Rino Della Negra, ποδοσφαιριστής, αγωνιστής της Αντίστασης και μάρτυρας στα 20 του
Πιάστηκε από τη γαλλική αστυνομία με όλη την "ομάδα Manouchian", εκτελέστηκε από τους Γερμανούς σαν σήμερα, στις 21 Φεβρουαρίου 1944
Christian Beuvain - Morgan Poggioli
Dissidences
Ο Jean Vigreux και ο Dimitri Manessis, δύο ιστορικοί του κομμουνισμού (ο πρώτος είναι ο διευθύνων της διατριβής του δεύτερου), έγραψαν μια βιογραφία του Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα, ενός νεαρού ποδοσφαιρικού ταλέντου και μέλους της ομάδας Francs-tireurs et partisans-Main-d'oeuvre immigrée (Μαχητές και αντάρτες-Μετανάστες εργάτες, FTP-MOI), ο οποίος εκτελέστηκε από τους Ναζί στις 21 Φεβρουαρίου 1944 στο Mont-Valérien μαζί με τους συντρόφους του της ομάδας Manouchian, που έμειναν στην Ιστορία ως οι ήρωες της "Κόκκινης Αφίσας". Το βιβλίο, χωρισμένο σε τέσσερα κεφάλαια, διηγείται τη ζωή αυτού του γιου Ιταλού μετανάστη, από την παιδική του ηλικία ως το θάνατό του σε ηλικία 20 ετών.
Βασισμένη σε εκτεταμένη έρευνα, τόσο σε δημόσια όσο και σε ιδιωτικά αρχεία, καθώς και σε συνεντεύξεις (μεταξύ άλλων με την κουνιάδα του Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα, για παράδειγμα), αυτή η "ανανεωμένη βιογραφία" αναδεικνύει αρχικά τις τοπικές πολιτικές και κοινωνικές ρίζες της κομμουνιστικής (από το 1935) πόλης Argenteuil - με 70.000 κατοίκους τη δεκαετία του 1930 - και της "μικρής Ιταλίας" της. Στη συνοικία Mazzagrande, όπου μεγάλωσε ο Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα, ζούσαν περίπου 3.000 Ιταλοί, κυρίως εργάτες, μεταξύ των οποίων και πολλοί εξόριστοι αντιφασίστες. Αν και δεν είναι γνωστό αν συμμετείχε σε κάποια πολιτική οργάνωση πριν από τον πόλεμο, παραμένει γεγονός ότι ως εργάτης και φίλος με αρκετούς αγωνιστές των Διεθνών Ταξιαρχιών που είχαν φύγει για την Ισπανία, ο Ρίνο, ένας νεαρός Γάλλος (απέκτησε τη γαλλική υπηκοότητα το 1938) ιταλικής καταγωγής, σημαδεύτηκε από την κουλτούρα του Λαϊκού Μετώπου και μια αντιφασιστική κοινωνικότητα, η οποία ήταν εκ των πραγμάτων πολύ αισθητή στη Mazzagrande, ένα πραγματικό "περιβάλλον πολιτικοποίησης". Η πρώτη του "στράτευση", πριν προσχωρήσει στην Αντίσταση, ήταν στον αθλητισμό και ειδικότερα στο ποδόσφαιρο, όπου η τεχνική του δεινότητα ως δεξιού εξτρέμ τράβηξε την προσοχή του αθλητικού Τύπου και διαφόρων λαϊκών/εργατικών συλλόγων που ανήκαν στην Αθλητική και Γυμναστική Ομοσπονδία της Εργασίας (FSGT), μέχρι να ενταχθεί στην ομάδα της Red Star.
Την ίδια εποχή σχεδόν, ο Ρίνο περνάει στην παρανομία για να ξεφύγει από την Υπηρεσία Ανγκαστικής Εργασίας (STO), που ιδρύθηκε από το καθεστώς του Βισύ με το νόμο της 16ης Φεβρουαρίου 1943. Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, μαθαίνουμε ότι ο Ρίνο συνέχισε να παίζει ποδόσφαιρο επίσημα με το πραγματικό του όνομα, ενώ διέφευγε του STO και εκτελούσε ένοπλες ενέργειες με πλαστή ταυτότητα. Αλλά πώς περνά κανείς "από την παρανομία στον ένοπλο αγώνα;", πώς έρχεσαι σε επαφή με τους FTP; Σε αυτά τα ουσιώδη ερωτήματα, οι συγγραφείς έχουν μόνο υποθέσεις να προτείνουν στην περίπτωση του Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα, σημειώνοντας τον ρόλο του "μεσάζοντα" που θα μπορούσαν να είχαν παίξει είτε πρώην ποδοσφαιριστές που είχαν γίνει οι ίδιοι στελέχη των FTP, είτε πρώην αγωνιστές των Διεθνών Ταξιαρχιών, είτε αρμένιοι φίλοι του. Σε κάθε περίπτωση, μία από τις καινοτομίες του βιβλίου έγκειται στο ότι ανανεώνει τις γνώσεις μας σχετικά με τις ένοπλες ενέργειες στις οποίες συμμετείχε ο Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα. Μέχρι τώρα γνωρίζαμε μόνο τρεις ή τέσσερις, αλλά αποδεικνύεται ότι ήταν αρκετά περισσότερες (δεκαπέντε), διότι ανήκε, με το ψευδώνυμο Gilbert Royer, στην πολύ δραστήρια ομάδα των FTP του Argenteuil, πριν στρατολογηθεί από το 3ο ιταλικό απόσπασμα των FTP-MOI, όπου, με το κωδικό όνομα Robin, έγινε "κινητήριος δύναμη". Η πτώση του, στις 12 Νοεμβρίου 1943, υπήρξε ακόμη πιο δραματική (τραυματίστηκε και συνελήφθη κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης εναντίον γερμανικών χρηματαποστολών) στο βαθμό που, σε αντίθεση με τα βασικά μέλη των FTP-MOI στην περιοχή του Παρισιού, ήταν ακόμη άγνωστος στους αστυνομικούς των διαβόητων Ειδικών Ταξιαρχιών. Οι Ταξιαρχίες αυτές, οι οποίες είχαν κινητοποιήσει διακόσιους επιθεωρητές για τον εντοπισμό της "ομάδας Manouchian" εδώ και ένα μήνα, δεν τον είχε (ακόμη) ανακαλύψει, πόσο μάλλον "παρακολουθήσει". Το κυνήγι αυτό οδήγησε αρχικά στη σύλληψη του πολιτικού επιτρόπου Joseph Dawidowitz, ο οποίος, όχι μόνο μίλησε υποβαλλόμενος σε βασανιστήρια, αλλά κρατούσε στο κρησφύγετό του κι έναν κατάλογο με τα μέλη των διαφόρων αποσπασμάτων, ένα αδιανόητο και μοιραίο λάθος. Μέσα από παρακολουθήσεις και διασταυρώσεις, έγινε έτσι δυνατή η σύλληψη σχεδόν όλων των αγωνιστών, μεταξύ των οποίων και των αρχηγών τους Missak Manouchian και Joseph Epstein.
Ακολουθεί η δίκη, από τις 15 έως τις 18 Φεβρουαρίου 1943, των είκοσι τεσσάρων αγωνιστών της Κόκκινης Αφίσας -μεταξύ των οποίων οκτώ από το 3ο ιταλικό απόσπασμα- κεκλεισμένων των θυρών, ενώπιον ενός τετραμελούς γερμανικού στρατοδικείου, που συμπεριλαμβάνει και τον Sturmbannführer των SS Eckardt, ο οποίος έχει ήδη καταδικάσει σε θάνατο πολλούς αντιστασιακούς και ο οποίος θα επιστρέψει κανονικά στη δουλειά του ως δικαστής στην ομοσπονδιακή Γερμανία μετά από δύο σύντομα χρόνια "αποναζιστικοποίησης". Οργανωμένη από τους Ναζί με τη μέγιστη προπαγανδιστική προβολή για να δυσφημιστεί ολόκληρη η Αντίσταση, τη δίκη είχε ως κεντρικό στοιχείο την περίφημη αφίσα στην οποία ωστόσο δεν εμφανίζεται ο Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα. Οι συγγραφείς διατυπώνουν διάφορες υποθέσεις σχετικά με την απουσία του: είτε η ομορφιά του και η αθλητική του σωματική διάπλαση δεν ανταποκρίνονταν στις γερμανικά "στάνταρ" για "απάτριδες εβραιομπολσεβίκους δολοφόνους", είτε η παραμονή του στο νοσοκομείο (για να γιατρευτούν τα τραύματά του) του "στέρησε" τη δικαστική ταυτοποίηση, είτε, λόγω της κράτησής του στο Cherche Midi, δεν θα μπορούσε να είχε συμπεριληφθεί στις φωτογραφίες της ομάδας, οι οποίες είχαν τραβηχτεί στη φυλακή της Fresnes.
Ο Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα θα εκτελεστεί ωστόσο όπως και οι σύντροφοί του στις 21 Φεβρουαρίου 1944 στο Mont Valérien, και οι δύο τελευταίες επιστολές του δείχνουν έναν νεαρό άνδρα πολύ δεμένο με την οικογένειά του, τους φίλους του και τους συμπαίκτες του στο ποδόσφαιρο (στο Argenteuil και στη Red Star). Αφήνουν επίσης να διαφανεί και η νεότητά του (παρά τις δραματικές συνθήκες), καθώς προσκαλεί τους φίλους του να "κάνουν ένα γερό μεθύσι" στη μνήμη του. Το απόσπασμα αυτό αφαιρέθηκε από τις μεταγενέστερες εκδόσεις που αφιέρωσε το ΚΚΓ στην Κόκκινη Αφίσα και τον Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα: μήπως για να αποσιωποιηθεί η πολύ "πεζή" πλευρά ηρωποιημένων προσώπων;
Η διαιώνιση της μνήμης του "συγχωνεύεται σε μεγάλο βαθμό με τη μνημονική διαδικασία που συντελείται ως προς τους FTP-MOI" και ακολουθεί τα πολιτικά σκαμπανεβάσματα της μεταπολεμικής περιόδου μέχρι σήμερα -ιδίως υπό την βαριά σκιά των "λογικών και διακυβευμάτων του Ψυχρού Πολέμου" - όπως και ως προς όλους τους υπόλοιπους της Κόκκινης Αφίσας, τόσο σε τοπικό επίπεδο (Argenteuil, Vimy) όσο και σε εθνικό. Κι αν ο Manouchian παραμένει ο πιο γνωστός από τους αντιστασιακούς του MOI, ο Ρίνο Ντέλα Νέγκρα γνωρίζει από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 μία πρωτότυπη λατρεία από τους οπαδούς της Red Star. Η κεντρική κερκίδα του γηπέδου Bauer (που πήρε το όνομά της από έναν Εβραίο κομμουνιστή γιατρό και μαχητή της αντίστασης που εκτελέστηκε κι αυτός το 1942) ονομάστηκε κερκίδα Rino Della Negra. Το tifo "Bauer Αντίσταση" περιλαμβάνει ένα πορτρέτο του Rino και κάθε χρόνο οι οπαδοί συμμετέχουν στην εκδήλωση μνήμης της εκτέλεσής του. Οι συγγραφείς εξετάζουν επίσης το ζήτημα της αναπαράστασης αυτής της ιστορίας στο μυθιστόρημα (Didier Daeninckx, Missak, 2009), αν και με τρόπο πολύ περιεκτικό, καθώς και στον κινηματογράφο, με μια ιδιαίτερη μνεία στην ταινία του Frank Cassenti, L'Affiche rouge (1976)- όπου τον χαρακτήρα του Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα υποδύεται ο Bruno La Brasca - αλλά δεν αναφέρουν περιέργως το L' Armée du crime (2009) του Robert Guédiguian, εκτός κι αν η απουσία του Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα από το σενάριο εξηγεί αυτή την "παράλειψη".
Το βιβλίο ολοκληρώνει μία εκτενή βιβλιογραφία, καθώς και μια συλλογή φωτογραφιών και αρχείων που μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε την εντατική αθλητική πρακτική του Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα και τις τελευταίες στιγμές της ζωής του (αστυνομικά αρχεία και αποχαιρετιστήριες επιστολές). Ωστόσο, μας λείπει ένα ευρετήριο. Εύκολη στην ανάγνωση, η διήγηση αυτή σε μέγεθος τσέπης σε καθηλώνει. Το μικρό σχήμα έχει ωστόσο ένα όριο, καθώς οι συγγραφείς αφήνουν στην άκρη αρκετά στοιχεία. Για παράδειγμα, θα θέλαμε να μάθουμε περισσότερα για τους φίλους του που έφυγαν για την Ισπανία, ιδίως για τον Tonino Simonazzi, ο οποίος διακρίνεται σε αρκετές φωτογραφίες· αυτό θα ενίσχυε τη θέση των συγγραφέων ότι ο Ρίνο Ντέλλα Νέγκρα, παρότι δεν ήταν μέλος πολιτικού κόμματος, δεν ήταν και απολίτικος. Όσον αφορά την υπεράσπιση του Ρίνο στη δίκη του - ο οποίος είπε ότι εντάχθηκε στα FTP για να ξεφύγει από το STO και να συνεχίσει να παίζει ποδόσφαιρο - μια υπεράσπιση που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τον φιλοναζιστικό Τύπο, οι συγγραφείς θα μπορούσαν/θα έπρεπε να είχαν εξηγήσει αυτή τη "στρατηγική". Πράγματι (και αυτό ισχύει τόσο για τη δίκη της Κόκκινης Αφίσας όσο και για άλλες δίκες της Αντίστασης), αν κάποιοι κατηγορούμενοι αναλαμβάνουν πλήρως τις πράξεις τους - όπως ο Marcel Rayman - άλλοι τις ελαχιστοποιούν ελπίζοντας να γλιτώσουν τον θάνατο, παρόλο που γνωρίζουν πολύ καλά από τις δίκες στο Palais Bourbon και στο Χημείο ότι έχουν ελάχιστες πιθανότητες να επωφεληθούν από την επιείκεια ενός γερμανικού στρατοδικείου.
Εν κατακλείδι, το Rino Della Negra. Footballeur et partisan είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο που προσφέρει μια νέα βιογραφία αυτού του νεαρού μαχητή της αντίστασης, αλλά δεν ξεχνά να μας υπενθυμίσει, καθ' όλη τη διάρκεια αυτής της έρευνας στην καρδιά των αρχείων, των αναμνήσεων και της μνήμης, ότι η ιστορική πρακτική πρέπει να αποφεύγει τις παγίδες μιας "νεοθετικιστικής παρέκκλισης" ή μιας "μονολιθικής προσέγγισης", εις βάρος της πολυπλοκότητας και των άλυτων (ακόμη) ερωτημάτων.
Dimitri Manessis, Jean Vigreux, Rino Della Negra. Footballeur et partisan, Montreuil, Éditions Libertalia, édition poche, 2022, 242 pages, 10 €.
Δείτε επίσης στο Αλμανάκ:
Ελένη Βαλλιάνου (Vagliano). Μία ελληνίδα ηρωίδα στη γαλλική Αντίσταση.