Για να θεωρηθεί αστεία μια σκηνή από ένα σίριαλ πρέπει να έχει χοντροκομμένα αστεία (το είδος του χιούμορ που οι αγγλόφωνοι ονομάζουν slapstick) ή να παρουσιάζει οδυνηρές στιγμές της καθημερινότητας με μια δόση υπερβολής, που προκαλούν περισσότερο αμήχανα μειδιάματα, παρά γέλιο. Το «Μο» που ανέβηκε μόλις στην πλατφόρμα του Netflix και παίζει δυνατά με το dramedy, ξεκινάει ως κωμωδία, συστήνοντας έναν ήρωα που έχει όλα τα φόντα να γίνει καρικατούρα, αλλά αμέσως σε προσγειώνει στη βασανιστική πραγματικότητα με περιστατικά που μόνο αστεία δεν είναι, αποκαλύπτοντας έναν από τους πιο ανθρώπινους χαρακτήρες που έχουμε δει τελευταία σε sitcom. Παρά το παρελθόν του Mo Amer (πρωταγωνιστή και συνδημιουργού της σειράς) στο stand-up comedy και στη φάρσα, το «Μο» δεν γίνεται ούτε μια στιγμή κακόγουστο ή υπερβολικό, αντιθέτως, είναι μια καταγραφή της ζωής ενός Παλαιστίνιου πρόσφυγα στην Αμερική όσο πιο ρεαλιστικά επιτρέπει μια κωμική σειρά, με όλα αυτά που πρέπει να υποστεί ένας άνθρωπος ο οποίος αναγκάζεται να ζει ως παράνομος. Ο έτερος δημιουργός της σειράς είναι ο Ramy Youssef, του «Ramy», της σειράς που παρουσιάζει την καθημερινότητα της πρώτης γενιάς μουσουλμάνων που μεγαλώνουν ως Αμερικανοί, και στη δυτική κουλτούρα είναι συνήθως οι «κακοί».
Μέχρι το τέλος της ημι-αυτοβιογραφικής αυτής σειράς είναι δύσκολο να μην έχεις σκεφτεί, έστω και ανεπαίσθητα, πόσο ίδιοι είναι οι άνθρωποι και τα προβλήματά τους σε κάθε μέρος της γης, κι ότι αυτά είναι εν τέλει που τους ενώνουν όλους, χριστιανούς και μουσουλμάνους, λευκούς και μη.
Ο Μο εκτός από Παλαιστίνιος είναι και μουσουλμάνος, πρόσφυγας από το Κουβέιτ που έχει μεγαλώσει στην Αμερική, από μια οικογένεια μάλλον προνομιούχα, που κατάφερε να βρει καταφύγιο στο Χιούστον κατά τη διάρκεια του πολέμου στον Κόλπο. 30κάτι, ικανός επισκευαστής ηλεκτρονικών συσκευών και ταλαντούχος πλασιέ, ερωτευμένος με μια Μεξικάνα (και χριστιανή), τη Μαρία, με μια μάνα που πασχίζει να προσαρμοστεί στη ζωή του Χιούστον χωρίς να χάσει την πολιτιστική και θρησκευτική ταυτότητά της, έναν αυτιστικό αδερφό που αγαπάει τις γάτες και τα πουλιά, μια αδερφή που έχει παντρευτεί Καναδό και έχει γίνει Αμερικάνα, και φίλους που προέρχονται από ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, μιλούν τρεις γλώσσες –αγγλικά, αραβικά, ισπανικά– και αναζητούν το «αμερικάνικο όνειρο» προσπαθώντας να συνυπάρξουν σε μια ξένη χώρα που έχει γίνει αναγκαστικά η πατρίδα τους.
Όταν ο πατέρας του πεθαίνει, ο Μο φορτώνεται αυτοβούλως όλα τα βάρη της οικογένειας, κρατώντας κρυφές από τους υπόλοιπους τις δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει. Ζει 22 χρόνια στην Αμερική, όπως και όλη η οικογένειά του, αλλά δεν πήραν ποτέ άδεια παραμονής και αυτό τους κάνει τη ζωή ανυπόφορη. Το αφεντικό του Μο αναγκάζεται να τον απολύσει –παρότι είναι ο καλύτερος τεχνίτης του– επειδή είναι παράνομος και φοβάται τον έλεγχο, στο στριπτιζάδικο που βρίσκει δουλειά ως DJ τον πετάνε κλοτσηδόν επειδή δεν ανέχεται τις παρατυπίες, καταφεύγει στην παράνομη λύση του πλασιέ προϊόντων «μαϊμού», προκαλώντας την αντίδραση της κοπέλας του και του κολλητού του. Ο Mo δεν είναι loser, αλλά οι συνθήκες δεν του επιτρέπουν να το αποδείξει.
Το πόσο δύσκολη είναι η ζωή ενός ανθρώπου που δεν έχει άδεια παραμονής, μια κατάσταση που βιώνουν εκατομμύρια άνθρωποι σε κάθε χώρα του κόσμου, το καταλαβαίνεις λίγο πριν το τέλος του πρώτου επεισοδίου, όταν ο Μο βρίσκεται τραυματισμένος από κάποιον που άνοιξε πυρ στο πολυκατάστημα όπου βρέθηκε να αγοράζει φαγητό για τη γάτα του αδερφού του. Όταν συνέρχεται και διαπιστώνει ότι βρίσκεται σε φορείο ασθενοφόρου, πανικοβάλλεται, γιατί ως παράνομος και ανασφάλιστος πρέπει να πληρώσει πέντε χιλιάδες δολάρια για τη μεταφορά. Έτσι πετάει τον ορό και εξαφανίζεται με το τραύμα ανοιχτό.
Ο Mo είναι αυτό που λέμε «καλό παιδί», που δεν θέλει να πληγώσει τη μάνα του και βρίσκεται εγκλωβισμένος ανάμεσα στην ασφυκτική μουσουλμανική παράδοση και στον αμερικάνικο τρόπο ζωής με τον οποίο ζει από παιδί (ακούει ραπ, έχει κάνει τατουάζ, καπνίζει, εθίζεται στο lean – ένα μίγμα από κωδεΐνη, σιρόπι για το βήχα και αναψυκτικό). Κυκλοφορεί μονίμως με ένα μπουκαλάκι με ελαιόλαδο άριστης ποιότητας που κατασκευάζει η μάνα του, για να βουτάει τις αραβικές πίτες, και φρίττει με το φαλάφελ με γεύση σοκολάτα που πουλάει το σούπερ μάρκετ. Η μάνα του ονειρεύεται να τον δει παντρεμένο με μουσουλμάνα και έχει επιφυλάξεις για τη σχέση του με τη Μαρία, η οποία Μαρία κάνει (για χάρη του) ό,τι μπορεί για να γίνει αποδεκτή από τον συντηρητικό κύκλο της οικογένειας. Η Μαρία είναι άλλος ένας πολύ δυνατός χαρακτήρας, έχει δικό της συνεργείο αυτοκινήτων και είναι πολύ πετυχημένη στη δουλειά της, αλλά είναι κι αυτή εγκλωβισμένη σε ένα σύστημα που δεν της επιτρέπει να επεκτείνει την επιχείρησή της, γιατί ο αλκοολικός πατέρας της έχει χρεώσει κάρτες που έβγαλε στο όνομά της.
Για να μην κάνω σπόιλερ (η σειρά ολοκληρώνεται σε 8 επεισόδια από 23 μέχρι 28 λεπτά), οι περιπέτειες στις οποίες μπλέκει μέχρι να ολοκληρωθούν τα επεισόδια είναι πολλές και εκτός από τον αγώνα για να αποκτήσουν την άδεια παραμονής, ο Μο έχει να αντιμετωπίσει έναν μαφιόζο που τον εκβιάζει, την ανεργία, τον εθισμό του στο lean, το τραύμα που του άφησε ο θάνατος του πατέρα του, την κλοπή των ελαιόδεντρων του νέου αφεντικού του, η οποία τον οδηγεί σε μία απίθανη ιστορία.
Οι ηθοποιοί είναι εξαιρετικοί, γνωστοί και καταξιωμένοι στο αραβόφωνο κοινό αλλά και αναδυόμενοι σταρ –η πρώτη γενιά μουσουλμάνων ηθοποιών που ξεχωρίζει στον δυτικό κόσμο– που δημιουργούν χαρακτήρες ανθρώπινους, συμπαθείς, με ελαττώματα, αδυναμίες αλλά και μια συγκινητική κατανόηση όταν πρέπει και συνεχή αγώνα να ενσωματωθούν σε μια ξένη κουλτούρα. Ειδικά η μάνα του (Farah Bsieso) μεταμορφώνεται όσο η σειρά εξελίσσεται, αποκαλύπτοντας μια πολύ δυναμική γυναίκα, η οποία αποφασίζει να εμπορευτεί το καταπληκτικό ελαιόλαδο που φτιάχνει μόνη της στο σπίτι.
Όσο «ξένο» και αδιάφορο μπορεί να ακούγεται ως στόρι, είναι δύσκολο να μη συμπαθήσεις τον Μο και τα μέλη της οικογένειάς του, να μη σε εκνευρίσουν οι ταπεινώσεις που πρέπει να υποστεί ο αδερφός του στη δουλειά ή η Μαρία όταν καταφεύγει σε μια παλιά φίλη της (η οποία είναι πλέον πάμπλουτη) όταν χρειάζεται βοήθεια, και μέχρι το τέλος της ημι-αυτοβιογραφικής αυτής σειράς να μην έχεις σκεφτεί, έστω και ανεπαίσθητα, πόσο ίδιοι είναι οι άνθρωποι και τα προβλήματά τους σε κάθε μέρος της γης, κι ότι αυτά είναι εν τέλει που τους ενώνουν όλους, χριστιανούς και μουσουλμάνους, λευκούς και μη.
Αν αυτός ήταν ο σκοπός του «Μο», οι δημιουργοί του τον πέτυχαν και με το παραπάνω.