

Γιατί είναι τόσο συγκλονιστική και ολέθρια η συνάντηση της Μπλανς με τον Στάνλεϊ; Ποιος είναι ο μηχανισμός που ενεργοποιείται όταν η ξεθωριασμένη, απελπισμένη, αλλά ερωτευμένη με την ποίηση γυναίκα εισβάλλει στο φτωχικό και καθόλου ποιητικό διαμέρισμα της αδερφής της και του συζύγου της, εκεί όπου ακόμη και οι γλόμποι κρέμονται γυμνοί από το ταβάνι;


Από το θρυλικό πρώτο ανέβασμα του έργου, το 1947 στο Μπρόντγουεϊ, έως σήμερα, οι μελετητές έχουν επιστρατεύσει πάσης φύσεως εργαλεία προκειμένου να ξεκλειδώσουν το μυστήριο του Λεωφορείου ο Πόθος. Όσοι από αυτούς εστιάζουν στην κοινωνική διάσταση του έργου βλέπουν στα πρόσωπα των δύο κεντρικών ηρώων τους φορείς μιας αναπότρεπτης ιστορικής εξέλιξης: το τέλος του αριστοκρατικού Νότου με το αμαρτωλό παρελθόν, όπως αυτό ενσαρκώνεται από την Μπλανς Ντιμπουά, από τη μία, και την επικράτηση του αφυπνισμένου προλεταριάτου, δηλαδή του Στάνλεϊ Κοβάλσκι, από την άλλη. «Μήπως μπαίνουμε στην εποχή του Στάνλεϊ;» αναρωτιόταν στις σημειώσεις του ο Ελία Καζάν, ο πρώτος –και επιδραστικότερος– σκηνοθέτης του έργου.

Ο Καζάν υπερασπίστηκε το δίκαιο του Στάνλεϊ, τον είδε ως θύμα που αναγκάζεται να αμυνθεί απέναντι σ' έναν απρόσμενο και επικίνδυνο εισβολέα: τη φαντασμένη, μυθομανή κουνιάδα του που έρχεται για να καταστρέψει επιδεικτικά την οικιακή και ερωτική ισορροπία του με τη Στέλλα. Σύντομα η Μπλανς θα έβρισκε τους δικούς της υπερασπιστές, με πρωτεργάτη τον σκηνοθέτη Χάρολντ Κλέρμαν, που αντέστρεψε ριζικά τα δεδομένα: ο Κλέρμαν αφηγήθηκε την ιστορία μιας ευαίσθητης, ντελικάτης γυναίκας που οδηγείται στην παράνοια από την κτηνώδη συμπεριφορά ενός εχθρικού περιβάλλοντος, βασικός εκπρόσωπος του οποίου είναι ο Στάνλεϊ Κοβάλσκι.

Παρόλο που καταβάλλεται φιλότιμη προσπάθεια από τη μεριά των συντελεστών και των ηθοποιών, δεν καταφέρνουμε να βιώσουμε τα έντονα, ανάμεικτα συναισθήματα που θα περιμέναμε να απελευθερώσει η συνάντησή μας με αυτούς τους βασανισμένους, γεμάτους πάθη ήρωες του Τένεσι Γουίλιαμς.

Άλλοι μελετητές προτίμησαν ως μοντέλο ερμηνείας του Λεωφορείου τον αρχετυπικό αγώνα μεταξύ απολλώνειου και διονυσιακού στοιχείου, με την καλλιεργημένη Μπλανς να ενσαρκώνει το πρώτο και τον ζωώδη Στάνλεϊ το δεύτερο, ενώ, αντίστοιχα, άλλοι αναγνώρισαν τη διαχρονική διαμάχη μεταξύ ευγενούς πνεύματος και φλεγόμενης σάρκας να διαδραματίζεται πάνω στα μουχλιασμένα πλακάκια των Κοβάλσκι.

Οι ψυχολογικές αναγνώσεις του Λεωφορείου, με τη σειρά τους, υποστήριξαν πως η αντιπαράθεση Μπλανς-Στάνλεϊ δεν είναι παρά η εξωτερικευμένη δραματοποίηση του αγώνα που πραγματοποιείται στο ίδιο το μυαλό της Μπλανς. Αποζητώντας απεγνωσμένα την ψυχική επαφή και την αγάπη, η Μπλανς επιδίδεται σε μαραθώνιο σωματικής σπατάλης, χρησιμοποιώντας το σεξ ως όπλο ενάντια στον θάνατο.


Η αδυναμία συμφιλίωσης του πόθου με την ποίηση, του «χαμηλού» με το «υψηλό», του ένδοξου παρελθόντος με το ταπεινό, απελπισμένο παρόν, προκαλεί τραγική ρωγμή στον ψυχισμό της. Αποξενωμένη από τον εαυτό της, η Μπλανς περιφέρεται αναζητώντας τον Χαμένο Παράδεισό της, τον οποίο ουδέποτε θα βρει, εφόσον αδυνατεί να γυρίσει πίσω τον χρόνο. Ζει, έτσι, ταυτόχρονα σε δύο διαστάσεις, της πραγματικότητας και των ψευδαισθήσεων, έως ότου η πρώτη τη συνθλίψει ανεπανόρθωτα και η δεύτερη την καταπιεί εντελώς.

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα Facebook Twitter
Καθίσταται γρήγορα φανερή η τεράστια προσπάθεια που έχει καταβάλει η ηθοποιός και ο τρόπος με τον οποίο μάχεται για την ηρωίδα της μέχρι τέλους στέκεται πραγματικά συγκινητικός. Όσο κι αν αγωνίζεται όμως, δεν καταφέρνει να εκπέμψει αληθινό σήμα κινδύνου.

Διαβάζοντας ότι ο Μιχαήλ Μαρμαρινός άλλαξε τον τίτλο του έργου, εγκατέλειψε δηλαδή το «λεωφορείο» των Γκάτσου-Βολανάκη-Οικονομόπουλου (που ήταν οι αρχικοί μεταφραστές του έργου στην Ελλάδα) για να ανέβει στο ακριβέστερο ιστορικά «τραμ», περίμενα ότι η παράσταση θα διεπόταν από έντονη διάθεση ρεβιζιονισμού και επανεξέτασης των δεδομένων. Ο σκηνοθέτης, όμως, φαίνεται πως προτίμησε τον δρόμο της λιτότητας και της «κανονικότητας», όσον αφορά την όψη και τη διαχείριση του υλικού του. Αφήνοντας στην άκρη ανούσια ευρήματα και αυτοσχεδιαστικά σκέρτσα, στράφηκε με προσοχή στο σύμπαν του έργου και στους ήρωες που το κατοικούν.


Από αυτούς, μεγαλύτερη βαρύτητα έδωσε στην Μπλανς της Μαρίας Ναυπλιώτου. Καθίσταται γρήγορα φανερή η τεράστια προσπάθεια που έχει καταβάλει η ηθοποιός και ο τρόπος με τον οποίο μάχεται για την ηρωίδα της μέχρι τέλους στέκεται πραγματικά συγκινητικός. Όσο κι αν αγωνίζεται όμως, δεν καταφέρνει να εκπέμψει αληθινό σήμα κινδύνου. Όσο κι αν πασχίζουμε, δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε την αίσθηση ότι βλέπουμε μια νέα, δυνατή γυναίκα στα καλύτερά της: συμπαγής και αγέρωχη, αλλάζοντας τη μία χολιγουντιανή τουαλέτα μετά την άλλη, η Ναυπλιώτου εκπέμπει υγεία και λάμψη.

Κι ενώ έχει στιγμές ευάλωτης γλυκύτητας, όταν π.χ. ο Στάνλεϊ της δίνει «δώρο» για τα γενέθλιά της κι εκείνη καταπίνει ανυποψίαστη το δόλωμα, σε γενικές γραμμές ουδόλως εκθέτει τις ρωγμές ενός πλάσματος σπασμένου εσωτερικά ή εύθραυστου. Φευγαλέα ίσως εισπράττουμε μια τέτοια αίσθηση στο τέλος, όταν η Μπλανς ετοιμάζεται να κατέβει στην πλατεία και αρχίζει να μιλάει «σαλεμένη» στους θεατές, είναι όμως πολύ αργά, η σκηνή μετέωρη, το συναίσθημα αβέβαιο, και η βασική εντύπωση δεν προλαβαίνει να ανατραπεί.


Επιπλέον, η πρόσχαρη και καλοπροαίρετη Μπλανς της Ναυπλιώτου δεν αφήνει να φανεί η πιο σκοτεινή πλευρά της ηρωίδας: της χειριστικής γυναίκας που φλερτάρει επικίνδυνα με τον άνδρα της αδερφής της, που λέει συνεχώς ψέματα, και που στο παρελθόν φέρθηκε με εκούσια σκληρότητα στον νεαρό σύζυγό της. Δεν έχει νόημα να εξιδανικεύουμε την Μπλανς, είναι «τέρας» όσο είναι και «θύμα», και αυτή η πολυπλοκότητα απουσιάζει από την παράσταση.

Αν εξαιρέσουμε μερικές στιγμές τρυφερότητας με τη σύντροφό του, ο Στάνλεϊ του Χάρη Φραγκούλη εμφανίζεται κυρίως ως ένας εκνευρισμένος νεαρός άνδρας που σπεύδει να κατεβάσει με το «καλημέρα» τα παντελόνια του για ν' αποδείξει την αρσενική κυριαρχία του. Το cool αυτό αγόρι, που παραμένει συμπαθές ό,τι κι αν κάνει –ακόμη κι όταν γραπώνει εφετζίδικα τα πλαστικά μπουκαλάκια που του πετούν και τ' ανοίγει με τα δόντια–, δεν συνιστά ουσιαστική απειλή για την Μπλανς της Ναυπλιώτου: ουδέποτε δηλαδή αισθανόμαστε ότι η ηρωίδα κινδυνεύει αληθινά απ' αυτόν και, ως εκ τούτου, στη σκηνή του βιασμού ο Στάνλεϊ καταλήγει να μασουλάει τα πούπουλα της ρόμπας της. Δεν υπάρχει καμία ερωτική ένταση ανάμεσά τους, καμία χημεία. Έτσι, χωρίς την ηλεκτρομαγνητική δύναμη του σεξ, το Τραμ δυσκολεύεται να προχωρήσει.

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»: κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα Facebook Twitter
Συμπαθής η Θεοδώρα Τζήμου ως Στέλλα, πώς μπορεί όμως ένα ανήσυχο ξωτικό που «πεταρίζει» πέρα-δώθε στην ομολογουμένως μεγάλη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου να πείσει για τη γήινη πλευρά της ηρωίδας της;


Συμπαθής η Θεοδώρα Τζήμου ως Στέλλα, πώς μπορεί όμως ένα ανήσυχο ξωτικό που «πεταρίζει» πέρα-δώθε στην ομολογουμένως μεγάλη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου να πείσει για τη γήινη πλευρά της ηρωίδας της; Παρ' όλα αυτά, η σκηνή του τσακωμού της με τον Στάνλεϊ-Φραγκούλη αποδεικνύεται από τις καλύτερες της παράστασης, μία από τις ελάχιστες στιγμές όπου δραστηριοποιούμαστε συναισθηματικά.

Ο Μιτς του Άγγελου Τριανταφύλλου, ένας χαριτωμένος Γκούφι που δεν βγάζει ποτέ «δόντια»: όταν ο ήρωας λέει απαξιωτικά στην Μπλανς «δεν είσαι αρκετά τίμια για να σε πάρω στο σπίτι της μάνας μου», η φράση πρέπει κανονικά να προκαλεί ανατριχίλα από τη φρίκη της μικροαστικής υποκρισίας και στενομυαλιάς που εκπέμπει.

Η παράσταση με το άχαρο όνομα και τη μεγάλη διάρκεια διαθέτει, τέλος, μερικά ωραία ευρήματα, με κορυφαίο το γδύσιμο του γλόμπου από το χάρτινο καπελάκι του: η πράξη αυτή, που προκαλεί κάθε φορά την υστερική αντίδραση της Μπλανς, συνιστά ένα ευφυές σχόλιο πάνω στο δίπολο ψευδαίσθηση-πραγματικότητα και σε όσα παθαίνουμε όταν χάσουμε βιαίως την πρώτη και αναγκαστούμε ν' αντιμετωπίσουμε τη δεύτερη.

Μέσα από τη συνοδεία μπλουζ ήχων, τους οποίους παράγουν οι ηθοποιοί ζωντανά επί σκηνής, το Τραμ φιλοδοξεί να ενσταλάξει μια μελαγχολική διάθεση στην ψυχή του θεατή. Στην πραγματικότητα, παρόλο που καταβάλλεται φιλότιμη προσπάθεια από τη μεριά των συντελεστών και των ηθοποιών, δεν καταφέρνουμε να βιώσουμε τα έντονα, ανάμεικτα συναισθήματα που θα περιμέναμε να απελευθερώσει η συνάντησή μας με αυτούς τους βασανισμένους, γεμάτους πάθη ήρωες του Τένεσι Γουίλιαμς.

 

Ιnfo:

Το τραμ με το όνομα «Πόθος»

Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός

Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου

Φωτισμοί: Γιάννης Δρακουλαράκος

Βοηθοί σκηνοθέτη: Ηλιάνα Καλαδάμη, Μαριλένα Κατρανίδου

Παίζουν: Μαρία Ναυπλιώτου, Χάρης Φραγκούλης, Θεοδώρα Τζήμου, Άγγελος Τριανταφύλλου, Ευαγγελία Καρκατσάνη, Αdrian Frieli

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, Ηρώων Πολυτεχνείου 32, Τηλ.: 210 4143310

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή 20:30, Σάββατο 18:00 & 21:00, Κυριακή 19:00

Τιμές εισιτηρίων: Διακεκριμένη: €30, Α' Ζώνη: €25 / Φοιτητικό-Ανέργων: €20, B' Ζώνη: €20 / Φοιτητικό-Ανέργων: €15, Γ' Ζώνη: €15 / Φοιτητικό-Ανέργων: €10

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θέμελης Γλυνάτσης: Ας ξεκινήσουμε με το να είμαστε πολύ πιο τολμηροί με τους ρόλους που δίνουμε στους νέους καλλιτέχνες, κι ας μην είναι τέλειοι

Θέατρο / Μια όπερα με πρωταγωνιστές παιδιά για πρώτη φορά στην Ελλάδα

Μεταξύ χειροποίητων σκηνικών και σκέψεων γύρω από τη θρησκεία και την εξουσία, «Ο Κατακλυσμός του Νώε» δεν είναι άλλη μια παιδική παράσταση, αλλά ανοίγει χώρο σε κάτι μεγαλύτερο: στη δυνατότητα τα παιδιά να γίνουν οι αυριανοί δημιουργοί, όχι απλώς οι θεατές.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ