Η σχολή του Αριστοτέλη
Ιστορικό
Στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Μίεζας εντάσσεται και ο αρχαιολογικός χώρος του Νυμφαίου που βρίσκεται στη θέση Ισβόρια, πάνω στο δρόμο που οδηγεί από το χωριό Κοπανός προς την επαρχία της Νάουσας του Νομού Ημαθίας. Πρόκειται για ένα φυσικό τοπίο που εντυπωσιάζει τον επισκέπτη με την ομορφιά του. Ο χώρος αυτός έχει ταυτιστεί με τη Σχολή του Αριστοτέλους. Εδώ, ο μελλοντικός βασιλιάς της Μακεδονίας μαζί με έναν εκλεκτό κύκλο μαθητών από γόνους ευγενών μακεδονικών οικογενειών μυήθηκε στη φιλοσοφία και στην ποίηση, στα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες. Ο Αλέξανδρος παρέμεινε στη Σχολή μέχρι το 340 π.Χ., οπότε επέστρεψε στην Πέλλα για να ασκήσει καθήκοντα αντιβασιλέα, κατά την απουσία του πατέρα του.
Η επίδραση της αριστοτελικής σκέψης στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του νεαρού διαδόχου, αλλά και στη φιλοσοφία ζωής που είχε ο μετέπειτα κοσμοκράτορας για την ηθική και την πολιτική, γνωρίζουμε πως στάθηκε καθοριστική. Παρά το σύντομο χρονικό διάστημα λειτουργίας της Σχολής, τρία μόλις χρόνια, η συνύπαρξη στο χώρο αυτό του Αριστοτέλη, μιας από τις μεγαλύτερες σε παγκόσμιο επίπεδο πνευματικές φυσιογνωμίες, και του Αλέξανδρου, της γοητευτικότερης ίσως προσωπικότητας του αρχαίου κόσμου, αναδεικνύει τη Σχολή Αριστοτέλους ως ένα ιστορικό τόπο με παγκόσμια ακτινοβολία.
Οι αρχαίοι συγγραφείς Πλούταρχος (Αλέξ. 7) και Πλίνιος (Nat. Hist. XXXI,30) αναφέρονται στα κείμενα τους στη Σχολή του μεγάλου φιλοσόφου, που προσκλήθηκε από το Φίλιππο Β΄ να αναλάβει την αγωγή του δεκατριάχρονου τότε γιου του, Αλέξανδρου (343/2 π.Χ.).
Ο Πλούταρχος, περιγράφοντας στο Βίο του Αλεξάνδρου το χώρο που επιλέχτηκε για την ίδρυση της βασιλικής Σχολής, αναφέρει το ''περί Μίεζαν Νυμφαίο'', δηλαδή το Νυμφαίο κοντά στη Μίεζα, με τους υπόσκιους περιπάτους και τις λίθινες έδρες, που σώζονταν ακόμη στην εποχή του και επισημαίνει μάλιστα ότι επιδεικνυόταν ως αξιοθέατο.
Ο χώρος είχε γίνει γνωστός στην έρευνα από τον Γάλλο περιηγητή Delacoulonce στα μέσα του 19ου αι., αλλά το 1965 καθαρίστηκε για πρώτη φορά από τη βλάστηση και ένα τμήμα του ανασκάφτηκε τα επόμενα χρόνια από τον Φώτη Πέτσα, ο οποίος, συνδυάζοντας εύστοχα τις γραπτές πηγές, τις τοπογραφικές παρατηρήσεις και τα ανασκαφικά δεδομένα, ταύτισε τη θέση με τη Σχολή του Αριστοτέλους.
Ειρήνη Ψαρρά, Αρχαιολόγος
*
Περιγραφή
Ο αρχαιολογικός χώρος του Νυμφαίου που ταυτίστηκε από την έρευνα με τη Σχολή του Αριστοτέλη, αποτελεί ένα παραδεισένιο τοπίο, με ιδανικό προσανατολισμό, οργιώδη βλάστηση και πηγές που σχηματίζουν ποταμάκια. Η παλαιότερη αλλά και η πρόσφατη επιφανειακή έρευνα στην περιοχή, όσο επιτρέπει η πυκνή και απροσπέλαστη πολλές φορές βλάστηση, έχει δείξει ότι ο χώρος της Σχολής καταλάμβανε μία πολύ μεγάλη έκταση, από την οποία σήμερα ένα μικρό μόνο τμήμα έχει ερευνηθεί και αξιοποιηθεί. Εκεί αποκαλύφτηκαν μαζί με τα αρχαία κατάλοιπα μιας ιωνικής στοάς και τρία φυσικά σπήλαια που σχετίζονται με τη λατρεία των νυμφών, οι οποίες κατοικούσαν, σύμφωνα με τους αρχαίους, κοντά σε ποτάμια, πηγές και σπήλαια.
Το πρώτο κατά σειρά σπήλαιο που συναντά σήμερα ο επισκέπτης έχει λαξευμένες βαθμίδες για την πρόσβαση σε αυτό και τοξωτή διαμόρφωση στο άνω μέρος της εισόδου του. Στο δεύτερο σπήλαιο δεν παρατηρείται καμία ανθρώπινη επέμβαση, ενώ το τρίτο είναι το μεγαλύτερο και το σημαντικότερο. Έχει δύο εισόδους και στο εσωτερικό του ανοίγονται δύο κόγχες, ενώ υπάρχουν πολλές διακλαδώσεις, τοξωτά ανοίγματα και στο κέντρο του σπηλαίου ένα οπαίο, δηλ. μία οπή για φωτισμό και εξαερισμό του χώρου.
Σημαντικότατα είναι και τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα μίας ιωνικής στοάς, που χρονολογείται στα χρόνια του Φιλίππου, μετά δηλ. το 350 π.Χ. Στην κάθετα λαξευμένη επιφάνεια του μαλακού βράχου, που αποτελούσε τον πίσω τοίχο της στοάς είναι ορατές και σήμερα οι εσοχές για την υποδοχή των δοκαριών της στέγης, από τη σίμη της οποίας σώθηκε μία πήλινη λεοντοκεφαλή-υδρορρόη. Οι μεγάλες λαξευμένες επιφάνειες του βράχου συνεχίζονται σε μεγάλη έκταση, δημιουργώντας εσοχές και προβολές και σχηματίζουν άλλοτε χρηστικούς χώρους και άλλοτε στενά περάσματα από τον ένα χώρο στον άλλο. Έχουμε έτσι έναν περίπατο, ένα μονοπάτι, που αναπτύσσεται κατά μήκος αυτών των χώρων, το οποίο μάλιστα συνεχίζεται σε μεγάλο μήκος. Είναι γνωστό εξάλλου ότι ο Αριστοτέλης αγαπούσε να διδάσκει περπατώντας.
Είναι ευνόητο ότι η παρουσία του Αλέξανδρου και των βασιλικών φίλων στη Σχολή και στην περιοχή της Μίεζας συνέβαλε σημαντικά και στην ανάπτυξη της πόλης την περίοδο αυτή.
Ειρήνη Ψαρρά, Αρχαιολόγος
[ΟΔΥΣΣΕΥΣ, Υπ. Πολιτισμού]