Άσος στη σκοποβολή, η Ντεφοντέν, μαζί με τον αδελφό της, μπλέκεται πολύ ενεργά στην Αντίσταση στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ο σύζυγός της δολοφονείται μπροστά στα μάτια της. Στρατολογεί τρεις γυναίκες, εκβιάζοντάς τες. Λαμβάνουν εντολές από ένα Βρετανό γεωλόγο και αποστολή τους είναι να βοηθήσουν στην προετοιμασία της μέρας της απόβασης των συμμάχων στη Νορμανδία. Το τίμημα είναι μεγάλο, καθώς μια από τις κοπέλες δεν αντέχει και προδίδει την ομάδα, λίγο πριν τον εντοπισμό ενός σημαντικού Γερμανού αξιωματικού των Ναζί.

Το έργο είναι βουτηγμένο στις κοινότοπες καταστάσεις και λύσεις των δραματικών ταινιών που έχουμε δει όλα αυτά τα χρόνια με θέμα το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Θυμίζει Φώσκολο στο σενάριο, ευτυχώς όμως όχι και στη σκηνοθεσία. Του λείπει μια νέα γωνία ή μια πρωτότυπη και πιο αφαιρετική οπτική. Αν και διεκπεραιωτικό στην ιχνογράφηση των χαρακτήρων και κυρίως στη διαδικασία των γεγονότων, που λίγο πολύ είναι γνωστά, διαθέτει μάχιμο πνεύμα και μια ωραία συλλογή από αταίριαστες γυναίκες: Η μια είναι εκτελέστρια οπλισμένη με εκδίκηση και αδάμαστη αίσθηση του καθήκοντος, η άλλη ειδική στα εκρηκτικά και εξαιρετικά θρήσκα, η τρίτη ήταν πόρνη που σκότωσε τον νταβατζή της, η τελευταία πρώην χορεύτρια στα Φολί Μπερζέρ, και μια άλλη, που εθελοντικά προθυμοποιήθηκε να συνδράμει, κόμισσα από την Ιταλία με καταγωγή από το Ισραήλ.

Και να μη θέλεις, χαζεύεις μια ασυνήθιστη παλιομοδίτικη περιπέτεια που αποτίνει φόρο τιμής σε όλες τις γυναίκες που έπεσαν ηρωικά στην Αντίσταση. Ομολογουμένως οι σκηνές των φονικών είναι στημένες με αρτιότητα και τα τελευταία 30 λεπτά φέρουν πολύ σασπένς. Οι ηθοποιοί είναι πειστικοί και η Σοφί Μαρσό, που μοιάζει πολύ με τη Λίλι Τόμλιν, χύνει την ψυχή της με την απώλεια να κυριαρχεί στις κινήσεις της, στον πιο δραματικό ρόλο της καριέρας της.