Κάπου στις ατέλειωτες στέπες της Κεντρικής Ασίας κρύβεται ένας θησαυρός. Ένας άντρας φαίνεται να ξέρει το μυστικό και έχει τον αρχαίο χάρτη. Όμως, ο ήρωάς μας, στην ουσία, δεν ζητάει θησαυρούς και δόξα. Ζητάει να σώσει την ψυχή του ή να βρει τη λύτρωσή του από τους προσωπικούς του εφιάλτες. Σε αυτή την περιπλάνησή του, η μοίρα θα σταθεί ευγενική μαζί του, στέλνοντάς του έναν φύλακα άγγελο, την Ουλτσχάν (μια όμορφη Καυκασιανή), αλλά και έναν καλό φίλο, έναν ξεχασμένο σαμάνο. Ο ήρωας έχει να διαλέξει, τώρα, ανάμεσα στην τέχνη της ζωής και τον έρωτα.

Αυτή η απόπειρα αντονιονικής περιπέτειας της ψυχής παίζει με θέματα που θίγονται κατά συρροή εδώ και πολλά χρόνια: την ταυτότητα, τα σύνορα, την εσωτερική έννοια της πατρίδας, τους προσωπικούς δαίμονες, την απόρριψη του Δυτικού κόσμου. Η αντίθεση ενός Καζακστάν που εκσυγχρονίζεται σε άκομψα επιταχυμένους ρυθμούς και ενός Γάλλου που ήλθε ως μοντέρνος νομάδας να παρατήσει τις ανέσεις του και να κοιμηθεί στα χώματα ενός αχανούς τόπου που γι' αυτόν συμβολίζει το παρελθόν και το καθαρτήριο, είναι ενδιαφέρουσα και εξαντλείται στο πρώτο εικοσάλεπτο. Το κυνήγι του θησαυρού είναι απλά ένα πρόσχημα. Το δίλημμά του ανάμεσα στη νέα κοπέλα και τον τρελό σοφό (τον υποδύεται το παιδί από το Ταμπούρλο, του Σλέντορφ φυσικά), είναι άλλη μια σχηματική αντιπαράθεση ανάμεσα στη γνώση και την ελπίδα, η φρούδα ποιότητα της οποίας κάνει μπαμ από μακριά.

Εικαστικά μιλώντας, το ταξίδι αξίζει. Τα τοπία, η σημασία τους στην ψυχοσύνθεση του sans papiers άνδρα με το βεβαρυμένο παρελθόν, και η αυτοδυναμία τους, κάνουν το Ουλτσχάν (το όνομα της κοπέλας) ένα χαζευτικό φιλμ, με αβαθείς φιλοσοφικές προεκτάσεις, ελάχιστη δραματική εξέλιξη και έναν ήρωα που αποζητά τη σιωπή και την εγκατάλειψη και ώρες ώρες είναι να απορεί κανείς γιατί δεν του τη χαρίζουν από την αρχή.